Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 33






 Πρωτ. 374
ἈριθμΔιεκπ. 116

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ  33

Θέμα: Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνικόν Ἔθνος

Πρός
τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς  καθἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Χριστιανοί μου!
    Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τό θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ὀρθῆς πίστεως, ἡ ὁποία κατενίκησε ὅλες τίς αἱρέσεις καί στερεώθηκε γιά πάντα. Ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα καὶ τιμάει αὐτὰ ποὺ οἱ Προφῆτες εἶδαν καὶ γνώρισαν. Αὐτὰ τὰ ὁποῖα οἱ Ἀπόστολοι δίδαξαν, αὐτὰ τὰ ὁποῖα οἱ διδάσκαλοι δογμάτισαν καὶ ἡ οἰκουμένη συμφώνησε. Αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἔκαναν τὴν χάρη νὰ λάμψει καὶ νὰ παρουσιασθεῖ ἡ ἀλήθεια. Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας καί τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ὀντολογικό συστατικό στήν μακραίωνη πορεία καί στήν ταυτότητα τοῦ Ἔθνους μας.
    Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τό πνευματικό στέγαστρο τῆς Ἑλλάδος, ὑπό τήν προστατευτική σκέπη τοῦ ὁποίου διεφυλάχθη ἀπό ἰσχυρούς καύσωνες καί καταρρακτώδεις ὑετούς ἡ ζωή καί ἡ ἀκεραιότητα τοῦ Ἔθνους μας. Αὐτή ἀπεκάλυψε στούς Ἕλληνες «ὅν, ἀγνοοῦντες, ηὐσέβουν», συνετέλεσε στή διαμόρφωση τοῦ ὑπερχιλιετοῦς Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ, ὑπῆρξε ἡ μόνη καταφυγή καί τό μόνο στήριγμα στούς ζοφερούς χρόνους τῆς δουλείας, ἐνέπνευσε καί εὐλόγησε τόν ἱερό ἀγῶνα τῆς παλιγγενεσίας. Αὐτή εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχήν παράγων ἑνότητας τοῦ ἐλευθέρου Ἑλληνικοῦ Κράτους, ὁ βασικώτερος φορέας κοινωνικῆς- φιλανθρωπικῆς διακονίας, ἡ ἀνεξάντλητη πηγή ἐμπνεύσεως τῆς τέχνης, τό σταθερό θεμέλιο τῶν ἀνθρωπιστικῶν διατάξεων τῆς δικαιοσύνης, ἡ καθοριστική συνεργάτιδα στό ἔργο τῆς Ἐθνικῆς μας Παιδείας.
    Μέ αὐτά τά δεδομένα ἐπιθυμοῦμε νά καταθέσουμε ὡς πνευματικός πατέρας τοῦ Ὀρθοδόξου Χιακοῦ Λαοῦ, ἀλλά καί ὡς ἐλεύθερος Ἕλλην πολίτης τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, τίς σκέψεις μας καί τίς θέσεις μας γιά τόν ρόλο τῆς Ὀρθοδοξίας στό Ἔθνος μας. Καί οἱ θέσεις αὐτές θά στηρίζονται στήν ἱστορική μας ἐμπειρία, ἀλλά καί στό σεβασμό τῶν ἀρχῶν καί τῶν ἀξιῶν τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ πηγή κάθε ἐξουσίας στό πολίτευμα τῆς Χώρας μας.
    Ἡ συζυγία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καί τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἀνήκει μόνο στό παρελθόν. Ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση ἐξακολουθεῖ νά ἀποτελεῖ γιά τόν Ἑλληνισμό τή μεγίστη δύναμη, μέ τήν ὁποία εἶναι δυνατόν νά ἀντιμετωπίζει τά προβλήματα ἀπό τίς διεθνεῖς πολιτικές, κοινωνικοοικονομικές καί πνευματικές ἀνακατατάξεις. Ὅσοι, τυχόν, ἐπιδιώκουν τήν ἀποκοπή τοῦ Ἔθνους ἀπό τίς ρίζες του καί τήν ἀπογύμνωσή του ἀπό τήν πνευματική του πανοπλία ὄχι μόνο ἔχουν πλήρη ἄγνοια τῆς σπουδαιότητας τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης καί στή σύγχρονη ἐποχή, ἀλλά καί εὑρίσκονται ὑπό τήν ἐπίδραση ἀναχρονιστικῶν ἐκκλησιολογικῶν προϋποθέσεων, οἱ ὁποῖες εἶχαν διαμορφωθεῖ καί ἐπικρατήσει στή Δύση ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰῶνα. Καί ἐνῶ ὅσοι ὑποστηρίζουν αὐτές τίς θέσεις ἐπικαλοῦνται ἀόριστες διατυπώσεις τοῦ διανοητῆ καί πιστοῦ χριστιανοῦ Ἀδαμάντιου Κοραῆ, εὑρισκομένου ὑπό τήν ἐπίδραση τῶν πνευματικῶν κινήσεων πού ἐπικρατοῦσαν τότε στή Δύση, ἀποσιωποῦν σκοπίμως, τήν ἐκτίμησή του ὅτι οἱ Κληρικοί εἶναι «οἱ πνευματικοί ἡγούμενοι τοῦ Λαοῦ, τεταγμένοι διά τήν ἠθικήν παιδείαν τοῦ Γένους» καί τήν σύστασή του στόν κάθε Ἕλληνα «νά μή ζητεῖ τήν σωτηρίαν του παρά εἰς τήν ὁποίαν ἐγεννήθη καί ἐβαπτίσθη Ἀνατολικήν Ἐκκλησίαν» (περ. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Χριστούγεννα 1983, σελ. 165). Ἄλλωστε «Τό ὄνομα τῆς Ἑλλάδος ἄνευ τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἤθελεν ἴσως ὑπάρχει σήμερον ἤ ἐντός Βιβλιοθηκῶν καί εἰς σοφῶν τινῶν ἀναμνήσεις» (Σπ. Ζαμπέλιος).
    Σημαντικός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ὀρθοδοξίας καί  στή θρησκευτική καλλιέργεια τῶν μαθητῶν. Ἡ παιδεία ἐθεωρεῖτο ἀνέκαθεν ὡς ὑπέρτατη ἀξία τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ. Ὁ Πλούταρχος διεκήρυσσε ὅτι «παιδεία τῶν ἐν ἡμῖν μόνον ἔστιν ἀθάνατον καί θεῖον». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος συμφωνεῖ λέγοντας «οἶμαι δέ πᾶσιν ὁμολογεῖσθαι τῶν νοῦν ἐχόντων παίδευσιν τῶν παρ’ ἡμῖν ἀγαθῶν εἶναι τό πρῶτον». Ἡ παιδεία αὐτή ὑπῆρξε τό κατ’ ἐξοχήν καύχημα τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί ἔτυχε παγκοσμίας ἀναγνωρίσεως ὡς Ἑλληνορθόδοξη, μακράν τῆς ἀνεπίτρεπτης καπηλείας καί τῆς ἀδικαιολόγητης πολεμικῆς τοῦ ὅρου. Ἔτσι ἡ Προκήρυξις τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας (16.3.1822) ὁρίζει ὅτι «κάθε πεφωτισμένη Διοίκησις ἔχει χρέος νά φροντίζῃ διά τήν ἀνατροφήν τῶν πολιτῶν ... καθότι δι’ αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος ... γνωρίζει τά καθήκοντά του πρός τόν Θεόν, πρός τήν πατρίδα καί πρός τούς ὁμοίους του καί χειραγωγεῖται εἰς τήν ὁδόν τῆς εὐδαιμονίας».
    Τήν σύζευξη τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μέ τήν Πνευματική πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ τονίζει καί τό φιλελεύθερο πνεῦμα τοῦ Γιώργου Θεοτοκᾶ: «Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική παράδοση ... ἔχει πνευματική καί ἠθική ἀξία ἀνυπολόγιστη καί θά εἶναι τεράστια ἡ ζημία τοῦ ἔθνους ἄν τήν ἀφήσει ... νά χαθεῖ», ἐφ’ ὅσον γιά τήν σημερινή Ἑλλάδα «ἕνα θεμελιακό γνώρισμα τοῦ χαρακτήρα της» εἶναι «ὅτι εἶναι χώρα χριστιανική, δεμένη μάλιστα μέ τήν ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπό τήν πρώτη ὥρα». Ἕνας ἐκλεκτός πνευματικός ἄνδρας, ὁ πρῶτος, μετά τήν μεταπολίτευση Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, Μιχαήλ Στασινόπουλος, ἔχει γράψει: «Μέ αὐτό τό λαμπρόν ζεῦγμα τῶν δύο πνευματικῶν κόσμων (Ἑλληνικοῦ καί χριστιανικοῦ) εἶχεν ἀρχίσει ἡ πρώτη μετά τήν ἀνεξαρτησίαν Ἑλληνική Παιδεία ... τά πρῶτα σχολικά βιβλία, πού ἐξεδόθησαν διά νά εἰσαχθοῦν εἰς τά ἐν μέσῳ καταπνιζόντων ἐρειπίων λειτουργοῦντα πρῶτα ἑλληνικά σχολεῖα, ἦσαν ἑλληνικά μαζί καί χριστιανικά. Συνεξεδίδοντο εἰς ἑνιαίους τόμους οἱ μῦθοι τοῦ Αἰσώπου μαζί μέ τούς λόγους τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ Λουκιανός μαζί μέ τά ἔργα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὁ Ξενοφῶν καί ὁ Πλούταρχος καί ὁ Ἰσοκράτης μαζί μέ τόν περί Ἱερωσύνης λόγον τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Αὐτήν τήν προσήλωσιν ἦλθε νά ἐπικυρώσῃ μέ σταθερότητα ὕστερα ἀπό ἕνα πλέον αἰῶνα τό ἑλληνικόν Σύνταγμα τοῦ 1952 ὁρίζον εἰς τό ἄρθρον 16 ὅτι θεμέλιον τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαιδεύσεως εἶναι τά ἰδανικά τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ. Καί τό Ν.Δ. 4379/24.10.1964 ὁρίζει ὅτι ‘‘σκοπός τοῦ Γυμνασίου εἶναι ἡ θρησκευτική ἀγωγή τῶν μαθητῶν κατά τά δόγματα καί διδάγματα τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Θρησκείας... εἰς τό Λύκειον οἱ μαθηταί πρέπει νά ἐμβαθύνουν εἰς τό πνεῦμα τοῦ χριστιανισμοῦ καί νά κατανοήσουν τόν ρόλον τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Ἐλληνικοῦ Ἔθνους καί νά μελετήσουν καί νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξίαν τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς καί τῆς χριστιανικῆς Γραμματείας καί Τέχνης’’. Ἡ ζωντανή αὐτή φωνή τοῦ προσφάτου τούτου νομοθετήματος, ἐπιβεβαιώνει ἀκόμη μίαν φοράν ὅτι τό πνεῦμα τό ἑλληνικόν, ὑπό τήν ἐκδήλωσίν του τήν ἑλληνοχριστιανικήν, κατώρθωσε νά ἐπιζήσῃ ἀκμαῖον ὄχι μόνον ἀπό τήν φοβεράν δουλείαν ἀλλά καί ἀπό τό πνεῦμα τοῦ ὑλισμοῦ τοῦ 19ου αἰῶνος, καί ἀπό τήν δεσποτείαν τῆς μηχανῆς κατά τάς ἀρχάς τοῦ 20οῦ αἰῶνος καί ἐπιζεῖ θριαμβευτικά ὑπό τήν συντριπτικήν τεχνοκρατίαν τῆς παρούσης ἐποχῆς, πού προκαλεῖ τόσον δέος εἰς τούς ὑπερμάχους τοῦ πνεύματος». (Μ.Δ. Στασινοπούλου «Ἡ δύσις τοῦ ἀρχαίου κόσμου καί ἡ συνάντησίς του μέ τόν χριστιανισμόν» ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 903, 15.2.1965).
    Ἀπό αὐτές τίς μαρτυρίες εἶναι πρόδηλον ὅτι ἡ ἱερή τροφοδοσία τῆς μαθητιώσσας νεότητος ἀπό τήν Ὀρθοδοξία σημαίνει καί ἐκτίμηση στή χριστιανική πίστη καί ἀγάπη στό Λαό μας. Καί τοῦτο γιά τόν ἑξῆς λόγο: Κατά τήν διάρκεια τῶν τεσσάρων αἰώνων δουλείας ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶχε ὑπό τήν εὐθύνη της τίς ἀναδειχθεῖσες Σχολές τοῦ Γένους καί τά ἀνεπίσημα Σχολεῖα τῶν Μονῶν καί Ἐπισκοπῶν. Ἄν σ’ αὐτά τά σχολεῖα ἐχαλκεύοντο ἀνελεύθερες συνειδήσεις, τότε πῶς ἐφθάσαμε στόν ἐπικό ἀγῶνα τῆς ἐλευθερίας τοῦ 1821 καί στίς θυσίες τόσων ἡρώων, οἱ ὁποῖοι ἐθυσιάσθηκαν γιά νά ζοῦμε ἐμεῖς ἐλεύθεροι;
    Ἄλλωστε, οἱ δεσμοί μέ τήν παράδοση καί μέ τά ἰδανικά κάθε εὐρωπαϊκῆς χώρας ἀνανεώνονται συνεχῶς στίς συνειδήσεις τῶν ἐκπαιδευομένων μαθητῶν τῆς δημοτικῆς καί μέσης ἐκπαίδευσης. Τέτοιοι σκοποί δέν θυσιάζονται ποτέ στά ἀκαθόριστα πλαίσια μιᾶς γενικῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία συνήθως μεταπίπτει σέ ἀπειθαρχία καί ἀσυδοσία ὅσων δέν μποροῦν νά ἐκτιμήσουν καί νά ἀξιοποιήσουν τό μέγιστο αὐτό ἀγαθό τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἔτσι εἶναι ἀπαραίτητη ἡ Ὀρθόδοξη θρησκευτική ἀγωγή τῶν παιδιῶν μας καθώς τά διδάσκει τήν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας. Οἱ ἀντίθετοι ζητοῦν νά θρέψουμε τά παιδιά μας μέ τά ψεύδη τῆς ἐφήμερης ζωῆς τοῦ ὑλισμοῦ καί τῆς ἀσυδοσίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη μας ἀξιολογεῖ τόν ἄνθρωπο ὡς ψυχή καί πρόσωπο καί προσπαθεῖ νά δημιουργήσει ὑπεύθυνες καί ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες πού θά εἶναι στολίδι τῆς κοινωνίας. Διδάσκει κανόνες ζωῆς, πράξεως καί χάριτος, ἐνῶ οἱ ἀρνητές της προβάλλουν τυχάρπαστα πρότυπα ζωῆς, γεμάτα ἀπό μηδενισμό καί ἀπογοήτευση. Καί ἐνῶ ἡ Ὀρθόδοξη πίστη σέβεται τό ἀνθρώπινο σῶμα, ὡς κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ διάφοροι ἐκσυγχρονισταί τό ἔκαναν σύμβολο ἐξευτελισμοῦ καί καταπτώσεως.
    Τήν σχέση αὐτή μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἐπεσήμανε χαρακτηριστικά ὁ Χρῆστος Θηβαῖος, Εἰσηγητής στήν Ἐπιτροπή Ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος τῆς Δ΄ Ἀναθεωρητικῆς Βουλῆς: «ὁ καθορισμός τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ὑπερβαίνει τήν δύναμιν οἱασδήποτε ἐθνικῆς συνελεύσεως, διότι ἀποτελεῖ ἡ ὀρθόδοξος πίστις συστατικόν στοιχεῖον τῆς ψυχοσυνθέσεως τοῦ Ἕλληνος καί ἱστορικόν δεδομένον ἀπαρασάλευτον. Τόσον δέ τοῦτο ἐθεωρήθη ἀναμφισβήτητον, ὥστε τά ἑλληνικά ἐπαναστατικά συντάγματα ὡς γνώρισμα τοῦ Ἕλληνος ἔθεσαν τήν Χριστιανικήν θρησκείαν».
    Ἄν, λοιπόν, δέν θά εἶχε καμμιά ἰσχύ, ἀπόφαση νά κατεδαφισθεῖ ὁ Παρθενώνας, πολύ φοβερώτερος θά ἦταν ὁ θρησκευτικός ἀποχρωματισμός τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας.
    Σ’ αὐτή τή κατεύθυνση προστίθενται οἱ ἀναρίθμητες φωνές τῶν ἡρώων καί τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους μας, τῶν Μεγάλων Πατέρων καί Διδασκάλων τοῦ Γένους καί ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι συνέθεσαν τήν μεγαλειώδη ἐποποιία τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί ὡς ὄργανα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διεμόρφωσαν τόν πολυτιμώτερο θησαυρό τῆς ἀνθρωπότητας, τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση. Γι’ αὐτό γιά τήν πορεία μας «Κριταί θά μᾶς δικάσουν οἱ ἀγέννητοι καί οἱ νεκροί». Ἐμεῖς θέλουμε τό Ἔθνος μας νά προοδεύει, τό λαό μας νά εἶναι ἑνωμένος, τήν Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία νά δέχεται τόν σεβασμό τῶν ἄλλων, ὅπως καί ἐκείνη σέβεται καί στηρίζει ὅλους. «Τοῦτο οὖν λέγω καί μαρτύρομαι ἐν Κυρίῳ, μηκέτι ὑμᾶς περιπατεῖν,  καθώς καί τά λοιπά ἔθνη περιπατεῖ ἐν ματαιότητι τοῦ νοός αὐτῶν, ἐσκοτισμένοι τῇ διανοίᾳ, ὄντες ἀπηλλοτριωμένοι τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ, διά τήν ἄγνοιαν τήν οὖσαν ἐν αὐτοῖς, διά τήν πώρωσιν τῆς καρδίας αὐτῶν»(Ἐφεσ. δ΄ 17).

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2018

Μέ πατρικές εὐχές

† Ο ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ & ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ ΜΑΡΚΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου