Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ζ' ΛΟΥΚΑ (29.10.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 43
Κυριακή ΚΑ’ Ἐπιστολῶν
29 Ὀκτωβρίου 2023
(Γαλ. β΄, 16-20)
*

"ἐν πίστει ζῶ..." (Γαλ. 2, 20)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ.
Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; Μὴ γένοιτο. Εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω.
Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Γιά νά καταλάβουμε τό σημερινό Ἀπόστολο, ἀγαπητοί ἀδελφοί, θά πρέπει νἄχουμε ὑπόψη τό πρόβλημα πού δημιούργησαν στήν πρώτη Ἀποστολική Ἐκκλησία ὁρισμένοι ψευδοδιδάσκαλοι ἰουδαΐζοντες. Ποιό πρόβλημα; Ὅτι ὅσοι πίστευαν στόν Ἰησοῦ Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του καί βαπτίζονταν καί γίνονταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά σωθοῦν, δέν ἦταν ἀρκετό νά πιστεύσουν, ἀλλά ἦταν ἀπαραίτητο, ἐπιπροσθέτως, νά τηροῦν καί τίς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Οἱ «διδάσκαλοι» αὐτοί, ἦταν σάν νά συμβούλευαν κάποιον μέρα-μεσημέρι ν’ἀνάψει ἕνα λυχνάρι, μιά λάμπα, γιά νά βλέπει καλύτερα! Κάτι παρόμοιο συνέβαινε καί στό θρησκευτικό τομέα. Διότι ὁ Νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης συγκρινόμενος μέ τό Εὐαγγέλιο, μοιάζει μέ λυχνάρι μπροστά στόν Ἥλιο. «Παρῆλθεν ἡ σκιά τοῦ Νόμου τῆς Χάριτος ἐλθούσης». Ἔτσι, ἀκούσαμε σήμερα τόν Ἀπόστολο Παῦλο νά ξανατονίζει, γιά μιά ἀκόμη φορά, «ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐάν μή διά πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Ἡ πίστη ἡ εἰλικρινής καί θερμή στόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό ἀληθινό, Μεσσία καί λυτρωτή, μόνο αὐτή σώζει, δικαιώνει τόν ἄνθρωπο μπροστά στό Θεό καί τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἐνοχή τῶν ἁμαρτιῶν∙ «ἐν πίστει ζῶ» διακηρύσει τό ἀποστολικό στόμα. Ἠ πίστη δέν εἶναι κάποια ἀόριστη καί ἀφηρημένη θεωρία, μιά ὡραία ἰδεολογία καί μία συμφέρουσα θρησκευτική ἄποψη. Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη εἶναι βίωμα, ἦθος, τρόπος ζωῆς καί ὑπάρξεως. Πίστη σημαίνει ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ νά γίνει δική μου. Ἡ σύνδεση μέ τόν Χριστό μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀλήθεια. Ὁ Μεγάλος Θεός γίνεται μικρός, προσφιλής, οἰκεῖος γιά νά χωρέσει στό νοῦ καί στή καρδιά μας. Ὁ ἄνθρωπος φαίνεται πρόσωπο ἀγαπώντας ἀνιδιοτελῶς, θυσιαστικῶς. Ἠ ἠθική ζωή συνίσταται στήν ἐλεύθερη τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν. Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν ἀπελπίζεται ποτέ. Μάλιστα τόν ὁδηγεῖ στή δωρεά, στήν εὐεργεσία, στήν φιλανθρωπία. Βλέποντας ὁ πιστός στό πρόσωπο τοῦ ἄλλου τόν Χριστό, φίνεται πιό ἀνεκτικός, πιό ἐπιεικής, πιό φιλικός, πιό συγκαταβατικός. Ὄσους δέν πιστεύουν, δέν πρέπει νά τούς βλέπουμε μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ μας, βιαστικά. Κάποιο πόνο μεγάλο ἔχουν, κάποια ἀντίδραση, κάτι πού δέν τούς ἀφήνει νά ἐκφραστοῦν ἐγκάρδια. Ἡ ὑπερηφάνεια θά πρέπει νά εἶναι ἄγνωστη στόν γνήσιο ὀρθόδοξο πιστό. Ἡ ὑπερηφάνεια αὔξησε τίς ψυχικές διαταραχές, τά ἄγχη, τίς θλίψεις, τίς ἀπαγοητεύσεις, τίς καχυποψίες, τίς ἀπομονώσεις καί τίς ταραχές. Ὁ πιστός χριστιανός ἔχει τή γλυκειά χαρά τῆς ταπεινώσεως, διότι ἐστερνίζεται τή Δεσποτική ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας. Τίθεται τό ἐρώτημα. Θά πρέπει ἡ ὀρθόδοξη πίστη νά μεταποιηθεῖ καί ἐκσυχρονιστεῖ γιά νά ἱκανοποιήσει τούς σύγχρονους ἀνθρώπους; Πιστεύουμε, ἀκράδαντα, ὄχι. Ὁ Χριστός ἐπανερχόμενος στόν κόσμο θά ἔλεγε τά ἴδια πράγματα. Ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου πάντα ζητᾶ τήν ἀλήθεια. Αὐτή τήν ἀλήθεια καλούμαστε νά προσφέρουμε μέ περισσή ἀγάπη. Οἱ ἐκπτώσεις ἐδῶ δέν ὠφελοῦν, ὅπως καί τά δυσβάστακτα φορτία. Δέν θά αὐξήσουμε τούς ἀκολούθους μας μέ τό νά τούς χαϊδεύουμε τά αὐτιά. Δέν θά δημιουργήσουμε ὁπαδούς πού θά μᾶς χειροκροτοῦν καί ἐπιδοκιμάζουν. Τό κυρίως ζητούμενο εἶναι ἡ ἁγιότητα. Ἡ Ἁγιότητα θά σώσει τόν κόσμο. Μόνο ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία συνεχίζει νά γεννᾶ καί σήμερα ἁγίους. Καλούμαστε νά βιώσουμε, νά δοξάσουμε, νά ἐμπνεύσουμε τήν ἁγιότητα. Ἀπό φιλότιμο καί ἀγώνα γιά μιά ἐνάρετη ζωή, εὐχάριστη, ἡσύχια καί ἐλεύθερη. Πηγή τοῦ ἁγιασμοῦ εἶναι ὁ Πανάγιος Θεός καί τά Θεῖά Του Μυστήρια, τά ὁποῖα ἐνεργοῦνται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Θεία Χάρη Του. Μόνο μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νά φθάσουμε στήν ἀγιότητα. Ἡ ἀνεξαρτητοποιημένη αὐτοθέωση εἶναι ἄγνωστη στήν ὀρθόδοξη πνευματική ζωή. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μᾶς ὁδηγεῖ στήν προσευχή γιά τούς ἄλλους, στό νά δίνουμε παρά νά παίρνουμε, νά χαιρόμαστε στή χαρά τοῦ ἄλλου, νά λυπούμαστε στή λύπη του, νά σκεπτόμαστε τόν αἰώνιο προορισμό μας, νά μάθουμε νά ὑπομένουμε, νά ἐλπίζουμε, νά ἐγκρατευόμαστε καί νά χαιρόμαστε τήν ἁπλότητα καί τή λιτότητα.

Ἐκκλησία τῆς Πεντηκοστῆς εἶναι ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἐκκλησία τῆς σαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ, τοῦ σταυρικοῦ του θανάτου, τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Πεντηκοστῆς. Ὅταν ἀπό τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἀπομονώσουμε ἕνα μόνο σημεῖο, τό ὑπερτονίσουμε καί λανθασμένα τό ἐξηγήσουμε, αὐτό γίνεται αἵρεσις. Χωρίς Σταυρό γίνεται ἡ Ἀνάστασις; Χωρίς νά σταυρωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τή νηστεία, τήν προσευχή, τήν μετάνοια, τήν ταπείνωση, τήν ἄσκηση, μπορεῖ νά ἰδεῖ τό Θεό; Προηγεῖται ὁ Σταυρός στή ζωή τοῦ Χριστιανοῦ καί ἔπεται ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Πεντηκοστή. Ἀναφερόμαστε στούς σύγχρονους πεντηκοστιανούς προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι θέλουν Ἀνάσταση καί χαρίσματα πνευματικά, χωρίς νά σταυρώσουν τόν ἑαυτό τους διά τῆς μετανοίας, τῆς νηστείας, τῆς ὑπακοῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία μας μέ τήν ζῶσα πίστη ζεῖ συνεχῶς τό μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς. Ὑπάρχουν Ἅγιοι πού μυροβλήζουν, θαυματουργοῦν. Ποῦ ἀλλοῦ γίνεται αὐτό; Σέ ποιά «αἵρεση» καί «ἐκκλησία» βγάζουν τούς ἄλλους καί εὐωδιάζουν. Καί αὐτός ὁ Ἁγιασμός πού ἐπιτελεῖ ὁ ὀρθόδοξος ἱερέας διατηρεῖται ἄθικτος. Ὅσοι ἔχετε ἁγιασμό στό σπίτι σας, γνωρίζετε ὅτι ὅσο καί νά μείνει, οὐδέποτε χαλᾶ. Αὐτή εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας!

Ἡ ὀρθόδοξη πίστη φώτισε τά βήματα τοῦ Γένους καί κατηύθυνε τή πορεία του κατά τή μακρά νύχτα τῆς δουλείας. Γι΄αὐτό καί οἱ ἔννοιες τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας συνηφάνθηκαν ἀναπόσπαστα στή συνείδηση τοῦ Ἔθνους.

Γι’ αὐτή τήν ἅγια πίστη μας θά μᾶς διαφωτίσουν ἡ Ἁγία Γραφή καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας: Ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ θά διαλαλήσει «ὁ δέ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται» (Ἀβακ. 2,4).

Ἡ Σοφία Σειράχ θά πεῖ: «ἐν πίστει ἡγίασεν» (45, 4).

Οἱ Παροιμίες θά ποῦν: «καρδίαι δικαίων μελετῶσι πίστεις» (15, 28).

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ὁ Θεός θέλει ὁ χριστιανός νά εἶναι διδάσκαλος, προζύμι, ἁλάτι καί φῶς. Τί εἶναι τό φῶς; Βίος καθαρός, πού δέν ἔχει τίποτε τό σκοτεινό.

Ὁ ἱερός Φώτιος: Πρέπει οἱ ἀρετές νά εἶναι συνυφασμένες μέ τήν πίστη, καί οἱ δύο μαζί νά καταρτίζουν τόν σπουδαῖο ἄνθρωπο. Διότι, μέ τήν εὐθύτητα τοῦ τρόπου ζωῆς, προβάλλεται ἡ καλή διαγωγή καί ἡ εὐπρέπεια̇ ἡ δέ καθαρότητα τῶν πράξεων δηλώνει τή θεϊκή προέλευση τῆς πίστης.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: Μιά μοναχή στό μοναστήρι του, μετά τήν κοίμησή του, βλέποντας τά πολλά του θαύματα σκεφτόταν καί ἔλεγε: Μά τί ἔκανε αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ὁ γέροντάς μας; Δέν ἦταν μεγάλος ἀσκητής, δέν ἔκανε μεγάλες νηστεῖες, ἀγρυπνίες, προσευχές. Δέν ἦταν μάρτυρας. Καί τότε τῆς ἐμφανίσθηκε ὁ Ἅγιος καί τῆς εἶπε! Πράγματι δέν ἤμουν ἀπ’αὐτά πού σκέφτεσαι. Ἀλλά ἔκανα μεγάλη ὑπομονή! Καί γι’αὐτό ὁ Θεός τόν δόξασε διότι ἦταν συκοφαντημένος, ἦταν ἀδικημένος ἀπό τούς ἀδελφούς του. Δέν ἐκδικήθηκε κανέναν. Ἀντιμετώπιζε τά πάντα μέ πίστη καί ἐλπίδα στό Θεό. Καί θά διακηρύξει ὁ Ἅγιος: Ἡ ἀληθινή πίστη στό Χριστό καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐξομοιώνει μέ Αὐτόν. Τοῦ παρέχει ἠθική δύναμη, ἀνδρεία καί σωφροσύνη στό νά μή λιγοψυχάει στά βάσανα τῆς ζωῆς. Ἀναπλάθει τόν ἄνθρωπο πού ἔχει διαφθαρεῖ ἀπό τίς ἁμαρτίες, τόν ἁγιάζει, τόν κάνει νά εὐωδιάζει καί τόν ὁδηγεῖ στήν τελειότητα.

Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς: Τό νά πιστεύει κανείς στόν Χριστό, σημαίνει νά ὑπηρετεῖ τόν Χριστόν καί μόνον τόν Χριστόν εἰς ὅλα τά γεγονότα τῆς ζωῆς του. Νά παραδοθεῖ αὐτή ἡ ψυχή εἰς τόν Χριστόν, νά ἐμβαθύνει μέχρι τά θεανθρώπινα βάθη, νά ἀνυψώνεται εἰς τά θεανθρώπινα ὕψη.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος: «Μακροθυμεῖ...». Ἄν ἡ ἀνθρωπότης εἶναι σκληρά, ἄν εἶναι ἀπάνθρωπος, ἄν εἶναι ἀγνώμων καί ἀχάριστη, ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός καί εὔσπλαχνος. Οὔτε ἐχθρεύεται, οὔτε συνορίζεται, οὔτε ποτέ θέλει τό κακόν τοῦ ἀνθρώπου. Πάντοτε τόν σκεπάζει καί τόν ὁδηγεῖ εἰς τό καλόν.

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος: Ἄν δέν ὑπάρχει ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια δέν μποροῦμε νά ἀγαπήσουμε καί νά ἀγαπηθοῦμε ἀπό τόν Χριστό. Χωρίς τόν Χριστό εἶναι ἀδύνατο νά διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας, δέν θά μπορέσουμε νά ἀποδεσμευτοῦμε ἀπό τά πάθη. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15, 5).

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε σέ πνευματικό του παιδί: Μέσα στόν ἑλληνικό λαό ὑπάρχει ἕνα γερό λεῖμμα, μιά γερή μαγιά, ἡ ὁποία θά βοηθήσει νά περάσουμε αὐτά τά δύσκολα χρόνια καί πρέπει νά προετοιμαζόμαστε μέ τήν πνευματική ζωή. Θά παρασυρθοῦν πολλοί. Μόνο αὐτοί πού εἶναι καλά δεμένοι μέ τήν Ἐκκλησία καί τά Μυστήρια, μόνον αὐτοί θά ἀντέξουν. Νά κοινωνᾶς, νά προσεύχεσαι μέ πίστη, νά ζεῖς πνευματικά καί τότε ὁ Θεός θά εἶναι δίπλα σου.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: Γνώρισε ὅτι ὁ Θεός ἔβαλε κάθε χριστιανό στόν κόσμο, γιά νά εἶναι δάσκαλος τῶν ἀπίστων καί ἀσεβῶν καί γιά νά τούς ἐπιστρέψει μέ τό λόγο του, μέ τήν καλή του ζωή στήν εὐσέβεια καί στήν πίστη.

Ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ ἔγκλειστος: Τήν παρακαταθήκην φύλαττε! Νά φυλάγεσθε ἀπό τούς ψευτοδιδασκάλους. Πίσω ἀπό τήν γνησιότητα τῆς πίστης ἔρχεται ἡ ἐπίσκεψις τῆς Θείας Χάριτος. Μέ τήν βοήθειά Της οἱ καθαροί στήν ψυχή, βλέπουν τόν Θεό ἀπό τήν παροῦσα ζωή καί προγεύονται τή μακαριότητα τῆς αἰώνιας.

Ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος: Ἡ ἑνωμένη Εὐρώπη ἄν θέλει νά ἐπιζήσει θά πρέπει νά καταβάλλει προσπάθειες γιά ἀνακάλυψη ἑνός πνευματικοῦ ὑποβάθρου γιά τήν ἑνότητα τῶν λαῶν της. Τέτοια βάση μόνο ἡ χριστιανική πίστη κατά προτεραιότητα μπορεῖ νά ἐξασφαλίσει. Καί μάλιστα ἡ πιό αὐθεντική καί γνήσια ἔκφρασή της, πού εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία.

Ὁ Μητροπολίτης Χίου κ. Μᾶρκος: Μέσα στή Θεία Εὐχαριστία ὁ ὀρθόδοξος πιστός καταλλάσσεται μέ τόν ἑαυτό του «ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», καταλλάσσεται μέ τόν Θεόν «ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης» καί καταλάσσεται μέ τούς ἀδελφούς του «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου».

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος Καντιώτης θά συμπληρώσει: «Βράχος νά εἶναι ἡ πίστις σου στό Χριστό, ἡ ὀρθόδοξος πίστις». Μέ τά λόγια, μέ τά ἔργα, νά ὁμολογεῖς, ὅτι ἡ πίστις στό Χριστό εἶναι ἡ μόνη καί ἀληθινή πίστις. Ἔτσι γίνεσαι καί σύ ἕνας μικρός Παῦλος, ἕνας μάρτυρας καί ὁμολογητής τοῦ Χριστοῦ.

Χριστιανοί μου,

ἡ πίστη εἶναι αὐτή πού τροφοδοτεῖ τήν πνευματική ζωή τοῦ χριστιανοῦ μέ ἀγάπη πρωτίστως - γιατί αὐτό εἶναι ἡ πίστη, ἀγάπη σ’ Ἐκεῖνον, ἀγάπη στό ὄνομά Του – μέ ἄμεση κοινωνία μαζί Του, μέ ἐμπιστοσύνη, μέ ἐλπίδα, μέ βεβαιότητα, μέ σιγουριά, μέ αἴσθηση ἀσφαλείας, ἀλλά καί μέ συνέπεια, εὐθύνη καί κυρίως ταπείνωση.
Ἡ πίστη, ὅπως τήν περιγράψαμε, μαζί μέ τήν ἔμπρακτη ἀπόδειξή της, τά καλά ἔργα, δηλαδή, εἶναι ἡ «ἐξαγορά τῶν ἀμαρτημάτων μας, ἡ ἕνωση μέ τό Θεό διά τῆς τελείας ἀγάπης καί ἡ μοναδική δυνατότητα ἁγιασμοῦ μας». Ἡ πίστη ἀποτελεῖ τήν κινητήριο δύναμη τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἱστορίας. Ἀπό τό τρόπο πού θά τήν βιώσουμε ἐξαρτᾶται τό πού θά μᾶς ὁδηγήσει: στό Θεό, τήν πηγή τῆς ζωῆς, ἤ τήν ἀπώλεια καί τό θάνατο. Τό ἀψευδέστατο στόμα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ μᾶς διαβεβαίωσε: «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ κἄν ἀποθάνῃ, ζήσεται» (Ἰω. 11, 26).

Ἀδελφοί μου,

τό σημερινό ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα εἶναι καί σήμερα ἰδιαίτερα ἐπίκαιρο. Ὅτι δηλαδή πρωτεύει στή ζωή μας ὁ καθημερινός μας ἀγώνας γιά τήν ἠθική μας κάθαρση, γιά νά μετατρέψουμε σέ πράξη τήν ὑψηλή θεωρία τῆς πίστεως. Ἐκεῖ ἄς εἶναι στραμμένη ἡ προσοχή μας. Ὅταν ἔλθει ἐκείνη ἡ ὥρα καί κλείσουμε τά μάτιά μας τό πρῶτο πού θά μᾶς ρωτήσει ὁ Δίκαιος Κριτής θά εἶναι: Ἄν τόν ἐθρέψαμε, ἄν τόν ἐποτίσαμε, ἄν τόν ἐντύσαμε κ.ο.κ.

Εἴθε ἡ μακαρία φωνή τοῦ θείου Παύλου «ἐν πίστει ζῶ» νά βρεῖ τή δέουσα ἀνταπόκριση στίς ψυχές ὅλων μας, συνῳδά μέ τή γεμάτη παλμό φωνή τοῦ Γ. Βερίτη: “Γιά τήν ἀγάπη σου, Χριστέ, και γιά τήν πίστη σου τή θεία, ἕτοιμοι ἐμεῖς κάθε στιγμή τά πάντα νά προσφέρουμε θυσία, Γλυκέ Ναζαρηνέ, ἐσέ ὁ καθένας μας λατρεύει κι ἀγαπᾶ μ’ ὅλη τή θέρμη τῆς ψυχῆς του.” ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ' ΛΟΥΚΑ (22/10/2023)


 

Ἀριθμός 42
Κυριακή Κ΄ Ἐπιστολῶν
22 Ὀκτωβρίου 2023
(Γαλ. α΄, 11-19)
*

«...ζηλωτής ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων» (Γαλ. α΄, 14).

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾽ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοὶ, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς Ἰεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ἐπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. Ἔπειτα μετὰ τρία ἔτη ἀνῆλθον εἰς Ἰεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε. Ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον, εἰ μὴ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Στή σημερινή ἀποστολική περικοπή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁμολογεῖ πώς κατεδίωκε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι ἦταν ζηλωτής «τῶν πατρικῶν παραδόσεων». Πρίν γνωρίσει τόν Χριστό ἦταν ἄνθρωπος πού τηροῦσε σχολαστικά τίς παραδόσεις. Σέ ὅλη τή χώρα τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ ἦταν ἄνθρωποι Φαρισαῖοι, ὅπως Φαρισαῖος ἦταν καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρίν τοῦ ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός. Ἀνδρώθηκε πνευματικά ἀνάμεσα στούς πονηρούς καί ὑπερήφανους Φαρισαίους τῶν Ἱεροσολύμων. Αὐτοί εἶχαν δημιουργήσει μιά παράδοση ἀνθρωπίνων ἐνταλμάτων καί ὁδηγιῶν καί καλοῦσαν τούς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ νά τίς ἐφαρμόσουν. Ἄς ἀναφέρουμε μερικές τέτοιου εἴδους παραδόσεις: Ράντιζαν τά ποτήρια, τά χάλκινα σκεύη καί τίς κλίνες μέ νερό «ἁγιάζειν οὕτω δοκοῦντες» (Ζιγαβινός). Ἀκόμη, ὅταν γύριζαν ἀπό τήν ἀγορά, ἔπρεπε νά πληθοῦν, γιατί ἦλθαν σέ ἐπαφή μέ μολυσμένους ἀνθρώπους. Ἐπίσης, θεωροῦσαν σπουδαία παράδοση νά πλύνουν τά χέρια τους πρίν τό φαγητό. Κάποτε ἤλεγξαν τόν Χριστό γιά τούς μαθητές Του λέγοντες «διατί οἱ μαθητές σου παραβαίνουν τήν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων; οὐ γάρ νίπτονται τάς χείρας αὐτῶν, ὅταν ἄρτον ἐσθίωσιν» (Ματθ. 15, 2). Ἀντίθετα, ἐνῶ τηροῦσαν τίς ἀνόητες αὐτές παραδόσεις μέ σχολαστικότητα, παρέβαιναν συστηματικά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὅπως τήν περιποίηση τῶν γονέων τους, τήν ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης σέ ἔργα ἀγαθοεργίας κ. ἄ. Αὐτά εἶχε ὑπ’ ὄψη του ὁ Ἠσαΐας, ὅταν ἔλεγε πώς ὁ λαός τιμᾶ τόν Θεό μέ τά χείλη του, ἐνῶ ἡ καρδιά του ἀπέχει ἀπ’ αὐτόν. Ὅταν παραδέχονται τίς ἐντολές τῶν ἀνθρώπων, ματαίως σέβονται τόν Θεό (29,13). Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θά ἀπαντήσει στούς Φαρισαίους: «διατί καί ὑμεῖς παραβαίνετε τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ διά τήν παράδοσιν ὑμῶν;» (Ματθ. 15, 13). Ὁ Παῦλος, φύση προικισμένη μέ ἐξαιρετικά προσόντα, διακρινόταν γιά τό ζῆλο καί τήν ἀφοσίωσή του στίς πατρῶες παραδόσεις του. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί ἡ στάση του ἀπέναντι στό Χριστό, ὅτι δηλαδή ὑπῆρξε ἕνας φανατικός διώκτης τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος διακρίνοντας αὐτή τήν ὑπερβάλουσα δράση του, ἡ ὁποία, ὅπως εἴδαμε, δέν ἔχει ὑγιῆ κριτήρια, διότι βασιζόταν σέ λανθασμένες παραδόσεις, τόν διάλεξε, τόν ἐπέλεξε. Καί ἀπό ἐχθρός καί διώκτης τοῦ Εὐαγγελίου μεταβάλεται σέ διαπρύσιο κήρυκα τοῦ χριστιανισμοῦ καί ἀκατάβλητο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου.

Ἄς ἔλθουμε τώρα στή δική μας πραγματικότητα. Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός! Ἡ Ἐκκλησία, μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μεταδίδει τό Χριστό ἀπό γενεά σέ γενεά. Μετά τόν καθαγιασμό τῶν τιμίων Δώρων στήν Χειροτονία τοῦ Πρεσβυτέρου, ὁ ἐπίσκοπος παραδίδει στόν χειροτονούμενο τόν καθηγιασμένο «Ἅγιο Ἅρτο» καί τοῦ λέγει «Λάβε τήν παρακαταθήκην ταύτην καί φύλαξον αὐτήν, ἔως τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου, ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὅτε παρ’ αὐτοῦ μέλλεις ἀπαιτεῖσθαι αὐτήν». Εὐγλωτότερη ἡ ἔκφραση τοῦ γεγονότος τῆς παραδόσεως δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει. Ὁ Χριστός, σάν πίστη - λατρεία - ζωή μεταδίδεται ἀπό ἄνθρωπο σέ ἄνθρωπο καί ἀπό γενεά σέ γενεά γιά νά σώζεται μέσα στήν Ἐκκλησία ὁ κόσμος. Ὁ Χριστός παρέδωσε τό μυστήριο τῆς ζωῆς στούς Ἀποστόλους, οἱ Ἀπόστολοι στήν Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία στό λαό. Ὁ Ἐπίσκοπος στούς Ἱερεῖς, ὁ Πνευματικός στούς ἐξομολογουμένους, ὁ Γέροντας στούς ὑποτακτικούς μεταδίδει τό Χριστό. Αὐτός εἶναι ἡ παράδοσή μας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό λέγει καθαρά: «Ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ Κυρίου, ὅ καί παρέδωκα ὑμῖν» (Α΄Κορ. 11,23). Αὐτό πού παρέλαβε ὁ Παῦλος τό παρέδωκε καί στούς ἀνθρώπους. Παρέλαβε τό Χριστό καί Αὐτόν παρέδωσε στούς μαθητές του.

Ὅπως ἡ Θεία Ἀποκάλυψη δέν εἶναι μερικά κείμενα, ἀλλά τό ἴδιο τό πρόσωπο τοῦ Θείου Λόγου, πού ἐνανθρώπησε, ἔτσι καί ἡ συνέχεια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἐμφανίζεται ὡς προσωπικό γεγονός στήν ἱστορία (π. Γεώργιος Μεταλληνός). Πραγματοποιεῖται στό λόγο καί τόν βίο τοῦ Παύλου καί ὅλων τῶν Ἁγίων μας. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ γνήσιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ, τά πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ζωή τῶν Ἁγίων, σέ ὅλο τό πλήρωμά της, «ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τους», συνιστᾶ τήν εὐθεία γραμμή τῆς παραδόσεως μέσα στό χρόνο. Γι’αὐτό καί ἡ Ὀρθοδοξία χωρίς Ἁγίους εἶναι ἀδιανόητη. Τά βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης ἄρχισαν νά γράφονται εἴκοσι περίπου χρόνια μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. Ὅπως γράφει ὁ Εὐαγγγελιστής Ἰωάννης ὑπάρχουν ἀκόμη «καί ἄλλα πολλά ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐάν γράφηται καθ’ ἕν, οὐδέ αὐτόν οἶμαι τόν κόσμον χωρῆσαι τά γραφόμενα βιβλία» (Ἰω. 21, 25), (ὅλες οἱ βιβλιοθῆκες δέν θά μποροῦσαν νά χωρέσουν τά βιβλία αὐτά). Προφορικά, λοιπόν, παραδόθηκαν αὐτά ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους καί ἔφθασαν μέχρι σέ ἐμᾶς. Κάθε διδασκαλία πού δέν ἦταν σύμφωνη μέ τήν διδασκαλία τῶν ἱερῶν παραδόσεων ἀπορρίπτονταν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους.

Ἡ Ἱερά Παράδοση περιέχει ὅ,τι διαλαμβάνει καί διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή. Νά ἀναφέρουμε ὁρισμένα: Τό νά κτίζουμε τίς Ἐκκλησίες μας καί νά προσευχόμαστε στραμμένοι στήν Ἀνατολή δέν τό λέει ἡ Γραφή, εἶναι τῆς παραδόσεως. Παρόμοια τό νά κάνουμε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, καί αὐτό εἶναι ἔργο τῆς Παραδόσεως. Ἡ Τέλεση τοῦ Βαπτίσματος, ὅπως γίνεται, ἡ εὐλογία τοῦ ὕδατος, ὁ νηπιοβαπτισμός, ἡ χρήση τοῦ Ἁγίου Μύρου, τῆς Παραδόσεως εἶναι κι αὐτά. Ἀπό τήν Παράδοση ἐπίσης εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία, οἱ εὐχές τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς, ὁ τρόπος τῆς Κοινωνίας τῶν πιστῶν. Ἀκόμη οἱ νεκρώσιμες Ἀκολουθίες, τά μνημονεύματα «ζώντων καί τεθνεώτων» καί ἄλλα. Ὄλα αὐτά τά διδασκόμαστε ἀπό τήν ἄγραφη, ὅπως ἦταν στήν ἀρχή παράδοση.

Ἄς ἀκούσουμε τόν Μέγα Βασίλειο πῶς ἀκριβῶς τά λέει αὐτά: Ἀπό τά δόγματα καί τίς ἀλήθειες πού φυλάσσει ἡ Ἐκκλησία, ἄλλα τά ἔχουμε πάρει ἀπό τή γραπτή διδασκαλία καί ἄλλα τά κάναμε δεκτά, διότι ἔφθασαν μέχρι σ’ ἐμᾶς μυστικῶς ἀπό τήν Παράδοση τῶν Ἀποστόλων. Καί τά δύο στοιχεῖα, καί ἡ γραπτή καί ἡ ἄγραφη Παράδοση, ἔχουν τήν ἴδια σημασία γιά τήν πίστη. Διότι, ἄν ἐπιχειρούσαμε νά ἐγκαταλείψουμε ὅσα ἀπό τά ἔθη εἶναι ἄγραφα, διότι δῆθεν δέν ἔχουν μεγάλη σημασία, χωρίς νά τό καταλάβουμε, θά ζημιώναμε τό Εὐαγγέλιο στήν οὐσία του.

Ποιός δίδαξε γραπτῶς ὅτι αὐτοί πού ἐλπίζουν στό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας φανερώνουν αὐτή τή πίστη τους μέ τό νά κάνουν τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ; Νά βαπτίζομε τρεῖς φορές, νά ἐπιτελοῦμε τήν ἀποκήρυξη τοῦ σατανᾶ καί τόσα ἄλλα. Ὅλα αὐτά προέρχονται ἀπό αὐτή τή μυστική διδασκαλία πού δέν δημοσιεύθηκε καί τή διατήρησαν οἱ Πατέρες μας μέ σιγή, χωρίς νά τήν πολυερευνοῦν καί νά τήν περιεργάζονται, ἐπειδή ὀρθά εἶχαν μάθει, ὅτι πρέπει μέ τή σιωπή νά προστατεύουμε τή σεμνότητα τῶν Μυστηρίων.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά καταθέσει: Τά δικά μου πρόβατα τή φωνή μου ἀκοῦνε, τήν ὁποία ἄκουσα καί ἐγώ ἀπό τά θεῖα λόγια, ἐδιδάχθηκα ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες, αὐτά καί ἐδίδαξα «οὐ συμμορφούμενος τοῖς καιροῖς» καί δέν θά παύσω νά διδάσκω, μαζί μέ αὐτές (τίς διδασκαλίες) γεννήθηκα καί συμπορεύομαι» (Λόγος πρός Ἀρειανούς).

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος θά πεῖ: Θά ἔπρεπε νά μήν ἔχωμε ἀνάγκη ἀπό τή βοήθεια τῶν γραπτῶν κειμένων (παραδόσεων), ἀλλά νά ἐμφανίζουμε τόσο καθαρό βίο, ὥστε νά ἐνεργεῖ ἀπ’ εὐθείας στίς καρδιές μας ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός δέν ἀπευθυνόταν στούς Προφῆτες καί Πατριάρχες μέ γραπτά κείμενα, γιατί εὕρισκε τή καρδιά τους καθαρή. Ἀλλά οἱ Ἑβραῖοι, ἐπειδή ἔπεσαν σέ βυθό κακίας, χρειάστηκαν τά γραπτά κείμενα καί τίς πλάκες. Τό ἴδιο συνέβη καί στήν ἐποχή τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οὔτε στούς Ἀποστόλους ἔδωσε κάτι γραπτό ὁ Θεός, ἀλλά ὑποσχέθηκε νά τούς δώσει, ἀντί γιά κείμενο, τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Ἐκεῖνος ὑμᾶς– ὁ Παράκλητος – διδάξει πάντα καί ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἅ εἶπον ὑμῖν» (Ἰω. 14, 26). Ὁ Θεῖος Παῦλος, ἐπίσης, ἔλεγε ὅτι ἔχω πάρει νόμον «οὐκ ἐν πλαξί λιθίναις, ἀλλ’ ἐν πλαξί καρδίας σαρκίναις» (Β΄ Κορ. 3, 3). Καί θά καταλήξει ὁ Χρυσολόγος Ἐπίσκοπος λέγοντας: Ἐννόησε, λοιπόν, πόσο μεγάλο κακό εἶναι νά μή χρησιμοποιοῦμε αὐτό τό δεύτερο φάρμακο, τήν Ἱερά Παράδοση. Ποιοί; ἐμεῖς πού ὀφείλουμε νά ἔχουμε τόσο καθαρή ζωή, ὥστε νά μήν ἔχουμε ἀνάγκη γραπτῶν κειμένων.

Ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς θά σημειώσει: Τό γραπτόν Εὐαγγέλιον συμπληρώνεται μέ τό ἄγραφον Εὐαγγέλιον τῆς Ἐκκλησίας καί ὑπ’αὐτοῦ ἑρμηνεύεται διά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ κατοικοῦντος ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. «Ὅντως, ὅλα αὐτά ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀποτελοῦν μίαν ὁλότητα εἰς τό πνευματικό σῶμα, ἡ γραπτή δηλαδή καί ἡ ἄγραφος Παράδοσις».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος θά διδάξει:Ἡ κληρονομία, τήν ὁποίαν ἔχει ὁ ἐπουράνιός μας Πατήρ, εἶναι ἡ βασιλεία του ἡ αἰώνιος̇ καί τήν ἔχει δι’ ἡμᾶς̇ διά τά τέκνα του. Μόνο θέλει νά ἀφήσωμεν τά γήινα, νά βάλωμεν τήν προσοχήν μας ὅλην ἐπάνω πού ἐκεῖ κατοικεῖ ἐκεῖνος.

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος θά ὑπογραμμίσει: Σήμερα, ἄν κανείς προσπαθεῖ νά κρατήσει λίγο τήν παράδοση, νά τηρεῖ τίς νηστεῖες, νά μή δουλεύει τίς γιορτές, νά εἶναι εὐλαβής, λένε μερικοί: «Ποῦ βρίσκεται αὐτός; Πᾶνε αὐτά τά πράγματα! Αὐτά δέν γίνονται τώρα!». Σιγά – σιγά τά παίρνουν γιά παραμύθια. Τί λέει ὅμως; «Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». Τοὐλάχιστον, ἄν κανείς δέν μπορεῖ νά τά τηρήσει ἄς πεῖ: «Θεέ μου, ἥμαρτον!» Τότε ὁ Θεός θά τόν ἐλεήσει. Καί συμπεραίνει ὁ Ἅγιος Παΐσιος: Ἀργότερα οἱ ἄνθρωποι θά ἐκτιμήσουν πού κρατοῦν σήμερα οἱ χριστιανοί τήν τιμή, τήν πίστη, τίς παραδόσεις καί ὅλο τό μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Καί νά δεῖτε θά γυρίσουν πάλι στά παλαιά.

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Χίου κ. Μᾶρκος θά διατυπώσει: Ἡ Ὀρθοδοξία τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει χωρίς τήν Παράδοσή Της. Ἡ Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας συνεχίζει συμφώνως πρός τήν αὐτοσυνειδησία καί τήν μαρτυρία τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τήν πρός αὐτῆς Πατερική Παράδοση, τήν ὁποία ἰδιαιτέρως ἐξαίρει. Ἡ προγενεστέρα κάθε ἐποχῆς Παράδοση, ἐπί τά ἴχνη τῆς ὁποίας ἡ Ἐκκλησία βαδίζει, παρέχει τήν ἐγγύηση τῆς πιστότητος στήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ καθολικότης τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας ἐγγυᾶται τήν Ὀρθοδοξία, δηλαδή τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πιστότης στήν Παράδοση καί ἡ Ὀρθοδοξία τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν ἀδιάσπαστη ἑνότητα. Στό πλαίσιο αὐτῆς τῆς ἑνότητας ὁ πιστός πορεύεται στόν ἁγιασμό καί τήν σωτηρία του.

Ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου, μέ τό δικό του γλαφυρό τρόπο, θά τονίσει: Φυλάξτε τά ὀρθόδοξα ἑλληνικά συνήθειά μας, γιορτάστε ὅπως γιορτάζανε οἱ πατεράδες σας, καί μή ξεγελιώσαστε μέ τά ξένα καί ἄνοστα πυροτεχνήματα.

Ἀδελφοί μου,

ἡ Παράδοσις δέν εἶναι κάποιο ὑλικό πού διαφυλάσσεται σέ ἕνα «ἱερό μουσεῖο». Γιά ἐμᾶς τούς σεσωσμένους χριστιανούς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, τό θεῖο καί ζωοποιό Τίμιο Σῶμα καί Αἷμά Του, τό ὁποῖο μᾶς παρέχει σέ κάθε εὐχαριστηριακή σύναξη. Ἄς παραμείνουμε ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι, φυλάσσοντας τήν παρακαταθήκην, τόν θησαυρόν τοῦτον «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν» (Β΄ Κορ. 9,7). Ἄς παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί ὅλους τούς Ἁγίους νά μᾶς εὐλογοῦν, ὥστε νά ζοῦμε ὄντως τόν Χριστόν, ὅπως ἐκεῖνοι τόν ἔζησαν. Τά ξένα ρεύματα τῆς ἀθεΐας καί τοῦ ὑλισμοῦ οὐδέποτε νά μᾶς ἀγγίξουν, διότι εἴμαστε σφιχταγκαλιασμένοι μέ τίς ἅγιες Παραδόσεις τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Ὁ Παύλειος λόγος ἄς ἠχεῖ στά αὐτιά μας «Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις ἅς ἐδιδάχθητε» (Β΄Θεσ. 2, 15), μαζί μέ τήν παναρμόνιο λύρα τοῦ μουσουργοῦ Γ. Βερίτη: «Χαρά σ’ἐκεῖνες τίς ψυχές π’ἀκοῦνε τή φωνή Σου κι ἀκολουθοῦν τό Νόμο Σου, καί τά προστάγματά Σου, χαρά σ’ἐκεῖνες τίς ψυχές πού ζοῦν τήν ἀρετή Σου, καί προσκυνοῦν εὐλαβικά, Χριστέ μου, τ’ νομά Σου». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (15.10.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 41
Κυριακή Ἁγ. Πατέρων Ζ΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου
15 Ὀκτωβρίου 2023
(Τίτ. γ΄ 8-15)

«Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τίτ. γ΄, 10).

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Αὐτά, ἀγαπητοί ἀδελφοί, μεταξύ ἄλλων, γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρός τόν μαθητή του Τίτο γιά ἕνα θέμα πού ἀπασχολοῦσε τότε τήν ἐκκλησία, ὅπως ἀκριβῶς καί σήμερα. Κάμνει λόγο γιά τούς αἱρετικούς. Αἱρετικοί ὀνομάζονταν ἐκεῖνοι οἱ χριστιανοί «οἱ τάς διχοστασίας καί τά σκάνδαλα ποιοῦντες» (Ρωμ.16,17), καθώς ἐδίδασκαν κυρίως ἀντίθετα ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους. Ὅπως εἶναι φυσικό, διαιρώντας, διχάζοντας τήν Ἐκκλησία, δημιουργοῦσαν ἕνα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Ἐκκλησία διῃρημένη, κομματιασμένη, διχασμένη δέν εἶναι Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἱδρύθη ἀπό τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ πού εἶναι ἡ μοναδική ἀλήθεια. Δέν ὐπάρχει χριστιανισμός χωρίς αὐτή τήν ἀλήθεια. Τό Εὐαγγέλιο τῶν Ἀποστόλων, τό μαρτύριο τῶν Ἁγίων καί τό μήνυμα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διακηρύττουν τήν ἀλήθεια πώς ὁ Θεός ἔγινεν ἄνθρωπος. Δέν εἶναι φιλοσοφικά ἰδεολογήματα τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἀλήθεια, πού διατυπώνεται μέ αὐτά, εἶναι τό πρῶτο φάρμακο τῆς σωτηρίας μας καί σκοπό ἔχει νά μᾶς ἑνώσει μέ τόν Χριστό. «Ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεός εἰς τόν κόσμον, ἵνα ζήσωμεν δι’αὐτοῦ» (Α΄ Ἰω. 4,9) λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Ἀντίθετα μέ τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ αἵρεση εἶναι τό ψέμα, πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό καί μᾶς στερεῖ τή ζωή. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος αὐτό εἶχε ὑπ’ὄψη του ὅταν ἔλεγε πώς πρέπει νά παραιτούμαστε νά ἐπαναφέρουμε στήν ἀλήθεια τούς ἀμετανόητους αἱρετικούς «μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ». Εἶναι μιά ματαιοπονία. Ἡ αἵρεση εἶναι δαιμόνιο τοῦ λογικοῦ καί πάρα πολύ δύσκολα ἀποχωρίζεται τόν ἄνθρωπο.

Ἡ Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, πού συνῆλθε τό 787 στή Νίκαια τῆς Βυθινίας ἀπό 350 Θεοφόρους Πατέρες, κατεδίκασε τίς εἰκονομαχικές ἔριδες καί ἀνύψωσε θριαμβευτικῶς τίς ἱερές εἰκόνες διατυπώνοντας ἔτσι τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ἡ Σύνοδος, γιά μιά ἀκόμη φορά, μᾶς έπέστησε τήν προσοχή ἀπέναντι στήν αἵρεση καί τούς αἱρετικούς. Ἡ αἵρεση εἶναι ἡ ἀντίθετη διδασκαλία ἀπό τήν ἀλήθεια πού φυλάσσει καί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Οἱ αἱρέσεις δημιουργοῦνται ἀπό τήν ἄγνοια καί κακή ἐξήγηση τῶν Γραφῶν. Ἡ αἵρεση εἶναι ἡ μεγαλύτερη δυστυχία στόν ἄνθρωπο. Οἱ αἱρετικοί εἶναι πονηροί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, «πάντες τά ἑαυτῶν ζητοῦσι, οὐ τά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Φιλ. 2,21). Ἐνῶ ἀπέναντι στούς άνθρώπους, λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι μειλίχιοι καί φιλάνθρωποι, ἀπέναντι, ὅμως, στόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ εἶναι πιό ἄγριοι ἀπό λυσσασμένα ζῶα. Τρέχουν σέ ἕνα τρελό δρόμο καί ὁ νοῦς τους εἶναι «ἡνιοχούμενος» ἀπό τά νοήματα τοῦ φθόνου τοῦ ἀρχεκάκου διαβόλου. Οἱ αἱρετικοί στεροῦνται καί αὐτῆς τῆς ζωοποιοῦ ταπεινώσεως. Πιστεύουν πῶς εἶναι ἀμόλυντοι, ἀναγεννημένοι καί ἀπαλλαγμένοι ἀπό τά προηγούμενα ἁμαρτήματα, σέ ἀντίθεση μέ τούς ὀρθοδόξους πού εἶναι κυριολεκτικά βουτηγμένοι στήν πολύμορφη ἁμαρτία.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν δίστασε νά ὁμολογήσει «ὅτι Χριστός Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τόν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτος εἰμί ἐγώ» (Α΄ Τιμ. 1,15), ἐνῶ οἱ αἱρετικοί, μέ μεγάλο κομπασμό, διαλαλοῦν πῶς εἶναι φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι’ αὐτό καί, δέν ἔχουν ἁμαρτίες̇ «τό στόμα αὐτῶν λαλεῖ ὑπέρογκα» (Ἰούδα 5, 16). Προσφιλής τρόπος τῶν αἱρετικῶν καί κακοδόξων, προκειμένου νά στηρίζουν ἁγιογραφικά τήν πλάνη τους, εἶναι νά χρησιμοποιοῦν «τά σαφῆ τῆς γραφῆς διά τῶν ἀσαφῶν» δηλαδή ὁρισμένα δυσνόητα καί ἐπαμφοτερίζοντα χωρία νά τά ἑρμηνεύουν ὅπως τούς εὐνοοῦν, γιά νά ἐξηγήσουν τά σαφῆ καί ξεκάθαρα σημεῖα τῶν Γραφῶν. Ἄλλη μέθοδος εἶναι ἡ κατασπίλωση τῶν ἱερῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Γνωρίζουν πολύ καλά πῶς ἐάν πατάξουν τούς ποιμένες, θά διασκορπισθοῦν τά πρόβατα (Ματθ. 26,31). Τήν Ἐκκλησία τήν παρουσιάζουν ὡς ὀργανισμό, πού μέσα σ’αὐτόν βρίθουν οἱ δεισιδαιμονίες, οἱ εἰδωλολατρεῖες καί ἄλλες ἀνώφελες διδασκαλίες. Ἀρνοῦνται τήν Θεότητα τοῦ Κυρίου μας, κατασπιλώνουν τό ἀειπάρθενο τῆς Παναγίας μας, δέν δέχονται καί ἀρνοῦνται τήν βοήθεια τῶν Ἁγίων μας. Χρησιμοποιοῦν ὡς δόλωμα τή φιλανθρωπία γιά νά ἀγρεύσουν τά θύματά τους. Ὁ αἱρετικός, ὁ ὁποῖος, παρά τίς ἐπανειλημμένες προτροπές, παραμένει ἀμετανόητος, ἀμετάπειστος, εἶναι ἄνθρωπος πού ἔχει τελείως διαφθαρεῖ ψυχικά, ὥστε ἡ ἀλήθεια νά μή μπορεῖ νά βρεῖ ἔδαφος στήν ψυχή του. Εἶναι διεστραμμένος. Ἁμαρτάνει συνειδητά γι’ αὐτό καί εἶναι αὐτοκατάκριτος, δηλαδή καταδικασμένος ἀπό τόν ἑαυτό του.Ἐπειδή ὁ αἱρετικός μπορεῖ νά προκαλέσει ζημιά καί στούς ἄλλους, γι’ αὐτό ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία, ἀνέκαθεν ἔδωσε ἰδιαίτερη προσοχή στό θέμα αὐτό. Πάντοτε φρόντιζε, ὅταν ἔβλεπε ὅτι οἱ νουθεσίες της δέν καρποφοροῦν, νά καταδικάζει τήν αἵρεση, νά ἀνακηρύττει πανηγυρικά τήν ἀληθινή πίστη καί νά ἀποκόπτει ἀπό τό Σῶμα της τούς αἱρετικούς. Ἔκαμε ἡ Μητέρα Ἐκκλησία κάτι παρόμοιο, πού κάνει ὁ τσοπάνος, ὅταν ξεχωρίζει τά ἄρρωστα πρόβατα ἀπό τό κοπάδι, γιά νά μή μεταδώσουν τήν ἀρρώστια καί στά ὑπόλοιπα. Αὐτό τό νόημα ἔχει ὁ λεγόμενος «ἀφορισμός» τῶν ἀπίστων καί αἱρετικῶν. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπορφυρώθη διά τοῦ Αἵματος τοῦ σαρκωθέντος Λόγου. Αὐτόν ὑπηρέτησαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ ὁποῖοι «ἐπόπτες γεννηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος» δηλαδή εἶδαν τήν δόξα τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ πάνω στό ὄρος Θαβώρ» (Πέτρ. 1, 16), αὐτήν μετέδωσαν καί στούς θείους Πατέρες μας καί ἐκεῖνοι τή μεταδίδουν σέ ἐμᾶς.

Ὁ Μέγας Βασίλειος θά διακηρύξει: Αὐτά εἶναι, ἀδελφοί μου, τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, αὐτές εἶναι οἱ παραδόσεις τῶν Πατέρων. Ἐξορκίζουμε κάθε ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Κύριο καί περιμένει τή κρίση τοῦ Θεοῦ νά μή παρασύρεται ἀπό τίς ποικιλώνυμες διδασκαλίες. Νά προφυλάγεστε ἀπό ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος διδάσκει ξένα δόγματα καί δέν ἔρχεται στά ὑγιῆ λόγια τῆς πίστης, ἀλλά, παραμερίζοντας τά λόγια τοῦ Πνεύματος, καθιστᾶ τή δική του διδασκαλία προτιμότερη ἀπό τά εὐαγγελικά διδάγματα. Εἶναι φανερή ἔκπτωση ἀπό τήν πίστη καί ἀπόδειξη ὑπερηφάνειας τό νά ἀθετεῖ κάποιος κάτι ἀπό ὅσα ἔχουν γραφτεῖ ἤ νά προσθέτει, διότι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός εἶπε: «τά δικά μου πρόβατα ἀκοῦνε τή φωνή μου»(Ἰω. 10,27) καί αὐτή ἡ φωνή εἶναι ὅ,τι ὑπαγορεύει ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Μέ ὅσα εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δείχνει πόσο πολύτιμο πρᾶγμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί ὅτι ὁ κίνδυνος, ἄν δέν προσέξουν οἱ Πρεσβύτεροι, δέν εἶναι γιά ἀσήμαντα, ἀφοῦ ὁ Δεσπότης Χριστός δέν λυπήθηκε οὔτε τό Αἷμά Του γιά χάρη της.

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος: Αὐτός πού προκαλεῖ σχῖσμα στήν Ἐκκλησία δέν θά κληρονομήσει τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ἅγιος Κυπριανός, ἐπίσκοπος Καρθαγένης: Οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀπομακρύνονται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δέν ἔχουν κοινωνία μαζί της, ἀκόμα καί μέ τό αἷμά τους δέν καθαρίζουν τή ἁμαρτία τους, διότι αὐτή ἡ βαριά ἁμαρτία τῆς διαίρεσης δέν καθαρίζεται οὔτε μέ τό αἷμα.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε πρέπει νά θυσιάζεται χάριν δογματικῆς τινός διαφορᾶς. Ὅπου ἡ ἀγάπη, ἐκεῖ καί ἡ ἀλήθεια καί τό φῶς, ὁ δέ ψευδής ζῆλος καί ἡ πεπλανημένη δόξα ἐξελέγχονται ὑπό τοῦ φωτός καί τῆς ἀγάπης καί ἀποκρούονται.

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὀ ἰατρός, ὁ ρῶσος: Ὅλοι οἱ αἱρετικοί εὐαγγελίζουν ὄχι αὐτά πού εὐαγγελίζεται ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μᾶς γέννησε πνευματικά. Νά μήν συναναστρέφεστε μέ τούς αἱρετικούς. Νά μήν ἀπομακρύνεστε ἀπό τήν Ἐκκλησία, μή σχίζετε τό χιτώνα τοῦ Χριστοῦ. Νά θυμᾶστε ὅτι ὁ Χριστός, στήν ἀρχιερατική Του προσευχή, παρακαλοῦσε τόν Πατέρα του λέγοντας: «ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί» (Ἰω. 17,21). Οἱ σχισματικοί, οἱ ὁποῖοι βρίσκουν σφάλματα στήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀπομακρύνονται ἀπ’αὐτήν καί πιστεύουν ὅτι θά βροῦν τή σωτηρία στίς αἱρετικές ὀργανώσεις.

Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς θά διατρανώσει: Ἡ θεία, ἡ Θεανθρώπινη παράδοσις εἶναι τό παραδίδειν, διά μέσου τῶν αἰώνων καί τῶν γενεῶν, αὐτόν τοῦτον τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, μετά πασῶν τῶν θείων ἀληθειῶν καί τῶν ἐντολῶν, τῶν χαρίτων (μυστηρίων) καί τῶν ἀρετῶν Αὐτοῦ, ὡς ζῶντα Θεόν καί Σωτῆρα, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί ὡς Ἐκκλησίαν. Τοῦτο δέ ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὡς θεανθρώπινο σῶμά Του.

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός θά ἀνακεφαλαιώσει: Ἐγώ, ἀδελφοί μου, ἐπαιδεύθη καί εἰς τήν σπουδήν σαράντα καί πενήντα χρόνων, ἐδιάβασα πολλά καί διάφορα βιβλία περί ἀσεβῶν καί αἱρετικῶν, ἐρεύνησα τά βάθη τῆς σοφίας καί ηὕρα ὅτι οἱ ἄλλες πίστες εἶναι ψεύτικες, κάλπικες, μονον ἡ δική μας, ἡ χριστιανική εἶναι ὀρθόδοξος καί ἁγία. Διά τοῦτο σᾶς λέγω, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά χαίρεσθε καί νά εὐφραίνεσθε, ὅπου εὑρέθητε χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί νά κλαίετε καί νά θρηνεῖτε τούς ἀπίστους καί αἱρετικούς, ὅπου εὑρίσκονται εἰς τό σκότος. Χιλιάδες καλά νά κάμουν, χωρίς τό Ἅγιον Βάπτισμα τίποτες δέν ὠφελοῦνται. Ἐτούτη τήν ζωήν ἄς τήν χαροῦν μέ ὅλα τά ἀγαθά τους καί ἀπό τήν ἄλλην, τήν οὐράνιον, ἄς μήν ἐλπίζουν τίποτες. Ἡ ἄλλη εἶναι ἐμᾶς τῶν χριστιανῶν, τῶν βαπτισμένων, τῶν μυρωμένων, τῶν έξομολογουμένων, τῶν μεταλαβημένων.

Χριστιανοί μου,

σήμερα τιμοῦμε τούς Πατέρες τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Σύνοδου τούς εὐγνωμονοῦμε, ἐγκωμιάζουμε τήν ἀρετή τους καί θυμόμαστε τό φωτεινό τους παράδειγμα. Αὐτοί ἀγωνίσθηκαν καί παραδίδουν σέ μᾶς ἀνόθευτη τήν ἁγία μας πίστη. Γιά τή διαφύλαξη αὐτῆς τῆς ἀμώμου πίστης μας ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς συνιστᾶ: «γρηγορεῖτε» (Πράξ. 20,31). Καί ὁ μακάριος Παῦλος προτρέπει νά νουθετοῦμε «μετά δακρύων» (Πράξ. 20,19) ὅσους ξεφεύγουν ἀπό τήν ὀρθή πίστη εἴτε ἀπό ἄγνοια, εἴτε ἀπό παρερμηνεία. Ἠ Ἁγία μας Ἐκκλησία, σάν φιλόστοργη Μητέρα, ἀγωνιᾶ καί προσεύχεται γιά τά πεπλανημένα τέκνα της, αὐτά πού ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν ἀγκαλιά της. Μέ ἀγάπη καί κατανόηση θά τά καλοδεχθεῖ. Αὐτή ἡ μεταστροφή τους θά δώσει χαρά στούς ἀγγέλους καί σέ ὅλους τούς ἁγίους καί θά χαροποιήσει καί ἐμᾶς τά πιστά καί φιλότιμα τέκνα της. Ὀφείλουμε νά γίνουμε θιασῶτες τῆς ὀρθόδοξης πίστης καί ὡς χριστιανοί νά εἴμαστε ζωντανοί καί μάχιμοι.

Ἀδελφοί μου,

μόνο ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης πίστης ἐλευθερώνει οὐσιαστικά τόν ἄνθρωπο «γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ἡμᾶς» (Ἰω. 8,32).

Ἄς φυλάξουμε τόν πιό πολύτιμο θησαυρό μας τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Καί παράλληλα ἄς ἀγωνιζόμαστε νά ζοῦμε τή ζωή τῆς ἁγιότητας. Νά ἀποδεικνύουμε μέ τήν ζωή μας ὅτι μόνο μέσα στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πνέει ἡ ἁγιαστική Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἀναγεννᾶ καί ἐξυψώνει τόν ἄνθρωπο, ὥστε ὅσοι ἑτερόδοξοι μᾶς γνωρίσουν, νά λένε καί νά διακηρύττουν: «Αὐτοί ἔχουν τή χάρη, αὐτοί ἔχουν τήν ἀλήθεια. Θέλω νά γίνω Ὀρθόδοξος! Ἡ μυροβόλος αὔρα τοῦ χριστιανοῦ ἀγωνιστή Γ. Βερίτη ἰδιαίτερα θά μᾶς χαροποιήσει: “Ζήτω σ’ἐμᾶς! Εἴμαστε’μεῖς τοῦ Ναζωραίου πιστοί...Τόν παίρνουμε τό λόγο του καί πᾶμε. Ψηλά τά μέτωπα κι ἀπό χαρά τό βλέμμα λάμπει. Καί μέσ’ τή μαύρη σκοτεινιά καί στῆς ψευτιᾶς τά θάμπη, τίς ἀστραπές τοῦ πνεύματος ὁλόγυρα σκορπᾶμε. Ἄς μείνει στίς ψυχές μας μονοκράτορας, γιά τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων θρονιασμένος!” ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Γ' ΛΟΥΚΑ 08.10.2023


TheioKirigma

Ἀριθμός 40
8 Ὀκτωβρίου 2023
Κυριακή Γ΄ Λουκᾶ
(Β΄ Κορ. Θ΄ 6-11)
*

«ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός»(Β΄Κορ. Θ΄,9).

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει. Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. Δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, καθὼς γέγραπται· «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα». Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾿ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Τό κεντρικό θέμα τοῦ σημερινοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη. Συγκεκριμένα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὑπενθυμίζει στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου τό καθῆκον τους νά συνεισφέρουν καί αὐτοί ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν τους τῶν Ἱεροσολύμων. Ὁ μεγάλος καί θερμουργός Ἀπόστολος παρακινεῖ τούς χριστιανούς νά κάμουν ἐράνους, νά συγκεντρώσουν χρήματα, γιά νά βοηθήσουν τούς ἀδελφούς τους. Μέσα στήν ἀνθρώπινη φύση ἔχουν ἐμφυτευθεῖ ἐξ ἀρχῆς τά σπέρματα τῆς φιλοτιμίας, γιά νά γίνουμε θερμοί ἀγωνιστές, ὥστε νά μή δουλεύουμε στά ἀνελεύθερα πάθη.Ἔρχεται, λοιπόν, ὁ ἄριστος γεωργός τῶν ψυχῶν, πού εἶναι ὁ Κύριος, καί μᾶς κόβει τά ἐκβλαστήματα τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας. Δέν μᾶς λέει «νηστεύετε ὅπως ὁ οὐράνιος Πατέρας σας νηστεύει», δέν μᾶς λέει «νά μήν ἔχετε περιουσία, ὅπως καί ὁ οὐράνιος Πατέρας σας δέν ἔχει», ἀλλά τί μᾶς λέει; «Νά γίνετε οἰκτίρμονες, ὅπως ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι οἰκτίρμων»(Λουκ. 6,36). Νά εἶσθε εὐσπλαχνικοί καί ἐλεήμονες ἀπέναντι στίς δυσκολίες τῶν ἀδελφῶν σας. Δέν φτάνει νά εἶναι κανείς ἠθικός καί ἔντιμος, ἀλλά πρέπει νά προσφέρεται καί νά προσφέρει ἐλεημοσύνη! Μιά ἀπό τίς μεγαλύτερες ἀρετές, πού ἐξυμνεῖ ἰδιαίτερα ὁ Κύριός μας, κάνει πολλές ἀναφορές γι’ αὐτήν καί τήν ἀφήνει ὡς παρακαταθήκη, βοήθεια καί ὁδηγό στόν πνευματικό μας ἀγώνα. Τό «ἀγαπᾶ ἐλεημοσύνην ὁ Κύριος»(Ψαλμ. 32,5), τό «ἐλεημοσύνας καί πίστεσιν ἀποκαθαίρονται ἁμαρτίαι»(Παρ. 15,27), τό «ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν» (Ματθ. 9,13), τό «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου, ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22,39), τό «σοῦ δέ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου...καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σε ἐν τῷ φανερῷ»Ματθ. 6,3), τό «ἐπείνασα γάρ καί ἐδώκατε μοι φαγεῖν, ἠσθένησα καί ἐπεσκέψασθέ με,...ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτῳ τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. 25,40).

Πῶς, ὅμως, πρέπει νά ἐλεοῦμε τούς ἀδελφούς μας; Μέ ποιά κίνητρα; Στά ἐρωτήματα αὐτά μᾶς ἀπαντᾶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός», δηλαδή ὁ Θεός ἀγαπᾶ ἐκεῖνον, πού δίδει μέ προθυμία καί χαρούμενο πρόσωπο. Αὐτός πού σπείρει μέ τσιγγουνιά, λίγο σπόρο, θά θερίσει λίγα, μέ τσιγγουνιά, ἐνῶ αὐτός πού σπέρνει ἁπλόχερα, ἁπλόχερα καί θά θερίσει ̇ ἀκριβῶς τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μέ τήν ἐλεημοσύνη. Δίνεις; Δῶσε το μέ τρόπο πού νά κάμεις τόν βοηθούμενο νά αἰσθανθεῖ τήν ἀγάπη σου. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά τό μάθει ὅλο τό χωριό, νά τό γράψουν οἱ ἐφημερίδες. Φθάνει ὅτι τό γνωρίζει ὁ Θεός. Αὐτή ἡ ἱλαρότης καί καλωσύνη ἔχει ἀξία. Καί αὐτή ἀγαπᾶ ὁ Θεός καί βραβεύει. Προσφέρουμε τή βοήθειά μας, πού κατά περίπτωση μπορεῖ νά μήν εἶναι μόνο ὑλική, ἀλλά καί λεκτική, παρηγορητική, συμβουλευτική, διδακτική, πνευματική κ.λ.π. ὄχι ἀπό λύπη, νοιώθοντας οἴκτο γιά τόν ἄλλον, γιά τό πρόβλημά του, οὔτε ἀναγκαστική. Προσφέρουμε μέ ἀγαθή προαίρεση, ἀπό ἀγάπη, μέ ἀγάπη. Ἀσκοῦμε τήν ἐλεημοσύνη μέ δέος καί φόβο Θεοῦ, μυστικά, ὄχι μέ ἐπιδεικτική διάθεση. Δέν ἐπιζητοῦμε τήν κοινωνική ἐπιβράβευση, οὔτε βεβαίως τήν ἀνταπόδοση τοῦ ἐλεηθέντος. Τότε μόνο ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει ἀξία, τότε μόνο εἶναι πραγματική ἀρετή.

Ἐκεῖνος πού ἐνεργεῖ τήν ἐλεημοσύνη μέ τόν τρόπο πού θέλει ὁ Θεός, χαίρεται πάντα καί εὐχαριστεῖ τόν Κύριο γιά ὅ,τι μπόρεσε νά κάμει. Στό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ του πού βοηθᾶ, βλέπει τόν Κύριο καί τό γεγονός αὐτό δίνει φτερά στή ψυχή του καί φθάνει ψηλά στούς οὐρανούς. Ἐκεῖ ἀκούει, ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος Κορνήλιος, τόν ἀγγελικό λόγο:«οἱ προσευχές σου καί οἱ ἐλεημοσύνες σου εἰσακούσθηκαν ὡς προσφορά εὐπρόσδεκτος ἀπό τό Θεό». Διότι ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι πραγματικά μιά θυσία δοξολογίας πρός τόν ἐλεήμονα Θεό. Καί, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τό θυσιαστήριο τοῦ ἐλεήμονος ἀνθρώπου δέν εἶναι οἰκοδόμημα πέτρινο, ἐπάνω στό ὁποῖο θυσιάζεται ὁ Χριστός, ἀλλά τό ἴδιο τό πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἑπομένως, ὁ κάθε πτωχός ἀδελφός μας, ὁποιασδήποτε φύσεως, ἀκόμα καί ἄν βρίσκεται σέ πνευματικό σκότος, ὄχι μόνο δέν πρέπει νά περιφρονεῖται ἀπό ἐμᾶς, ἀλλά καί νά εἶναι πρόσωπο ἄξιο εὐλαβείας καί σεβασμοῦ. Ὀ ἁγιογραφικός λόγος τονίζει ὅτι:«ὁ ἐλεῶν πτωχόν δανείζει Θεόν»(Παρ. 19,17). Καί ὁ χρυσορρήμων Πατήρ μᾶς θέτει τό ἐρώτημα:«ἐάν ὁ Θεός δανείζεται ἀπό ἐμᾶς, ἐπομένως εἶναι χρεώστης μας. Στήν μέλλουσα ζωή, λοιπόν, θέλεις νά ἔχεις τό Θεό κριτή ἤ χρεώστη; Ἄς ἀγαπήσουμε τήν ἐλεημοσύνη. Πραγματικά, κανένα ἀγαθό δέν μπορεῖ νά ἐξισωθεῖ μέ αὐτήν. Αὐτή μᾶς καθαρίζει ἀπό τίς ἁμαρτίες μας καί μᾶς χαρίζει τό θεῖο ἔλεος, δηλαδή τήν σωτηρία, ὅπως καί πάλι λέγει ὁ ὑμνητής της ὁ χρυσοῦ ἐπίσκοπος: Στή μέλλουσα κρίση, ἐνῶ ἐσύ σωπαίνεις, αὐτή σέ ὑπερασπίζεται ἤ καλύτερα ἐνῶ ἐσύ σωπαίνεις, ἀμέτρητα στόματα εὐχαριστοῦν γιά σένα. Λοιπόν, τρέξε καί ἀγόρασε τή σωτηρία διά τῆς ἐλεημοσύνης. Ἐλεημοσύνη εἶναι καί μιά εὐχή πού θά κάνουμε στό Χριστό γιά κάποιο ἀδελφό μας. Ἐλεημοσύνη εἶναι καί ἡ λύπη πού θά δοκιμάσουμε γιά μιά δοκιμασία ἤ ἀρρώστια τοῦ ἀδελφοῦ μας. Ἐλεημοσύνη εἶναι νά ἔχεις καρδιά. Διότι, κατά τόν λόγο ἑνός μεγάλου Ἁγίου, τοῦ ἀββᾶ Παμβώ: Ἐάν ἔχεις καρδιά μπορεῖς νά σωθεῖς.

Οἱ Πατέρες μας καί πάλι συνδαιτυμόνες μας στήν πνευματική μας τράπεζα.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ἡ ἐλεημοσύνη πού μολύνθηκε ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς ματαιοδοξίας, δέν εἶναι πιά ἐλεημοσύνη, ἀλλά κομπασμός καί σκληροκαρδία. Γιατί, ὅταν δίνεις μέ ὑπερηφάνεια, εἶναι σάν νά διασύρεις δημόσια τόν ἀδελφό σου.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός: Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπό ὅλες τίς πράξεις, ἐπειδή σέ μικρή τιμή ἀποκτοῦμε τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, γιά μικρά προσωρινά ἀγαθά, λαμβάνουμε οὐράνια δόξα.

Ὁ Ἀββᾶς Ἠσαΐας συμβουλεύει: Ὅταν ἐλεήσεις τόν πτωχό ἀδελφό σου, μή τόν φωνάζεις νά σέ βοηθήσει στή δουλειά σου, γιά νά μή χάσεις τό μισθό τῆς εὐεργεσίας.

Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος: Γιατί ὁ υἱός δέν κάνει τό θέλημα τοῦ πατέρα του ἀπό φόβο, οὔτε γιατί θέλει νά πάρει ἀπό αὐτόν μισθό, ἀλλά ἐπειδή θέλει νά τόν διακονήσει, νά τόν τιμήσει καί νά τόν ἀναπαύσει. Καί ἐμεῖς, ἔτσι πρέπει νά κάνουμε τήν ἐλεημοσύνη, γιά τήν ἴδια τήν ἀρετή, συμμετέχοντας στίς δυσκολίες τῶν ἄλλων, σάν νά ἦταν μέλη τοῦ σώματός μας.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος θά διδάξει: Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι πράξη ἀγαθῆς προαίρεσης. Εἶναι ἐσωτερική φωνή προερχόμενη ἀπό ἀγαθή καρδιά, πού ἀγαπᾶ τόν πλησίον της. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι δικαιοσύνη, πού ἀποδίδει αὐτά πού οὐσιαστικά ὀφείλουμε σ’αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη. Διότι αὐτός πού κατέχει τόν πλοῦτο πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεό, γίνεται ταὐτόχρονα οἰκονόμος καί διαχειριστής τῶν ἀγαθῶν πού μέ ἀφθονία δόθηκαν ἀπό τόν Θεό. Ὁ ἐλεήμονας εἶναι ἐλεημένος ἀπό τόν Θεό. Διότι εἶναι πράγματι δῶρον Θεοῦ νά ἀποκτᾶς συνήθεια ἐλεημοσύνης καί φιλανθρωπίας. Εἶναι μακάριος ὁ ἐλεήμονας, γιατί αὐτός θά γίνει κληρονόμος τῆς Βσιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς ἑτοιμασμένης ἀπό καταβολῆς κόσμου.

Ὀ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης:Τί εἶναι αὐτό πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό καί τόν ἀδελφό μας; Τό χρῆμα καί ἡ ὑλική ἀπόλαυση, δηλαδή ὁ πηλός, τά σκύβαλα, ἡ φθορά. Γιατί; Ἐπειδή δέν ἔχουμε ζωντανή χριστιανική πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Δέν ξέρουμε ἤ ξεχνᾶμε πώς ἀληθινή ζωή γιά τόν ἄνθρωπο σημαίνει ἀγάπη γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἀπευθυνόμενος πρός τίς Νύμφες τοῦ Χριστοῦ θά τούς πεῖ:Αὔριον φεύγομεν ἀπ’ἐδῶ ̇ λοιπόν, νά φροντίσωμεν διά τάς ψυχάς μας. Ὅλοι ἔχομεν ἀνάγκην ἀλληλοβοηθείας. Εἶδες τήν ἀδελφή καί ἐξέκλινε λίγο, ἅρπαξέ την ̇ πές της ἕνα λόγο νά τήν βοηθήσεις. Ἄλλη εἶπε ἕναν λόγο κακόν; συμβούλεψε την ̇ μή ἀδελφή, προξενεῖς λύπη στό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μή καταστρέφεις τήν ψυχήν σου. Βλέπεις μίαν ἄλλην νά βαδίζει τήν ὁδόν τῆς ἀπωλείας; ἔλα δῶ, ἀδελφή, πές της, ποῦ πᾶς; θά χαθεῖς. Ἔτσι νά κάμνετε κάθε μέρα...Νά φροντίσωμεν νά βγάλωμεν τό κακόν, διότι ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ὁ ἐχθρός μας διάβολος.

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης ἔλεγε, ὅτι πρέπει νά κάνουμε ἀγόγγυστα ἐλεημοσύνη καί νά τί ἔκανε ὁ ἴδιος: Ὅταν ἦταν ἄρρωστος στό νοσοκομεῖο ἐρχόταν πολύς κόσμος νά τόν δεῖ, νά πάρει τήν εὐλογία του καί κάποιοι τοῦ ἄφηναν κάποια φακελάκια μέ χρήματα. Ἐκεῖνος ἀφοῦ ἀνάρρωσε ἐπισκεπτόταν τούς συνασθενεῖς, τούς εὐλογοῦσε καί τούς σταύρωνε καί ἄφηνε διακριτικά κάθε φακελάκι κάτω ἀπό τό μαξιλάρι τοῦ ἀσθενοῦς ἱεροκρυφίως.

Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνας ἔλεγε: Ἡ ἀγάπη δέν φαίνεται ἀπό τό τί δίνεις ἀλλά τό πῶς τό δίνεις. Ἀγάπη δέν εἶναι τό ἅπλωμα τοῦ χεριοῦ, ἀλλά τό δόσιμο τῆς καρδιᾶς. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν ἐλεήμονα, πού δίνει μέ προθυμία καί χαρούμενο πρόσωπο ἀλλά καί μέ ἐλεύθερη γνώμη. Ἐλεημοσύνη πού προσφέρεται «ἐκ λύπης ἤ ἐξ ἀνάγκης» εἶναι ἀπαράδεκτη καί ἀπόβλητη. Ἡ ρίζα τῆς ἐλεημοσύνης βρίσκεται στή καρδιά ̇ ἀρχίζει ἀπό τή καρδιά καί τελειώνει στό χέρι μας. Ἐλεημοσύνη δίχως ἀγάπη, εἶναι ψυχρή καί καταθλιπτική. Εἶναι λουλούδι δίχως ὀμορφιά καί εὐωδία.

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος θά συνοψίσει: Δέν ὑπάρχει ἐξυπνότερος ἄνθρωπος ἀπό τόν ἐλεήμονα, ὁ ὁποῖος δίνει γήινα, φθαρτά πράγματα καί ἀγοράζει (μ’αὐτά) ἄφθαρτα, οὐράνια. Τήν πνευματική ἀλλοίωση πού δέχεται ἡ ψυχή μαζί μέ τήν καρδιακή ἀγαλλίαση πού αἰσθάνεται, ἀπό μιά μικρή ἐλεημοσύνη ἤ καλωσύνη πρός τόν συνάνθρωπο, δέν μπορεῖ νά δώσει οὔτε ὁ μεγαλύτερος καρδιολόγος. Οἱ τσέπες σας πρέπει νά εἶναι ἀνοικτές, ὥστε νά φεύγουν τά χρήματα γιά φιλανθρωπίες. Εἶναι σκάνδαλο νά ὑπάρχουν τσέπες γεμάτες λεφτά καί νά εἶναι ραμμένες.- Μόνο ὅσο ζεῖ κανείς μπορεῖ νά δίνει. Μετά τοῦ τά ἁρπάζουν. -Ὅσο πετᾶς (δίνεις δηλ. ἐλεημοσύνη), τόσο πετᾶς, (ἀνεβαίνεις δηλ. πνευματικά). -Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀγάπη, δέν ἀρκεῖται στό νά δώσει μόνο σέ ὅποιον τοῦ ζητήσει ἐλεημοσύνη, ἀλλά ψάχνει νά βρεῖ ἀνθρώπους πού ἔχουν ἀνάγκη, γιά νά τούς συμπαρασταθεῖ.

Χριστιανοί μου,

ἀκούσαμε σήμερα τό ἀποστολικό στόμα νά συνιστᾶ πρός ὅλους μας: «ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός». Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν. Εἶναι ἐκείνη ἡ ἄριστη συνοδός μας, ὅταν θά κληθοῦμε νά ἐγκαταλείψουμε τόν μάταιο αὐτό κόσμο. Ἡ ἐλεημοσύνη θά μᾶς δώσει κουράγιο νά σταθοῦμε μπροστά στό φοβερό βῆμα τοῦ Κυρίου. Ἡ ἐλεημοσύνη θά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι δέντρο, πού φυτεύεται κάτω στή γῆ, ἀλλά τούς καρπούς του τούς ἀπολαμβάνουμε στούς οὐρανούς. Ἀρκεῖ νά εἶναι ὅπως τήν προδιέγραψε ὁ οὐρανοβάμων Παῦλος. Γενναία καί μέσα ἀπό τήν καρδιά. Ἄν δέν θέλουμε νά κυλήσει ἀνώφελα ἡ ζωή μας, ἄς ἀγαπήσουμε τήν ἐλεημοσύνη καί ἄς τήν ἀσκήσουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά. Αὐτή θά μᾶς σώσει. Καί ἐδῶ καί στήν ἄλλη ζωή, τήν πραγματική καί ἀτελεύτητη. Αὐτή ἡ χριστιανική ἐλεημοσύνη, ἡ γενναιοδωρία μας, θά μᾶς στείλει «τό μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ» πού τόσο ἔχουμε ἀνάγκη.

Αὐτή ἡ Δεσποτική φωνή μᾶς φωνάζει σήμερα: «τέκνον, τή ζωή τοῦ πτωχοῦ μή ἀποστερήσεις»(Σοφ. Σειρ. 4,1) καί «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται»(Ματθ. 5,7). Αὐτά πρέπει νά τά ἐνστερνιστοῦμε καί νά τά γράψουμε μέ χρυσᾶ γράμματα στίς καρδιές μας καί νά δοῦν οἱ ἄνθρωποι τά ὄντως καλά μας ἔργα γιά νά δοξάζεται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο(Ματθ. 5,16).

Ὁ γλυκόηχος παιάνας τοῦ Γ. Βερίτη θά παιανήσει καί πάλι. Ἀπευθύνεται στό θάνατο τῆς μητέρας του, ἡ ὁποία διακρινόταν ἰδιαίτερα γιά τήν ἐλεημοσύνη της. “Καί φτερούγισε ἡ ψυχή σου πρός τά πλάτια τοῦ τετράψηλου κι ἀπέραντου οὐρανοῦ, κι ἀνοιχτήκαν τῶν ἀγγέλων τά παλάτια. Καί, ὤ χαρά σου! Χρυσοπλούμιστος ὁ θρόνος τοῦ τρανοῦ ἀστραπόλαμψε μπροστά σου. Καί μαγέψανε τ’αὐτιά σου λυγερόφωνες χορεῖες χερουβικές”.AMHN!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου