Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 26 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  38

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

(Α΄ Ἰω. δ΄,  12-19)

26 Σεπτεμβρίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀγαπητοί, Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. Ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου.
Ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷμένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. Καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸςἐν ἡμῖν. Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. Ἐν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ᾿ ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμενἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷκόσμῳ τούτῳ.
Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστι καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῶ μένῃ καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ».

Ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους μαθητὲς καὶ ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, τοῦ ὁποίου τὴν μνήμη σήμερα πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Εἶναι ὁ «ἠγαπημένος Μαθητὴς» τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ ἄφατη τρυφερότητα ἀνέπεσε στὸ στῆθος τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ ἄντλησε ἀπὸ ἐκεῖ «κρουνοὺς θεολογίας», μὲ τοὺς ὁποίους ἄρδευσε καὶ ἀρδεύει τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ὁ πρῶτος θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ὁποίου τὰ συγγράμματα, τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, οἱ τρεῖς Καθολικὲς Ἐπιστολὲς καὶ ἡ Ἀποκάλυψις, στηρίζουν καὶ καθοδηγοῦν τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Κάθε στίχος ἀπὸ τὰ γραφόμενά του εἶναι πολύτιμος γιὰ τὴν Θεογνωσία καὶ τὴν ἀνθρωπογνωσία, κάθε στίχος του προβάλλει καὶ μία διαφορετικὴ ὀπτικὴ γωνία στὴν προσέγγιση τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀντιμετώπιση τῆς ζωῆς ὡς ἀγῶνος τελειώσεως ἐν Χριστῷ. 

Μέσα στὰ γραφόμενα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου κεντρικὴ θέση ἔχουν οἱ λέξεις «ἀγάπη», «ἀγαπῶ», τονίζοντας ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ θεμέλιο τοῦ σύμπαντος κόσμου, γιατί «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστι», σύμφωνα μὲ τὴν διατύπωσή του. Αὐτὴ ἡ φράση δίνει ἕναν περιγραφικὸ ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἀποφατικό, δηλαδὴ ἀποκαλύπτει τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὄχι τί δὲν εἶναι. Ἡ ἀγάπη εἶναι βασικὸ ἰδίωμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξαιτίας αὐτῆς δημιουργήθηκε ὁ κόσμος, ὁ ὁρατὸς καὶ ὁ ἀόρατος. Ὁ,τιδήποτε ὑπάρχει καὶ βλέπουμε γύρω μας εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐν ἀγάπῃ δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, ὁ,τιδήποτε ὑπάρχει καὶ βλέπουμε γύρω μας μαρτυρεῖ καὶ δοξάζει τὸν Δημιουργὸ Θεὸ τοῦ παντός. Τὰ πάντα φανερώνουν μίαν ἄπειρη Ἀγάπη, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι «καλὰ λίαν», τίποτε ἄσχημο ἢ βλαβερὸ δὲν δημιούργησε ὁ Θεός. Τὰ ἄσχημα καὶ τὰ ἐπιβλαβῆ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἔχουν ὡς γενεσιουργὸ αἴτιο τὴν ἁμαρτία.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔφθασε στὸ ἀποκορύφωμά της μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Του, γιὰ νὰ χαρισθεῖ ἡ σωτηρία στὸ πεσμένο ἀνθρώπινο γένος. Λέγει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον». Δὲν ὑπάρχει ὑπεροχώτερη περιγραφὴ τῆς θείας ἀγάπης ἀπὸ αὐτήν. Ὁ Θεὸς Πατέρας δὲν ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο μὲ κάποιον «ἀντιπρόσωπο», μὲ κάποιον ἄγγελο ἢ κάποιον μεγάλο ἄνθρωπο, ἀλλὰ μὲ τὸν ἴδιο τὸν Υἱό Του! Ἀσύλληπτη πραγματικὰ εἶναι ἡ ἀγάπη αὐτή, ἕνας παράφορος, μανικὸς ἔρωτας εἶναι αὐτὸς τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ποὺ ὁδηγεῖ τὸν Θεὸ στὸ νὰ «ἀδειάσει» τὸν Ἑαυτό Του ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ θέση Του ὡς Παντοκράτορος, νὰ ντυθεῖ τὴν φθαρτὴ καὶ πονεμένη ἀνθρώπινη φύση, νὰ ζήσει φτωχὸς καὶ κατατρεγμένος, νὰ ὑπομείνει τὸ μαρτύριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸν θάνατο. Ἀγάπη, λοιπὸν, ἀπέραντη, ἀπερινόητη καὶ ἀκατάληπτη γιὰ τὸ μικρὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ εἶναι ὁ Θεὸς καὶ μέσα σὲ αὐτὴν μᾶς καλεῖ νὰ ζήσουμε σὰν παιδιά Του καὶ κληρονόμοι Του.

Τὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ μᾶς εἶναι ξεκάθαρο: «Ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀγαπᾶτε, ἀγαπᾶτε!». Ὅποιος ἀκούει τὴν ἐντολὴ Του εἶναι «ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ», σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ ἔχει ὡς κατοικία του τὴν ἀγάπη, ἔχει ἐφαρμόσει μὲ τὴν ζωὴ του τὸ σύνολο τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καὶ ἔχει φθάσει σὲ μία πνευματικὴ κορυφή, στὴν ἁγιότητα. Αὐτὸς, λοιπὸν, «ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ», εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος μὲ τὸν Θεό, ὁ Θεὸς ἔχει καταλάβει ὅλη του τὴν ὕπαρξη καὶ τοῦ χαρίζει ἤδη ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, τὸν Παράδεισο. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἅγιος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ οὐρανοπολίτης.

Πάρα πολὺ ὑψηλὲς ἔννοιες, ἰλιγγιώδη ὕψη πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ σίγουρα καὶ ὁ ἴδιος ἔχει γευθεῖ ὅλον αὐτὸν τὸν πλοῦτο τῆς θείας Ἀγάπης, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ μᾶς τὸν μεταδώσει μὲ τὶς φτωχὲς λέξεις τοῦ ἀνθρώπινου λεξιλογίου. Τί νόημα ἔχει, θὰ ρωτοῦσε κάποιος, τὸ νὰ γνωρίζουμε καταστάσεις τόσο ὑψηλές, ἐφόσον δὲν μποροῦμε ἢ εἶναι πάρα πολὺ δύσκολο νὰ τὶς προσεγγίσουμε; Τὸ πρῶτο ποὺ θὰ ἀπαντούσαμε εἶναι ὅτι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καὶ ἠθικὴ δὲν κάνουν ἐκπτώσεις στὴν πληροφόρηση τοῦ ἀνθρώπου! Ὁ κάθε ἄνθρωπος δικαιοῦται νὰ γνωρίζει ποιὸς εἶναι ὁ μέγιστος σκοπὸς τῆς ζωῆς του: νὰ ἀποκτήσει τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης, δηλαδὴ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό! Αὐτὸ κηρύττει συνεχῶς ἡ Ἐκκλησία μας: «Γίνε ἅγιος, γίνε κατὰ χάριν Θεός!» Ὅσο καὶ ἂν ὁ ἄνθρωπος τῆς σκοτεινῆς ἐποχῆς μας ἀγνοεῖ ἐντελῶς ἢ καὶ χλευάζει αὐτὸν τὸν σκοπό, δὲν παύει ὅμως ὁ σκοπὸς αὐτὸς νὰ ἰσχύει στὸ ἀκέραιο.

Ἂς ξεκινήσουμε, λοιπόν, ἂς βάλουμε ἀρχή, σήμερα, ὄχι αὔριο, στὸν καλὸν ἀγώνα ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Θεό, στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀγάπη. Ἁπλές, καθημερινὲς πράξεις προσφορᾶς, μικρὲς θυσίες, ὑλικὲς ἢ ψυχικὲς ἐλεημοσύνες μέσα στὴν οἰκογένειά μας, στὸν ἐργασιακὸ χῶρο, στὸ στενότερο ἢ εὐρύτερο κοινωνικό μας περιβάλλον γιὰ τὸ καλό τοῦ συνανθρώπου μας, εἶναι σκαλοπάτια ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὸν Οὐρανό. Καμιὰ καλωσύνη δὲν χάνεται ἐνώπιόν του Θεοῦ, οὔτε ἕνα ποτήρι δροσερὸ νερὸ ἂν δώσεις στὸν διψασμένο ἀδερφό σου! Μὲ αὐτὰ τὰ μικρὰ προπαιδεύματα ἀγάπης θὰ προχωρήσουμε σὲ ὅλο μεγαλύτερες πράξεις θυσίας, σὲ πνευματικὰ κατορθώματα ποὺ θὰ μᾶς καταστήσουν θεοειδεῖς, «συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ Αὐτοῦ», καὶ θὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν, γένοιτο!      Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 19 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  37

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ

( Γαλ. β΄, 16-20)

19 Σεπτεμβρίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾽Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, ὅτι ἐξ ἔργων νόμου οὐ δικαιωθήσεται πᾶσα σάρξ. Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἄρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; Μὴ γένοιτο. Εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός. Ὅ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός  με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.»

Πόσο συγκλονιστικὰ ἀκούγονται τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του! Πόσο ὑψηλὴ πνευματικὴ κατάσταση μαρτυροῦν καὶ πόσο πολὺ ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ὁ Παῦλος ὑπῆρξε ὄντως ὁ πρῶτος μετὰ τὸν Ἕνα, ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ! Γιατί ποιὸς ἄνθρωπος θὰ τολμοῦσε νὰ ἐκστομίσει ἐνώπιον ὅλης της Ἐκκλησίας μὲ παρρησία καὶ κῦρος, τὴν φράση: «Ἔχω σταυρωθεῖ μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Δὲν ζῶ πλέον ἐγώ, ἀλλὰ μέσα μου ζεῖ ὁ Χριστός»;

Ἂς ἐξετάσουμε λεπτομερῶς τὸν λόγο αὐτὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Χριστῷ συνεσταύρωμαι» σημαίνει ὅτι «ἔχω καταστεῖ κοινωνὸς τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, συμπάσχω μὲ τὸν Χριστό, ἀκολουθῶ τὴν ἴδια μαρτυρικὴ πορεία ἀπὸ τὴν σύλληψή Του στὸ Ὅρος τῶν Ἐλαιῶν μέχρι τὴν ἄνοδό Του στὸν Γολγοθὰ καὶ τὴν Σταύρωσή Του». Σὲ κάποιο ἄλλο σημεῖο γράφει στοὺς Γαλάτες: «Ἐγὼ τὰ στίγματα τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω». «Ἔχω ἐπάνω μου τὶς πληγές, τὶς ἐκδορές, τὰ οἰδήματα, ποὺ προκάλεσαν στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ τὰ βασανιστικὰ ὄργανα καὶ κτυπήματα, τὸ φραγγέλιο, ὁ ἀκάνθινος στέφανος, τὰ χαστούκια στὸ πρόσωπο, οἱ καρπαζιές, οἱ γροθιές, καὶ κυρίως τὰ καρφιὰ στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, καὶ ἡ λόγχη ποὺ τρύπησε τὴν πλευρά Του. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχω ὑποστεῖ καὶ ἐγὼ μὲ τρόπο ἀνάλογο πρὸς αὐτὸν τοῦ Χριστοῦ». Εἶναι δὲ τόση ἡ ταύτιση τοῦ Ἀποστόλου πρὸς τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τολμᾶ νὰ γράψει τὴν ἑξῆς φράση: «Ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστὶν ἡ ἐκκλησία», δηλαδὴ «ἀναπληρώνω τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ καὶ πάσχω στὸ σῶμα μου ὅσα παθήματα δὲν ἐπρόφθασε νὰ πάθει ὁ Χριστός. Καὶ τὰ ὑποφέρω αὐτὰ ὑπὲρ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ Ἐκκλησία»!

Τὸ σταυρικὸ φρόνημα τοῦ Ἀποστόλου τὸν ἔχει ὁδηγήσει στὴν πλήρη ἀπέκδυση τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καὶ στὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀποδοχὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἔχει καθαρίσει τελείως τὸν ἔσω ἄνθρωπο ἀπὸ πάθη καὶ ἐπιθυμίες βλαβερές, καὶ ἔχει ἀνεβεῖ στὸ πιὸ ὑψηλὸ ἐπίπεδο τελειώσεως, ἔχει ἀποκτήσει τὴν ἀπάθεια καὶ τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, ἔχει καταστεῖ κατοικητήριο τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ἂν καὶ ζεῖ στὸν παρόντα κόσμο, ἔχει ξεφύγει ἐντελῶς ἀπὸ τὶς δεσμεύσεις καὶ τὰ θελήματα τοῦ κόσμου καὶ ζεῖ ὡς πολίτης τοῦ Οὐρανοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς φράσης: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός». Πραγματικὰ πάρα πολὺ μεγάλος λόγος, ὁ ὁποῖος δὲν περιέχει ἴχνος ὑπερηφανείας, ἀλλὰ περιγράφει μία πραγματικότητα, ἄξια μίμησης ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.

Τὸ ζήτημα γιὰ τὸν Χριστιανὸ δὲν εἶναι νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ ἐπίδραση τοῦ κόσμου πεθαίνοντας, ἀλλὰ νὰ μεταβάλλει ὁλόκληρη τὴν φυσική, μέσα στὸ σῶμα, ζωὴ του καθιστώντας την ἐνάρετη καὶ ἐνσωματώνοντάς την στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἀπαρνούμενος ἐντελῶς τὸ κοσμικὸ φρόνημα. Ἀκριβῶς αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος, ὅταν γράφει: «Ὅ δὲ νῦν ζῶ, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ». Τὸ θεμέλιό τῆς ὕπαρξής του εἶναι ἡ πίστη στὸν Χριστό, ἡ ὁποία σὰν ἰσχυρότατος μαγνήτης τὸν κρατᾶ προσκολλημένο στὸν Χριστό. Ἡ πίστη δὲ αὐτὴ ἔχει ὡς ἀντικείμενά της τρία πράγματα: Πρῶτον, τὸ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ σαρκωθείς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Δεύτερον, τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ἀγαπᾶ ἀπερίγραπτα, ἀπεριόριστα, ἀνέκφραστα. Τρίτον, τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς παρέδωσε τὸν ἑαυτό του ὡς θυσία γιὰ τὴν σωτηρία μας. Καὶ μάλιστα ἡ ἀγάπη καὶ ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι γενικὴ καὶ ἀπρόσωπη, ἀλλὰ προσωπική, ἀπευθύνεται στὸν κάθε ἄνθρωπο προσωπικά. Αὐτὸ φανερώνουν οἱ προσωπικὲς ἀντωνυμίες πρώτου προσώπου «(τοῦ ἀγαπήσαντος) με» καὶ «(παραδόντος ἑαυτὸν) ὑπὲρ ἐμοῦ». Ὁ Ἀπόστολος πιστεύει ὅτι ὁ Χριστὸς αὐτὸν προσωπικὰ ἀγαπᾶ καὶ γιὰ αὐτὸν προσωπικὰ θυσιάστηκε, ὅπως ἐξίσου προσωπικὰ ἀγαπᾶ κάθε ἕναν ἀπὸ τὰ δισεκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν ζήσει στὴ γῆ καὶ γιὰ αὐτὸν τὸν ἕναν ἀπὸ τὰ δισεκατομμύρια θυσιάστηκε.

Μεγάλες ἀλήθειες, ὑψηλὰ νοήματα, τὰ ὁποῖα ἀκοῦμε καὶ μένουμε ἄναυδοι. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ πίστη μας, πόσο μεγάλη εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη μας! Ἐμεῖς, οἱ Χριστιανοὶ τοῦ σήμερα, ποὺ ζοῦμε σὲ ἕναν κόσμο ὁλότελα ἐχθρικὸ πρὸς τὸ σταυρικὸ φρόνημα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἂς ἐντρυφήσουμε στὸν λόγο του: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι», καὶ ἂς τὸν κάνουμε σύνθημα τῆς ζωῆς μας. Ἂς προσπαθήσουμε σιγὰ σιγὰ νὰ ξεκινήσουμε ἢ νὰ συνεχίσουμε τὴν δική μας προσωπικὴ σταυρικὴ πορεία, τὸν δρόμο τὸν δύσβατο καὶ σκληρό της ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἂς παλεύουμε ἐνάντια στὶς ἐμπαθεῖς ὁρμές μας, ἂς ἀποκρούουμε τὰ βέλη τῶν κακῶν λογισμῶν, ἂς διεγειρόμαστε καθημερινὰ πρὸς τὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, ἀποτινάσσοντας τὸν βαρὺ ὕπνο τῆς ραθυμίας, ἂς ἀκολουθοῦμε μὲ ἀκρίβεια καὶ ζῆλο τὸ μονοπάτι τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἂς σκορπᾶμε ἁπλόχερα ἀγάπη, ἀγάπη παντοῦ. Ἂς συσταυρωνόμαστε καθημερινὰ καὶ ἂς συμπάσχουμε μὲ τὸν Χριστὸ μὲ τὴν βέβαιη ἐλπίδα ὅτι «ἦλθεν διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ» καὶ ὅτι μετὰ τὴν Σταύρωση ἔρχεται ἡ λαμπροφόρος Ἀνάσταση γιὰ κάθε φιλότιμα ἀγωνιζόμενο πιστό. Ἀμήν, γένοιτο!       Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 12 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2021

 


TheioKirigma

Ἀριθμός  36

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ

(Γαλ. στ΄, 11-18)

12 Σεπτεμβρίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Αδελφοί, ίδετε πηλίκοις υμίν γράμμασιν έγραψα τη εμή χειρί. Όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί, ούτοι αναγκάζουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, μόνον ίνα μη τω σταυρώ του Χριστού διώκωνται. Ουδέ γαρ οι περιτετμημένοι αυτοί νόμον φυλάσσουσιν, αλλά θέλουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, ίνα εν τη υμετέρᾳ σαρκί καυχήσωνται. Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου εμοί κόσμος εσταύρωται καγώ τω κόσμω. Εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ίσχύει ούτε ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις. και όσοι τω κανόνι τούτω στοιχήσουσιν, ειρήνη επ’ αυτούς και έλεος, και επί τον Ισραήλ του Θεού. Του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω· εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω. Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μετά του πνεύματος υμών, αδελφοί· αμήν

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχάσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῶ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγῶ τῷ κόσμω».

Μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ἑορτάζουμε τὴν Παγκόσμια Ὕψωση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἡ ὁποία, ὡς ὁδοδείκτης, σηματοδοτεῖ τὴν ἔναρξη τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ποὺ ξεκίνησε τὴν 1η Σεπτεμβρίου. Καὶ τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἀναφέρεται ἀκριβῶς στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ὡς ἐπίκεντρο καὶ φωτεινὸ φάρο μέσα στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, εἶναι «ὁ φύλαξ πάσης της οἰκουμένης, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, Βασιλέων τὸ κραταίωμα, τῶν πιστῶν τὸ στήριγμα».

Γράφει, λοιπὸν, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ἂς μὴ συμβεῖ ποτὲ νὰ καυχηθῶ γιὰ κάποιο ἄλλο πρᾶγμα, παρὰ γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ κόσμος γιὰ ἐμένα ἔχει νεκρωθεῖ , ἀλλὰ καὶ ἐγὼ ἔχω νεκρωθεῖ ὡς πρὸς τὸν κόσμο». Ἀρχικὰ ἂς τονίσουμε τὴν λέξη «καυχᾶσθαι» ποὺ χρησιμοποιεῖ, γιὰ νὰ δείξει τὴν ἰδιαίτερη σχέση του μὲ τὸν Σταυρό. Καύχημα τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι ἕνα πρόσωπο ἢ πρᾶγμα, τὸ ὁποῖο αὐτὸς ἀποδέχεται, θαυμάζει, ἐξυψώνει, ἐγκωμιάζει καὶ προσπαθεῖ νὰ τὸ «ἀντιγράψει», δηλαδὴ νὰ τὸ μιμηθεῖ. Αἰσθάνεται μία ὑπερηφάνεια ποὺ ἔχει ἕνα τόσο σημαντικὸ ἴνδαλμα καὶ ζεῖ γιὰ νὰ τὸ βλέπει καὶ νὰ ἀσχολεῖται μὲ κάθε πλευρὰ τῆς ὕπαρξής του. Ἐδῶ τὸ καύχημα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στὸν Σταυρὸ καὶ μάλιστα εἶναι τόσο ἰσχυρὸ τὸ καύχημά του αὐτό, ποὺ χρησιμοποιεῖ τὴ φράση «μὴ γένοιτο», ποτὲ νὰ μὴ συμβεῖ, νὰ βρῶ κάποιο ἄλλο καύχημα ἐκτός τοῦ Σταυροῦ.  

Θὰ ἀναρωτιόταν κάποιος: «Μὰ πῶς γίνεται νὰ ἔχει ἄνθρωπος ὡς καύχημά του ἕναν μαρτυρικὸ θάνατο, τόσο ὀδυνηρὸ καὶ ἀποτρόπαιο;» Κρίνοντας μὲ τήν κοσμικὴ λογικὴ σίγουρα αὐτὸ εἶναι ἀκατανόητο καὶ ἀνόητο, μὲ τὴν κατὰ Χριστὸν λογικὴ ὅμως αὐτὸ εἶναι τὸ ὕψιστο ἀγαθό. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἕνα φοβερὸ μαρτύριο, ἀλλὰ ἡ μεγαλύτερη πράξη θυσιαστικῆς ἀγάπης ποὺ ἔγινε ποτέ. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς ἀγάπης, δηλαδὴ τὸ σύμβολο τοῦ σαρκωθέντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ὅποιος καυχᾶται γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ἐνστερνίζεται καὶ ἀκολουθεῖ τὸν δρόμο τῆς ἀγάπης καὶ μιμούμενος τὸν Χριστὸ τείνει νὰ ὁμοιάσει πρὸς τὸν Θεό. Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ ὁ μέγιστος σκοπὸς τῆς ζωῆς, τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ γενέσθαι», παρὰ μόνο μέσῳ τοῦ Σταυροῦ.

Ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Σταυροῦ ἀποτελεῖ τὸ διακριτικὸ γνώρισμα τοῦ πραγματικοῦ Χριστιανοῦ, ἐνῶ ἡ ἀπόρριψή του φανερώνει τὸν ἄνθρωπο τὸν ἀντίχριστο, τὸν υἱὸ τῆς ἀπωλείας. Γράφει σχετικὰ στὴν Α’ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστι, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι». Καὶ ὁ Ἀπόστολος γνωρίζει ὅτι ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας θεωρεῖ τὸν Σταυρὸ ὡς σύμβολο ἀνοησίας! «Ἀλήθεια, πόσο χαζὸς εἶναι ὅποιος θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄλλο!», λέγει ὁ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, ποὺ τὸ μόνο ποὺ τὸν ἐνδιαφέρει εἶναι ἡ καλοπέρασή του, ἡ φιλοδοξία καὶ ὁ πλουτισμὸς μὲ κάθε μέσο. Ἀντίθετα, «Πόσο δυνατὸς καὶ τιμημένος ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι αὐτὸς ποὺ θυσιάζεται γιὰ τὸν ἀδελφό του!», λέγει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται νὰ μιμηθεῖ τὸν Χριστό. Αὐτὴ ἡ ἀντιδιαμετρικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ Σταυροῦ ἀποτελεῖ μία ἀναντίρρητη πραγματικότητα καὶ δὲν ἐπιδέχεται συμβιβασμό.

Αὐτὴν τὴν ἀσυμβίβαστη ἐναντίωση στὸ κοσμικὸ φρόνημα κρατᾶ ἀταλάντευτα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος  λέγοντας τὴν φράση: «Δι’ οὗ (τοῦ Σταυροῦ) κόσμος ἐσταύρωται, κἀγῶ τῷ κόσμῳ»! Ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας δίνει τὴν ἑξῆς ἑρμηνεία στὸ χωρίο αὐτό: «Μόνον καύχημά μου εἶναι τοῦ Κυρίου ὁ σταυρικὸς θάνατος, διὰ τῆς πίστεως δὲ εἰς τὸν θάνατον αὐτὸν ἔχει νεκρωθεῖ καὶ ἔχει χάσει τὴν δύναμίν του ὡς πρὸς ἐμὲ ὁ κόσμος. Ἀλλὰ καὶ ἐγὼ ἔχω νεκρωθεῖ ὡς πρὸς τὸν κόσμον». Μὲ τὴν προσήλωση τοῦ Χριστιανοῦ στὸ μέγιστο μυστήριο τοῦ Σταυροῦ ἐξαφανίζεται ἀπὸ τὸν ὁρίζοντά του κάθε ἐγκόσμια ἐπιθυμία, κάθε χαμερπὴς φιλοδοξία, κάθε ἐφάμαρτη κίνηση τῆς καρδιᾶς, τὰ ὁποῖα προωθεῖ καὶ ἐπικροτεῖ ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος γιὰ τὸν Χριστιανὸ «ἔχει σταυρωθεῖ», δηλαδὴ ἔχει θανατωθεῖ, καὶ σὰν νεκρὸ σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ἀσκήσει ὁποιαδήποτε ἐπίδραση ἐπάνω του. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ἔχει νεκρωθεῖ γιὰ τὸν κόσμο, δὲν ἐπικοινωνεῖ μὲ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, δὲν ἀνταποκρίνεται στὰ ἁμαρτωλὰ κελεύσματά του. Μπορεῖ νὰ ζεῖ καὶ νὰ ἐργάζεται μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ εἶναι ξένος μέσα στὸν κόσμο. Καὶ ὅλα αὐτὰ συμβαίνουν, γιατί στὰ αὐτιὰ του ἠχοῦν οἱ λόγοι τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή: «Οὐ γὰρ ἔχομεν ᾧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν».

Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀξίζει νὰ παραθέσουμε ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν πρὸς Διόγνητον ἐπιστολή, ἕνα κείμενο τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων, στὸ ὁποῖο ἐκτίθεται ὁ τρόπος ζωῆς τῶν Χριστιανῶν καὶ ἐκεῖ φαίνεται ἡ ἑκούσια νέκρωσή τους ὡς πρὸς τὸ κοσμικὸ φρόνημα.  «Ζοῦν στὴν δική τους ὁ καθένας πατρίδα, ἀλλὰ ὡς πάροικοι. Μετέχουν σὲ ὅλα τὰ κοινὰ ὡς πολίτες καὶ ὑπομένουν τὰ πάντα, ὅμως σὰν νὰ ἦσαν ξένοι. Ἡ ξενιτειὰ εἶναι πατρίδα τους καὶ ἡ πατρίδα τους ξενιτειά….. Γήινοι ἄνθρωποι εἶναι, ἀλλὰ δὲν ζοῦν μὲ ζωώδη τρόπο. Διαβιοῦν στὴν γῆ, ἀλλὰ ἔχουν τὸ πολίτευμα στὸν οὐρανό. Ὑπακούουν στοὺς κρατικοὺς νόμους, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τους ξεπερνοῦν τοὺς νόμους. Ἀγαποῦν τοὺς πάντες, ἔστω κι ἂν διώκονται ἀπὸ ὅλους».

Ἂς κρατοῦμε καὶ ἐμεῖς τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας ὡς καύχημά μας, ἂς ἀπαρνούμαστε καθημερινὰ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία, πάντοτε ἂς περιφέρουμε «τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ». Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 05 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  35

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Α΄Κορ. θ΄ 2-12)

5 Σεπτεμβρίου 2021

*

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ἡ σφραγίς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. ῾Η ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσίν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πεῖν; μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; Ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; Τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; Τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; Ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; Ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; Ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ γέγραπται΄ «Οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα». Μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; Ἢ δι᾽ ἡμᾶς πάντως λέγει; Δι᾽ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, «ὅτι ἐπ᾽ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾽ ἐλπίδι. Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; Εἰ ἄλλοι τῆς ὑμῶν ἐξουσίας μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ᾽Αλλ᾽ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπὴν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ».

Κάθε ἐργαζόμενος πέρα ἀπὸ ὑποχρεώσεις ἔχει καὶ δικαιώματα, τὰ ὁποῖα εἶναι νομικὰ κατωχυρωμένα. Ἐφόσον ἐργάζεσαι καὶ διεκπεραιώνεις μὲ ἀκρίβεια τὰ καθήκοντά σου, δικαιοῦσαι νὰ ἀμειφθεῖς. Αὐτὴ ἡ ἀρχὴ τῆς ἀνταμοιβῆς ἰσχύει καὶ στὰ πνευματικὰ διακονήματα, σύμφωνα μὲ ὅσα γράφει στὸ σημερινὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν Α’ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, καὶ κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀμφισβητήσει τὴ νομιμότητά της. Διερωτᾶται ὁ Ἀπόστολος: «Ποιὸς λαμβάνει μέρος σὲ κάποια ἐκστρατεία μὲ δικά του ἔξοδα; Ποιὸς φυτεύει ἀμπέλι καὶ δὲν τρώγει ἀπὸ τὸν καρπό του; Ποιὸς βόσκει ἕνα κοπάδι καὶ  δὲν πίνει ἀπὸ τὸ γάλα του;» Καὶ λίγο πιὸ κάτω: «Ἂν ἐμεῖς ἐσπείραμε στὶς καρδιὲς σας τὰ πνευματικὰ σπέρματα τῆς ἀληθείας καὶ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, εἶναι μεγάλο πράγμα, ἂν ἀπὸ ἐσᾶς θερίσουμε τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ ὡς ἀντιμισθία;». Κάθε ἐργαζόμενος, λοιπὸν, στὸν στρατὸ ἢ στὸν ἀμπελώνα ἢ στὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, δικαιοῦται νὰ λάβει τροφή, ἐνδυμασία, στέγη, χρήματα ἀπὸ τοὺς πιστούς, τοὺς ὠφελούμενους ἀπὸ τὴν ἐργασία του, καὶ κανεὶς δὲν πρέπει νὰ τὸν κατηγορήσει γι’ αὐτό.

Σὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στηρίζεται ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἱερωσύνης ὡς ἐπαγγέλματος ἤ, ἀκριβέστερα, ὡς λειτουργήματος, τὸ ὁποῖο σέβεται καί ἐκτιμᾶ τὀ ἑλληνικό κράτος. Ὁ νομοθέτης τῆς Πατρίδας μας, ἡ ὁποία κάποτε ἦταν ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξη χριστιανική, θεωρεῖ τὸν ἱερέα ὡς θρησκευτικό λειτουργό καὶ τὸν στηρίζει, γιατί πιστεύει πὼς τὸ πνευματικὸ ἔργο του ἔχει τεράστια σημασία γιὰ τὴν πνευματικὴ καί τήν κοινωνική ζωὴ τῶν πιστῶν. Ὁ ἱερέας ἀσκεῖ «ἐπάγγελμα», ἀπὸ τὸ ρῆμα «ἐπαγγέλομαι», ποὺ σημαίνει ὑπόσχομαι καὶ πράττω ὅ,τι ἔχω ὑποσχεθεῖ, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἔχει δώσει ὑπόσχεση, ὅρκους ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων κατὰ τὴν ὥρα τῆς Χειροτονίας του ὅτι θὰ διακονήσει μὲ συνέπεια καὶ ζῆλο τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι δὲ οἱ ἅγιοι ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς ὑπῆρξαν τέλειοι ἐπαγγελματίες, γιατί ἐργάστηκαν δίνοντας ὅλο τους τὸ εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Κάποιον λοιπόν σκανδαλισμὸ ἢ καὶ ὑπόνοια σκανδαλισμοῦ ἔχει στὸ νοῦ του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἀπεμπολεῖ τὰ νόμιμα δικαιώματά του στὴν ἀπαίτηση οἰκονομικῆς ὑποστήριξης ἀπὸ τοὺς Κορινθίους. Γράφει λοιπόν: «Δὲν ἐκάμαμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν, ἀλλὰ ὑποφέρουμε κάθε εἶδος στερήσεις, γιὰ νὰ μὴν παρεμβάλουμε οὔτε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ». Ἐνῶ θὰ μποροῦσε νὰ ζητήσει τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τοὺς Κορινθίους, δὲν τὸ ἔπραξε. Γνώριζε βέβαια ὅτι οἱ Κορίνθιοι ἦταν δύσκολοι ἄνθρωποι, ἐπιρρεπεῖς στὴν εὔκολη κριτική, ὁπότε τὸ παραμικρὸ «ὀλίσθημα» τοῦ Ἀποστόλου θὰ τὸ παρεξηγοῦσαν, θὰ τὸ μεγιστοποιοῦσαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταστραφεῖ ἡ πνευματικὴ ἐργασία καὶ ὁ κόπος ποὺ κατέβαλε γιὰ τὴν θεμελίωση τῆς Ἐκκλησίας στὴν Κόρινθο. Αὐτὸν τὸν κίνδυνο θέλει νὰ ἀποτρέψει καὶ προτιμᾶ νὰ στερηθεῖ ἀπὸ τὴν ὁποιαδήποτε ὑλικὴ φροντίδα καὶ περιποίηση, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴν δώσει «ἐγκοπὴν» στὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐγκοπὴ εἶναι ἕνα ἐλάχιστο κόψιμο σὲ ἕνα τροχό, ποὺ τὸν κάνει νὰ κουτσαίνει, ἢ εἶναι ἕνα τόσο δὰ χαλικάκι, ἕνας κόκκος ἄμμου, ποὺ παρεμβαίνει στὴν κίνηση τῶν γραναζιῶν ἑνὸς μηχανισμοῦ καὶ δυσκολεύει ἢ καὶ ἀνακόπτει τὴν κίνησή του. Αὐτὴν τὴν ἐγκοπὴ θέλει νὰ ἀποφύγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, θέλει νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ τίποτε, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴν παρακωλυθεῖ τὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ. Καὶ ἂς στερεῖται στοιχειωδῶν ἀγαθῶν. Τόσο μεγάλη εἶναι ἡ αὐταπάρνησή του καὶ ἡ περιφρόνησή του πρὸς κάθε γήινο ἀγαθό, ὥστε παραμερίζει τὸν ἑαυτό του, γιὰ χάρη τοῦ Εὐαγγελίου, δηλαδὴ γιὰ τὸν Χριστό!

Θὰ ἀποροῦσε κάποιος: Μὰ εἶναι τόσο ἰσχυρὸ κίνητρο ὁ ἀσκανδάλιστος εὐαγγελισμὸς τοῦ λαοῦ, ποὺ νὰ κάνει τὸν Ἀπόστολο νὰ ὑπομένει τὴν σκληρὴ ζωὴ τῶν στερήσεων καὶ τῶν κακουχιῶν; Ἡ ἀπάντηση ἀνευρίσκεται ἂν ἐξετάσουμε τί λογὴς ἄνθρωπος ἦταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἦταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶπε γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος!» Ἦταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ καιγόταν ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ  θεωροῦσε ὡς πραγματικὴ ἀμοιβὴ τοῦ τὸ νὰ εἶναι γιὰ πάντα ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό! Ἑπομένως ὅλα τὰ ὑλικὰ τὰ θεωροῦσε «σκύβαλα», τιποτένια, μηδαμινά, καὶ δὲν θὰ ἐπέτρεπε ποτὲ στὸν ἑαυτὸ τοῦ κάποια ὑλικὴ ἀπολαβὴ νὰ ἀκυρώσει τὸ πνευματικό του ἔργο.

Ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε σὲ ἕναν κόσμο ποὺ σκοτώνεται γιὰ τὴν διεκδίκηση τῶν δικαιωμάτων του, ἀψηφώντας πολλὲς φορὲς τὶς ὑποχρεώσεις του, ποὺ θυσιάζει τὸν ἄλλο γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς καλοπέρασης, ἂς βάλουμε καλὰ μέσα στὴν καρδιά μας τὸ ἀντίθετο φρόνημα, δηλαδὴ τὸ πνεῦμα τῆς αὐτοθυσίας καὶ τῆς αὐταπάρνησης, μὲ ἀπώτερο στόχο ποτὲ νὰ μὴν σκανδαλίσουμε τὸν ἀστήρικτο ἀδελφό μας. Εἴμαστε καὶ ἐμεῖς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου μὲ εὐρεία ἔννοια, ὄχι μὲ λόγια, ἀλλὰ μὲ ἔργα. Ὅλοι οἱ γύρω μας κοιτάζουν νὰ δοῦν τί θὰ ποῦμε καὶ τί θὰ κάνουμε. Ἂς προσέχουμε λοιπὸν τὴ ζωή μας, ὥστε νὰ μὴν προκαλέσουμε κάποια «ἐγκοπὴ» στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ὁ Δίκαιος Κριτὴς τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως θὰ μᾶς ἀπονείμει τὸν στέφανο τῆς δικαιοσύνης! Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου