Σάββατο 31 Ιουλίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 01 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  30

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Ρωμ. ιβ΄ 6-14)

1 Αὐγούστου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜ 2021Ἀδελφοί, ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, 7 εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ, 8 εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδούς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι. 9 Ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, 10 τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, 11 τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, 12 τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες, 13 ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενίαν διώκοντες. 14 εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

 «Εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ἡμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.»

Πολλὰ καὶ διάφορα ἠθικὰ παραγγέλματα περιλαμβάνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ ποὺ ἀποτελεῖ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Κέντρο ὅλων αὐτῶν τῶν ἐντολῶν εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία τροφοδοτεῖ καὶ ἐνισχύει τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποδεικνύει τὴν γνησιότητά της. Ἐφόσον καὶ ὁ Χριστὸς ἦταν ὅλος ἀγάπη καὶ μᾶς ἄφησε τὴν ζωή Του ὡς αἰώνιο πρότυπο πρὸς μίμηση, ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ σφραγίδα γνησιότητας τῶν Χριστιανῶν κάθε ἐποχῆς. Τὸ σκεπτικὸ εἶναι ἁπλό: «Ἂν ἀγαπᾶς πραγματικά, εἶσαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἄρα δικαίως φέρεις τὴν ὀνομασία «Χριστιανός». Ἂν δὲν ἀγαπᾶς πραγματικά, δὲν εἶσαι Χριστιανός, καὶ ἂν ὀνομάζεσαι Χριστιανός, χωρὶς ἀγάπη, εἶσαι ψεύτης καὶ ὑποκριτής».

Ὁ Χριστιανὸς εἶναι, λοιπὸν, ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, καὶ μάλιστα τῆς ἀγάπης χωρὶς ὅρια. Ὅπως καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἄπειρος καὶ ἀγαπᾶ ἀπείρως, ἔτσι καὶ ὁ ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου νὰ  ὁμοιάσει πρὸς τὸν Θεό τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἄπειρη ἀγάπη. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὴν καρδιὰ του ἔχουν θέση ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀνεξαιρέτως, καὶ οἱ καλοὶ καὶ οἱ κακοί, καὶ οἱ εὐεργέτες του καὶ οἱ ἐχθροί του! Καὶ οἱ ἐχθροί του; Μὰ αὐτὸ εἶναι τελείως τρελό, εἶναι ἀδύνατον! Πῶς γίνεται νὰ ἀγαπᾶς αὐτὸν που προσπαθεῖ νὰ σὲ βλάψει, νὰ σὲ καταστρέψει, νὰ σὲ θανατώσει; Δὲν εἶναι παράλογο αὐτό; Βεβαίως καὶ εἶναι καὶ παράλογο καὶ ἀδύνατον σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογική, ποὺ ἐπιβάλλει νὰ ἀγαπᾶς τὸν φίλο σου καὶ νὰ μισεῖς τὸν ἐχθρό σου. Αὐτὴ εἶναι ἡ κοσμική, καθιερωμένη τάξη πραγμάτων. Ἔρχεται, ὅμως, ὁ Χριστὸς καὶ εἰσάγει τὴν ὑπερβατικὴ τρέλα μέσα στὴν κοινωνία: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς». Κανεὶς ποτὲ μέχρι τὸν Χριστὸ ὄχι μόνο δὲν εἶχε διατυπώσει τέτοιες σκέψεις, ἀλλὰ οὔτε κἄν τὶς εἶχε σκεφθεῖ. Πάντοτε ἡ κοινωνία στηριζόταν στὴν λογική της ἀνταπόδοσης: «Ἂν μὲ ὠφελεῖς, σὲ ὠφελῶ, ἂν μὲ βλάπτεις σὲ βλάπτω». Ἑπομένως, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἀκούγεται σὰν μία τεράστια ἔκρηξη, ποὺ γκρεμίζει τὸ παλαιὸ κατεστημένο καὶ ἐγκαινιάζει τὸ νέο, τὴν Καινὴ Διαθήκη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς θυσίας.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπαναλαμβάνει τοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ μὲ διαφορετικὴ διατύπωση: «Νὰ εὔχεσθε γιὰ ἐκείνους ποὺ σᾶς καταδιώκουν, νὰ εὔχεσθε καὶ νὰ λέγετε καλὰ γιὰ ὅλους καὶ ποτὲ νὰ μὴν καταρᾶσθε». Πρέπει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐχθρεύονται τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς διώκουν μὲ ὅποιο μέσο μποροῦν. Αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ζωὴ τῶν Χριστιανῶν ἀποτελεῖ καρφὶ στὴν συνείδηση τῶν ἀπίστων, εἶναι ἕνας καθρέφτης στὸν ὁποῖο ἀντανακλᾶται ἡ καθαρότητα καὶ ἡ λαμπρότητα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ἀπὸ τὴ μία καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀποκαλύπτεται ὁ βόρβορος τῆς ψυχῆς τῶν μακράν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο γεννιέται ἀναπόφευκτα τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς, τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ ὀδυνηρὸ καὶ ταπεινωτικό. Ἔτσ, ὁ Χριστιανὸς ἄθελά του κρίνει τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας καὶ γίνεται ἀντικείμενο χλευασμῶν, ὕβρεων, ἐπιθέσεων ψυχικῶν καὶ σωματικῶν, μὲ ἀπώτερο στόχο τὴν ἐξαφάνισή του ἀπὸ τὸ προσκήνιο τῆς κοινωνίας. Ἐδῶ ἰσχύει ὁ λόγος: «Πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ». Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἄνθρωπος τοῦ σκότους, ἀγαπᾶ τὸ σκοτάδι, γιατί μέσα σὲ αὐτὸ κρύβει τὶς αἰσχρὲς πράξεις του. Ὅταν, ὅμως, πλησιάσει ἕναν πραγματικὰ πιστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Φωτός, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἁμαρτωλὸς ἐλέγχεται καὶ προσπαθεῖ νὰ διώξει ἀπὸ μπροστά του τὸν φωτεινὸ ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι δικαιολογοῦνται ὅλοι οἱ διωγμοὶ ποὺ κατὰ καιροὺς ἔχουν ξεσπάσει καὶ ξεσποῦν ἀκόμη ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν.

Ὁ διωγμὸς ἀποτελεῖ διαχρονικὸ σύντροφο τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἱστορίας του. Ὁ πραγματικὸς Χριστιανὸς, ὅμως, δὲν πτοεῖται, οὔτε ἐξανίσταται, θυμώνει, ἀγανακτεῖ, ἐκδικεῖται. Ἀντίθετα, ἀνέχεται, συγχωρεῖ, εὔχεται, εὐλογεῖ, εὐργετεῖ τοὺς διῶκτες του, μιμούμενος τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος σὲ ὅλη Του τὴν ζωὴ σκόρπιζε ἀγάπη, ἀγαθότητα, καλοσύνη, στοργή, εὐεργεσία, καὶ ἐπάνω στὸν Σταυρὸ συγχώρησε τοὺς σταυρωτές Του. Ὁ Χριστιανὸς δὲν ἔχει ἐχθρούς, ἔχει μόνο φίλους. Ἔχει καλλιεργήσει τὴν καρδιὰ του κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ ὄχι νὰ μισήσει κάποιον, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ δεχθεῖ κάποιον λογισμὸ ἐναντίωσης πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὸν βλάπτει. Ἔχει γίνει ἀκίνητος πρὸς τὸ κακό, ἔχει ἐνστερνισθεῖ ἀμετακίνητα τὴν πρὸς ὅλους καὶ ἀπροϋπόθετη ἀγάπη. Ἀπὸ τὸ στόμα του, λοιπὸν, ἐξέρχονται μόνο λόγοι εὐλογίας καὶ παρακλήσεως, ποτὲ λόγοι κατακρίσεως, πικρίας ἢ ὀνειδισμοῦ τοῦ πλησίον. Ποτὲ δὲν διατυπώνει κατάρες, ποὺ σὰν λεκτικὰ βλήματα τρυποῦν τὴν καρδιὰ τοῦ ἀντιδίκου καὶ προξενοῦν μύρια ὅσα κακά.

Καθὼς διαβάζουμε τὴν ἐντολὴ αὐτὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἐχθροὺς αἰσθανόμαστε ἕνα δέος. Πῶς μποροῦμε ἐμεῖς οἱ ἀδύναμοι καὶ ἐμπαθεῖς, ποὺ ἀπὸ τὴ νεότητά μας ρέπουμε πρὸς τὸ κακό, νὰ ἀλλάξουμε ψυχικὴ στάση καὶ νὰ ἀγαποῦμε τοὺς πάντες, ἀκόμη καὶ τοὺς ἐχθρούς μας; Πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα ποὺ ἐπιβάλλει τὴν μονομερῆ διεκδίκηση τῶν δικαιωμάτων μας χωρὶς ὑποχρεώσεις, τὴν ἐκδικητικότητα ὡς κανόνα ζωῆς, τὸ μίσος καὶ τὴν κακοήθεια πρὸς πραγματικοὺς ἢ καὶ φανταστικοὺς ἐχθρούς; Μόνη μας ἐλπίδα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός! Αὐτὸς μόνο μπορεῖ, μὲ τὴν δική μας θέληση, τὴ μετάνοια καὶ τὴ νήψη, τὸν καθημερινὸ ἀγώνα στὸν ἔσω ἄνθρωπο, τὴ μετοχὴ στὸ κατ’ ἐξοχὴν Μυστήριο τῆς Ἀγάπης, τὴν Θεία Εὐχαριστία,  νὰ μᾶς ὁδηγήσει σιγὰ σιγὰ ἔξω ἀπὸ τὴν κόλαση τοῦ μίσους καὶ τῆς κακίας καὶ νὰ μᾶς ἀνεβάσει στὸ ὕψος τῆς Ἀγάπης ποὺ ἀναγεννᾶ τὸν κόσμο, στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ Πατρός, τοῦ Μεγάλου Βασιλέως τῆς Ἀγάπης! Ἀμήν, γένοιτο!     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 24 Ιουλίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 25 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  29

ΚΥΡΙΑΚΗ - ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ

(Γαλ. δ΄ 22-27)

25 Ἰουλίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, Ἀβραὰμ δύο υἱοὺς ἔσχεν, ἕνα ἐκ τῆς παιδίσκης καὶ ἕνα ἐκ τῆς ἐλευθέρας. ἀλλ’ ὁ μὲν ἐκ τῆς παιδίσκης κατὰ σάρκα γεγέννηται, ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας διὰ τῆς ἐπαγγελίας. ἅτινά ἐστιν ἀλληγορούμενα. αὗται γάρ εἰσι δύο διαθῆκαι, μία μὲν ἀπὸ ὄρους Σινᾶ, εἰς δουλείαν γεννῶσα, ἥτις ἐστὶν Ἄγαρ· τὸ γὰρ Ἄγαρ Σινᾶ ὄρος ἐστὶν ἐν τῇ Ἀραβίᾳ, συστοιχεῖ δὲ τῇ νῦν Ἱερουσαλήμ, δουλεύει δὲ μετὰ τῶν τέκνων αὐτῆς· ἡ δὲ ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν. γέγραπται γάρ· εὐφράνθητι στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ρῆξον καὶ βόησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ἡ δὲ ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν»

Ἕνα μεγάλο πρόβλημα ἀπασχολοῦσε τὴν νεοΐδρυτη ἐκκλησία τῆς Γαλατίας ἐξαιτίας κάποιων ἰουδαϊζόντων διδασκάλων, οἱ ὁποῖοι κήρυτταν πὼς εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς ἡ τήρηση τῶν διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, ἰδίως τῆς περιτομῆς, γιὰ τὴν σωτηρία τους. Προσπαθεῖ λοιπὸν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νὰ ἀνασκευάσει τὶς λανθασμένες αὐτὲς διδασκαλίες καὶ ἀναφέρεται μεταξὺ ἄλλων στὴν ἀλληγορικὴ ἑρμηνεία τῆς ἱστορίας τῶν δύο υἱῶν τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσμαὴλ καὶ τοῦ Ἰσαάκ, τὴν ὁποία περιέχει ἡ σημερινὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του. Σκοπὸς του εἶναι νὰ δείξει τὴν ἀνωτερότητα τῆς Καινῆς Διαθήκης ἔναντι τῆς Παλαιᾶς καὶ τὸ πόσο ἀνώφελο εἶναι νὰ τηροῦν οἱ Χριστιανοὶ τῆς ἐντολὲς τοῦ παλαιοῦ νόμου. Γιὰ ἐμᾶς σήμερα αὐτὸ τὸ πρόβλημα δὲν ὑπάρχει, τὸ θεωροῦμε αὐτονόητο πὼς ναὶ μὲν «ὁ Νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονε εἰς Χριστόν», πλὴν ὅμως δὲν ἔχει πλέον καμιὰ ἀξία ἡ τήρησή του, ἀφοῦ ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὸν κατὰ πολὺ ἀνώτερο Νόμο τῆς Καινῆς Διαθήκης. Γιὰ τὰ πρῶτα βήματα ὅμως τοῦ Χριστιανισμοῦ ἦταν βασικὸ καὶ θεμελιῶδες ζήτημα τὸ νὰ διαχωρισθεῖ αὐτὸς ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ νὰ προχωρήσει αὐτόνομα μέσα στὴν ἱστορία.

Ὁ Ἀβραὰμ κατὰ τὴν ἱερὰ ἱστορία εἶχε δύο γιούς, ἕναν ἀπὸ τὴν δούλη του, τὴν Ἄγαρ, καὶ ἕναν ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη γυναίκα του, τὴν Σάρρα. Ὅμως ὁ γιὸς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν δούλη, ὁ Ἰσμαήλ, γεννήθηκε σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τῆς σάρκας, ὁ δὲ γιὸς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη, ὁ Ἰσαάκ, γεννήθηκε ἐξαιτίας τῆς ὑπόσχεσης ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ. Αὐτὲς οἱ γεννήσεις, πέραν τῆς ἱστορικότητάς τους, ἔχουν καὶ ἀλληγορικὴ σημασία, δηλαδὴ προετύπωναν καὶ προεικόνιζαν γεγονότα καὶ ἀλήθειες τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οἱ δύο αὐτὲς γυναῖκες, ἡ Ἄγαρ καὶ ἡ Σάρρα, εἶναι προτυπώσεις τῶν δύο Διαθηκῶν. Ἡ Ἄγαρ προτυπώνει τὴν διαθήκη ποὺ δόθηκε στὸ ὅρος Σινά, ἡ ὁποία γεννᾶ παιδιά, γιὰ νὰ βρίσκονται σὲ κατάσταση δουλείας. Σχετίζεται ἡ Παλαιὰ Διαθήκη  μὲ τὴν Ἄγαρ, διότι τὸ Σινά, ποὺ ὀνομάζεται καὶ Ἄγαρ, εἶναι ὅρος στὴν Ἀραβία, ὅπου κατοικοῦν οἱ ἀπόγονοι τῆς Ἄγαρ. Ἀντιστοιχεῖ μὲ τὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλήμ, στὴν ὁποία δόθηκε ὁ Νόμος τοῦ Σινᾶ, ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος, ἡ δὲ ἐπίγεια Ἱερουσαλὴμ μὲ τοὺς κατοίκους της εἶναι ὑπόδουλη, ὅπως δούλη ἦταν καὶ ἡ Ἄγαρ.

Ἀντίθετα, ἡ «ἄνω Ἱερουσαλήμ», δηλαδὴ ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία στοὺς οὐρανούς, ὅπως καὶ ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία στὴ γῆ, ἡ ὁποία ὅμως καὶ αὐτὴ θὰ καταλήξει στὸν Οὐρανό, εἶναι ἐλεύθερη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακρίνει τὴν κάτω Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τὴν ἄνω καὶ συγκρίνει τὴν παλαιὰ κατάσταση τοῦ Νόμου μὲ τὴ νέα κατάσταση τῆς Χάριτος. Ἀξίζει ἐδῶ νὰ τονίσουμε τὸ κύριο διαφοροποιὸ γνώρισμα τῆς Καινῆς Διαθήκης ποὺ εἶναι ἡ ἐλευθερία, μία πραγματικὴ ἐλευθερία ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν θυσία τοῦ Σταυροῦ καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ ἑξῆς διαχέεται σὲ ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ πίστευαν στὸν ἀληθινὸ Θεὸ κατὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ τηροῦν κατὰ γράμμα τὸν Νόμο καὶ «ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ νόμου ἦσαν δεδουλωμένοι», δηλαδὴ ἦταν σκλάβοι τῶν τυπικῶν διατάξεων. Ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Χριστὸς εἰσάγοντας στὴν ἐπίγειο Ἱερουσαλὴμ τὴν Χάρη Του, ἡ ὁποία δίνει μία νέα προοπτικὴ στὴν ἀνθρώπινη ζωή. Ὁ ἄνθρωπος πλέον δὲν σώζεται «ἐξ ἔργων νόμου, ἀλλὰ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Αὐτὴ ἡ δυνατότητα βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ὁ πιστὸς περιφρονεῖ τὶς παλαιοδιαθηκικὲς ἐντολές, τὸ ἀντίθετο μάλιστα! Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε: «Οὐκ ἦλθον καταλύσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας. Οὐκ ἦλθον καταλύσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι». «Δὲν ἦρθα νὰ καταργήσω τὶς Δέκα Ἐντολές, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν πεμπτουσία τοῦ Νόμου, ὄχι μόνο τὶς ἐπικροτῶ, ἀλλὰ καὶ τὶς συμπληρώνω μὲ κάτι ἄλλο. Αὐτὸ τὸ ἄλλο, εἶναι ἡ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς θυσίας, ἡ ἐντολὴ τῆς συμμετοχῆς στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ στὰ ἄλλα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὰ ὁποία ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει σὲ ἐμένα λαμβάνει τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀνυψώνεται σὲ  δυσθεώρητα ὕψη συγκριτικὰ μὲ τὴν νομικὴ κατάσταση. Πρὶν ἀπὸ Ἐμένα ὁ πιστὸς λεγόταν δίκαιος, μετὰ ἀπὸ Ἐμένα ὁ πιστὸς λέγεται ἅγιος!» Κατὰ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἰσχύει ἡ ἠθικὴ ζωὴ ποὺ ἐπιβάλλει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη καὶ μάλιστα πολὺ αὐστηρότερη. Ὅμως οἱ ἀναπόφευκτες πτώσεις τοῦ ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου δὲν εἶναι πρὸς θάνατον, ἀλλὰ διαγράφονται μὲ τὴν Χάρη τῶν μυστηρίων, τὴν Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως καὶ Θείας Εὐχαριστίας. Ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἀνθρωπότητας, καὶ ὅσα ἔγιναν καὶ ὅσα θὰ γίνουν μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος εἶναι δυνάμει συγκεχωρημένα μὲ τὴν Σταυρικὴ Θυσία τοῦ Χριστοῦ καὶ μποροῦν νὰ ἐξαλειφθοῦν διὰ παντός. Αὐτὸ σημαίνει τὸ τροπάριο τῆς Μεγάλης Πέμπτης: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίω σου αἵματι. Τῷ σταυρῶ προσηλωθείς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθείς τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις». Μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ χαρίσθηκε ἡ ἀθανασία, δηλαδὴ ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὸν θάνατο.

Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ διαθέτουμε αὐτὸν τὸν πολύτιμο θησαυρὸ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ καὶ ἔχουμε τὸ προνόμιο νὰ κινούμαστε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς καταδίκης καὶ τοῦ φόβου τῆς ἁμαρτίας. Εἴμαστε κατὰ χάριν τὰ ἀρχοντόπουλα τῆς γὴς καὶ οἱ θησαυροφύλακες τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ἔχουμε δύο ὑποχρεώσεις. Πρῶτον, νὰ διαφυλάξουμε ἄθικτο ἀπὸ ἀλλότριες διδασκαλίες καὶ πρακτικὲς τὸ Μεγάλο Ταμεῖο τῆς Χάριτος, τὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας, μένοντας ἀκλόνητοι στὴν τήρηση τοῦ ὀρθοδόξου τρόπου βιοτῆς. Δεύτερον, νὰ προσπαθοῦμε νὰ μεταδίδουμε καθημερινὰ τὸν θησαυρὸ αὐτὸ τῆς Χάριτος μὲ τὸ παράδειγμά μας καὶ μὲ τοὺς λόγους μας, γιατί ὁ δέσμιος κόσμος τῆς ἁμαρτίας περιμένει ἀπὸ ἐμᾶς νὰ διδαχθεῖ τὸ μέγιστο μάθημα τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Ἑπομένως ἡ ὀρθοπραξία καὶ ἡ ὀρθοδοξία, καθὼς καὶ ἡ πνευματικὴ ἐλεημοσύνη, ποὺ εἶναι τὸ μεταδίδουμε στοὺς ἀμύητους τὴν Πίστη τοῦ Χριστοῦ τὴν Ἁγία, ἂς γίνουν κατευθυντήριες γραμμὲς στὴν ζωή μας. Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  28

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Δ΄ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ)

(Τίτ. γ΄8-15)

18Ἰουλίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος, καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις · μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο, εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος. Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν, ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾽ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν΄ἀμήν.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὤν αὐτοκατάκριτος»

Μία πνευματικὰ θανατηφόρα ἀσθένεια τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ αἵρεση, διότι διαστρεβλώνει τὴν ἀλήθεια τῶν δογμάτων καὶ εἰσάγει τὸ ψεῦδος καὶ τὴν διαίρεση μέσα σὲ αὐτό. Ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματά της ἡ Ἐκκλησία ταλανίσθηκε ἀπὸ πολυποίκιλες αἱρέσεις καὶ χρειάσθηκαν σκληροὶ ἀγῶνες ἐκ μέρους τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ τὴν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθοῦν θεραπευτικὰ πρὸς ὄφελος τῶν πιστῶν. Διατυπώθηκαν ἔτσι μὲ ἀκρίβεια τὰ δόγματα τῆς Πίστεώς μας, ἰδιαίτερα αὐτὰ ποὺ ἀφοροῦν τὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀπὸ τότε θωρακίσθηκε ἡ Ἐκκλησία ἔναντι νεοτέρων αἱρετικῶν ἐπιβουλῶν. Ποτὲ, ὅμως, δὲν ἔλειψαν οἱ αἱρέσεις καὶ τὰ σχίσματα, γιατί αὐτὰ εἶναι σύμφυτα μὲ τὴν ἀνθρώπινη πνευματικὴ παθολογία.

Ἡ αἵρεση, λοιπὸν, εἶναι μία θανάσιμη ἀσθένεια καὶ ὁ αἱρετικὸς ἀσθενής. Ἡ ἀντιμετώπισή του ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἔχει διττὸ χαρακτήρα, θεραπευτικὸ γιὰ τὸν ἴδιο, προστατευτικὸ γιὰ τὰ ὑπόλοιπα μέλη της. Τὸ ἀνωτέρω χωρίο ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ ἀπευθύνεται στὸν Ἀπόστολο Τίτο, δίνει τὶς ἀνάλογες κατευθυντήριες γραμμές. Ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος μιᾶς κατὰ τόπον Ἐκκλησίας διαπιστώσει πὼς κάποιο μέλος της πρεσβεύει καὶ διδάσκει αἱρετικὲς διδασκαλίες, ἀμέσως πρέπει νὰ σημάνει συναγερμό. Ἡ αἵρεση εἶναι μεταδοτικὴ σὰν ἀσθένεια καὶ πλήττει τοὺς ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτους περὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, καὶ ὅλο αὐτὸ συνεπικουρεῖται ἀπὸ τὸν ἀρχηγὸ τοῦ κακοῦ, τὸν Διάβολο, ὁ ὁποῖος θέλει τὴν ἀπώλεια τῶν ψυχῶν. Ὁ Ἐπίσκοπος, λοιπὸν, θὰ καλέσει τὸν αἱρετικὸ καὶ μὲ ἀγάπη, πόνο ψυχῆς καὶ ἀταλάντευτο ὀρθόδοξο φρόνημα θὰ συζητήσει μαζί του, θὰ τὸν νουθετήσει, θὰ προσπαθήσει νὰ τὸν ἐπαναφέρει στὸν δρόμο τῆς ἀλήθειας. Ὁ Ἐπίσκοπος θὰ φερθεῖ στὸν αἱρετικὸ μὲ πατρικὴ ἀγάπη καὶ θὰ τοῦ δώσει δύο εὐκαιρίες νὰ ἀπορρίψει τὶς πλάνες του. Θὰ τὸν προσεγγίσει τὴν πρώτη φορὰ καὶ θὰ συζητήσει μαζί του γιὰ τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία. Ἐδῶ πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε πὼς ὁ Ἐπίσκοπος ἀλλὰ καὶ οἱ σύμβουλοί του ὀφείλουν νὰ γνωρίζουν σὲ βάθος τὴν ὀρθόδοξη θεολογία, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἀντικρούουν τὰ αἱρετικὰ δόγματα. Στὴν Ἐκκλησία ἰσχύει ὅ, τι ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πολιτεία: ἄγνοια νόμου ἀπαγορεύεται! Ἄγνοια δογματικῆς θεολογίας ἀπαγορεύεται! Στὴν πρώτη ἐπαφὴ μὲ τὸν αἱρετικὸ θὰ φανεῖ ἂν αὐτὸς ἔχει διαλλακτικὸ πνεῦμα, δηλαδὴ καλὴ διάθεση καὶ κυρίως ταπείνωση. Γιατί πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι ἡ αἵρεση, ὅπως καὶ κάθε ἄλλη πνευματικὴ παθογένεια, πηγάζει ἀπὸ ἕνα βαθιὰ ὑπερήφανο φρόνημα, ποὺ ἀποτελεῖ τὴ ρίζα κάθε κακοῦ. Ἂν χρειαστεῖ, θὰ λάβει χώρα καὶ μία δεύτερη συνάντηση μὲ τὸν αἱρετικό, μὲ σκοπὸ τὴν ἐκ μέρους του ἀπόρριψη τῆς αἵρεσης.

Ἂν, ὅμως, καὶ οἱ δύο προσπάθειες νὰ συνετισθεῖ ὁ αἱρετικὸς ἀποβοῦν ἄκαρπες, τότε ἡ παραίτηση ἀπὸ κάθε περαιτέρω προσπάθεια καὶ ἡ ἀποφυγὴ τοῦ αἱρετικοῦ εἶναι μονόδρομος. «Μετὰ ἀπὸ τὴν πρώτη καὶ τὴ δεύτερη νουθεσία, ἐγκατάλειψε τὸν αἱρετικό», γράφει στὸν Τίτο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «γνωρίζοντας ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἔχει ξεστρατίσει καὶ πλέον ἁμαρτάνει καὶ καταδικάζεται ἀπὸ μόνος του». Μπορεῖ νὰ ἀκούγεται σκληρὸς ὁ λόγος, εἶναι ὅμως σωτήριος γιὰ τὸ ποίμνιο τῶν πιστῶν ποὺ κινδυνεύουν ἀπὸ τὸν ἐπίβουλο λύκο, τὸν αἱρετικό. Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν θέλει νὰ συνετισθεῖ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ βαδίζει στὸν δρόμο τῆς πλάνης, δὲν εὐθύνεται γιὰ τὴν πτώση του ὁ Ἐπίσκοπος καὶ ἡ Ἐκκλησία γενικότερα, ἀλλὰ τὸ ὑπερήφανο, ἀταπείνωτο φρόνημά του. Δὲν ἔχει θέση στὴν Ἐκκλησία. Γίνεται ἐπικίνδυνος καὶ ἀποβάλλεται, ἀφορίζεται, ἐκδιώκεται. Ἐδῶ πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ἡ στάση αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν κρύβει οὔτε ἔχθρα, οὔτε κακία. Στὴν Ἐκκλησία πάντοτε ἰσχύει ὁ κανόνας: «Μισοῦμε τὴν ἁμαρτία, ἀγαπᾶμε τὸν ἁμαρτωλό. Μισοῦμε τὴν αἵρεση, ἀγαπᾶμε τὸν αἱρετικό». Μὲ πόνο καὶ θλίψη ἡ Ἐκκλησία ἐπιβάλλει τοὺς ἀφορισμοὺς καὶ τὰ βαριὰ ἐπιτίμια στοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ στοὺς αἱρετικούς, ὄχι γιὰ νὰ τοὺς βλάψει, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς ὑποκινήσει σὲ μετάνοια μὲ τὴν πρέπουσα αὐστηρότητα. Αὐτὴ ἡ συμπεριφορὰ δὲν εἶναι ἀξιοκατάκριτη, ὅπως θὰ ἔλεγαν πολλοὶ ἄσχετοι μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ πνεῦμα, οὔτε φανατικὴ καὶ μισαλλόδοξη. Ἀντίθετα, εἶναι σοφή, φιλάνθρωπη καὶ ἀναγκαία. Προσομοιάζει μὲ τὴν ἰατρικὴ πρακτική, ἰδιαίτερα τὴν χειρουργική, ἡ ὁποία μετέρχεται ὀδυνηρῶν μεθόδων, χρησιμοποιεῖ τὴν τομὴ μὲ τὸ νυστέρι, τὸν καυτηριασμό, τὴν ἀκινητοποίηση, μὲ μοναδικὸ στόχο τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ ἀσθενοῦς.

Στὴν ἐποχὴ μας ἐπικρατεῖ ἡ τάση γενικὰ νὰ λέμε «ναὶ σὲ ὅλα», νὰ ἐπιδοκιμάζουμε τὰ πάντα, νὰ ἀποφεύγουμε τὴν καταδίκη τῶν πραγματικὰ κακῶς κειμένων. Φοβόμαστε νὰ ἀσκήσουμε λελογισμένη καὶ δίκαιη κριτική, γιὰ νὰ μὴν δυσαρεστήσουμε τὸν συνομιλητή μας. Ἀποδεχόμαστε ἀνομολόγητα ἕναν σχετικισμό, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει μία καὶ ἀντικειμενικὴ ἀλήθεια, ἀλλὰ ὁ καθένας μας κατέχει ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας. Ἑπομένως, ἂν νομίζεις ὅτι κάτι προφανέστατα παράλογο εἶναι ἀληθινό, τότε ὀφείλουμε ὅλοι νὰ μὴν σὲ ἐπικρίνουμε, οὔτε νὰ σὲ καταδικάσουμε, ἀλλὰ νὰ σὲ ἀνεχθοῦμε ἢ καὶ νὰ σὲ ἐπιδοκιμάσουμε, γιὰ νὰ μὴν δυσαρεστηθεῖς.

Αὐτὴ ἡ ὀλέθρια στάση, δυστυχῶς, ἔχει ἐπεκταθεῖ καὶ στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, ὅπου μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς καταλλαγῆς, διστάζουμε νὰ ἐπισημάνουμε τὰ ὀλισθήματα καὶ τὶς δογματικὲς ἀποκλίσεις τῶν αἱρετικῶν καὶ τείνουμε νὰ σχετικοποιήσουμε τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Θεωροῦν κάποιοι μάλιστα ὅτι εἶναι μεγάλος ἐγωισμὸς νὰ λέμε ὅτι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι κατέχουμε τὴν μία καὶ μόνη ἀλήθεια. Πρέπει, λένε, νὰ ἀφήσουμε κατὰ μέρος τὴν ἀπολυτότητα καὶ νὰ ἀποδεχθοῦμε τὶς «ἀλήθειες» καὶ τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν μέσα στὸ πνεῦμα τῆς «ἀγάπης». Αὐτὴ εἶναι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τί θὰ ἔλεγε ὅμως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἂν ἐρχόταν σήμερα καὶ ἔβλεπε τὰ «κατορθώματα» τῶν οἰκουμενιστῶν, ποὺ λυμαίνονται ὅλο καὶ περισσότερο τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας; Τί θὰ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ὁποῖος στὴν Β’ Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ γράφει: «Πᾶς ὁ μὴ μένων ἐν τὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, Θεὸν οὐκ ἔχει…. Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε. Ὁ λέγων γὰρ αὐτῷ χαίρειν, κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς».  Μήπως εἶναι ἀγενὴς καὶ ἀγροῖκος ὁ Ἠγαπημένος Μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς προστάζει νὰ μὴν δεχόμαστε στὸ σπίτι μας τὸν αἱρετικὸ καὶ νὰ μὴν τὸν χαιρετοῦμε; Γιατί ἂν τὸν χαιρετίσουμε, θὰ εἶναι σὰν νὰ συμμετέχουμε στὰ πονηρά του ἔργα!

Ὀφείλουμε νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς Ἐπισκόπους καὶ τοὺς θεολόγους μας, γιατί δέχονται μεγάλες πιέσεις ἀπὸ τὴν περιρρέουσα  ἀτμόσφαιρα τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς ἀγαπολογίας καὶ τοῦ σχετικισμοῦ, καὶ παρεκτρέπονται σὲ ἀνεπίτρεπτους ἐναγκαλισμοὺς μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τοὺς Προτεστάντες καὶ ἄλλους αἱρετικούς, προωθώντας τὴν λεγόμενη ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν μόνο «ἐν ἀγάπῃ» καὶ ὄχι «ἐν ἀγάπῃ καὶ ἐν ἀληθείᾳ». Ἂν ὅμως δὲν ὑπάρχει ἀλήθεια, οὔτε πραγματικὴ ἀγάπη μπορεῖ νὰ ὑπάρξει. Καὶ εἶναι πολὺ σημαντικό, στὴν ἐποχή μας ποὺ ἐξαπλώνεται ἡ σύγχυση,  νὰ μὴν «μωρανθῆ τὸ ἅλας», νὰ μὴν νοθευθεῖ τὸ καθαρὸ χρυσάφι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας καὶ νὰ σταθοῦν στὸ ὕψος τῆς μαρτυρικῆς ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδοξίας οἱ οἰακοστρόφοι της, μιμούμενοι τὸν ὁμολογητὴ Ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικὸ ποὺ ἀρνήθηκε νὰ ὑπογράψει τὴν ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τοὺς Παπικούς, δηλαδὴ τὴν ὑποταγὴ τῆς Μιᾶς καὶ μόνης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στὸν αἱρεσιάρχη Πάπα Ρώμης κατὰ τὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Εἴθε ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποί μας νὰ γίνουν Μάρκοι Εὐγενικοί! Ἀμήν, γένοιτο!              Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

 

EgkykliaSimeiomata

                                                                            Ἐν Χίῳ τῇ 15ῃ Ἰουλίου 2021

ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ

ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

 


 

Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί δοξασμένον τό Πάντιμον καί Μεγαλοπρεπές Ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, διότι σήμερον "χαρᾶς τά πάντα πεπλήρωται" ἐν τῇ ἁγιοτόκῳ Χίῳ κατόπιν τῆς, προτάσει τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν κ. Μάρκου, Ἀποφάσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά  ἀναγράψῃ ἐν ταῖς ἁγιολογικαῖς δέλταις Της

1. τόν Ἱερομάρτυρα Πλάτωνα καί τούς σύν αὐτῷ ὑπέρ Πίστεως ἀναιρεθέντας κατά τήν σφαγήν τῆς Χίου Κληρικούς, ἤτοι:

2. Μακάριον (τόν Γαρρῆν), Ἀρχιδιάκονον.

3. Χριστοφόρον (τόν Ψωμᾶν), Ἱερέα.

4. Γεώργιον (τόν Φραγκάκην), Ἱερέα.

5. Κωνσταντῖνον (τόν Κούνουπαν), Ἱερέα.

6. Σταμάτιον (τόν Χαρτουλάρην), Ἱερέα.

7. Μιχαήλ (τόν Τσουρῆν), Ἱερέα.

8. Κωνσταντῖνον (τόν Πίτικαν),Ἱερομόναχον.

9. Λεόντιον (τόν Μιχαλάκην), Ἱερομόναχον.

10. Γρηγόριον (τόν Μπουροῦν), Προηγούμενον Ἱ. Νέας Μονῆς.

11 Ἰωάννην (τόν Καλαμάρην), Ἱερέα.

12. Ἰωάννην (τόν Σιδερᾶτον), Ἱερέα.

13. Καπίτωνα, Καθηγούμενον Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

14. Σεραπίωνα, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

15.Καρύωνα, ΜοναχόνἹ. Μονῆς Βρεττοῦ.

16. Κύριλλον, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

18. Σέριδον, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

19. Σαμουήλ, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ. 

20.  Ἄνθιμον, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

21. Νίκωνα, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

22. Σεραπίωνα, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

23. Γερμανόν, Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Βρεττοῦ.

24. Ἰωάννην (τόν Κουφόν), Ἱερέα.

25. Θεοδόσιον (τόν Λουφάκην), Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Μηνᾶ.

26. Ἄνθιμον τόν Ἀργέντην, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Μουνδῶν.

27. Θεόδωρον (τόν Ρουφάκην), Ἱερέα.

28.Ἱερόθεον (τόν Ἀγγελούσην), Μοναχόν Ἱ. Μονῆς Μουνδῶν.

29. Ἰωάννην (τόν Καρμοίρην).

30. Ἰωάννην (τόν Θεοτοκᾶν).

31. Γεώργιον (τόν Χαύταν), Ἱερέα.

32. Σωφρόνιον (τόν Πάγκαλον), Προηγούμενον Ἱ. Νέας Μονῆς.

33. Θεοδόσιον (τόν Κουμάκην), Ἱερομόναχον.

34. Κλήμεντα (τόν Βενέτον), Ἱερομόναχον Ἱ. Νέας Μονῆς.

35. Ἰάκωβον (τόν Μαῦρον), Ἱερέα καί Ἱεροκήρυκα.

36. Κωνσταντῖνον (τόν Μαρινάκην), Ἱερέα.

37. Ἰωάννην (τόν Κολόβην), Ἱερέα.

38. Ἰωάννην (τόν Παλαβίδην), Διάκονον.

39. Γεώργιον (τόν Παυλίδην), Διάκονον.

40.  Γεώργιον (τόν Ψυρικούλην), Διάκονον.

41. Κωνστάντιον (τόν Μαυρογένην), Μοναχόν Ἱ. Νέας Μονῆς.

42. Παρθένιον (τόν Παντευγένου).

43. Δαυίδ, Μοναχόν. Καί

44. Νικηφόρον (τόν Δασκαλάκην), τῆς μνήμης αὐτῶν ἑορταζομένης ἐν τῷ Ἱερῷ Μητροπολιτικῷ Ναῷ τῆς Χίου τήν Κυριακήν τοῦ Παραλύτου ἑκάστου ἔτους.

Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  27

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ - ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΕΓΑΛΟΜ. ΕΥΦΗΜΙΑΣ

(Β΄ Κορ. στ΄, 1-10)

11 Ἰουλίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς — λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας — μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς  δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες».

Αὐτὰ τὰ ἀκατανόητα καὶ ἀνερμήνευτα λόγια ἀπευθύνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς Κορινθίους καὶ φανερώνει πόσο ὑπερλογη, πόσο ὑπὲρ φύσιν εἶναι ἡ ζωὴ τῶν διακόνων τοῦ Εὐαγγελίου, ἂν πρόκειται νὰ κριθεῖ μὲ κοινά, φυσικά, ἀνθρώπινα κριτήρια. Ὁ στίχος αὐτὸς ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀποτελεῖ τὴν κατακλείδα μιᾶς  μακροσκελοῦς ἀναφορᾶς στὰ παθήματα καὶ στὰ πνευματικὰ κατορθώματα τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν πρότυπα ζωῆς ὅλων τῶν Χριστιανῶν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Ἔχουμε ἐνώπιόν μας μία ζωὴ πραγματικὰ ἐξωγήινη καὶ ἀπόκοσμη, ὄχι ὅμως ἀπάνθρωπη ἢ ὑπερήφανη. Τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο! Εἶναι μία ζωὴ φιλάνθρωπη καὶ ταπεινή, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν ἐπὶ τῆς γῆς παρουσία Του.

Πρῶτο καὶ κύριο ἰδίωμα αὐτῆς τῆς ζωῆς εἶναι ἡ χαρά, μία ἀνεξήγητη γιὰ τὸν κόσμο χαρά, ἐφόσον οἱ συνθῆκες μέσα στὶς ὁποῖες ἐκδηλώνεται εἶναι στενόχωρες, ὀδυνηρές, στερημένες. Πιὸ πάνω ὁ Ἀπόστολος ἀναφέρθηκε στὶς κακουχίες ποὺ ὑφίστανται οἱ διάκονοι τοῦ Εὐαγγελίου: θλίψεις, ἀνάγκες, στενοχωρίες, κτυπήματα καὶ πληγές, φυλακές, διωγμοὶ καὶ ἀκαταστασίες, κόποι, ἀγρυπνίες, νηστεῖες. Θὰ ἔλεγε κάποιος: «Μά, ζωὴ εἶναι αὐτὴ ἢ μαρτύριο; Ποῦ χωράει χαρὰ μέσα σὲ τέτοιο τρόπο ζωῆς;» Ὁ κόσμος πιστεύει πὼς ὁ δοκιμαζόμενοι Ἀπόστολοι εἶναι βυθισμένοι στὴν λύπη, στὴ μιζέρια, στὴν κατάθλιψη. Αὐτοὶ ὅμως χαίρονται καὶ μάλιστα «ἀεί», παντοτινά, ἀσταμάτητα! «Ποῦ ὀφείλεται αὐτό;» Ἡ ἀπάντηση εἶναι μία: «Στὴν ἕνωσή τους μὲ τὸν Χριστό!» Ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἄλλωστε εἶχε πεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου!». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκτήσει τὴν μυστική, καρδιακὴ ἕνωση μὲ τὸν Χριστό, ἐξαφανίζονται ἀπὸ μπροστά του ὅλες οἱ ἐγκόσμιες χαρὲς καὶ ἀποκτᾶ τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου, τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Δὲν τὸν ἀγγίζουν τὰ λυπηρά τοῦ παρόντος αἰῶνος καὶ θεωρεῖ ὅλα τὰ δεινὰ καὶ τοὺς πειρασμοὺς «σκύβαλα», δηλαδὴ τιποτένια πράγματα, προκειμένου νὰ κερδίσει τὸν Χριστό. Σύμφωνα δὲ μὲ μία ἄλλη φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι»! Τίποτε ἀπὸ τὰ γήινα φοβερὰ καὶ τρομερὰ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μπροστὰ στὴν δόξα ποὺ θὰ ἀποκαλυφθεῖ στὴ μέλλουσα ζωή.

Ἡ χαρὰ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ εἶναι ἕνας πλοῦτος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ ὅλους τούς θησαυροὺς τῆς γῆς. Εἶναι ἕνας πλοῦτος πνευματικός, μέσα στὴν καρδιά, ὁ ὁποῖος οὔτε φθείρεται, οὔτε λιγοστεύει, οὔτε ληστεύεται, οὔτε ἀφαιρεῖται ἐξαιτίας κάποιας ἐγκόσμιας συμφορᾶς. Αὐτὸν τὸν καρδιακὸ θησαυρὸ κατέχουν ὡς πολυτιμότατο καὶ ὕψιστο ἀγαθὸ οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἀδιαφοροῦν παντελῶς γιὰ τὸν ἐπίγειο πλουτισμό. Ὅταν ἔχεις τὰ μέγιστα, ἀδιαφορεῖς γιὰ τὰ ἐλάχιστα! Ἔτσι οἱ μόνες ὑλικὲς φροντίδες τους περιορίζονται στὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ἔχοντες διατροφάς καὶ σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα». Ὅπως καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἔτσι καὶ ὁ Ἀπόστολός Του εἶναι κατὰ κόσμον πτωχὸς καὶ πένης, δὲν ἔχει τίποτε δικό του, βιοπορίζεται ὅπως ὅπως, «ἐργαζόμενος ταῖς ἰδίαις χερσίν», καὶ πολλὲς φορὲς πεινᾶ, διψᾶ, ἔχει ἐλάχιστα ροῦχα, δὲν ἔχει μόνιμη κατοικία. Καὶ ὅμως, ὄντας σὲ αὐτὴν τὴν «οἰκτρὴ» κατάσταση τῆς ἐσχάτης πτωχείας κάνει πλούσιους ὅσους τὸν πλησιάζουν, τοὺς παρέχει πλουσιοπάροχα καὶ ἀνεξάντλητα πνευματικὰ ἀγαθά. Τοὺς μεταδίδει τὸν πραγματικὸ πλοῦτο, ποὺ εἶναι ἡ ἐπίγνωση τῆς Ἀληθείας, δηλαδὴ ἡ πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἡ μετάνοια, ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς, ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, ἡ ἔλλαμψη καὶ ὁ φωτισμὸς ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ κατὰ χάριν θέωση. Αὐτὸς εἶναι ὁ θησαυρός, γιὰ τὸν ὁποῖο μᾶς ἔδωσε ἐντολὴ ὁ Χριστός μας: «Θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σής, οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου  κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν».

Ἡ ὑλικὴ ἀκτημοσύνη τῶν Ἀποστόλων συμβαδίζει μὲ τὴν πνευματικὴ παγκτημοσύνη, ὅπως ἐκφράζεται στὴν τελευταία φράση τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος: «Ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες». «Παρουσιαζόμαστε σὰν νὰ μὴν ἔχουμε τίποτε, καὶ ὅμως κατέχουμε τὰ πάντα! Οὔτε ἔχουμε κανένα περιουσιακὸ στοιχεῖο ἢ εἰσόδημα, ἀλλὰ καὶ οὔτε μᾶς ἐνδιαφέρει νὰ ἀποκτήσουμε. Ἔχουμε τὸν Θεὸ μέσα στὴν καρδιά μας ποὺ εἶναι ὁ δημιουργός του παντός, ἑπομένως ἔχουμε ὅσα ἔχει καὶ ὁ Θεός, δηλαδὴ τὰ πάντα. Εἶναι δυνατὸν νὰ νιώθουμε στερημένοι ἢ νὰ μεμψιμοιροῦμε ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα μας, ἐφόσον ἔχουμε γίνει κατὰ χάριν υἱοὶ καὶ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν; Τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο! Αἰσθανόμαστε πάμπλουτοι, ἄρχοντες, βασιλιάδες, καὶ θέλουμε καὶ σὲ ἐσᾶς νὰ μεταδώσουμε τὸν πλοῦτο αὐτό!»

Μακάρι καὶ ἐμεῖς, οἱ Χριστιανοὶ τοῦ φτωχοῦ καὶ σκοτεινοῦ σήμερα, τῆς ἐποχῆς ποὺ βιώνει τὴν πνευματικὴ φτώχεια καὶ τὴν δυστυχία ποὺ μοιράζει ἁπλόχερα ὁ Διάβολος καὶ οἱ συνεργάτες του, νὰ μπορούσαμε νὰ μετάσχουμε ἔστω καὶ ἐλάχιστα στὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ ποὺ μοιράζονται ἄφθονα στοὺς ἀξίους της Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νὰ μπορούσαμε νὰ ἀλλάξουμε ζωὴ καὶ νὰ ἀποκτούσαμε τὸ πνεῦμα τῶν Ἀποστόλων, «τὸν νοῦν Χριστοῦ». Μακάρι νὰ ἀποδιώκαμε ἀπὸ ἐπάνω μας τὴν παθολογικὴ προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ νὰ ἀνεβαίναμε ἀνάλαφροι σὲ ἕνα ἀνώτερο ἐπίπεδο, ὅπου ἡ μόνη μέριμνά μας θὰ ἦταν ἡ ἀπόκτηση καὶ ἡ διατήρηση τοῦ πνευματικοῦ θησαυροῦ. Εἴθε ὁ Χριστὸς βλέποντας τὸν πόθο μας αὐτὸν νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς «ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες». Ἀμήν, γένοιτο!                  Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2021

ΣΕΛΙΔΕΣ ΔΟΞΗΣ (ΕΚΠΟΜΠΗ ΚΖ)

 


ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 04 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  26

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Ρωμ. β΄ 10-16)

4 Ἰουλίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, ᾿Ιουδαίῳ τε πρῶτον καὶ ῞Ελληνι· οὐ γάρ ἐστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. Ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. Ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἢ καὶ ἀπολογουμένων-ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν!»

Ὁ μέγιστος σκοπὸς τῆς ζωῆς κάθε ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὁμοίωσή του πρὸς τὸν Θεό, τὸ νὰ γίνει κατὰ χάριν Θεός. Μόνο μὲ αὐτὴν τὴν στοχοθεσία νοηματοδοτεῖται ἡ καθημερινὴ ζωὴ καὶ χαλυβδώνεται ὁ πιστός, γιὰ νὰ ἀντέξει τοὺς πολυποίκιλους πειρασμοὺς καὶ τὶς ἀτέρμονες δυσχέρειες. Ὁ τρόπος δὲ γιὰ νὰ τὸ ἐπιτύχει αὐτὸ εἶναι ἡ ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ, σύμφωνα μὲ τὸ παραπάνω χωρίο ἀπὸ τὴν σημερινὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τὴν ἀνταμοιβὴ τοῦ ἐργάτη τοῦ ἀγαθοῦ, ὁποιοσδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός, καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ δόξα, ἡ τιμὴ καὶ ἡ εἰρήνη. Οἱ λέξεις αὐτὲς περιγράφουν τὴν ὕψιστη κατάσταση τῆς θεώσεως, δίνουν μία ἰδέα τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ τὸν Χριστό. Ἡ δόξα εἶναι τὸ ἄκτιστο φῶς, τὸ ὑπέρλαμπρο φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, ποὺ καταυγάζει τὴν ψυχή, ἀφοῦ πρῶτα θὰ ἔχει καθαρθεῖ καὶ τοιουτοτρόπως κεκαθαρμένη θὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὰ ὕψη τῆς θεωρίας. Ἡ τιμὴ εἶναι ἡ ἀξία ποὺ προσλαμβάνει ὁ κατὰ χάριν θεωμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος τιμᾶται καὶ στὸν Οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ ὡς Ἅγιος. Ἡ εἰρήνη εἶναι ἡ κατάσταση τῆς ψυχῆς ποὺ πάντοτε χαίρει καὶ βρίσκει ἀνάπαυση μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ, «ὅπου οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός».

Αὐτὰ, λοιπὸν, τὰ τρία θεϊκὰ δῶρα προορίζονται γιὰ τοὺς «ἐργαζομένους τὸ ἀγαθόν». Πρέπει ἐδῶ νὰ τονίσουμε τὴν χρήση τῆς λέξης «ἐργάζομαι», ἡ ὁποία σημαίνει καταγίνομαι μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις μου μὲ ἕνα ἔργο, μοχθῶ, κοπιάζω, ὑπομένω τοὺς πόνους, σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ὁ ἐργάτης εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν χειρώνακτας, ὁ ὁποῖος ἱδρώνει  σκάβοντας, καθαρίζοντας καὶ καλλιεργώντας τὸν ἀγρό, ἢ συγκομίζει καρποὺς καὶ τοὺς ἀποθηκεύει, ἢ μεταφέρει φορτία σὲ μεγάλες ἀποστάσεις, ἢ χτίζει ἕνα οἰκοδόμημα, καὶ ὅλα αὐτὰ μέσα σὲ ἀντίξοες καιρικὲς συνθῆκες, εἴτε μέσα σὲ καύσωνα, εἴτε μέσα σὲ ψύχος. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει μὲ τὴν πνευματικὴ ἐργασία. Δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο νὰ ἐργάζεσαι τὸ ἀγαθὸν γιὰ τρεῖς λόγους. Πρῶτον, ἐμποδίζεσαι ἀπὸ τὸν ράθυμο ἑαυτό σου, ὁ ὁποῖος ρέπει ἐκ νεότητος αὐτοῦ «ἐπὶ τὰ πονηρά». Τὰ πάθη ποὺ ἐνυπάρχουν στὴν ψυχή μας, μᾶς ταλανίζουν καί, ἂν ἔχουν γιγαντωθεῖ μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου, δύσκολα ξεριζώνονται. Πραγματικὰ, δὲν ὑπάρχει δυσμαχότερος ἐχθρὸς ἀπὸ τὸν παλαιό, ἐμπαθῆ ἑαυτό μας καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη νίκη ἀπὸ αὐτὴν ἐνάντια σὲ παγιωμένες κακιὲς συνήθειες καὶ ἐπιθυμίες. Δεύτερον, πολεμεῖσαι ἀπὸ τὸν Διάβολο καὶ τοὺς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι μισοῦν τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀποφασίσει νὰ ἀκολουθήσει τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Πῶς μπορεῖ ὁ μισόκαλος νὰ ἀνεχθεῖ ὁ,τιδήποτε καλό, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν παρεμβάλει χίλια προσκόμματα στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου; Τρίτον, ἕλκεσαι ἀπὸ τὴν φαινομενικὴ γοητεία τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, δὲν θέλεις νὰ διαφοροποιεῖσαι, νὰ χλευάζεσαι καὶ νὰ γίνεσαι δακτυλοδεικτούμενος. Ἡ ἀποστασιοποίηση ἀπὸ τὰ αἰσχρὰ πρότυπα ζωῆς τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας εἶναι πραγματικὰ ὀδυνηρή. Ὁ κόσμος σὲ καλεῖ νὰ πετάξεις «τὶς προλήψεις καὶ τὶς δεισιδαιμονίες» τῆς «θρησκείας», νὰ ἀπελευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ «πρέπει» καὶ τὰ «ἀπαγορεύεται» καὶ νὰ ἐξομοιωθεῖς μὲ ὅλους τούς ἄλλους ποὺ πορεύονται στὴν πλατειὰ ὁδὸ τῆς ἀπωλείας. Καὶ ἂν δὲν συμμορφωθεῖς μὲ τὰ θέσφατά τῆς ἀνομίας καὶ τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Θεό, γίνεσαι ἀποσυνάγωγος, σὲ περιφρονοῦν, σὲ μισοῦν, σοῦ ἐπιτίθενται, γιὰ νὰ σὲ βλάψουν ἢ καὶ νὰ σὲ ἐξολοθρεύσουν.

Αὐτὰ τὰ τρία καθιστοῦν ὄντως πολὺ δύσκολη τὴν ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ. Ὄχι ὅμως καὶ ἀνέφικτη. «Τὰ ἀδύνατα παρ΄ ἀνθρώποις δυνατά ἐστι παρὰ τῷ Θεῶ». Ὅποιος χαρίζει τὴν πρόθεσή του στὸν Θεό, Ἐκεῖνος ἀναλαμβάνει τὴν ὑλοποίησή της. Ἕνα βῆμα ἀπὸ τὰ ἑκατὸ νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς τὸν σηκώνει στὰ χέρια Του καὶ βαδίζει μαζί του τὰ ὑπόλοιπα ἐνενήντα ἐννέα. Αὐτὸ τὸ πρῶτο βῆμα στὴν ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ εἶναι τὸ ζητούμενο καὶ προαπαιτoύμενο, γιατί φανερώνει τὸ «θέλω» τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ Θεὸς περιμένει νὰ δεῖ αὐτὸ τὸ «θέλω»: «Θέλω νὰ μετανοήσω, νὰ ἀλλάξω ζωή, θέλω νὰ καταπολεμήσω τὰ πάθη καὶ τὰ ἐλαττώματά μου, θέλω νὰ ἀγωνισθῶ, γιὰ νὰ ἀποκτήσω τὶς εὐαγγελικὲς ἀρετές, θέλω νὰ γνωρίσω καὶ νὰ ἀγαπήσω τὸν Χριστὸ μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μου, θέλω νὰ γίνω ἅγιος, γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ». Σὲ αὐτὲς τὶς προτάσεις συνοψίζεται ἡ ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ, ποὺ εἶναι μία διὰ βίου ἄσκηση, ἕνας ἰσόβιος ἀγώνας, ποὺ ἔχει ὡς ἔπαθλα τὴν δόξα, τὴν τιμὴ καὶ τὴν εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεό, σύμφωνα μὲ τὰ θεόπνευστα λόγια του Ἀποστόλου Παύλου.

Ἡ ἐποχὴ μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν μεγάλη ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, ἀπὸ τὴν ἐπικράτηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τὸν διωγμὸ τῆς ἀρετῆς. Στὶς ἡμέρες μας δοξάζεται καὶ τιμᾶται ὅποιος ἐργάζεται τὸ κακὸ καὶ ἀκολουθεῖ τὸν Διάβολο, ἡ λέξη «ἀγαθὸς» σημαίνει τὸν διανοητικὰ καθυστερημένο, τὸν ἀποτυχημένο, «ποὺ πάει μὲ τὸν σταυρὸ στὸ χέρι» καὶ ὅλοι τὸν κοροϊδεύουν. Ἔχει ἐκλείψει ἀκόμα καὶ ἡ παραμικρὴ ὑπόνοια τῆς ἁμαρτίας καὶ ἔτσι οἱ περισσότεροι ζοῦν «ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμω», χωρὶς φόβο Θεοῦ, χωρὶς νὰ σκέφτονται τὴν μεταθανάτια, αἰώνια ζωὴ καὶ τὴν μέλλουσα Κρίση, διακωμωδώντας τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ πλείστη ὅση ἐπιπολαιότητα διαβεβαιώνοντας ὅτι «ἐδῶ εἶναι ἡ Κόλαση, ἐδῶ καὶ ὁ Παράδεισος». Μέσα σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο ὀφείλουμε, ὅσοι ἔχουμε τὴν δωρεὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἴμαστε πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, νὰ ἐργαζόμαστε ἀδιάκοπα καὶ ἄοκνα  τὸ ἀγαθόν, νὰ γινόμαστε φάροι καὶ φωτεινοὶ σηματοδότες μέσα στὸ πηχτὸ πνευματικὸ σκοτάδι, ἔτσι ὥστε καὶ ὅσοι ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μὲ ἐμᾶς νὰ ὠφελοῦνται, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς ἐπιδαψιλεύει πλούσια τὰ ἐλέη Του στὸν παρόντα πρόσκαιρο βίο καὶ στὴν μέλλουσα ζωὴ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν αἰώνια ζωὴ στὸν Παράδεισο, ὅπου ἐκεῖ θὰ γνωρίσουμε σὲ τέλειο βαθμὸ τὸν Πανάγαθο Θεό, τὴν πηγὴ πάσης ἀγαθότητος! Ἀμήν, γένοιτο!     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου