Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ε' ΛΟΥΚΑ) 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022


TheioKirigma

Ἀριθμός 45

ΚΥΡΙΑΚΗ  Ε΄ ΛΟΥΚΑ

30 Ὀκτωβρίου 2022

«ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ» (Λουκ. 16, 24)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἄνθρωπος τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾽ ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχὸς δέ τις ἦν, ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν Ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ. Ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος, καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε΄ Πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος, καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου΄ ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπεν δὲ Ἀβραάμ΄ Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι. Καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ΄ Ἐρωτῶ οὖν σε, Πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου΄ ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς, ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ΄ Ἔχουσι Μωσέα καὶ τοὺς Προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν΄ Οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ᾽ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτοὺς μετανοήσουσιν. Εἶπεν δὲ αὐτῷ, Εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν Προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδ᾽ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἀπὸ ἀναισθησία ψυχῆς ἔπασχε ὁ πλούσιος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ πάθος τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου, ὁ ὁποῖος κατέκειτο στὸν πυλῶνα καταπληγωμένος καὶ περίμενε τὰ ψίχουλα γιὰ νὰ τραφεῖ, δὲν προκαλοῦσε κανένα συναίσθημα λύπης στὸν πλούσιο. Δὲν συνεκινεῖτο καθόλου ἀπὸ τὴν θλίψη τοῦ πτωχοῦ. Μὲ ἀπάθεια τὸν ἔβλεπε ἀπὸ τοὺς μεγαλοπρεπεῖς πυλῶνες τοῦ ἀνακτόρου του νὰ ὀδυνᾶται ἀπὸ τοὺς πόνους. Ἡ ἀπανθρωπία τοῦ εἶχε κλείσει τὴν καρδιά. Τὸν πλοῦτο τὸν θεωροῦσε δικό του κτῆμα καὶ τὸν σπαταλοῦσε γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἡδονῶν του. Ἀγνώμων καὶ ἀχάριστος πρὸς τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ ἐχάρισε τὰ πλούτη, δὲν ἀνταπέδωσε τὴν εὐεργεσία, ἀλλὰ τὰ σκορποῦσε θεραπεύοντας τὰ πάθη του.

Ἀγνόησε ὁ ἀνελεήμων πλούσιος ὅτι ἡ πραγματικὴ ἀγάπη βρίσκεται στὴν ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον, ὅτι δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ προσφέρει ἡ ἐλεημοσύνη. Ἀγνόησε ὅτι ἐκεῖνος ποὺ πλουτίζει ἄλλους, πλουτίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του αἰώνιο πλοῦτο, ἀδαπάνητο καὶ ἀληθινό. Καὶ ἐπιπλέον, δὲν σκέφθηκε ποτὲ ὅτι κάποτε θὰ ἔδινε λόγο γιὰ τὴν διαχείριση τοῦ πλούτου ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς καὶ ὅτι θὰ τιμωρηθεῖ γιὰ τὴν ἀσπλαχνία καὶ τὴν σκληροκαρδία του.

Τὶ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης μᾶς δίνει ἕνα θαυμάσιο ὁρισμό. Λέγει ὅτι εἶναι «ἐπίτασις τῆς ἀγάπης, ὁ ἔλεος». Εἶναι δηλαδὴ δυνάμωμα τῆς ἀγάπης. Ὅπως ἡ θηριωδία καὶ ἡ σκληρότητα γεννᾶται ἀπὸ τὸ μῖσος, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη βλασταίνει ἡ ἐλεημοσύνη.  Ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ συμπάθεια πρὸς τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ἀνάγκες τοῦ πλησίον. Γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἄλλων ἐντολῶν ὁ Κύριος ὁρίζει ὡς ἔπαθλο τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν‧  ἐνῶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θὰ φανοῦν ἐλεήμονες καὶ οἰκτίρμονες πρὸς τοὺς ἄλλους ἔβαλε ἀκόμα μεγαλύτερο ἔπαθλο: «ἔσεσθε», λέει, «υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»  (Λουκ. 6, 35).

Στὸ ἱερὸ βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Τωβὶτ (4, 7) ἀναφέρεται: «Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ παντὸς πτωχοῦ καὶ ἀπὸ σοῦ οὐ μὴ ἀποστραφῇ τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ».  Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ἀνταμείβει καὶ εὐλογεῖ τὸν ἐλεήμονα, ἐνῶ ἡ πράξη τῆς ἐλεημοσύνης ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἄνθρωπο τιμὴ. Ἀλλὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει: «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40). Δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ ἐλεεῖ ὅποιον βρίσκεται σὲ δύσκολη θέση εἶναι σὰν νὰ τὸ κάνει γιὰ τὸν Θεό.

Ἀγαπητοί μου,

Κάνοντας ἐλεημοσύνη ὁμοιάζουμε μὲ τὸν πολυεύσπλαγχνο Θεὸ καὶ Πατέρα μας (Λουκ. 6, 36) καὶ ἀκολουθοῦμε τὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος γιὰ ἐμᾶς «ἐπτώχευσεν πλούσιος ὤν, ἵνα ἡμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτίσωμεν» (Β΄ Κορ. 7, 9). Ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους καρποὺς ποὺ προσφέρει ἡ ἐλεημοσύνη σὲ ὅποιον τὴν ἀσκεῖ εἶναι ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του. Τὸ διδάσκει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη: «ἐλεημοσύνη ἐκ θανάτου ῥύεται καὶ αὕτη ἀποκαθαριεῖ πᾶσαν ἁμαρτίαν» (Δαν. 4, 24 καὶ Παρ. 5, 27). Μᾶς τὸ ἐπισημαίνει καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη: «ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» (Α΄ Πέτρ. 4, 8).

Δὲν εἶναι ἐλεημοσύνη μόνον ἡ προσφορὰ ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ καὶ ὁ πνευματικὸς λόγος, ἡ προσευχή, ἡ παρηγορία καὶ ἡ στήριξη τῶν ἀνθρώπων ποὺ βρίσκονται σὲ δοκιμασίες καὶ γενικὰ δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς. Κυρίως ἀπὸ αὐτὰ ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Σήμερα ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν βασανίζονται ἀπὸ τὴν ἔλλειψη ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὴν μοναξιά, τὴν περιφρόνηση, ἀπὸ ἐμμονές, ἀπὸ ἰδεολογίες, καὶ γενικὰ ἀπὸ τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ζωή τους. Οἱ Ἅγιοι κάθε ἐποχῆς μὲ τὴν χάρη ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός, εὐεργέτησαν πολλοὺς συνδέοντάς τους μὲ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς χαρᾶς ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.

Τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ παραδείσου, οἱ θεῖοι Πατέρες, μᾶς προσφέρουν τὰ ἀρώματα τῶν ἱερῶν διδασκαλιῶν τους.

Ὁ Μ. Βασίλειος: «Δὲν ἐλέησες, δὲν θὰ ἐλεηθεῖς. Δὲν ἄνοιξες τὴν πόρτα, θὰ ἐκδιωχθεῖς ἀπὸ τὴν Βασιλεία. Δὲν ἔδωσες ψωμί, δὲν θὰ λάβεις τὴν αἰώνια ζωή».

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Ἂς μὴ μακαρίζουμε τοὺς πλούσιους, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦν ἐνάρετα. Ἂς μὴ ταλανίζουμε τοὺς φτωχούς, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦν μέσα στὴν κακία. Ἂς μὴν ἐξετάζουμε τὴν ἐξωτερικὴ ἐνδυμασία, ἀλλὰ ἐξετάζοντας καθενὸς τὴν συνείδηση καὶ ἐπιδιώκοντας τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἀρετὴ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὰ κατορθώματα, ἂς μιμηθοῦμε τὸν Λάζαρο, καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοί. Πρέπει συνεχῶς νὰ ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴν ἔξοδό μας. Διότι τὶ θὰ συμβεῖ ἂν ὁ Κύριος ἀποφασίσει νὰ μᾶς καλέσει ἀπόψε; Τὶ ἂν αὔριο; Εἶναι ἄγνωστο τὸ μέλλον, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε διαρκῶς καὶ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ ἐκεῖνο τὸ ταξίδι».

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ  Θεολόγος: «Ἅπλωσε τὰ χέρια σου ὄχι στὸν οὐρανό, ἀλλὰ στὰ χέρια τῶν φτωχῶν. Τότε ἄγγιξες τὴν ἴδια τὴν κορυφὴ τοῦ οὐρανοῦ».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐλεημοσύνης δὲν κρίνεται ἀπὸ τὴν προσφορά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν προθυμία αὐτοῦ ποὺ προσφέρει. Ὁ ἐλεήμονας ἐλεεῖ καὶ δανείζει καὶ τὸ σπίτι του εἶναι γεμᾶτο ἀγαθά, γιατὶ ὁ Θεὸς εὐλογεῖ καὶ αὐτὸν καὶ τὸ σπίτι του.  Αὐτὸς ἔχει γίνει πιστὸς οἰκονόμος καὶ ὅσα τοῦ δόθηκαν θεωρεῖ ὅτι εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ ἐλεήμονας ἀγαπιέται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ σώζεται ἀπὸ Αὐτὸν ὅταν κινδυνεύει. «Ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός» (Β΄ Κορ. 9, 7). Ὁ ἐλεήμονας κάνει τὴν ἐλεημοσύνη του κρυφά, διότι ἡ καρδιά του ὠθεῖται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ ὄχι ἀπὸ φιλοδοξία. Ὁ ἐλεήμονας στέκεται σὰν ἐλιὰ φορτωμένη καρπό. Αὐτὸς θὰ γίνει κληρονόμος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀνελεήμονας εἶναι ἄνθρωπος δυστυχισμένος, διότι ἡ καρδιά του οὐδέποτε αἰσθάνθηκε τὴν χαρὰ τῆς εὐεργεσίας καὶ τῆς ἐλεημοσύνης».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος σὲ κήρυγμά του τὸ 1937 διδάσκει τὶς μοναχές: «Ἡμεῖς δὲν ἔχομεν ὑπάρχοντα διὰ νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πτωχούς ἐλεημοσύνην‧ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐλεοῦμεν καθημερινῶς τὴν ψυχήν μας, ποὺ τὴν ἔχομεν πιὸ πλησίον μας. Νὰ τὴν ἔχωμεν ἐν χαρᾷ, ἐν εἰρήνῃ. ἐν πραότητι, ἐν ὑπομονῇ, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν κατανύξει καὶ μὲ ὅλες τὶς ἀρετές. Αὐτὲς θὰ τὴν ἐλεήσουν, αὐτὲς θὰ τὴν βοηθήσουν, αὐτὲς θὰ τῆς δώσουν φτερὰ νὰ πετάξη. Ὅταν θὰ ἐξέλθη ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ βρωμισμένο τοῦτο σῶμα, μὲ τὶ χαρὰ θὰ πορευθῆ ἡ ψυχὴ εἰς τὸν οὐρανόν! Ὁ ἐλεῶν πτωχὸν δανείζει Θεόν. Ἡ ψυχή μας εἶναι ὁ πλησίον μας».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἐπισημαίνει: «Ὅσο πιὸ πολλὰ ἀγαθὰ ἀποκτοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, τόσο πιὸ πολλὰ προβλήματα ἔχουν. Οὔτε τὸν Θεὸ εὐχαριστοῦν γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του οὔτε τὴν δυστυχία τῶν συνανθρώπων τους βλέπουν γιὰ νὰ κάνουν καμιὰ ἐλεημοσύνη. Ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ἡ καλωσύνη βοηθᾶνε τὴν καρδιά του‧ ἐνεργοῦν ὅπως τὸ λάδι στὴν σκουριασμένη κλειδαριά. Ἡ σκληρὴ καρδιὰ μαλακώνει κοντὰ στὶς πληγωμένες ψυχές. Γίνεται εὐαίσθητη καὶ ταπεινή. Ἡ ἐλεημοσύνη στοὺς πονεμένους, χῆρες, ὀρφανὰ πάρα πολὺ βοηθάει καὶ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν κεκοιμημένων. Γιατὶ ὅταν δίνει κανεὶς ἐλεημοσύνη γιὰ κάποιον κεκοιμημένο, οἱ ἄλλοι λένε: ‘‘Θεὸς σχωρέστον! Νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του!’’ Ἂν τύχει κάποιος νὰ ἔχει ἀρρώστιες,νὰ μὴν μπορεῖ νὰ δουλέψει, νὰ ἔχει χρέη καὶ σὲ μιὰ δύσκολη περίσταση τὸν βοηθήσεις καὶ πεῖς: ‘‘πάρτα γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ τάδε’’, θὰ πεῖ καὶ αὐτός: ‘‘Θεὸς σχωρέστον! Νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του’’! Κάνουν δηλαδὴ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ βοηθάει τοὺς κεκοιμημένους».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα,

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης ἔλεγε: «Πέντε δίνω, δέκα μοῦ στέλνει ὁ Θεός». Ὅσο δίνουμε ἐκεῖ ποὺ πρέπει, συνάγουμε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, «ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6, 19). Ἡ εὐτυχία δὲν βρίσκεται στὸ χρῆμα, ἂν εἶναι φτωχὴ ἡ ψυχή μας. Καὶ πάλι, δὲν παθαίνουμε τίποτα ἀπὸ τὴν φτώχεια, ἂν εἶναι πλούσια ἡ ψυχή μας. Ἂν κάτι μᾶς φέρνει πλησιέστερα πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μᾶς κάνει νὰ Τοῦ μοιάσουμε, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη. Ἂς ἐπιδιώξουμε, λοιπόν, νὰ ἔχουμε στὴν καρδιὰ καὶ στὴν ζωή μας τὸν Ἐλεήμονα Θεό. Ἀπαύγασμα αὐτῆς τῆς γεύσης τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι ὅτι θὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς ὁπωσδήποτε ἐλεήμονες πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας. Ἔτσι θὰ ἀναδειχθοῦμε σὲ εἰκόνες τοῦ Πανάγαθου καὶ Πανοικτίρμονος Θεοῦ, ὥστε ἡ πατρική Του φωνή «ὁ ἐλεῶν Θεὸν δανείζει πτωχόν» (Παρ. 19, 17) νὰ ἀντηχήσει στὰ αὐτιά μας καὶ νὰ καταστοῦμε τοῦ Παραδείσου οἰκήτορες.

Ἀδελφοί μου,

Ὅταν ἔλθει ἡ εὐλογημένη ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπὸ τὸν μάταιο τοῦτο κόσμο, θὰ εἴμαστε ἀπολύτως βέβαιοι ὅτι ὁ φιλάνθρωπος Πατέρας μας θὰ μᾶς καλοδεχτεῖ, γιατὶ τὶς ἁμαρτίες μας θὰ τὶς ἔχει ἁπαλύνει ἡ ἀγαπητική μας διάθεση πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, θὰ ἀκούσουμε ἀπὸ τὸ στόμα Του: «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. 5, 7). ΑΜΗΝ!

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ε' ΛΟΥΚΑ) 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022

TheioKirigma

Ἀριθμός 45

ΚΥΡΙΑΚΗ  Ε΄ ΛΟΥΚΑ

30 Ὀκτωβρίου 2022

«ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ» (Λουκ. 16, 24)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἄνθρωπος τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾽ ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχὸς δέ τις ἦν, ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν Ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ. Ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος, καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε΄ Πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος, καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου΄ ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπεν δὲ Ἀβραάμ΄ Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι. Καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ΄ Ἐρωτῶ οὖν σε, Πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου΄ ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς, ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ΄ Ἔχουσι Μωσέα καὶ τοὺς Προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν΄ Οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ᾽ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτοὺς μετανοήσουσιν. Εἶπεν δὲ αὐτῷ, Εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν Προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδ᾽ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἀπὸ ἀναισθησία ψυχῆς ἔπασχε ὁ πλούσιος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ πάθος τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου, ὁ ὁποῖος κατέκειτο στὸν πυλῶνα καταπληγωμένος καὶ περίμενε τὰ ψίχουλα γιὰ νὰ τραφεῖ, δὲν προκαλοῦσε κανένα συναίσθημα λύπης στὸν πλούσιο. Δὲν συνεκινεῖτο καθόλου ἀπὸ τὴν θλίψη τοῦ πτωχοῦ. Μὲ ἀπάθεια τὸν ἔβλεπε ἀπὸ τοὺς μεγαλοπρεπεῖς πυλῶνες τοῦ ἀνακτόρου του νὰ ὀδυνᾶται ἀπὸ τοὺς πόνους. Ἡ ἀπανθρωπία τοῦ εἶχε κλείσει τὴν καρδιά. Τὸν πλοῦτο τὸν θεωροῦσε δικό του κτῆμα καὶ τὸν σπαταλοῦσε γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἡδονῶν του. Ἀγνώμων καὶ ἀχάριστος πρὸς τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ ἐχάρισε τὰ πλούτη, δὲν ἀνταπέδωσε τὴν εὐεργεσία, ἀλλὰ τὰ σκορποῦσε θεραπεύοντας τὰ πάθη του.

Ἀγνόησε ὁ ἀνελεήμων πλούσιος ὅτι ἡ πραγματικὴ ἀγάπη βρίσκεται στὴν ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον, ὅτι δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ προσφέρει ἡ ἐλεημοσύνη. Ἀγνόησε ὅτι ἐκεῖνος ποὺ πλουτίζει ἄλλους, πλουτίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του αἰώνιο πλοῦτο, ἀδαπάνητο καὶ ἀληθινό. Καὶ ἐπιπλέον, δὲν σκέφθηκε ποτὲ ὅτι κάποτε θὰ ἔδινε λόγο γιὰ τὴν διαχείριση τοῦ πλούτου ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς καὶ ὅτι θὰ τιμωρηθεῖ γιὰ τὴν ἀσπλαχνία καὶ τὴν σκληροκαρδία του.

Τὶ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης μᾶς δίνει ἕνα θαυμάσιο ὁρισμό. Λέγει ὅτι εἶναι «ἐπίτασις τῆς ἀγάπης, ὁ ἔλεος». Εἶναι δηλαδὴ δυνάμωμα τῆς ἀγάπης. Ὅπως ἡ θηριωδία καὶ ἡ σκληρότητα γεννᾶται ἀπὸ τὸ μῖσος, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη βλασταίνει ἡ ἐλεημοσύνη.  Ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ συμπάθεια πρὸς τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ἀνάγκες τοῦ πλησίον. Γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἄλλων ἐντολῶν ὁ Κύριος ὁρίζει ὡς ἔπαθλο τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν‧  ἐνῶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θὰ φανοῦν ἐλεήμονες καὶ οἰκτίρμονες πρὸς τοὺς ἄλλους ἔβαλε ἀκόμα μεγαλύτερο ἔπαθλο: «ἔσεσθε», λέει, «υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς»  (Λουκ. 6, 35).

Στὸ ἱερὸ βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Τωβὶτ (4, 7) ἀναφέρεται: «Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ παντὸς πτωχοῦ καὶ ἀπὸ σοῦ οὐ μὴ ἀποστραφῇ τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ».  Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ἀνταμείβει καὶ εὐλογεῖ τὸν ἐλεήμονα, ἐνῶ ἡ πράξη τῆς ἐλεημοσύνης ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἄνθρωπο τιμὴ. Ἀλλὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει: «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40). Δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ ἐλεεῖ ὅποιον βρίσκεται σὲ δύσκολη θέση εἶναι σὰν νὰ τὸ κάνει γιὰ τὸν Θεό.

Ἀγαπητοί μου,

Κάνοντας ἐλεημοσύνη ὁμοιάζουμε μὲ τὸν πολυεύσπλαγχνο Θεὸ καὶ Πατέρα μας (Λουκ. 6, 36) καὶ ἀκολουθοῦμε τὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος γιὰ ἐμᾶς «ἐπτώχευσεν πλούσιος ὤν, ἵνα ἡμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτίσωμεν» (Β΄ Κορ. 7, 9). Ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους καρποὺς ποὺ προσφέρει ἡ ἐλεημοσύνη σὲ ὅποιον τὴν ἀσκεῖ εἶναι ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του. Τὸ διδάσκει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη: «ἐλεημοσύνη ἐκ θανάτου ῥύεται καὶ αὕτη ἀποκαθαριεῖ πᾶσαν ἁμαρτίαν» (Δαν. 4, 24 καὶ Παρ. 5, 27). Μᾶς τὸ ἐπισημαίνει καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη: «ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» (Α΄ Πέτρ. 4, 8).

Δὲν εἶναι ἐλεημοσύνη μόνον ἡ προσφορὰ ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ καὶ ὁ πνευματικὸς λόγος, ἡ προσευχή, ἡ παρηγορία καὶ ἡ στήριξη τῶν ἀνθρώπων ποὺ βρίσκονται σὲ δοκιμασίες καὶ γενικὰ δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς. Κυρίως ἀπὸ αὐτὰ ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Σήμερα ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν βασανίζονται ἀπὸ τὴν ἔλλειψη ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὴν μοναξιά, τὴν περιφρόνηση, ἀπὸ ἐμμονές, ἀπὸ ἰδεολογίες, καὶ γενικὰ ἀπὸ τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν ζωή τους. Οἱ Ἅγιοι κάθε ἐποχῆς μὲ τὴν χάρη ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός, εὐεργέτησαν πολλοὺς συνδέοντάς τους μὲ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς χαρᾶς ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.

Τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ παραδείσου, οἱ θεῖοι Πατέρες, μᾶς προσφέρουν τὰ ἀρώματα τῶν ἱερῶν διδασκαλιῶν τους.

Ὁ Μ. Βασίλειος: «Δὲν ἐλέησες, δὲν θὰ ἐλεηθεῖς. Δὲν ἄνοιξες τὴν πόρτα, θὰ ἐκδιωχθεῖς ἀπὸ τὴν Βασιλεία. Δὲν ἔδωσες ψωμί, δὲν θὰ λάβεις τὴν αἰώνια ζωή».

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Ἂς μὴ μακαρίζουμε τοὺς πλούσιους, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦν ἐνάρετα. Ἂς μὴ ταλανίζουμε τοὺς φτωχούς, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦν μέσα στὴν κακία. Ἂς μὴν ἐξετάζουμε τὴν ἐξωτερικὴ ἐνδυμασία, ἀλλὰ ἐξετάζοντας καθενὸς τὴν συνείδηση καὶ ἐπιδιώκοντας τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἀρετὴ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὰ κατορθώματα, ἂς μιμηθοῦμε τὸν Λάζαρο, καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοί. Πρέπει συνεχῶς νὰ ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴν ἔξοδό μας. Διότι τὶ θὰ συμβεῖ ἂν ὁ Κύριος ἀποφασίσει νὰ μᾶς καλέσει ἀπόψε; Τὶ ἂν αὔριο; Εἶναι ἄγνωστο τὸ μέλλον, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε διαρκῶς καὶ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ ἐκεῖνο τὸ ταξίδι».

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ  Θεολόγος: «Ἅπλωσε τὰ χέρια σου ὄχι στὸν οὐρανό, ἀλλὰ στὰ χέρια τῶν φτωχῶν. Τότε ἄγγιξες τὴν ἴδια τὴν κορυφὴ τοῦ οὐρανοῦ».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐλεημοσύνης δὲν κρίνεται ἀπὸ τὴν προσφορά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν προθυμία αὐτοῦ ποὺ προσφέρει. Ὁ ἐλεήμονας ἐλεεῖ καὶ δανείζει καὶ τὸ σπίτι του εἶναι γεμᾶτο ἀγαθά, γιατὶ ὁ Θεὸς εὐλογεῖ καὶ αὐτὸν καὶ τὸ σπίτι του.  Αὐτὸς ἔχει γίνει πιστὸς οἰκονόμος καὶ ὅσα τοῦ δόθηκαν θεωρεῖ ὅτι εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ ἐλεήμονας ἀγαπιέται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ σώζεται ἀπὸ Αὐτὸν ὅταν κινδυνεύει. «Ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός» (Β΄ Κορ. 9, 7). Ὁ ἐλεήμονας κάνει τὴν ἐλεημοσύνη του κρυφά, διότι ἡ καρδιά του ὠθεῖται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ ὄχι ἀπὸ φιλοδοξία. Ὁ ἐλεήμονας στέκεται σὰν ἐλιὰ φορτωμένη καρπό. Αὐτὸς θὰ γίνει κληρονόμος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀνελεήμονας εἶναι ἄνθρωπος δυστυχισμένος, διότι ἡ καρδιά του οὐδέποτε αἰσθάνθηκε τὴν χαρὰ τῆς εὐεργεσίας καὶ τῆς ἐλεημοσύνης».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος σὲ κήρυγμά του τὸ 1937 διδάσκει τὶς μοναχές: «Ἡμεῖς δὲν ἔχομεν ὑπάρχοντα διὰ νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πτωχούς ἐλεημοσύνην‧ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐλεοῦμεν καθημερινῶς τὴν ψυχήν μας, ποὺ τὴν ἔχομεν πιὸ πλησίον μας. Νὰ τὴν ἔχωμεν ἐν χαρᾷ, ἐν εἰρήνῃ. ἐν πραότητι, ἐν ὑπομονῇ, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν κατανύξει καὶ μὲ ὅλες τὶς ἀρετές. Αὐτὲς θὰ τὴν ἐλεήσουν, αὐτὲς θὰ τὴν βοηθήσουν, αὐτὲς θὰ τῆς δώσουν φτερὰ νὰ πετάξη. Ὅταν θὰ ἐξέλθη ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ βρωμισμένο τοῦτο σῶμα, μὲ τὶ χαρὰ θὰ πορευθῆ ἡ ψυχὴ εἰς τὸν οὐρανόν! Ὁ ἐλεῶν πτωχὸν δανείζει Θεόν. Ἡ ψυχή μας εἶναι ὁ πλησίον μας».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἐπισημαίνει: «Ὅσο πιὸ πολλὰ ἀγαθὰ ἀποκτοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, τόσο πιὸ πολλὰ προβλήματα ἔχουν. Οὔτε τὸν Θεὸ εὐχαριστοῦν γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του οὔτε τὴν δυστυχία τῶν συνανθρώπων τους βλέπουν γιὰ νὰ κάνουν καμιὰ ἐλεημοσύνη. Ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ἡ καλωσύνη βοηθᾶνε τὴν καρδιά του‧ ἐνεργοῦν ὅπως τὸ λάδι στὴν σκουριασμένη κλειδαριά. Ἡ σκληρὴ καρδιὰ μαλακώνει κοντὰ στὶς πληγωμένες ψυχές. Γίνεται εὐαίσθητη καὶ ταπεινή. Ἡ ἐλεημοσύνη στοὺς πονεμένους, χῆρες, ὀρφανὰ πάρα πολὺ βοηθάει καὶ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν κεκοιμημένων. Γιατὶ ὅταν δίνει κανεὶς ἐλεημοσύνη γιὰ κάποιον κεκοιμημένο, οἱ ἄλλοι λένε: ‘‘Θεὸς σχωρέστον! Νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του!’’ Ἂν τύχει κάποιος νὰ ἔχει ἀρρώστιες,νὰ μὴν μπορεῖ νὰ δουλέψει, νὰ ἔχει χρέη καὶ σὲ μιὰ δύσκολη περίσταση τὸν βοηθήσεις καὶ πεῖς: ‘‘πάρτα γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ τάδε’’, θὰ πεῖ καὶ αὐτός: ‘‘Θεὸς σχωρέστον! Νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του’’! Κάνουν δηλαδὴ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ βοηθάει τοὺς κεκοιμημένους».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα,

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης ἔλεγε: «Πέντε δίνω, δέκα μοῦ στέλνει ὁ Θεός». Ὅσο δίνουμε ἐκεῖ ποὺ πρέπει, συνάγουμε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, «ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6, 19). Ἡ εὐτυχία δὲν βρίσκεται στὸ χρῆμα, ἂν εἶναι φτωχὴ ἡ ψυχή μας. Καὶ πάλι, δὲν παθαίνουμε τίποτα ἀπὸ τὴν φτώχεια, ἂν εἶναι πλούσια ἡ ψυχή μας. Ἂν κάτι μᾶς φέρνει πλησιέστερα πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μᾶς κάνει νὰ Τοῦ μοιάσουμε, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη. Ἂς ἐπιδιώξουμε, λοιπόν, νὰ ἔχουμε στὴν καρδιὰ καὶ στὴν ζωή μας τὸν Ἐλεήμονα Θεό. Ἀπαύγασμα αὐτῆς τῆς γεύσης τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι ὅτι θὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς ὁπωσδήποτε ἐλεήμονες πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας. Ἔτσι θὰ ἀναδειχθοῦμε σὲ εἰκόνες τοῦ Πανάγαθου καὶ Πανοικτίρμονος Θεοῦ, ὥστε ἡ πατρική Του φωνή «ὁ ἐλεῶν Θεὸν δανείζει πτωχόν» (Παρ. 19, 17) νὰ ἀντηχήσει στὰ αὐτιά μας καὶ νὰ καταστοῦμε τοῦ Παραδείσου οἰκήτορες.

Ἀδελφοί μου,

Ὅταν ἔλθει ἡ εὐλογημένη ὥρα τῆς ἐξόδου μας ἀπὸ τὸν μάταιο τοῦτο κόσμο, θὰ εἴμαστε ἀπολύτως βέβαιοι ὅτι ὁ φιλάνθρωπος Πατέρας μας θὰ μᾶς καλοδεχτεῖ, γιατὶ τὶς ἁμαρτίες μας θὰ τὶς ἔχει ἁπαλύνει ἡ ἀγαπητική μας διάθεση πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, θὰ ἀκούσουμε ἀπὸ τὸ στόμα Του: «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. 5, 7). ΑΜΗΝ!        Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (ΣΤ' ΛΟΥΚΑ) 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022


TheioKirigma

Ἀριθμός 44

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ'ΛΟΥΚΑ

"ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ"

23 Ὁκτωβρίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ  εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 ἰδὼν δὲ τὸν  Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί,  Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29 παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ  Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34 ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν  Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾿ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ  Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38 ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ  Ἰησοῦς λέγων· 39 ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾿ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ  Ἰησοῦς.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ εἴχαμε ἀποστατήσει καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κοντά  Του, Ἐκεῖνος, μέσα στὴν ἄπειρη ἀγάπη Του, μᾶς ἐπανέφερε στὸν πατρικὸ οἶκο. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ αἰσθανόμαστε μιὰ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριό μας. Καὶ αὐτὸ τὸ αἴσθημα δὲν μποροῦμε μὰ οὔτε καὶ πρέπει νὰ τὸ ἀποκρύπτουμε. Ἀντίθετα, ἐπιβάλλεται νὰ τὸ ἐκδηλώνουμε. Μὲ ποιοὺς τρόπους; Ἀπάντηση σὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα δίνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.

Ὁ Κύριος κάποτε βρέθηκε στὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐκεῖ συνάντησε ἕνα δαιμονισμένο σὲ πολὺ ἄσχημη κατάσταση. Ἀκολουθεῖ ἕνας διάλογος συνταρακτικός. Τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα διαισθάνονται ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν δυστυχισμένη αὐτὴ ὕπαρξη. Καὶ, καθὼς τὴν ἐγκαταλείπουν, παρακαλοῦν τὸν Χριστὸ νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ εἰσέλθουν στὸ κοπάδι τῶν χοίρων, ποὺ ἔβοσκε στὴν πλαγιὰ τοῦ βουνοῦ. Ὁ Κύριος τὸ ἐπιτρέπει κυρίως γιὰ νὰ τιμωρήσει τοὺς κατοίκους τῶν Γαδάρων, ποὺ ἔτρεφαν χοίρους, παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Οἱ χοῖροι τότε, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων, ἀσυγκράτητοι, ὁρμοῦν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγονται στὴν παρακείμενη λίμνη. Οἱ κάτοικοι ποὺ παρακολουθοῦσαν τὸ γεγονὸς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ φύγει. Φοβήθηκαν, ἀλλὰ δὲν μετανόησαν. Καὶ ὁ πρώην δαιμονιζόμενος δέχεται τὴν προσταγὴ τοῦ Κυρίου: «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός». Γύρισε στὸ σπίτι σου καὶ ἐκεῖ νὰ διηγεῖσαι τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Ὥστε, ἀκούγοντας οἱ συγγενεῖς καὶ οἱ φίλοι σου, νὰ πιστέψουν, ὅπως καὶ σὺ ὁ ἴδιος ἐπίστεψες. Καὶ ὅπως ἀκριβῶς τοῦ ζήτησε ὁ θεῖος Εὐεργέτης του ἔκανε ὁ εὐγνώμων ἐκεῖνος ἄνθρωπος καὶ μίλησε σὲ ὅλους ὅσους συναντοῦσε γιὰ τὴν ἀπροσδόκητη αὐτὴ ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς του.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ: «Αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. 148, 5). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, φωτίζει. Οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦσαν στὰ σκοτάδια τῆς εἰδωλολατρίας, μὲ τὸ ἄκουσμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὑπέστησαν μιὰ ὑπερφυσικὴ ἀλλοίωση. Ἦταν λύκοι κι ἔγιναν ἀρνιά, ἦταν κοράκια κι ἔγιναν περιστέρια. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς. «διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἡσ. 26, 9).

Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ Κύριος «ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μάρκ. 2, 2) σὲ σπίτια, στὴν ἔρημο, σὲ πλατεῖες, σὲ δρόμους, στὰ ἀκρογιάλια. Μιλοῦσε παντοῦ. Ἀκόμα καὶ στὸν Σταυρὸ μὲ τοὺς περίφημους ἑπτὰ λόγους Του ποὺ ἔχουν βάθος θεολογικώτατο. Καὶ στοὺς μαθητές Του ὡς κύρια ἀποστολὴ ἀνέθεσε τὸ κήρυγμα: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. 16, 5) «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28, 20).

Ἡ χριστιανικὴ μαρτυρία εἶναι κορυφαῖο χρέος τοῦ πιστοῦ. Πρέπει νὰ ἀπολογούμαστε «παντὶ τῷ αἰτοῦντι ἡμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος (Α΄ Πέτρ. 3, 15). Στὴν ἐποχή μας, ὅπου πολλοὶ ἄνθρωποι ἀξιώνουν ἀπὸ τὸν Χριστὸ «ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν», νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ζωή τους, ἡ θέση τοῦ Χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι μία συνεχὴς ἀναχώρηση καὶ ἐπιστροφή. Ἀναχώρηση, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Ἰησοῦ στὶς συνάξεις τῶν πιστῶν, γύρω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἐκεῖ νὰ Τὸν λατρεύσει. Νὰ κοινωνήσει τοῦ Ποτηρίου τῆς Ζωῆς. Νὰ δεχθεῖ τὴν καλὴ ἀλλοίωση.  Νὰ ζήσει τὸ μυστήριο τῆς θείας Παρουσίας. Νὰ ἀπολαύσει τὴν ἑνότητα τῆς ἀδελφικῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας. Καὶ κατόπιν νὰ ἐπιστρέψει στὸν κόσμο. Νὰ δίνει μαρτυρία πίστεως. Νὰ ἀπευθύνεται σὲ ὅσους ἀγνοοῦν τὸν Χριστό, σὲ ὅσους ἀδιαφοροῦν, σὲ ὅσους ἀμφιβάλλουν, σὲ ὅσους Τὸν ἐχθρεύονται. Καὶ νὰ ὁμολογεῖ:  «γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 33, 9).

Στ’ ἀλήθεια! Πόσα κατορθώνει μία πιστὴ σύζυγος, μιὰ χριστιανὴ μάνα, ἕνας φλογερὸς νέος, μία σεμνὴ κόρη μέσα στὴν οἰκογένειά τους, μέσα στὸν χῶρο ἐργασίας!  Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι γιὰ τὸ εἰκονοστάσι. Μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ ἐμπνέει τὴν ζωή μας, γιὰ νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε στὴν πράξη. Πρέπει, λοιπόν, νὰ τὸ κατεβάσουμε στὸν στίβο τῆς ζωῆς. Νὰ μπεῖ στὰ γραφεῖα, στὰ καταστήματα, στοὺς στρατῶνες, παντοῦ. Μέσα στὰ σχολεῖα, ὅπου οἱ δάσκαλοι καὶ τὰ χριστιανικὰ νιάτα ὀφείλουν νὰ δίνουν μαρτυρία πίστεως. Νὰ ὁμολογοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια. Παράλληλα, θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουν θαρραλέα τὴν ἀθεΐα. Μὲ ὑπομονὴ τὴν εἰρωνεία. Ἀνυποχώρητα τὸν πειρασμό. Ἄφοβα τὴν πρόκληση. Καὶ μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι δὲν εἶναι μόνοι τους, διότι ὁ Κύριος εἶναι δίπλα τους.

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ρῶσος, ὁ ἰατρὸς, προέτρεπε τοὺς ἱερεῖς νὰ κηρύττουν τὸν   λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔλεγε: «Ἂν ὁ ἱερέας ζητεῖ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἂν ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ ἱερέα χορτάσει μὲ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, τότε τὸ στόμα του θὰ μιλᾶ ἀπὸ καρδιᾶς. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ κατοικεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἱερέα, Αὐτὸ θὰ κηρύττει μὲ τὸ ταπεινὸ στόμα τοῦ ἱερέα. Καὶ ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κηρύξεις μὲ τὸν λόγο, κήρυξε μὲ ἄλλα πράγματα. Νὰ εὐωδιάζεις μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ζωή σου, τὴν προσωπικότητά σου, μὲ τὴν ἀγάπη σου γιὰ τὸν Χριστό, μὲ τὸ πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καὶ καθαρότητας, τῆς βαθιᾶς πίστης. Ἂν δὲν ἔχεις αὐτὴν τὴν εὐωδία, οὔτε τὸ χάρισμα τοῦ λόγου, τότε δὲν θὰ εἶσαι ποιμήν, θὰ εἶσαι μισθωτός.Καὶ τότε τὶ θὰ ἀπολογηθεῖς στὸ φοβερὸ κριτήριο τοῦ Χριστοῦ;»

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ συμβουλεύσει τὸν ἄλλον πρέπει νὰ ἔχει τρία τινά: τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονή. Καθὼς τὸ φαγητόν, διὰ νὰ εἶναι νόστιμο, πρέπει νὰ ἔχη μέσα ἁλάτι, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ συμβουλεύσει τοὺς ἄλλους, πρέπει νὰ ἔχει αὐτὰ τὰ τρία, διὰ νὰ νοστιμίζει τοὺς ἄλλους. Ἐὰν δὲν ἔχη αὐτά, τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ κάμη‧ διότι ἐὰν ὁ λόγος σου δὲν εἶναι ταπεινός, θὰ θυμώσει αὐτὸς καὶ θὰ γίνει χειρότερος. Καὶ ἴσως καὶ σοῦ πεῖ καὶ ἐκεῖνος κανένα λόγο καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶσαι ἐφοδιασμένος μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή. Μὲ τέτοιο τρόπο μπορεῖτε νὰ βοηθήσετε καὶ νὰ διορθώσετε τὸν ἀδελφό σας».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὑπογραμμίζει: «Ἐὰν ζούσαμε πατερικά, θὰ εἴχαμε ὅλοι πνευματικὴ ὑγεία, τὴν ὁποία θὰ ζήλευαν καὶ ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι καὶ θὰ ἄφηναν τὶς ἀρρωστημένες τους πλάνες καὶ θὰ σώζονταν δίχως κήρυγμα. Τώρα δὲν συγκινοῦνται ἀπὸ τὴν ἁγία μας πατερικὴ παράδοση, γιατὶ θέλουν νὰ δοῦν καὶ τὴν πατερική μας συνέχεια, τὴν πραγματική μας συγγένεια μὲ τοὺς Ἁγίους μας. Αὐτὸ ποὺ ἐπιβάλλεται σὲ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νὰ βάλει τὴν καλὴ ἀνησυχία καὶ στοὺς ἑτεροδόξους, νὰ καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη».

Ὁ ἀλησμόνητος Γέροντας Μητροπολίτης Αὐγουστῖνος Καντιώτης συμπληρώνει: «Ἀφαιρέστε ἀδελφοί μου, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, κατεβάστε ἀπὸ τοὺς ἄμβωνες τοὺς κήρυκες, καὶ τότε τὶ θὰ συμβεῖ; Ὅ,τι καὶ στὸ μαντρὶ ὅταν λείψουν τὰ σκυλιά. Ποιμενικὰ σκυλιὰ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ κήρυκες ποὺ γαβγίζουν καὶ διώχνουν τοὺς λύκους τῶν αἱρέσεων. Ἀλλοίμονο στὸ μαντρὶ ἂν λείψουν τὰ σκυλιά, κι ἀλλοίμονο στὴν Ἐκκλησία ἂν στερεῖται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ἀγαπάει τὸν Θεὸ ἀγαπάει καὶ τὸν Λόγο Του. Ὅταν κάποιος δὲν ἔχει ὄρεξη γιὰ φαγητό», συνεχίζει ὁ μακαριστὸς Ἱεράρχης, «αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶναι γιὰ ζωὴ καὶ τὸν κλαίει τὸ σπίτι του. Ἔτσι καὶ στὰ πνευματικά. Ἄρτος, μάνα οὐράνιο, εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄρτος τῶν ἀγγέλων «ᾧ τρέφονται ψυχαὶ Θεοῦ πεινῶσαι».

Χριστιανοί μου!

Ἀκούσαμε σήμερα τὸ μήνυμα τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἰδιαίτερη ἐντύπωση μᾶς προξενεῖ ἡ ταπείνωση τοῦ Κυρίου μας. Δὲν εἶπε στὸν πάσχοντα ἄνθρωπο: «Νὰ διηγεῖσαι ὅσα ἔκανα ἐγώ», ἀλλὰ «ὅσα σοῦ ἔκαμε ὁ Θεός». Ἐμεῖς, μὲ ἔργα ἀσήμαντα, καμωμένα πάλι μὲ τὴν  δική Του δύναμη, τὰ θεωροῦμε ἀπόλυτα δικά μας καὶ καυχιόμαστε γι’ αὐτά. Μακάρι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη! Πόση γαλήνη θὰ αἰσθανθοῦμε στὴν ψυχή μας καὶ πόση εὐλογία καὶ χάρη θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸν Θεό μας.

Ὡς Χριστιανοὶ ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε οἱ μάρτυρές Του, οἱ ὁμολογητὲς τοῦ Ὀνόματός Του. Οἱ εὐγνώμονες κήρυκες τῆς φιλανθρωπίας καὶ τῶν ἀπείρων εὐεργεσιῶν Του.

Ὁ πρώην δαιμονιζόμενος ἀνταποκρίθηκε πρόθυμα στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ «ἀπῆλθεν καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς». Ἀποτελεῖ χρέος μας νὰ ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς τὸ παράδειγμά του. Νὰ γινόμαστε καθημερινὰ, παντοῦ καὶ πάντοτε, μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ποιητὴς Βερίτης θὰ μᾶς ἐμψυχώσει καὶ πάλι:

«Εἶν’ τὸ ἴδιο τὸ στρατὶ

τὸ ματόβρεχτο ποὺ φτάνει

στὸ μαρτυρικὸ στεφάνι

κι ὥς τὸν Γολγοθᾶ κρατεῖ.

Ἀκλουθᾶτε το, ἀκλουθᾶτε!

Ἀπ’ τὴν Φάτνη ὥς τὸν Σταυρὸ

Μπόρεσα κι ἐγὼ νὰ βρῶ

Τ’ ἄυλο Φῶς π’ ἀναζητᾶτε». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Δ' ΛΟΥΚΑ) 16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022


TheioKirigma

Ἀριθμός 43

ΚΥΡΙΑΚΗ  Δ΄ ΛΟΥΚΑ

«καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτόν…» (Λουκ. 8, 5)

16 Ὀκτωβρίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· 5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9  Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἡ περίοδος τοῦ φθινοπώρου ἔχει ταυτισθεῖ μὲ τὴν σπορά. Ἡ γεωργικὴ αὐτὴ ἐργασία ἐνέπνευσε τοὺς Ἁγίους Πατέρες νὰ τοποθετήσουν τὴν ἀνάγνωση τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς τοῦ σπορέως μέσα στὸν Ὀκτώβριο, δηλαδὴ σὲ κατάλληλο καιρό, γιὰ νὰ δοθεῖ τὸ «μήνυμα» ὅτι καὶ στὴν Ἐκκλησία ἀρχίζει ἡ πνευματικὴ σπορά.

Ὅταν ὁ Χριστὸς ἄρχισε νὰ διδάσκει τὸν λαό, χρησιμοποίησε καὶ τὴν ὡραιοτάτη παραβολὴ τοῦ σπορέως. Οἱ μαθητὲς Τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ἐξηγήσει τὴν ἀλληγορία της. Καὶ ὁ θεῖος Διδάσκαλος τοὺς εἶπε ὅτι «…ὁ σπόρος ἐστίν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ». Οἱ ἀνθρώπινες διδασκαλίες πρὶν καὶ μετὰ τὸν Χριστὸ ἔρριχναν βέβαια κάποιο φῶς καὶ ἄνοιγαν προσωρινὰ κάποιους δρόμους στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν ὅμως ἀμυδρὸ αὐτὸ τὸ φῶς. Καὶ ὅπως γράφει ὁ Βερίτης: «Ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα, μὰ δὲν ἤτανε τὸ Φῶς».

Πρὶν ἀπὸ αἰῶνες ὁ ἱερὸς ψαλμωδὸς ἀναφωνοῦσε: «Πόσο γλυκὰ εἶναι τὰ λόγια σου, Κύριε! Εἶναι πιὸ γλυκὰ ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου» (Ψαλμ. 118, 103). Καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύττει: «ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ…» (Ἑβρ. 4, 12), εἶναι δηλαδὴ ζωντανὸς καὶ δραστικός. Εἶναι «λύχνος ποὺ φωτίζει τὰ βήματά μου καὶ φῶς ποὺ διαλύει τὰ σκοτάδια στοὺς δρόμους τῆς ζωῆς», προσθέτει ὁ Δαβίδ (Ψαλμ. 118, 108). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει τέτοια δύναμη καὶ ἀξία, διότι προέρχεται ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ μποροῦσε νὰ λέγει: «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου‧ ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ» (Ἰω. 8, 12) καὶ «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 14, 6).

Ζεῖ ὁ Χριστὸς ζεῖ καὶ ὀ Λόγος Του. «Ζῇ καὶ οὐκ ἐσβέσθη», τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος‧ «καὶ οὐχ ὡς ἁπλὸς λόγος διελύθη», συμπληρώνει ὁ Ζιγαβηνός. Γι’ αὐτὸ ποτὲ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπινο εὕρημα. Ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές Του: «πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. 16, 15). Τοὺς ἀνέθεσε τὴν πνευματικὴ σπορὰ ποὺ ἦταν ἀναγκαία γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀλήθεια. Εὔλογα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διερωτᾶται: «Πῶς θὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐὰν δὲν πιστέψουν στὸ σωτῆρα καὶ λυτρωτή; ἀλλὰ πῶς θὰ πιστέψουν ἐὰν δὲν πληροφορηθοῦν γιὰ Ἐκεῖνον;» (Ρωμ. 10, 14).

Μὲ τὴν πνευματικὴ σπορὰ θὰ ἔχουμε τοὺς καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης τοῦ ἀνθρώπου «εἰς ἄνδρα τέλειον». Ἡ καρποφορία τῶν ὑλικῶν σπόρων ἀπασχολεῖ καὶ προβληματίζει πολλοὺς γεωργούς. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀποδώσει πνευματικοὺς καρπούς, πρέπει νὰ ὑπάρξει προετοιμασία καὶ σπορά. Ἡ κατάσταση καὶ ἡ ποιότητα τοῦ ἐδάφους ἔχουν βασικὴ σημασία. Γιὰ παράδειγμα, τὸ πετρῶδες ἔδαφος δὲν μπορεῖ νὰ δώσει καρπούς. Ἀλλὰ καὶ τὸ γεμάτο ἀγκάθια καὶ ζιζάνια χωράφι δὲν ἐπιτρέπει τὴν καρποφορία. Ἀνάλογες εἶναι καὶ οἱ δυσκολίες τῆς ψυχῆς, στὴν ὁποία σπέρνεται ὁ πνευματικὸς σπόρος. Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ εἶναι καθαρὴ καὶ γόνιμη. Νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος διάθεση καὶ θέληση καὶ νὰ μὴν εἶναι ἀδιάφορος καὶ ἀδρανής. Ἡ ψυχή του νὰ μὴν εἶναι κυριευμένη  ἀπὸ μέριμνες καὶ πάθη ἢ συνυφασμένη μὲ δυσκολίες ποὺ δὲν βοηθοῦν, ἀλλὰ ἐμποδίζουν τὴν καλὴ καρποφορία καὶ καταστρέφουν τὸν καρπό.

Ἡ Μητέρα Ἐκκλησία, διὰ τοῦ κηρύγματος, τῶν κατηχητικῶν προσπαθειῶν, τῶν ἐκδόσεων βιβλίων καὶ ἐντύπων καὶ ἐσχάτως μέσῳ διαδικτύου, σπείρει τὸν πνευματικὸ λόγο. Εἶναι ἐργασία, στὴν ὁποία ὀφείλουμε ὅλα τὰ ζωντανὰ μέλη Της νὰ λάβουμε θέσεις ἀνταπόκρισης καὶ συμμετοχῆς.  Ἀντίστοιχα, ὅμως, ὑπάρχει καὶ ὁ ἄλλος «σπείρων», ὁ ὁποῖος σπείρει τὸ κακὸ καὶ τὸ ψέμα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι «ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους» (Ἰω. 8, 44), ὁ ἄσπονδος ἐχθρὸς τῆς ἀλήθειας, διότι «οὔκ ἐστιν ἀλήθεια  ἐν  αὐτῷ‧  ὅταν  λαλῇ  τὸ  ψεῦδος  ἐκ  τῶν  ἰδίων  λαλεῖ»‧   ὁ   δόλιος διάβολος, ποὺ σπέρνει κρυφὰ τὸ πολύμορφο κακὸ στὶς ψυχὲς μας. Ὁ πρωταίτιος, ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς τοῦ δίνουμε τὸ δικαίωμα, ὅλης τῆς ἠθικῆς ἀναστάτωσης στὴν ζωή μας. Σκέψεις παράλογες, ἐπιθυμίες ἄτοπες, πάθη ψυχοκτόνα. Γι’ αὐτὸ καὶ παρακαλοῦμε θερμὰ τὸν Κύριό μας νὰ μᾶς φυλάττει «ἀπὸ πάσης ἀντικειμένης ἐνεργείας διαβολικῆς καὶ διαλογισμῶν ματαίων καὶ ἐνθυμήσεων  πονηρῶν».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γράφει: «Ὁλόκληρη ἡ δημιουργία μιλεῖ μὲ μυστικὴ γλῶσσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν σοφία καὶ ἀγαθότητα τοῦ θείου Δημιουργοῦ της.  Ἐντρύφημά του εἶναι ἡ μελέτη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ. Μελέτημα τῆς καρδίας του εἶναι ὅσα φανερώνουν οἱ θεῖες εἰκόνες, οἱ εἰκόνες τοῦ ἀγαθοῦ πάνω στὴν γῆ, δηλαδὴ τὸ καλό, τὸ ἀγαθό, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ δικαιοσύνη. Εὐτυχία του ἀληθινὴ καὶ σίγουρη, εἶναι ἡ παντοτινὴ καὶ ἀδιάκοπη ἐπικοινωνία μὲ τὸν θεῖο Δημιουργό. Τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ εἶναι σὰν μέλι γλυκὸ στὸ στόμα του. Ἡ καρδιά του καίγεται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό.   Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ πλημμυρίζει τὴν πληγωμένη ἀπὸ τὸν θεῖο πόθο καρδιά του. Ὁ δὲ ὕμνος καὶ ἡ δοξολογία, ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ εὐλογία ἀπευθύνονται μὲ θέρμη καὶ ἀκατάπαυστα ἀπὸ τὸ στόμα του πρὸς τὸν Θεό. Ἀπὸ τὰ χείλη του ἐξέρχεται σοφία, ἡ δὲ καρδιά του εἶναι γεμάτη σύνεση καὶ γνώση. Ἡ ζωή του εἶναι δημιουργικὴ καὶ γεμάτη ἁρμονία».

Ἡ ταπεινὴ καὶ ἁγιασμένη σκέψη τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου σὲ κήρυγμά του τὸ 1935 μᾶς διδάσκει: «Ἐγὼ ὁ μὴ τηρῶν τὸν νόμον γέγονα νομοθέτης‧ καὶ μὴ φυλάττων ἐντολὴν γέγονα διδάσκαλος. Ἀλλὰ τέλος πάντων. Ἐὰν ὁμιλῶ διὰ τὸν Θεὸν καλὸν εἶναι; Ἀμέ, δὲν εἶναι καλόν; Ἐὰν ἰδῶ τὸν ἀδελφόν μου ὅτι κινδυνεύει καὶ τοῦ εἰπῶ λόγον καὶ τὸν ὠφελήσω, δὲν εἶναι καλόν; Διότι ‘‘ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά’’. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸν λόγον τῆς διδασκαλίας νὰ ὁμιλῆ, ἀφοῦ δύναται νὰ ὠφελήση καὶ ἄλλους». Ἀπευθυνόμενος δὲ ὁ Ἅγιος στὶς μοναχὲς λέγει: «Τώρα εἶσθε στὸ φῶς‧ μείνατε αὐτοῦ ποὺ εἶσθε. Διότι ἂν σβήσει τὸ φῶς, θὰ σᾶς καταλάβη τὸ σκότος καὶ θὰ χαθεῖτε. Διότι ‘‘ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει’’. Ἀπὸ αὐτὸ δὲ τὸ  φῶς  ποὺ  κρατεῖτε,  θὰ  πάρουν  κι  ἄλλοι  νὰ  ἀνάψουν».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συμπληρώνει: «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει τὴν ἴδια ἐνέργεια καὶ ἀλλοιώνει τὶς ψυχές. Ὅταν μὲ ρωτοῦν ἱερεῖς πῶς θὰ βοηθήσουν τοὺς ἐνορίτες τους, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλους ποὺ ἔχουν μιὰ ποιμαντικὴ εὐθύνη, ἕνα πρᾶγμα τονίζω: νὰ κοιτάξουν νὰ κάνουν δουλειὰ στὸν ἑαυτό τους, νὰ κάνουν τὰ πνευματικά τους καθήκοντα, γιὰ νὰ ἔχουν πάντοτε ἀπόθεμα πνευματικό. Ἡ πνευματικὴ ἐργασία στὸν ἑαυτό μας εἶναι ἀθόρυβη ἐργασία στὸν πλησίον, γιατὶ μιλάει τὸ παράδειγμα, καὶ τότε μιμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ καλὸ ποὺ βλέπουν καὶ διορθώνονται. Αὐτὴ ἡ μυστικὴ ἐργασία ποὺ θὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ κηρύττει μυστικὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ χαριτωμένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μεταδίδει θεία χάρη καὶ ἀλλοιώνει τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ τῶν παθῶν καὶ τοὺς πλησιάζει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸν Θεὸ καὶ σώζονται».

Εὐλογημένοι Χριστιανοί!

Στὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως ἔχουμε ὑπέροχο δίδαγμα. Ἂς ἐμπνευσθοῦμε ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη τοῦ θείου Διδασκάλου μας. Παρὰ τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁρπακτικῶν πουλιῶν, μᾶς λέγει ὁ Σωτήρας μας, παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦν οἱ πέτρες καὶ τὰ ἀγκάθια, ἕνα μέρος ἀπὸ αὐτὰ ποὺ σπέρνει μὲ ἐλπίδα καὶ πίστη ὁ γεωργός, θὰ πέσει σὲ γόνιμο ἔδαφος καὶ θὰ ἀποδώσει ἑκατονταπλασίονα τὸν καρπό του.

Θάρρος, λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὅσοι σπέρνουμε τὸν θεῖο σπόρο‧ θάρρος οἱ πνευματικοὶ πατέρες, οἱ διδάσκαλοι, οἱ γονεῖς! Ἂς φυσᾶ ὅσο θέλει ὁ ἀντίθετος ἄνεμος. Ἂς ξεσπᾶ μανιώδης ἡ θύελλα τοῦ κακοῦ, τῆς ἀδικίας καὶ τῆς παρανομίας. Δὲν θὰ μᾶς ἐμποδίσουν καθόλου νὰ χαροῦμε στὸν καιρό τους τὰ ξανθὰ στάχυα τῶν κόπων καὶ τῶν μόχθων μας. Καὶ ὅταν στὸ ταπεινὸ καὶ εὐγενικό μας ἔργο δοκιμάζουμε πίκρες καὶ θλίψεις, ὅταν χύνουμε φανερὰ ἢ κρυφὰ δάκρυα, καὶ πάλι νὰ μὴ χάνουμε τὸ θάρρος μας. Ὤ πόσο γλυκὰ καὶ παρήγορα εἶναι τὰ λόγια τῆς Γραφῆς: «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσι. Πορευόμενοι ἐπορεύοντο καὶ ἔκλαιον βάλλοντες τὰ σπέρματα αὐτῶν, ἐρχόμενοι δὲ ἥξουσιν ἐν ἀγαλλιάσει αἴροντες τὰ δράγματα αὐτῶν».  ΑΜΗΝ!           Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Γ' ΛΟΥΚΑ) 09 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022


TheioKirigma

Ἀριθμός 42

ΚΥΡΙΑΚΗ  Γ΄ ΛΟΥΚΑ

«καὶ εἶπεν αὐτῇ‧ μὴ κλαῖε» (Λουκ. 7, 13)

9 Ὀκτωβρίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ.

Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἒλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Μία μεγάλη θλίψη, ἕνας μεγάλος πόνος, μιὰ δοκιμασία κάμπτουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀναγκάζουν νὰ ἀντιδρᾶ μὲ κλάματα. Ἡ δυστυχὴς χήρα ἔκλαιε γιὰ τὸν χαμὸ τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ της. Ὑπάρχει, ὅμως, ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔκλαψε ποτὲ στὴν ζωή του; Τὸ κλάμα εἶναι συνυφασμένο μὲ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς «ἐφύτευσεν παράδεισον… ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον» (Γεν. 1, 26). Τότε ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος ἦταν ἄγνωστα. Τὸ κλάμα δὲν ὑπῆρχε. Ἄλλωστε, στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη οὐ στεναγμός». Τὸ κλάμα μπῆκε στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τὴν ἔξωσή του ἀπὸ τὸν παράδεισο καὶ τὴν ἀποξένωσή του ἀπὸ τὸν Δημιουργό του.  Ἀπὸ τότε ἡ ἐπὶ γῆς ζωὴ χαρακτηρίζεται «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος».  Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὴν θέλησε ὁ Θεὸς νὰ ἀπαλλάξει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τὸ πραγματοποίησε μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του ἄνοιξε τὸν δρόμο ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ ἔτσι δόθηκε ἡ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ξαναβρεθεῖ στὸν ἀρχικὸ προορισμό του, τὸν Παράδεισο. Ἐκεῖ «τὸ ἐσφαγμένον ἀρνίον», ὁ ἰσχυρὸς καὶ νικητὴς Ἰησοῦς «ἐξαλείψει πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν». (Ἀποκ. 7, 17).

«Μὴ κλαῖε», εἶπε στὴν πονεμένη μητέρα ὁ Κύριός μας, γιατὶ «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». «Μὴ κλαῖε», γιατὶ ὑπάρχει ἀνάσταση νεκρῶν. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὸν Κατηχητικό του Λόγο ποὺ διαβάζουμε τὴν νύχτα τοῦ Πάσχα ἀναφωνεῖ: «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος».

Ἀδελφοί μου,

Ὁ Κύριος δὲν ἀπαγορεύει τὰ δάκρυα. Ἄλλωστε, καὶ Ἐκεῖνος ὡς ἄνθρωπος ἔκλαψε, βλέποντας τὴν πόλη τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐδάκρυσε μπροστὰ στὸν τάφο τοῦ Λαζάρου. Ἡ προτροπὴ τοῦ Κυρίου μας ἀποσκοποῦσε στὸ νὰ σταματήσουν τὰ δάκρυα τῆς ἀπελπισίας. Καὶ αὐτό, διότι ὁ θάνατος μετὰ τὴν ἐνανθρώπησή Του ἔχασε τὴν πραγματική του σημασία καὶ ἔγινε ἕνας μεγάλος ὕπνος. Εἷναι σὰν νὰ ἔλεγε ὁ Κύριός μας στὴν χήρα τῆς Ναΐν: «μὴ κλαῖε. Ἐγὼ θὰ ξυπνήσω πάλι τὸ νεκρὸ παιδί σου. Ἄλλωστε, ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωή».

Ἔχουμε τὰ δάκρυα τῆς χαρᾶς, ἔχουμε καὶ τὰ δάκρυα τῆς λύπης. Ἔχουμε, ὅμως, καὶ τὰ ἱερὰ δάκρυα ποὺ ἐκφράζουν συντριβή, λύπη γιὰ τὴν πτώση μας, θλίψη γιὰ τὸν χωρισμό μας ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι τὰ δάκρυα τοῦ Ἀδὰμ ποὺ θρηνεῖ ἔξω ἀπὸ τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου. Εἶναι τὰ δάκρυα τῶν Ἰσραηλιτῶν «ἐπὶ τὸν ποταμὸν Βαβυλῶνος» γιὰ τὶς χαμένες πατρίδες τους. Εἶναι τὰ δάκρυα τοῦ ἀσώτου.

Ὤ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας! Χωρὶς αὐτὰ δὲν θὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο, χωρὶς αὐτὰ θὰ βροῦμε κλειστὸ τὸν Παράδεισο. Εἶναι ἀλήθεια πὼς εὔκολα γλιστρᾶς μέσ’ τὸ κακό, γινόμαστε σκλάβοι τῆς ἁμαρτίας. Τότε ἕνα μέσο σωτηρίας ὑπάρχει: τὰ θερμὰ δάκρυα τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.

Γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ Δαβὶδ ἁμάρτησε. «Λούσω καθ’ ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλμ. 6, 7), ἔλεγε μὲ βαθιὰ συντριβή. «Ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοί ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτός». Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἀδυναμίας ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Συνῆλθε ὅμως. Μετάνιωσε, συνετρίβη «…καὶ ἐξελθὼν ἐξω ἔκλαυσε πικρῶς» (Ματθ. 26, 75). Ὁ Πέτρος μετάνιωσε καὶ σώθηκε. Ὁ Ἰούδας δὲν μπόρεσε νὰ μετανοήσει καὶ χάθηκε. Ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα «κλαίουσα ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ τοῖς δάκρυσι» (Λουκ. 2, 38). Λούσθηκε στὰ δάκρυά της καὶ ἔγινε λευκὴ σὰν κρίνο.

Ὑπάρχουν καὶ τὰ δάκρυα τῆς κατάνυξης, τὰ ὁποῖα πηγάζουν ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο. Εἶναι τὸ ἀπόσταγμα τῆς καρδιᾶς κάθε εὐγενοῦς ὐπάρξεως. Ἂς θυμηθοῦμε τὴν Ἁγία Μαρία τὴν Μαγδαληνή. «εἱστήκει παρὰ τῷ μνημείῳ κλαίουσα ἔξω» (Ἰω. 20, 11). Ὤ, τὰ ἅγια δάκρυα τῶν μοναχῶν μας! Αὐτὲς οἱ χριστομίμητες καὶ ἀρχοντικὲς ὑπάρξεις τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας . «Πολεμοῦν καὶ ἀκονίζουν τὸ ξίφος τῶν δακρύων ἔναντι τῶν δαιμόνων», θὰ γράψει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. Ὅταν μιλοῦμε γιὰ τὰ δάκρυα τῶν μοναχῶν μὴ νομίζουμε ὅτι ταυτίζονται μὲ τὴν ἰσόβια θλίψη. Ἀντίθετα, μὲ αὐτὰ ἔρχεται ἡ ἐν Κυρίῳ χαρά.  Αὐτὰ τὰ δακρυσμένα μάτια προσεύχονται γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ εἶναι πάντα χαρούμενα. Τὸ κλάμα καὶ ἡ ἀγαλλίαση συνυπάρχουν ὡς χαρμολύπη.

Τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μᾶς λένε οἱ Πατέρες εἶναι τὸ δεύτερο βάπτισμα τῆς ψυχῆς. Ὁ ἍγιοςἸωάννης ὁ Σιναΐτης λέγει: «Μετὰ τὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ἕνα δάκρυ μετανοίας νὰ στάξει ἰσοδυναμεῖ μὲ λουτρὸ παλιγγενεσίας καὶ ἐπαναφέρει τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἴχαμε καὶ χάσαμε».

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος διδάσκει: «Τὸ πρόσωπο ποὺ πλένεται μὲ δάκρυα ἔχει πάνω του ὀμορφιὰ ἀμάραντη. Μὲ αὐτὰ ὑψώνεται ὁ ἄνθρωπος στοὺς οὐρανούς. Προσευχὴ μὲ δάκρυα εἰσακούεται ἀπὸ τὸν Θεό».

Ὁ Μέγας Βασίλειος συμβουλεύει: «Γιὰ τὴν ἁμαρτία νὰ κλαῖς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρρώστια καὶ ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς. Αὐτὴ εἶναι ἄξια πένθους καὶ ὀδυρμῶν».

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος γράφει: «Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ ἐξομολόγηση καὶ πολλὰ δάκρυα. Εἶναι ἀπαραίτητο, χρειάζεται, πρέπει νὰ κλάψουμε ἐδῶ. Μὲ τὰ δάκρυα μαλακώνει ἡ καρδιά μας. Ὁ σπόρος φυτρώνει καὶ καρποφορεῖ μὲ τὴν βροχή. Ἔτσι καὶ ἡ καρδιὰ μὲ τὰ δάκρυα καρποφορεῖ τὶς ἀρετές. Εἶπε ὁ Κύριος: ‘‘μακάριοι οἱ πενθοῦντες ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται’’. Ὑποσχέθηκε ὅτι ὅσοι κλαῖνε τὶς ἁμαρτίες τους θὰ ἔχουν χαρὰ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Ἔχουμε δύο εἰδῶν δάκρυα, τὰ κατὰ Θεὸν καὶ τὰ δάκρυα τῆς μέμψεως. Τὰ κατὰ Θεὸν δάκρυα ἔρχονται μόνα τους  καὶ εἶναι ποὺ κλαῖμε καμιὰ φορά, ὅταν ἀκούσωμεν μίαν ἀνάγνωσιν ἢ ἕνα ἄσμα πνευματικὸν ἢ μᾶς ἔλθει καμμία καλὴ σκέψις. Καλὰ εἶναι καὶ αὐτά, ἀλλὰ τὰ δάκρυα ποὺ ἔρχονται ἐπειδὴ ἐσφάλαμε, τῆς μέμψεως τὰ δάκρυα, εἶναι καλύτερα. Διότι ὁ Χριστὸς εἰς τὸν πρῶτον δὲν ἔρχεται, ὅμως εἰς τὸν μετανοοῦντα, εἰς ἐκεῖνον ποὺ κλαίει διὰ τὰς ἁμαρτίας του, ὄχι μόνον ἔρχεται, ἀλλὰ πέφτει καὶ εἰς τὸν τράχηλόν του ἀκόμα. Διότι ἐκεῖνος ποὺ χύνει δάκρυα μόνον διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ναὶ, Τὸν εὐχαριστεῖ καὶ αὐτός, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἔσφαλε καὶ μετανοεῖ καὶ κλαίει διότι ἐλύπησε τὸν Θεὸν μὲ τὰς ἁμαρτίας του, Τὸν εὐχαριστεῖ περισσότερον. Εἰς τὸν τοιοῦτον ἀνοίγει τὰς ἀγκάλας Του καὶ τοῦ λέγει: ‘‘Μή λυπᾶσαι, τέκνον μου, κι ἐγὼ γιὰ σένα ἔπαθα τόσα καὶ τόσα. Ἂν ἔπεσες, σήκω, μετανόησον καὶ ἐγὼ πάλιν σὲ δέχομαι’’».

Καὶ ὁ Ἅγιος Παΐσιος θὰ συμπληρώσει: «Ἡ καρδιὰ καθαρίζεται μὲ δάκρυα καὶ στεναγμούς. Ἕνας ἀναστεναγμὸς μὲ πόνο ψυχῆς ἰσοδυναμεῖ μὲ δυὸ κουβάδες δάκρυα. Στὰ δάκρυα τῆς μετανοίας πονᾶς βαθιὰ καὶ εἰλικρινὰ γιὰ τὸ σφάλμα σου καὶ κλαῖς μὲ ταπείνωση. Τὰ δάκρυα αὐτὰ καταβάλλουν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἔχουν θεία παρηγοριά. Ὅταν ἡ ψυχὴ συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν Θεό, ἔρχονται τὰ δάκρυα τῆς εὐγνωμοσύνης καὶ τῆς δοξολογίας, ποὺ εἶναι δάκρυα ἀγαλλιάσεως. Τότε ἡ ψυχὴ βρίσκεται σὲ ἄλλο χῶρο, φτερουγίζει στὴν ἁπαλὴ ἐκείνη γλυκύτητα, τὴν παραδεισένια. Ἡ μετάνοια γιὰ τὸν ἀγωνιζόμενο εἶναι ἕνα ἐργόχειρο ποὺ δὲν τελειώνει ποτέ. Τὶς ἁμαρτίες μας θὰ τὶς κλαῖμε συνέχεια, μέχρι νὰ πεθάνουμε, ἀλλὰ μὲ διάκριση καὶ ἐλπίδα στὸν Χριστὸ ποὺ σταυρώθηκε γιὰ νὰ μᾶς ἀναστήσει πνευματικά».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα!

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας, ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ὁ ἀληθινὸς παρηγορητής μας, ἡ πηγὴ ἡ ἀνεξάντλητη τῆς παραμυθίας. Ὄχι μόνο τότε ποὺ πλησίαζε μπαίνοντας στὴν πόλη τῆς Ναῒν τὴν πονεμένη χήρα, ἀλλὰ πάντοτε θὰ χαρίζει τὸν πλοῦτο τῆς παρηγοριᾶς Του στὸν καθένα ποὺ θὰ Τὸν πλησιάζει μὲ εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη πίστη. «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13, 8).

Ἐκεῖνος γνωρίζει τὴν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης φύσης μας. Βλέπει τὰ δάκρυά μας καὶ τοὺς στεναγμοὺς γιὰ τὶς πολλαπλὲς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας. Βλέπει καὶ τὸν πνευματικό μας ἀγῶνα καὶ κατασπάζεται τὰ ἅγια δάκρυα τῆς μετανοίας μας.

Μὴ κλαῖτε γιὰ τὰ γήινα, θὰ μᾶς βροντοφωνάξει. Ἐγὼ εἶμαι ὁ στοργικός σας Πατέρας. Σᾶς στέλνω τὶς δοκιμασίες, γιατὶ γνωρίζω ὅτι εἶναι γιὰ τὸ καλό σας. Νὰ κλαῖτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες σας καὶ νὰ εἶστε πάντα ἕτοιμοι γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου σας ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωή.

Κι ἐμεῖς, τὰ φιλότιμα παιδιά του, ὅταν βαδίζουμε γιὰ τὴν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, θὰ τοῦ ποῦμε μυστικὰ ὁ καθένας μας: «Δακρύων μοι παράσχου μοι Χριστὲ ρανίδας, τὸν ρύπον τῆς καρδίας μου καθαιρούσας…»

Ὁ ποιητὴς Βερίτης θὰ συγκατανεύσει σ’ αὐτὴν τὴν καλή μας ἀγωνία:

«Ἔγινε σήμερα γιὰ μὲ κι αὐτὸ τὸ πανηγύρι!

Ν’ ἀφήνω πεντακάθαρος τὸ ξομολογητήρι

καὶ γύρω μου νὰ τραγουδοῦν ἀγγέλοι, ἀρχαγγέλοι.

Κι ἂν θὰ λυσσάξει ὁ σατανᾶς κι ὁ κόσμος, τὶ μὲ μέλει;

Γιὰ μένα σήμερα ἔγινε μεγάλο πανηγύρι!»

Εἴθε νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι μας αὐτῆς τῆς μεγάλης χαρᾶς τῆς μετανοίας!  ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Β' ΛΟΥΚΑ) 02 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022 (2)


TheioKirigma

Ἀριθμός 41

ΚΥΡΙΑΚΗ  Β΄ ΛΟΥΚΑ

«καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ ὑψίστου» (Λουκ. 6, 35)

2 Ὀκτωβρίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος· καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε  «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ. Διέφθειρε,  ὅμως, τὴν πατρικὴ αὐτὴ δωρεὰ καὶ πλανήθηκε στὸν χῶρο τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ἁμαρτίας. Ἀπὸ τὴν πτώση αὐτὴ μᾶς ἀνέστησε ὁ Κύριός μας. Θεράπευσε τὴν ἄρρωστη φύση μας. Ἄνοιξε τὴν «κεκλεισμένη πύλη» τῆς Βασιλείας Του μὲ τὴν θεία Του ἐνσάρκωση. Μᾶς εἶπε σήμερα: «καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ ὑψίστου». Θὰ γίνουμε παιδιά Του ζώντας κατὰ τὸ θέλημά Του καὶ τηρώντας τὶς σωτήριες ἐντολές Του. Σὰν στοργικὸς Πατέρας μᾶς ἔδωσε καὶ τοὺς τρόπους γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτό.

Πρώτη βαθμίδα ἡ δικαιοσύνη. «καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Δηλαδή, ὅπως θέλετε νὰ συμπεριφέρονται οἱ ἄνθρωποι σὲ σᾶς, κι ἐσεῖς νὰ κάνετε σ’αὐτοὺς τὸ ἴδιο. Λόγια ἀθάνατα. Χρυσὸ κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης τὰ ὀνόμασαν οἱ ἑρμηνευτές. Ἐκφράζουν τὸν ἀσίγαστο πόθο κάθε ψυχῆς νὰ βασιλεύσει γύρω μας ἡ δικαιοσύνη. Φανερώνουν τὴν μοναδικὴ ἀξία τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας, τὰ ἱερά της δικαιώματα, ποὺ πρέπει νὰ γίνονται σεβαστά. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη τὴν ἐντολὴ αὐτὴν τοῦ Θεοῦ μᾶς τὴν παραδίδει μὲ ἀρνητικὴ διατύπωση: «Ὅ μισεῖς, μηδενὶ ποιήσῃς». (Τωβίτ 4, 15). Ἰδοὺ ἡ χριστιανικὴ συμπεριφορά!  Θέλουμε οἱ ἄλλοι νὰ μᾶς σέβονται; Ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ τοὺς σεβόμαστε. Θέλουμε νὰ μὴ μᾶς ἀδικοῦν; Κι ἐμεῖς δὲν πρέπει νὰ ἀδικοῦμε τοὺς ἄλλους. Θέλουμε νὰ μᾶς μιλοῦν μὲ εἰλικρίνεια, νὰ μᾶς λένε πάντοτε τὴν ἀλήθεια; Τὸ ἴδιο χρεωστοῦμε νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς πρὸς αὐτούς. Θέλουμε νὰ εἶναι συνεπεῖς στὰ λόγια καὶ τὶς ὑποσχέσεις τους, ἔντιμοι στὶς συμφωνίες τους; Συνεπεῖς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν ἔντιμο χαρακτήρα μας.

Δεύτερη βαθμίδα ἡ ἀνεξικακία καὶ ἡ ἀγάπη. Μία ἀγάπη ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἀγκαλιάζει καὶ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔβλαψαν, ποὺ μᾶς πίκραναν, ποὺ μᾶς ἀδίκησαν. «Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε…» Ἐδῶ βρίσκεται τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἡ μεγάλη διαφορὰ ποὺ ἔχει ἡ χριστιανικὴ ἀρετὴ ἀπὸ ἐκείνη τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, θὰ πρέπει νὰ διαθέτουμε ἀνεξίκακη καρδιά. Ἀληθινὴ ἀγάπη χωρὶς ἀνεξικακία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει. Ὁ Χριστὸς ἀγαπᾶ ὅλους. «Θέλει πάντας σωθῆναι» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Εἶναι «χρηστός», εὐεργετικὸς καὶ ὠφέλιμος δηλαδή, καὶ πρὸς τοὺς ἀχαρίστους καὶ πρὸς τοὺς κακούς. «Ἀνατέλλει τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. 5, 45). Ἢ ὅπως ἀναφέρει τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων: «διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος πάντας τοὺς καταδυναστευομένους ὑπὸ τοῦ διαβόλου» (Πράξ. 10, 38). Καὶ στὸ ὄνομα τῆς ἀγάπης συγχωρεῖ ἀκόμα καὶ τοὺς σταυρωτές Του.

Τρίτη βαθμίδα τὸ ἔλεος καὶ οἱ οἰκτιρμοί. «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». Τὶ εἶναι τὸ ἔλεος; Ἀγάπη ἐπιτεταμένη, κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης. Καὶ τὶ εἶναι οἱ οἰκτιρμοί; Ἡ συμπάθεια καὶ ἡ εὐσπλαγχνία, ὁ πόνος γιὰ τὸν ἄλλο, τὸν πονεμένο ἀδελφὸ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι καὶ δικός μας ἀδελφός. «Αὐτὸ μὲ τὸ ὁποῖο μποροῦμε κάπως», διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «νὰ ἐξισωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ εἶναι τὸ ἐλεεῖν καὶ τὸ οἰκτίρειν». Καὶ συνεχίζει: ‘‘Δὲν εἶπε, ἐὰν νηστεύετε θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας’’ οὔτε εἶπε: ‘‘ἐὰν προσεύχεσθε θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας’’. Ἀλλὰ τὶ εἶπε; «Γίνεσθε οἰκτίρμονες».

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος διδάσκει: «Τὸ νὰ γνωρίζει κανεὶς καὶ νὰ ἐπιτελεῖ τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἡ πρώτη καὶ κυριώτερη ἀρετή. Ὅποιος κατέκτησε αὐτὴ τὴν ἀρετή, ὁμολογεῖ τὸν Θεὸ ὡς Δημιουργὸ καὶ Πλάστη ὅλου τοῦ κόσμου. Αἰσθάνεται τὴν ψυχή του νὰ ἕλκεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ στὴν καρδιά του νὰ ἀναπτύσσεται συναίσθημα ἀγάπης. Κατανοεῖ ὅτι πρέπει νὰ ταυτίσει τὴν θέλησή του μὲ τὴν θεία βούληση, καθότι μὲ τὴν ταύτιση αὐτὴν αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ἠθικὰ ἐλεύθερο. Τὴν ἀμέλεια τῶν καθηκόντων του πρὸς τὸν Θεὸ τὴν θεωρεῖ ἀχαριστία πρὸς Αὐτόν ποὺ τὸν πλημμυρίζει μὲ τὴν Χάρη καὶ τὶς δωρεές Του. Αὐτὸς ποὺ ἐκπληρώνει τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Θεὸ Τὸν λατρέυει προσφέροντάς Του θυσία τὴν καρδιά του ὡς ἔκφραση ἀληθινῆς πνευματικῆς λατρείας. Ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ὥστε νὰ ὑμνεῖται καὶ νὰ δοξάζεται ὁ Κύριος καὶ νὰ ἐκπληρώνεται τὸ ἅγιο θέλημά Του».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἐκήρυττε: «Τὸ πᾶν εὑρίσκεται στὸ νὰ καθαρίσωμεν τὴν καρδίαν μας, τοὺς ὀφθαλμούς μας, τὰς χεῖρας μας, τὰς ἀκοάς μας, καὶ τότε ὀψόμεθα φῶς τὸ ἀπρόσιτον. Θὰ ἰδοῦμε μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας τὸν Χριστὸν ἐξαστράπτοντα. Δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸν νὰ λάμψη ὁ Χριστὸς σὲ καρδίαν ἀκάθαρτον. Πῶς θὰ ἔλθη τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον μέσα μου, ἐφ’ ὅσον ἐγὼ ἔχω κατασκοτισμένον τὸ ἐσωτερικόν μου ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ὁ διάβολος τὸ ἔχει καταγώγιόν του; Πῶς θὰ ἔλθη νὰ κατοικήση ὁ Χριστὸς εἰς τὴν καρδίαν μου, ἀφοῦ ἔχω ἐγκάτοικον τὸν φθόνον, τὴν κακίαν, τὸ μῖσος, τὴν πικρίαν πρὸς τὸν πλησίον καὶ ὅλα τὰ κακά; Ἐκεῖνος ποὺ πορεύεται καλά, ἔχει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποὺ τὸν σκεπάζει, τὸν διαφυλάττει, τὸν φρουρεῖ. Ἔχει ἕναν ἄγγελον ἐμπρός, ἕναν ὄπισθεν, ἕναν δεξιά, ἕναν ἀριστερά. Λοιπόν, ὁ τοιοῦτος δὲν ἠμπορεῖ ποτὲ νὰ πέση. Τὸν παραλαμβάνουν οἱ φρουροί του καὶ δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ πάθη τίποτα».

Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου ἐτόνιζε: «Ἀγαπήσατε τὸν Ἕναν καὶ θὰ σᾶς ἀγαποῦν καὶ τὰ θηρία. Ἀγαπήσατε μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας τὸν Χριστὸ καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ σᾶς ἀγαποῦν καὶ θὰ σᾶς περιποιοῦνται. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ πρέπει νὰ ἁπλώνεται καὶ στὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, τὰ ζῶα, τὰ δέντρα, τὰ λουλούδια, τὰ πουλιὰ καί – προπαντός- πρὸς τὸ τελειότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδελφός μας».

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὑπογραμμίζει: «Ὅταν κάποιος ἔχει ἔνα πάθος, νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοῦ ρίχνουμε ἀκτίνες ἀγάπης καὶ εὐσπλαγχνίας, γιὰ νὰ θεραπεύεται καὶ νὰ ἐλευθερώνεται. Μόνο μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνονται αὐτά. Ὁ Χριστιανὸς εἶναι εὐγενής. Νὰ προτιμᾶμε νὰ ἀδικούμαστε. Ἅμα ἔλθει μέσα μας τὸ καλό, ἡ ἀγάπη, ξεχνᾶμε τὸ κακὸ ποὺ μᾶς ἔκαναν. Ὅταν ἀντιδικοῦμε οἱ ἄλλοι ἀντιδροῦν, ἐνῶ ὅταν δείχνουμε ἀγάπη οἱ ἄλλοι συγκινοῦνται καὶ τοὺς κερδίζουμε».

Ἕνας μοναχὸς ἐπισκέφθηκε κάποτε τὸν Ἅγιο Παΐσιο γιὰ νὰ συζητήσει μαζί του διάφορα πνευματικὰ θέματα. Τὸν ἀπασχολοῦσε ἀκόμα τὸ γεγονὸς ὅτι κάποιος πνευματικὸς ἀδελφός του, τὸν ὁποῖον κατὰ τὸ παρελθὸν εἶχε εὐεργετήσει μὲ ποικίλους τρόπους, τὸν κατηγοροῦσε ἄδικα. Ὁ Γέροντας τὸν ἄκουσε μὲ προσοχὴ καὶ τοῦ εἶπε: «Ἄκουσε πάτερ. Ὅταν κάποιος βοηθάει σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους κι ἐκεῖνοι μὲ τὴν σειρά του τοῦ τὸ ἀνταποδίδουν, εἶναι σὰν νὰ τοῦ βάζουν ξεροκόμματο στὸν ντορβά του. Ἐνῶ ὅταν τὸν κατηγοροῦν γεμίζει ὁ ἐπάνω, ὁ οὐράνιος ντορβάς και αὐτὸ τὸν συμφέρει».

«Γέροντα, πῶς νὰ βλέπουμε αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀδικεῖ;», ρώτησαν τὸν Ἅγιο. «Πῶς νὰ τὸν βλέπουμε; Σὰν ἕνα μεγάλο εὐεργέτη μας ποὺ μᾶς κάνει καταθέσεις στὸ ταμιευτήριο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς κάνει πλούσιους αἰώνια. Μικρὸ πρᾶγμα εἶναι αὐτό; Τὸν εὐεργέτη μας δὲν τὸν ἀγαποῦμε; Δὲν τοῦ ἐκφράζουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας; Ἔτσι καὶ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀδικεῖ νὰ τὸν ἀγαποῦμε καὶ νὰ τὸν εὐγνωμονοῦμε, γιατὶ μᾶς εὐεργετεῖ αἰώνια. Οἱ ἄδικοι ἀδικοῦνται αἰώνια, ἐνῶ ὅσοι δέχονται μὲ χαρὰ τὴν ἀδικία, δικαιώνονται αἰώνια. Ἀλλὰ νὰ ξέρεις, ὁ καλὸς Θεὸς καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ζωὴ ἀμείβει τὸν ἀδικημένο. Ξέρει ὁ Θεός, ἔχει πρόνοια γιὰ τὸ πλάσμα Του».

Εὐλογημένοι Χριστιανοί!

Αὐτὲς τὶς σωτήριες προτροπὲς τοῦ Κυρίου μας πρέπει νὰ τὶς γράψουμε μὲ χρυσᾶ γράμματα μέσα στὶς καρδιές μας. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸν ἐπάρατο ἑωσφορισμό, τὸν ἐγωισμό μας καὶ τὴν ἐσωστρέφειά μας, εἶναι νὰ μιμηθοῦμε τὸν Κύριό μας, νὰ πέσουμε στὴν ἀγκαλιά Του, νὰ πλεύσουμε στὸν ὠκεανὸ τοῦ θείου ἐλέους Του. Τὸ ἀπάνεμο λιμάνι μας εἶναι ἡ Ἁγία Ἐκκλησία, μὲ τὰ ἱερά της μυστήρια, τὰ ὁποῖα μᾶς χαριτώνουν καὶ μᾶς ἐνδυναμώνουν. Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ στοργικός μας Πατέρας. Αὐτὸ τὸ πειστικὸ ἐπιχείρημα, ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε οἰκτίρμονες καὶ ὄχι σκληροκάρδιοι, χρησιμοποίησε ὁ Κύριος στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. «Πάτερ ἡμῶν», λέμε στὴν καθημερινή μας προσευχή, ὁμολογώντας ὅτι εἴμαστε παιδιά Του. Ἀλλὰ παιδιὰ θετὰ τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοὶ τοῦ Μονογενοῦς κατὰ φύσιν Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, μόνο στὰ λόγια, χωρὶς ἡ ζωή μας, τὰ ἔργα μας νὰ ἀποδεικνύουν αὐτὴν τὴν μοναδικὴ σχέση μας. Ἐὰν στὴν ζωή μας κυριαρχεῖ αὐτὴ ἡ ἀντινομία, μάταιη ἡ θεωρητικὴ «πίστη» μας στὸν Θεὸ Πατέρα. Τότε θὰ ἐπαναλαμβάνεται ἀπαράλλακτα τὸ παράπονο τοῦ Θεοῦ μας, ὅπως κάποτε στὰ χρόνια τοῦ Ἡσαΐα: «υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δὲ μὲ ἠθέτησαν» (Ἡσ. 1, 2). Τὶ παιδιὰ γέννησα! Τὶ παιδιὰ μεγάλωσα! Μὴ γένοιτο νὰ ἀκουσθεῖ καὶ γιὰ μᾶς τὸ θεϊκὸ αὐτὸ παράπονο.

Ἂς μᾶς ἐνθαρρύνει ὁ ἀγαπημένος μας ποιητὴς Γ. Βερίτης μὲ τὸ γλυκόηχο τραγούδι του:

«Μαζί σου θὰ βαδίσουμε χειμῶνες, καλοκαίρια

καὶ στὶς φουρτοῦνες ποὺ θά’ρθοῦν

καὶ στὰ καλὰ τὰ χρόνια,

πάντα μαζὶ στὰ δύσκολα,

πάντα μαζὶ μὲ Σένα». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου