Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

ΣΑΒΒΑΤΟ 26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020



ΘEIA ΛEITOYΡΓΙΑ ΕΠΙ ΤΗ ΣΥΝΑΞΗ

ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ 

ΘΕΟΤΟΚΟΥ  ΤΗΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ

 

Απολυτίκιον

Η Γέννησίς σου, Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως· εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, σε προσκυνείν, τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν, Κύριε δόξα Σοι.

 

Απολυτίκιον

Ὡς βρέφος βαστάζουσα, ἐν ταὶς ἀγκάλαις Ἁγνή, τὸν πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα ἔκ σοῦ, χαρᾶς ὤφθης πρόξενος, ὅθεν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνυμνεῖ χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, τὴν φρικτήν σου λοχείαν πηγὴν γὰρ ἀθανασίας, κόσμω ἐκύησας.

Κοντάκιον

“Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει,

καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτω προσάγει.

Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι.

Μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι.

Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον,

ὁ πρὸ αἰώνων Θεός!!!”

 

                                                      

  "ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ"


            Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΕΙΚΩΝ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΗ 

      ΕΝ ΤΩ Ι. ΝΑΩ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΛΑΤΟΜΙΤΙΣΣΗΣ ΧΙΟΥ

 

Την επομένη ημέρα από την Γέννηση του Ιησού Χριστού εορτάζουμε  την Σύναξη της  Υπεραγίας Θεοτόκου εδώ και πολλές  δεκαετίες.

Είναι το δεύτερο μεγάλο  πανηγύρι  της ενορίας μας  μετά από το Δεκαπενταύγουστο.   

Όμως φέτος εορτάστηκε κεκλεισμένων των θυρών λόγω των περιοριστικών μέτρων της   πανδημίας  covid – 19.

Την ημέρα  αυτή   τελείται η Θεία Λειτουργία προς  τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Ας ευχηθούμε του χρόνου να είναι γεμάτοι  από πιστούς οι Ιεροί Ναοί μας δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου της Οδηγητρίας της ενορίας μας της Παναγίας Λατομίτισσας. Καλό και ευλογημένο υπόλοιπο δωδεκαήμερο.

 

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  51

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ

Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, Δαυίδ τοῦ προφήτου καί Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου

Στεφάνου Πρωτομάρυρος

(Ματθ. β’ 13 - 23)

 27 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων, ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. Ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἦν ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρῴδου, ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου. Τότε Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων. Τότε ἐπληρώθη τὸ ρηθὲν ὑπὸ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν. Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου. Ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἦλθεν εἰς γῆν Ἰσραήλ. Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπὶ τῆς Ἰουδαίας ἀντὶ Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν· χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Δὲν ὑπάρχει αὐθεντικὸς Χριστιανός, ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Χριστὸ καὶ ἀγωνίζεται νὰ Τὸν μιμηθεῖ μὲ τὴν βιοτή του, ποὺ νὰ μὴν ὑφίσταται ποικίλους πειρασμοὺς ἐξαιτίας τῆς χριστιανικῆς ἰδιότητάς του. Οἱ δυσκολίες καὶ οἱ διωγμοὶ εἶναι σύμφυτοι μὲ τὴν χριστιανικὴ ζωὴ σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται». Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς προειδοποίησε: «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσι». Ἐφόσον οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, οἱ πονηροὶ καὶ οἱ ἀντίθεοι, ἐμένα, τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ κυνήγησαν καὶ μὲ κατέτρεξαν μὲ τὸν χειρότερο τρόπο μέχρι θανάτου, νὰ περιμένετε καὶ ἐσεῖς, οἱ γνήσιοι μαθητές μου, νὰ ὑποστῆτε τὰ ἴδια. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Χριστὸς μᾶς  λέγει: «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γιγνώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν».

Ποιὰ θέση μποροῦν νὰ ἔχουν οἱ ἀνωτέρω δυσάρεστες σκέψεις μέσα στὴν πανευφρόσυνη χριστουγεννιάτικη περίοδο; Μήπως θέλουμε νὰ χαλάσουμε τὸ περίφημο «πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων», ὅπως θέλει νὰ τὸ βιώνει ὁ κόσμος, ποὺ ἀναλώνεται σὲ διασκεδάσεις καὶ κοσμικότητες; Ναί, γιατί θέλουμε νὰ τοποθετήσουμε τὸν ἑορτασμὸ τῶν ἁγίων ἡμερῶν αὐτῶν στὶς πραγματικές, δηλαδὴ στὶς εὐαγγελικές τους διαστάσεις. Ἂν μελετήσουμε σὲ βάθος τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μετὰ τὸν λάμψη τοῦ Ἀστέρος καὶ τὴν δοξολογία τῶν ἀγγέλων, τὸ «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία», μετὰ τὴν προσκύνηση τῶν ποιμένων καὶ τῶν Μάγων μὲ τὰ δῶρα, σημαδεύεται ἀπὸ ἀγωνία, φόβο, τρόμο καὶ φρίκη! Αἴτιοι γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ φοβερὰ ποὺ θὰ συμβοῦν εἶναι ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰουδαίας, ὁ Ἡρώδης, αὐτὸ τὸ ἀνθρωπόμορφο τέρας, καὶ ὁ Σατανᾶς ποὺ τὸν ὑποκινεῖ. Ὁ Ἡρώδης, ἔχοντας μάθει ἀπὸ τοὺς νομοδιδασκάλους τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀπὸ τοὺς Μάγους ὅτι ἕνας μεγάλος βασιλέας γεννήθηκε στὴν πόλη τοῦ Δαυίδ, τὴν Βηθλεέμ, εἶπε στοὺς Μάγους, ἀφοῦ προσκυνήσουν τὸν νεογέννητο βασιλέα, νὰ ἔρθουν πίσω στὸ παλάτι του, γιὰ νὰ τὸν πληροφορήσουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν καὶ αὐτὸν ἐκεῖ, γιὰ νὰ τὸν προσκυνήσει. Οἱ Μάγοι ὅμως «χρηματισθέντες κατ’ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρώδην, δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν».  Τότε ἀκριβῶς ἐμφανίζεται ὁ ἄγγελος στὸν ὕπνο τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τὸν προστάζει νὰ πάρει τὸ Παιδὶ καὶ τὴν Μητέρα του καὶ νὰ φύγει γιὰ τὴν Αἴγυπτο καὶ νὰ μείνει ἐκεῖ, ἕως ὅτου τὸν εἰδοποιήσει. Κινδυνεύει τὸ Παιδί, γιατί ὁ Ἡρώδης πρόκειται νὰ Τὸ ἀναζητήσει, γιὰ νὰ Τὸ θανατώσει! Μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε πόσο μεγάλος φόβος, πόσο μεγάλη ἀγωνία κατέλαβε τὸν ταλαίπωρο Ἰωσὴφ μὲ τὴν εἴδηση αὐτή! Δὲν τοῦ φθάνει ὁ καθημερινὸς ἀγώνας γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς «οἰκογένειάς» του, ἀκούει τώρα πὼς κάποιος καὶ μάλιστα πανίσχυρος, ὁ ἴδιος ὁ βασιλιὰς Ἡρώδης, τὴν κατατρέχει καὶ θέλει νὰ σκοτώσει τὸ Παιδί, χωρὶς νὰ αἰτιολογήσει τὴν καταδρομὴ του αὐτή. Τί τοῦ φταίει ἕνα νήπιο; Σὲ τί θὰ μποροῦσε νὰ τὸν βλάψει, αὐτὸν τὸν παντοδύναμο; Αὐτὸ ποὺ τρέμει ὁ Ἡρώδης εἶναι μήπως μεγαλώνοντας ὁ μικρὸς Ἰησοῦς σφετερισθεῖ τὸν θρόνο του καὶ τὸν ἀνατρέψει. Σ’ αὐτὸ τὸ ἀνόητο συμπέρασμα καταλήγει μὲ βάση τὶς προφητεῖες. Ἀλλὰ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσει τὴν πνευματικὴ καὶ ὑπερκόσμια φύση τῆς Βασιλείας ποὺ ἔρχεται νὰ ἐγκαθιδρύσει στὴ γῆ ὁ Χριστός, τὴν ὁποία ὑπαινίσσονται οἱ προφητεῖες αὐτές. Πολλὰ χρόνια ἀργότερα, ἐνώπιόν του Πιλάτου, ὁ Χριστὸς θὰ φανερώσει τὴν ἀλήθεια: «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου».

Ἔτσι, ὁ Ἰωσὴφ ἀμέσως σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, ξυπνάει τὴν Μαριὰμ καὶ τὸ Παιδί, ἑτοιμάζονται ὅπως-ὅπως καὶ μέσα στὰ ἄγρια μεσάνυχτα φεύγουν ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦν. Προχωροῦν βιαστικὰ μέσα στὸ σκοτάδι μὲ τὸν φόβο καὶ τὴν ἀγωνία στὴν καρδιὰ καὶ πορεύονται πρὸς τὴν Αἴγυπτο. Προσπαθοῦν νὰ περάσουν τὸ γρηγορότερο τὰ σύνορα τῆς Ἰουδαίας, γιὰ νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὴν θανάσιμη ἀπειλὴ τοῦ Ἡρώδη. Ὁ Χριστὸς, λοιπὸν, ἀναγκάζεται νὰ γίνει πρόσφυγας. Ἐδῶ ἡ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ματθαίου εἶναι πάρα πολὺ συνοπτικὴ καὶ ἀφήνει πάρα πολλὰ ἀναπάντητα ἐρωτήματα. Πῶς κατόρθωσαν οἱ φυγάδες νὰ φθάσουν στὴν Αἴγυπτο, διασχίζοντας ἑκατοντάδες χιλιόμετρα στὴν ἔρημο μὲ τοὺς μύριους κινδύνους; Πῶς τροφοδοτοῦνταν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πορείας τους; Ποῦ βρῆκαν κατάλυμα καὶ μονιμότερη κατοικία, πόσο καιρὸ ἔμειναν ἐκεῖ; Δὲν γνωρίζουμε. Αὐτὸ ποὺ κρατοῦμε εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὸ ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο αὐτὸ ἀντιμετωπίζει ἕνα γιγαντιαῖο κῦμα ὀργῆς καὶ μίσους καὶ ἡ ζωὴ Του κινδυνεύει ἄμεσα.

Καὶ αὐτὸ συμβαίνει γιατί, ὅταν κατάλαβε ὁ Ἡρώδης ὅτι οἱ Μάγοι τὸν κοροΐδευσαν, «ἐθυμώθη λίαν» καὶ δίνει τὴν φρικτὴ διαταγὴ νὰ θανατωθοῦν ὅλα τὰ νήπια της Βηθλεὲμ καὶ τῶν περιχώρων της ἀπὸ δύο ἐτῶν καὶ κάτω, σύμφωνα μὲ τοὺς ὑπολογισμοὺς ποὺ ἔκανε σχετικὰ μὲ τὴν ἡλικία τοῦ νηπίου Χριστοῦ. Γιὰ νὰ θανατώσει ἕνα νήπιο, δὲν διστάζει νὰ θανατώσει ὅλα τὰ συνομήλικά του νήπια στὴν περιοχή, πιστεύοντας πὼς ἔτσι δὲν θὰ τοῦ γλυτώσει. Ἀνθρώπου νοῦς ἀδυνατεῖ νὰ συλλάβει τὸ μέγεθος τοῦ ἐγκλήματος. Ὄχι ἁπλοῦ ἐγκλήματος, ἀλλὰ πραγματικῆς γενοκτονίας! Ἀνατριχιάζουμε καὶ μόνο στὴν σκέψη τοῦ τί συνέβη στὰ φτωχόσπιτα τοῦ τόπου ἐκείνου. Πάνοπλοι στρατιῶτες εἰσβάλλουν σὲ αὐτά, ἁρπάζουν τὰ μωρὰ ἀπὸ τὶς κούνιες τους ἢ ἀπὸ τὶς ἀγκαλιὲς τῶν μανάδων τους, τὰ σφάζουν σὰν ἀρνιὰ καὶ τὸ αἷμά τους πιτσιλίζει τοὺς τοίχους, τὰ ἔπιπλα, τὰ ροῦχα. Κραυγές, ὀλολυγμοί, κλάματα  σχίζουν τὸν ἀέρα, ἀναρίθμητα σπίτια θρηνοῦν, παντοῦ «θρῆνος καὶ κλαυθμὸς πολύς». Σύμφωνα μὲ ὑπολογισμοὺς δεκατέσσερες χιλιάδες εἶναι τὰ θύματα τῆς μεγάλης καὶ παρανοϊκῆς αὐτῆς σφαγῆς, τὰ Ἅγια Νήπια, τὰ ὁποῖα ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν 29η Δεκεμβρίου.

Ὁ μικρὸς Χριστὸς γλύτωσε ἀπὸ τὴν σφαγή, γιατί αὐτὸ ἦταν τὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἀπὸ τὴν τραγικὴ αὐτὴ ἱστορία δύο συμπεράσματα εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξαγάγουμε. Πρῶτον ἡ ἔλευση τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ ἀποτελεῖ μὲν τὸ πλέον χαρμόσυνο καὶ φωτεινὸ γεγονὸς τῆς ἱστορίας, ταυτόχρονα ὅμως σηματοδοτεῖ τὴν ἔναρξη ἑνὸς μεγάλου πολέμου. Ὁ Χριστὸς εἶναι εἰρηνοποιός, ἀλλὰ προκαλεῖ πόλεμο! Πῶς συμβαίνει αὐτὸ τὸ ἀντιφατικό; Εἶναι οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους ποὺ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐμφάνισής Του  ἀντιμάχονται λυσσωδῶς καὶ τὸν Ἴδιο καὶ τοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἀγωνίζονται νὰ ἐπικρατήσουν μὲ τὴν βία τῆς ἐγκόσμιας ἐξουσίας καὶ νὰ καταπνίξουν τὴν πίστη στὸν Χριστό. Δὲν καταφέρνουν, ὅμως, τίποτε καὶ φεύγουν ἡττημένοι καὶ κατησχυμένοι ἀπὸ τὴν δύναμή Του. Ὅσο καὶ ἂν φρυάττει ὁ κοσμοκράτορας Σατανᾶς, στὸ τέλος ὑποτάσσεται στὴν Παντοκρατορία τοῦ Θεοῦ.

Τὸ δεύτερο συμπέρασμα εἶναι πὼς ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸν Θεὸ πάντοτε λαμβάνει τὴν βοήθειά Του στοὺς κινδύνους, γενικότερα στὸν πνευματικό του ἀγώνα μὲ τὸν ἕνα ἢ μὲ τὸν ἄλλο τρόπο. Βλέπουμε στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα τὴν κατὰ κόσμον ἀσθενέστατη Ἁγία Οἰκογένεια νὰ κατευθύνεται στὶς κρίσιμες στιγμὲς καὶ νὰ σώζεται ἀπὸ τὸν Ἄγγελο τοῦ Κυρίου. Αὐτὴν τὴν θεϊκὴ βοήθεια ὀφείλουμε νὰ ἐλπίζουμε ὅτι θὰ λάβουμε καὶ ἐμεῖς, οἱ Χριστιανοί, ποὺ ἑορτάζουμε μὲ πίστη καὶ πόθο τὰ Ἅγια Χριστούγεννα, ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ποὺ ὅσο περνάει ὁ καιρὸς αἰσθανόμαστε ἐντονώτερο τὸ διωγμὸ ἐνάντια στὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία, ποὺ αἰσθανόμαστε τὴν καυτὴ ἀνάσα τοῦ Δράκου, τοῦ Ἀρχεκάκου Ὄφεως Διαβόλου, νὰ μᾶς πλησιάζει. Νὰ βάλουμε βαθιὰ μέσα στὴν καρδιά μας τὸν ἐλπιδοφόρο λόγο τοῦ Χριστοῦ μας: «Ἐν τῷ κόσμω τούτῳ θλῖψιν ἕξετε, ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον!». Νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστὸς «ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ» καὶ ἐμεῖς θὰ τὸν ἀκολουθοῦμε μὲ γενναιότητα καὶ θάρρος καὶ τώρα καὶ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ἀμήν! Γένοιτο!

    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χϊου

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

ΕΝ ΟΨΕΙ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2020

 

Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ
 ΤΟΥ ΕΝΟΡΙΑΚΟΥ

 ΦΙΛΟΠΤΩΧΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ 
ΤΗΣ  ΕΝΟΡΙΑΣ  ΠΑΝΑΓΙΑΣ   ΛΑΤΟΜΙΤΙΣΣΗΣ




Κάθε χρόνο εδώ και πολλές δεκαετίες  ο Πρόεδρος και τα μέλη του Ενοριακού Φιλοπτώχου Ταμείου της Παναγίας Λατομιτίσσης με ιδιαιτερότητα εφέτος και λόγω των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας covid- 19, εγένετο με τηλεδιάσκεψη η συζήτηση και ομόφωνα αποφάσισε να προσφερθούν  δωροεπιταγές  για αγορά τροφίμων ως ενίσχυση σε αναξιοπαθείς οικογένειες. 

 

       Δύσκολο το έργο της προσφοράς και δυστυχώς αυξάνονται όλο και περισσότερο οι ανάγκες για να επουλωθούν οι πληγές της φτώχειας, της  δυστυχίας, της αρρώστιας, της μοναξιάς.                   

 

 

 

    Η κοινωνία μας  είναι γεμάτη από αναξιοπαθούντες συνανθρώπους μας, για τους οποίους η εκκλησία μας πονά και νοιάζεται  τόσο κατά τις μεγάλες εορτές, όσο και καθ’ όλο το έτος προσφέροντάς τους οικονομική ενίσχυση όσο αυτό είναι δυνατόν.

 

 Η αξία του εθελοντισμού στη ζωή μας, καλλιεργείται από τις Θεϊκές εντολές, που τονίζουν σε όλους μας ότι οφείλουμε να αγαπάμε τον πλησίον μας.

 

       Καθημερινά πολλά και σοβαρά θέματα απασχολούν τους υπεύθυνους του Ενοριακού Φιλοπτώχου Ταμείου, που με πολύ αγάπη, εχεμύθεια και σοβαρότητα προσπαθούν να δώσουν λύσεις στα προβλήματα των αναξιοπαθούντων συμπολιτών μας.

       Ετσι λοιπόν  και φέτος  με την ευκαιρία της εορτής  των Χριστουγέννων, η ενορία μας, στάθηκε δίπλα  στους συνανθρώπους μας που αντιμετωπίζουν οξύτατα βιοποριστικά προβλήματα.

     Σε μια εποχή απομόνωσης και ατομισμού, το αγκάλιασμα  της  φτώχειας,  της αγωνίας και  του πόνου του διπλανού μας είναι  υποχρεώσή μας.

     Ευχαριστούμε όλους, επώνυμους και ανώνυμους που έστω και από το υστέρημά τους, ενισχύουν το Ενοριακό Φιλόπτωχο Ταμείο και τους ευχόμεθα ο Θεός να τους ανταμείβει δια πρεσβειών της Υπεραγίας  Δεσποίνης ημών Θεοτόκου.

       Ευχόμαστε ολόψυχα η γέννηση του Θεανθρώπου να ζεστάνει την καρδιά όλων μας και να μας χαρίσει ελπίδα, φώτιση, υγεία και ο Νέος Χρόνος να φέρει την αγάπη και την ειρήνη σε όλο τον κόσμο.

Καλό και ευλογημένο Δωδεκαήμερο.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  50

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

(Ματθ. α’ 1 - 25)

 20 Δεκεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Βίβλος γενέσεως Ιησού Χριστού, υιού Δαυΐδ υιού Αβραάμ. Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ, Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιούδαν και τους αδελφούς αυτού, Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ, Φαρές δε εγέννησε τον Εσρώμ, Εσρώμ δε εγέννησε τον Αράμ, Αράμ δε εγέννησε τον Αμιναδάβ, Αμιναδάβ δε εγέννησε τον Ναασών, Ναασών δε εγέννησε τον Σαλμών, Σαλμών δε εγέννησε τον Βοόζ εκ της Ραχάβ, Βοόζ δε εγέννησε τον Ωβήδ εκ της Ρούθ, Ωβήδ δε εγέννησε τον Ιεσσαί, Ιεσσαί δε εγέννησε τον Δαυΐδ τον βασιλέα. Δαυΐδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα εκ της του Ουρίου, Σολομών δε εγέννησε τον Ροβοάμ, Ροβαάμ δε εγέννησε τον Αβιά, Αβιά δε εγέννησε τον Ασά, Ασά δε εγέννησε τον Ιωσαφάτ, Ιωσαφάτ δε εγέννησε τον Ιωράμ, Ιωράμ δε εγέννησε τον Οζίαν, Οζίας δε εγέννησε τον Ιωάθαμ, Ιωάθαμ δε εγέννησε τον Άχαζ, Άχαζ δε εγέννησε τον Εζεκίαν, Εζεκίας δε εγέννησε τον Μανασσή, Μανασσής δε εγέννησε τον Αμών, Αμών δε εγέννησε τον Ιωσίαν, Ιωσίας δε εγέννησε τον Ιεχονίαν και τους αδελφούς αυτού επί της μετοικεσίας Βαβυλώνος. Μετά δε την μετοικεσίαν Βαβυλώνος Ιεχονίας εγέννησε τον Σαλαθιήλ, Σαλαθιήλ δε εγέννησε τον Ζοροβάβελ, Ζοροβάβελ δε εγέννησε τον Αβιούδ, Αβιούδ δε εγέννησε τον Ελιακείμ, Ελιακείμ δε εγέννησε τον Αζώρ, Αζώρ δε εγέννησε τον Σαδώκ, Σαδώκ δε εγέννησε τον Αχείμ, Αχείμ δε εγέννησε τον Ελιούδ, Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ, Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν, Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ, Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ τον άνδρα Μαρίας, εξ ης εγεννήθη Ιησούς ο λεγόμενος Χριστός. Πάσαι ουν αι γενεαί από Αβραάμ έως Δαυΐδ γενεαί δεκατέσσαρες, και από Δαυίδ έως της μετοικεσίας Βαβυλώνος γενεαί δεκατέσσαρες, και από της μετοικεσίας Βαβυλώνος έως του Χριστού γενεαί δεκατέσσαρες. Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην. Μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ, πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου. Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι, εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν. Ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος Κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων· Ιωσήφ υιός Δαυΐδ, μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου· το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου· τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν· αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών. Τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος· ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν, και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστί μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο Θεός. Διεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος Κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα αυτού, και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, τὸ μόνο γεγονὸς κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται στὴν γῆ, «οὐσίᾳ, οὐ φαντασίᾳ», δηλαδὴ στὴν πραγματικότητα καὶ φανερά, ὄχι ψευδῶς ἢ εἰκονικά, καὶ ἐπεμβαίνει δραστικά, μὲ σκοπὸ νὰ ἀναπλάσει τὴν πεπτωκυία φύση τοῦ Ἀδάμ. «Ἰδὼν ὁ Κτίστης ὀλλύμενον τὸν ἄνθρωπον χερσὶν ὅν ἐποίησεν κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται», λέγει ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνος τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων αἰτιολογώντας τὴν κένωση τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἀνεχθεῖ ὁ Κτίστης Θεὸς νὰ βλέπει τὸν ἄνθρωπο πού ἔπλασε μὲ τὰ χέρια Του νὰ χάνεται, νὰ καταστρέφεται, νὰ πεθαίνει, γι’ αὐτὸ κλίνει, «λυγίζει» τὸν οὐρανὸ καὶ τὸν ἀναγκάζει νὰ ἀκουμπήσει στὴν γῆ. Γεννᾶται, ἔτσι, ὁ Χριστὸς ἀπὸ μητέρα Παρθένο, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο Μαρία, καὶ ἀκοῦμε τὸν ἱερὸ ποιητὴ νὰ ἀναφωνεῖ: «Θεὸς τὸ τεχθέν, ἡ δὲ Μήτηρ Παρθένος. Τί μεῖζον ἄλλο καινὸν εἶδεν ἡ κτίσις;» Θεὸς εἶναι τὸ νεογέννητο καὶ ἡ Μητέρα Του Παρθένος. Τί ἄλλο μεγαλύτερο ἀπὸ αὐτὸ παράδοξο συμβὰν ἔχει δεῖ ἡ πλάση;» Ἀρχίζει κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ ξεδιπλώνεται τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας μὲ ὅλες τὶς σωτηριώδεις συνέπειές του γιὰ τὸν ἄνθρωπο.

Αὐτὸ τὸ ὑπερφυέστατο καὶ ἀπρόσιτο στὴν κατανόησή του μέγα Μυστήριο θὰ ἑορτάσουμε σὲ λίγες ἡμέρες, κατὰ τὴν Μεγάλη καὶ Δεσποτικὴ Ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, τὴν Μητρόπολη τῶν ἑορτῶν, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο, καὶ ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει ποικιλοτρόπως, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε, γιὰ ἄλλη μία φορὰ, τὸν γεννηθέντα Δεσπότη Χριστό. Καὶ ἕνα πολὺ σημαντικὸ μέρος τῆς προετοιμασίας γιὰ τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ ἐμπέδωση τῆς ἀνθρώπινης πραγματικότητας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ καταλάβουμε ὅτι ὁ ἀπρόσιτος Θεὸς ἐντάσσεται ὡς ἄνθρωπος στὸν ἱστορικὸ χρόνο καὶ μπορεῖ νὰ ταυτοποιηθεῖ γενεαλογικά, ὅπως γίνεται μὲ κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στὸν κόσμο. Αὐτὸ τὸν σκοπὸ ἐξυπηρετεῖ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ἡ ἀφιερωμένη στοὺς Προπάτορες τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα πού ἀναγνώσθηκε. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης. «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυίδ, υἱοῦ Ἀβραάμ. Ἀβραὰμ ἐγέννησεν τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἰούδα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ……». Ἀρχίζει ἡ γενεαλογία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, στὸν ὁποῖο δόθηκαν  οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀνάπτυξη καὶ τὸ μεγαλεῖο του ἑβραϊκοῦ ἔθνους, φθάνει στὸν Προφητάνακτα Δαυίδ, μὲ τὸν ὁποῖο οἱ Ἑβραῖοι φθάνουν στὸ ἀπόγειο τῆς δυνάμεώς τους, συνεχίζει μέχρι τὸν Ἰεχονία καὶ τοὺς ἀδελφούς του, στὰ χρόνια τῶν ὁποίων πραγματοποιεῖται ἡ δραματικὴ αἰχμαλωσία τῶν Ἑβραίων στὴν Βαβυλώνα, καὶ καταλήγει στὸν Ἰωσήφ, «τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἦς ἐγεννήθη Ἰησοῦς, ὁ λεγόμενος Χριστός». Θὰ περίμενε κάποιος νὰ ἀκούσει φυσιολογικὰ «Ἰωσὴφ δὲ ἐγέννησε Ἰησοῦν», δὲν ἰσχύει ὅμως κάτι τέτοιο καὶ ὁ Ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς ἀποτυπώνει τὴν ὑπερφυσικὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν πρόταση ὅτι ὁ Ἰωσὴφ εἶναι ὁ «ἄνδρας» τῆς Μαρίας, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν εἶναι ὁ φυσικὸς πατέρας τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι ἁπλὰ ὁ προστάτης τῆς Μαρίας, ὁ κατ’ ἐπίφασιν ἄνδρας της, «γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου», ὅπως λέγει ὁ λαός. Δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἐμφανισθεῖ στὴν κοινωνία ἡ Μαρία ὡς ἀνύπαντρη μητέρα, αὐτὸ θὰ ἦταν ἐντελῶς ἀπαράδεκτο καὶ αἴτιο αἰσχύνης, οὔτε νὰ μεγαλώσει ὁ Χριστὸς ἀπροστάτευτος σὲ μία μονογονεϊκὴ οἰκογένεια, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε σύγχρονους ὅρους. Ὅλοι οἱ συγχωριανοὶ τοῦ Χριστοῦ γνωρίζουν ὅτι εἶναι ὁ γιὸς τοῦ ξυλουργοῦ, τοῦ Ἰωσήφ, καὶ γνωρίζουν τὴν μητέρα του καὶ τοὺς «ἀδελφούς» του ἀπὸ τὸν προηγούμενο γάμο τοῦ «πατέρα» του. Ἔτσι, εἶναι κοινωνικὰ ἀποδεκτὸς καὶ προστατευμένος. Ἡ μεγάλη ἀλήθεια, ὅμως, εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὴ καὶ μόνο μὲ ἁγιοπνευματοκίνητη πίστη γίνεται ἀποδεκτή. Ὁ Ἰησοῦς ὡς ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἄνθρωπο πατέρα, εἶναι «ἀπάτωρ ἐκ μητρός», εἶναι γεννημένος «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου».

Ἂν δὲν ἐμφυσήσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸν ἄνθρωπο τὴν πίστη στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, τὴν πίστη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, γεννημένος μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο ἀπὸ τὴν Παναγία Μητέρα Του,  εἶναι ἀδύνατο μόνος του, μὲ λογικὴ προσέγγιση καὶ ἑρμηνεία, νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ πού παρατηροῦμε στοὺς κύκλους τῶν διανοουμένων, τῶν λεγομένων «ἀνθρώπων τοῦ πνεύματος», εἶναι ὅτι παραδέχονται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνας πολὺ μεγάλος διδάσκαλος, ἕνας «ἐπαναστάτης» πού δίδαξε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀλληλεγγύη, ἕνας «μύστης», ἱδρυτὴς μίας μεγάλης θρησκείας, τοῦ Χριστιανισμοῦ, μὲ τεράστια ἐπίδραση στὸ ἱστορικὸ γίγνεσθαι. Κανεὶς ὅμως, πλὴν ἐλαχίστων, δὲν θὰ ὁμολογήσει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει κυρίως, ἐπειδὴ τὸ ὑπέρτατο Χριστολογικὸ μυστήριο, γιὰ νὰ ἔρθει νὰ κατοικήσει στὸν ἄνθρωπο, προϋποθέτει  καρδιὰ καθαρὴ καὶ πνεῦμα ταπεινώσεως. Εἶναι ἀδύνατον ἄνθρωπος «ψυχικός», βουτηγμένος στὰ πάθη τῆς σαρκὸς καὶ στὸν ὑλισμό, γεμάτος ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀπὸ κακία καὶ ἀσπλαχνία, νὰ πιστεύσει στὸν ἀναμάρτητο Χριστό, τὸν πλήρη ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης. Τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ «σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἡ στάση πού κρατᾶ κάθε ἄνθρωπος ἀπέναντι σὲ Αὐτὸ εἶναι ἡ λυδία λίθος τῆς πνευματικῆς του κατάστασης, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοδόχου Συμεῶνος: «Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ».

Πλησιάζουν τὰ Χριστούγεννα καὶ ἡ καρδιὰ μας ὀφείλει νὰ εὐαρεστήσει στὸν Σαρκωθέντα Κύριό μας. Ἀδιάκοπα πρέπει νὰ ἀναρρωτιόμαστε: «Τί σοὶ προσενέγκωμεν, Χριστέ, ὅτι ὤφθης ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος δι’ ἡμᾶς; Ἕκαστον γὰρ τῶν ὑπό σου γενομένων κτισμάτων τὴν εὐχαριστίαν σοὶ προσάγει.» Τί νὰ σοῦ προσφέρουμε, Χριστέ μας; Πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ σὲ εὐχαριστήσουμε, ἀφοῦ ὅλα τὰ κτίσματά σου προσφέρουν τὴν εὐχαριστία τους; Ποιὸ δῶρο θὰ φέρουμε καὶ θὰ τὸ ἐναποθέσουμε μέσα στὸ λίκνο Σου στὸ Σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ; Γνωρίζουμε ποιὸ εἶναι τὸ πλέον εὐπρόσδεκτο δῶρο γιὰ τὸν Χριστό μας; Εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας! Αὐτὸ εἶναι τὸ πολυπόθητο δῶρο, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τὸ ἀπεκάλυψε στὸν Ἅγιο Ἱερώνυμο τὴν νύχτα τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Χριστὸς τίποτε περισσότερο δὲν ἐπιθυμεῖ ἀπὸ τὸ νὰ τοῦ προσφέρουμε τὶς δυσώδεις ἁμαρτίες μας, γιὰ νὰ τὶς ἐξαλείψει καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει. Ἄλλωστε γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀποπλύνει τὴν λερωμένη εἰκόνα Του, τὸν ἄνθρωπο, καὶ νὰ τὸν ἀποκαταστήσει στὸ παραδείσιο, βασιλικὸ ἀξίωμά του, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξέπεσε μὲ τὴν πτώση τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ. Ἂς τρέξουμε, λοιπὸν, μὲ εἰλικρινῆ μετάνοια στὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ νὰ καθαρίσουμε τὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας, ἔτσι ὥστε ὁ Χριστὸς νὰ ἔρθει νὰ γεννηθεῖ μέσα μας καὶ νὰ μᾶς ἀναγεννήσει. Ἀμήν, γένοιτο!     

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

ΤΟΥ  ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΕΙΟΥ 

 ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ

(6-11-2020)

 

ΘΕΜΑ: ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ  ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ.

 

Σύμφωνα με τίς σχετικές ὁδηγίες τῆς πρόσφατης      πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου τῆς πολιτείας μας, για τόν περιορισμό τῆς διάδοσης τοῦ Κορωνοϊοῦ COVID-19, σᾶς γνωρίζουμε ὅτι προληπτικά ἀναστέλλεται προσωρινά  καί  μέχρι νεωτέρας ἡ πάσης  φύσεως  διδακτική     προσφορά τοῦ Κουκουναρείου Πνευματικοῦ Κέντρου ἀπό τίς  7-11-2020 μέχρι  και τίς 30-11-2020.

 

              ὑπεύθυνος τῆς λειτουργίας τοῦ

        Κουκουναρείου Πνευματικοῦ Κέντρου

         +Πρωτ. π.  Βασίλειος  Ν. Φιλιππάκης

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  49

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. ιδ΄ 16 - 24, Ματθ. κβ’ 14)

 13 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ῎Ερχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ῾Ο πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ᾿Αγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ῎Εξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ῎Εξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας μᾶς καλοῦσε νὰ παρευρεθοῦμε σὲ ἕνα ἐπίσημο δεῖπνο, τὸ ὁποῖο θὰ παρέθετε  ἀποκλειστικὰ γιὰ ἐμᾶς. Πῶς θὰ ἀντιδρούσαμε; Ἀρχικὰ θὰ νιώθαμε μεγάλη ἔκπληξη γιὰ τὴν ἀπρόσμενη τιμὴ ποὺ θὰ μᾶς γινόταν, ὕστερα θὰ χαιρόμασταν καὶ θὰ κάναμε τὴν καλύτερη δυνατὴ προετοιμασία γιὰ τὸ μεγάλο γεγονός. Ὅλη ἡ σκέψη μας καὶ ἡ καθημερινὴ δραστηριότητά μας θὰ περιστρεφόταν γύρω ἀπὸ τὴν πρόσκληση αὐτὴ καὶ θὰ προσπαθούσαμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερα σὲ αὐτήν. Καὶ τὴν ὥρα τοῦ δείπνου θὰ προσερχόμασταν στὸ Προεδρικὸ Μέγαρο μὲ τὴν πλέον ἐπίσημη ἐνδυμασία προσκομίζοντας καὶ ἕνα πολύτιμο δῶρο ὡς ἔνδειξη σεβασμοῦ καὶ εὐγνωμοσύνης.

Ἡ παραπάνω πρόσκληση εἶναι σχεδὸν βέβαιο ὅτι δὲν θὰ μᾶς ἔρθει ποτέ. Κανένας ἐπίγειος ἄρχοντας δὲν πρόκειται νὰ μᾶς καλέσει. Μᾶς καλεῖ ὅμως διαρκῶς ὁ ἴδιος ὁ Ὕψιστος Θεός, ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ ὁ Κύριος τῶν κυριευόντων. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν οὐράνια πρόσκληση περιγράφει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ μεγάλου Δείπνου, τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔκανε ἕνα δεῖπνο καὶ ἐκάλεσε πολλοὺς νὰ συμμετάσχουν σὲ αὐτό. Κατὰ τὴν ὥρα τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλό Του νὰ πεῖ στοὺς καλεσμένους νὰ ἔρθουν, γιατί ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Τότε ἄρχισαν οἱ προσκαλεσμένοι μὲ μία γνώμη νὰ μὴν ἀποδέχονται τὴν πρόσκληση. Ὁ πρῶτος εἶπε ὅτι ἀγόρασε χωράφι καὶ πρέπει νὰ πάει νὰ τὸ δεῖ. «Σὲ παρακαλῶ», τοῦ λέει, «θεώρησε μὲ δικαιολογημένο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση νὰ ἔρθω». Ὁ δεύτερος εἶπε ὅτι ἀγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πρέπει νὰ πάει νὰ τὰ δοκιμάσει. Γι’ αὐτὸ ἂς εἶναι δικαιολογημένη ἡ ἀπουσία του. Ὁ τρίτος εἶπε ὅτι παντρεύτηκε, γι’ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει. Γύρισε, λοιπὸν, ὁ δοῦλος στὸ ἀρχοντικὸ καὶ διηγήθηκε στὸν κύριό του ὅσα τοῦ εἶπαν οἱ προσκαλεσμένοι. Ὀργίσθηκε τότε ὁ οἰκοδεσπότης καὶ εἶπε στὸν δοῦλό του νὰ βγεῖ ἔξω στὶς πλατεῖες καὶ στὰ δρομάκια τῆς πόλης καὶ νὰ φέρει στὸ δεῖπνο τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀνάπηρους, τοὺς κουτσοὺς καὶ τοὺς τυφλούς. Αὐτὸ καὶ ἔκανε ὁ δοῦλος καὶ εἶπε στὸν κύριό του πὼς ἀκόμη ὑπάρχει τόπος καὶ γιὰ ἄλλους καλεσμένους. Τοῦ λέγει ὁ κύριός του νὰ βγεῖ καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ ὅσους θὰ βρεῖ στοὺς δρόμους καὶ στοὺς φράχτες τῶν κτημάτων, νὰ τοὺς ἀναγκάσει νὰ ἔρθουν, γιὰ νὰ γεμίσει τὸ σπίτι του. Καὶ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, ποὺ ἀρχικὰ εἶχαν προσκληθεῖ γιὰ τὸ δεῖπνο, δὲν πρόκειται νὰ παρακαθήσει σὲ αὐτὸ καὶ νὰ τὸ γευθεῖ.

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς παρομοιάζει τὸν Παράδεισο, τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μὲ ἕνα ἐπίσημο καὶ μεγαλοπρεπὲς δεῖπνο, τὸ ὁποῖο παραθέτει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς στοὺς προσκεκλημένους Του, γιὰ νὰ χαροῦν καὶ νὰ εὐφρανθοῦν σὲ αὐτό. Ἡ ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση τοῦ Παραδείσου εἶναι ἀδύνατον νὰ περιγραφεῖ, γιατί αὐτὰ ποὺ ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἀγαπημένους Του δὲν μπορεῖ γλῶσσα ἀνθρώπινη νὰ τὰ ἐκφράσει, «οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτῶ». Γιὰ νὰ ἔχουμε, λοιπὸν, κάποια ἀμυδρὴ εἰκόνα τῆς παραδείσιας εὐφροσύνης καὶ νὰ μὴν ἀγνοοῦμε παντελῶς τὰ ἐπουράνια ἀγαθά, ὁ Χριστὸς μᾶς δίνει τὴν παραβολὴ αὐτή.

Ὅμως, τὸ ἐπίκεντρό τῆς ἱστορίας αὐτῆς δὲν εἶναι τὸ δεῖπνο αὐτὸ καθ’ ἑαυτό, ἀλλὰ ἡ συμπεριφορὰ τῶν προσκαλεσμένων σὲ αὐτό. Ὁ Θεὸς καλεῖ πολλούς, δὲν ἀπευθύνει τὴν πρόσκληση σὲ ἕναν περιορισμένο καὶ προκαθορισμένο ἀριθμὸ ἀνθρώπων καὶ περιμένει τοὺς καλεσμένους νὰ ἔρθουν. Πιστεύει πὼς ὅλοι θὰ τρέξουν νὰ ἔρθουν ἀποδεχόμενοι τὴν θεϊκὴ τιμή. Στέλνει, λοιπὸν, τὸν δοῦλό Του νὰ τοὺς φωνάξει, γιατί ὅλα πιὰ ἔχουν ἑτοιμαστεῖ. Ποιὸς εἶναι ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ; Δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος λαμβάνει «δούλου μορφὴν» καὶ κηρύσσει τὸ ἐγερτήριο καὶ προσκλητήριο σάλπισμα: «Μετανοεῖτε! Ἤγγικεν γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν!

Δυστυχῶς, ὅμως, τὸ ἀποτέλεσμα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων δὲν εἶναι θετικό. Οἱ καλεσμένοι ἀπορρίπτουν τὴν πρόσκληση βρίσκοντας κάθε φορά καὶ ἀπὸ μία δικαιολογία. Πόσο μεγάλη προσβολὴ γιὰ τὸν Οἰκοδεσπότη Θεό! Πόσο τραγικὰ ἀνάξιοι ἀποδεικνύονται οἱ καλεσμένοι! Φρίττει κάθε νουνεχὴς καὶ συνετὸς ἄνθρωπος, ὅταν ἀκούει τὶς γελοιωδέστατες δικαιολογίες ποὺ ἐπιστρατεύουν, γιὰ νὰ ἀπορρίψουν τὴν οὐράνια πρόσκληση. Ὁ πρῶτος καὶ ὁ δεύτερος εἶναι προσκολλημένοι στὶς ἀγροτικές τους ἀσχολίες, ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὰ καινούργια ἀποκτήματά τους, τὰ κτήματα καὶ τὰ βόδια τους. Εἶναι οἱ φιλόυλοι ἄνθρωποι, αὐτοὶ τῶν ὁποίων οἱ καρδιὲς εἶναι ὑπερβολικὰ δεμένες μὲ τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, αὐτοὶ ποὺ περιορίζουν τὸ εὖρος τῶν ἐνδιαφερόντων τους στὶς ἐγκόσμιες μέριμνες χωρὶς ἴχνος περίσκεψης γιὰ τὴν ἄλλη, τὴν αἰώνια ζωή. Αὐτοὶ, λοιπὸν, κυνηγοῦν ἀσταμάτητα τὸν πολλαπλασιασμὸ τοῦ πλούτου τους τυφλωμένοι ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλοχρηματίας καὶ τῆς πλεονεξίας, ὥσπου νὰ φτάσουν οἰκτρὰ γυμνοὶ καὶ στερημένοι ἀπὸ ὁποιαδήποτε πνευματικὴ προετοιμασία στὸν θάνατο καὶ στὴν μετέπειτα κρίση ἐνώπιόν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ τρίτος καλεσμένος εἶναι προσκολλημένος στὶς σαρκικὲς ἡδονές, «γυναίκα ἔγημα», λέγει, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει στὸ δεῖπνο τοῦ Δεσπότου Θεοῦ. Καὶ ὅμως, ὅπως ἔλεγε ἕνας ἅγιος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, θὰ μποροῦσε νὰ πάρει καὶ τὴν γυναίκα του μαζί του καὶ νὰ πορευθοῦν καὶ οἱ δύο ἑνωμένοι στὸ δεῖπνο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μὴν μείνει στερημένη καὶ αὐτή. Ὅμως, προτιμᾶ τὴν σαρκικὴ ἕνωση μὲ τὴν γυναίκα του, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ καταδικαστέα, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποτελέσει ἐμπόδιο γιὰ τὴν πραγμάτωση τοῦ ἀσυγκρίτως ἀνώτερου σκοποῦ, ποὺ εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Κοινὸς παρονομαστὴς καὶ τῶν τριῶν ἀναξίων προσκεκλημένων στὸ Δεῖπνο τοῦ Θεοῦ εἶναι κατὰ βάθος ἡ ἀπιστία καὶ ἡ πόρωση τῆς καρδίας τους. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν πιστεύουν σὲ τίποτε πνευματικό, ζοῦν γιὰ τὴν ὕλη καὶ θὰ καταλήξουν στὸ χῶμα καὶ στὸν αἰώνιο θάνατο. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ὀργίζεται ὁ οἰκοδεσπότης Θεός, γιατί βλέπει πὼς αὐτοὶ τοὺς ὁποίους προώρισε γιὰ συνδαιτυμόνες Του εἶναι ἀνάξιοι καὶ αὐτοαπορρίπτωνται. Ἔτσι, ἀπευθύνεται σὲ ἄσημους καὶ περιφρονημένους, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι τὸν ἀπαρνήθηκαν. Καὶ γεμίζει τὸ βασιλικὸ σπίτι ἀπὸ φτωχούς, ἀνάπηρους καὶ παρακατιανούς, γιὰ νὰ καθίσουν μαζὶ μὲ τὸν Βασιλέα. Τί ἀξία ἔχουν ὅλοι αὐτοί; Εἶναι ταπεινοὶ καὶ δὲν θεωροῦν τὸν ἑαυτὸ τους ἄξιο νὰ παρακαθίσει στὸ βασιλικὸ Δεῖπνο. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ κρίνονται ἄξιοι τῆς τιμῆς.

Καὶ ἐμᾶς μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς κάθε ὥρα καὶ στιγμὴ νὰ συμμετάσχουμε στὸ Δεῖπνο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ὅλη μας ἡ ζωή, ἂν θέλουμε νὰ λεγόμαστε καὶ νὰ εἴμαστε χριστιανοί, πρέπει νὰ εἶναι ἕνας ἀγώνας προετοιμασίας γιὰ τὸ Δεῖπνο αὐτό. Νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ μὴν ἀπορρίψουμε τὴν πρόσκλησή Του, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε πάντοτε ἕτοιμοι, σὲ πνευματικὴ ἐγρήγορση, φορώντας τὸ κατάλληλο ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, ἔτσι ὥστε, ὅταν ἀκούσουμε τὴν φωνή Του: «Εἴσελθε, δοῦλε, εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου!» καὶ νὰ τρέξουμε μὲ πόθο καὶ χαρά! Ἀμήν, γένοιτο!     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 06 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  48

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. ιγ΄ 10 - 17)

 6 Δεκεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Πολλὲς εἶναι οἱ ἀσθένειες ποὺ ταλαιπωροῦν ἀδιάκοπα τὴν φθαρτὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὴν ἀπόγνωση καὶ στὴ δυστυχία. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ δὲν θὰ γευθεῖ ποτὲ τὴν πικρία κάποιας μικρῆς ἢ μεγάλης ἀρρώστιας κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του καὶ δὲν θὰ λαχταρήσει νὰ γιατρευθεῖ καὶ νὰ ἀπαλλαγεῖ ὁριστικὰ ἀπὸ τὶς κακουχίες της.

Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς ἐμφανίζει τὴν μορφὴ μίας δυστυχισμένης γυναίκας ποὺ βασανίζεται γιὰ δεκαοκτὼ χρόνια ἀπὸ «πνεῦμα ἀσθενείας», τὸ ὁποῖο τὴν ἀναγκάζει νὰ σκύβει συνέχεια. Ἡ γυναίκα αὐτὴ εἶναι «συγκύπτουσα», μὲ τὴν ράχη της μόνιμα καμπουριασμένη, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ σταθεῖ ὄρθια μὲ ψηλὰ τὸ κεφάλι. Δεκαοκτὼ χρόνια τὸ πρόσωπό της ἦταν στραμμένο πρὸς τὸ ἔδαφος, δὲν μποροῦσε νὰ σταθεῖ σὰν φυσιολογικὸς ἄνθρωπος καὶ ὅλα αὐτὰ συνέβαιναν ἐξαιτίας τοῦ πονηροῦ πνεύματος ποὺ τὴν καταδυνάστευε. Ἐδῶ ἀξίζει νὰ παρατηρήσουμε μία πραγματικότητα τὴν ὁποία, πολλὲς φορὲς, ἀρνούμαστε νὰ παραδεχθοῦμε. Πολλὲς ἀσθένειες δὲν ὀφείλονται μόνο σὲ φυσικὰ αἴτια, ὅπως εἶναι ἡ ἐπιβαρυμένη κληρονομικότητα, τὸ μολυσμένο περιβάλλον, ἡ κακὴ διατροφή, ἡ ἀρνητικὴ ψυχολογικὴ κατάσταση, τὸ ἄγχος καὶ τὸ στρές, ἀλλὰ προέρχονται ἀπὸ ἐπήρεια δαιμονικῶν δυνάμεων, δηλαδὴ ὀφείλονται σὲ πνευματικὰ αἴτια. Οἱ ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου τὸν καθιστοῦν ὑποχείριο τῶν δαιμόνων, καθὼς ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀπομακρύνεται ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ κυριαρχοῦν στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα του σὲ μικρότερο ἢ μεγαλύτερο βαθμό.  Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο τὸ γνωστὸ τροπάριο ἀπὸ τὸν Μικρὸ Παρακλητικὸ Κανόνα πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο λέγει: «Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή.» Ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν ὄχι μόνο ἡ ψυχή, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα πάσχει καὶ ὑποφέρει, γιατί καὶ αὐτὸ μετέχει στὴν διάπραξή τους.

Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἔχουμε ὑπόψιν μας αὐτὴν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ μὴν καταφεύγουμε μόνο στὴν Ἰατρικὴ ἐπιστήμη γιὰ τὴν θεραπεία, ἀλλὰ νὰ χρησιμοποιοῦμε καὶ τὰ πνευματικὰ μέσα, ὅπως εἶναι ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἐξομολόγηση, ἡ Θεία Κοινωνία, ἡ ἐλεημοσύνη. Στὴν ἐποχὴ μας ὑπάρχει μία τάση γιὰ θεοποίηση τῆς ἐπιστήμης, ἰδιαίτερα τῆς Ἰατρικῆς, βλέπουμε ὅμως σὲ πολλὲς περιπτώσεις πόσο ἀνήμπορη εἶναι αὐτή, ὅταν πρόκειται νὰ ἀντιμετωπίσει μείζονες ἀπειλὲς γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, ὅπως εἶναι ἡ παροῦσα ἐπιδημία τοῦ κορωνοϊοῦ, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μία ὑγειονομικὴ μάστιγα ὄχι μόνο μὲ φυσικά, ἀλλὰ καὶ μὲ πνευματικὰ αἴτια. Οἱ γιατροί, λέμε συχνὰ στὶς ἡμέρες μας, σηκώνουν τὰ χέρια ψηλά, δὲν μποροῦν νὰ κάνουν τίποτε! Δὲν ἔχουν νὰ δώσουν οὔτε ἀποτελεσματικὴ φαρμακευτικὴ ἀγωγὴ γιὰ τὴν καταπολέμηση τοῦ κορονοϊοῦ, οὔτε νὰ παραγάγουν ἕνα ἀξιόπιστο ἐμβόλιο. Τὸ μόνο ποὺ μποροῦν νὰ προτείνουν εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ περιοριστικῶν μέτρων, τὰ ὁποῖα ὅμως ἔχουν καταστροφικὲς παρενέργειες σὲ ἄλλους τομεῖς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἔτσι, ὁ φόβος καὶ ἡ ἀγωνία ἔχουν κυριεύσει ὅλον τὸν πλανήτη. Ἐμεῖς, ὅμως, ὡς πιστοὶ Χριστιανοὶ γνωρίζουμε καὶ πιστεύουμε ὅτι «τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῶ ἐστι». Ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, ὅταν θελήσει θὰ δώσει τὴν θεραπεία καὶ τὴν ὁριστικὴ ἐξάλειψη τῆς ἀσθένειας αὐτῆς, εἴτε μέσω τῶν ἰατρῶν, εἴτε μὲ ὁποιονδήποτε ἄλλον τρόπο, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του. Ἑπομένως, μὲ τὴν θερμή μας προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοιά μας γενικότερα, ἐλπίζουμε πὼς ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς θὰ γίνει ἴλεως καὶ θὰ σταματήσει τὸ κακό. Γιατί ὁ Θεὸς θέλει μόνο τὸ καλὸ καὶ ποτὲ τὸ κακό. Ἂν κάποτε παραχωρεῖ τὸ δικαίωμα στὸν Διάβολο καὶ στοὺς δαίμονες νὰ κακοποιήσουν τὸ ἀνθρώπινο γένος, αὐτὸ καὶ πάλι γίνεται γιὰ τὸ καλό του ἀνθρώπου. Ἄγνωστες οἱ βουλὲς τοῦ Κυρίου! «Τὶς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ἢ τὶς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» Τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ ἐλπίζουμε.

Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι εὔσπλαγχνος καὶ  φιλάνθρωπος καὶ δὲν ἀνέχεται νὰ βλέπει νὰ τυραννεῖται τὸ πλάσμα Του, ἀποφασίζει νὰ παράσχει ἄμεση θεραπεία στὴν συγκύπτουσα γυναίκα λέγοντάς της: «Γυναίκα εἶσαι λυμένη καὶ ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου» καὶ ἐπιθέτοντας ἐπάνω της τὰ ἱερὰ καὶ πανάχραντα χέρια Του. Ἀμέσως τότε ἡ Θεία Ἐνέργεια σὰν ἀστραπὴ εἰσέρχεται στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχὴ τῆς βασανισμένης καὶ ἀποδιώκει τὸ πονηρὸ πνεῦμα ποὺ τὴν βασάνιζε. Ἡ γυναίκα ἀνορθώνεται, ὕστερα ἀπὸ δεκαοκτὼ χρόνια ξαναβρίσκει τὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς καὶ δοξάζει τὸ Θεὸ γιὰ τὴν θαυματουργικὴ ἴασή της. Αὐτὸ θέλει ὁ Θεός, νὰ εὐεργετεῖ τοὺς ἀνθρώπους λυτρώνοντάς τους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν ἐπίβουλων δυνάμεων τοῦ σκότους καὶ ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὶς ἀσθένειες τοῦ σώματος. Καὶ ὅποιος δέχεται τὴν εὐεργεσία ὀφείλει νὰ εὐχαριστεῖ καὶ νὰ δοξάζει τὸν Θεὸ κάθε ὥρα καὶ στιγμή.

Ἂς παρακαλοῦμε τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ μᾶς χαρίζει τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα μέγιστο ἀγαθὸ στὴν πρόσκαιρη τούτη ζωή. Ἂν, ὅμως, κατὰ παραχώρησιν ἀσθενήσουμε κάποια στιγμὴ, ἐλαφρότερα ἢ βαρύτερα, νὰ μὴν ὀλιγοψυχήσουμε, οὔτε νὰ θορυβηθοῦμε ὑπέρμετρα. Θὰ ἀκολουθήσουμε τὴν ἐνδεδειγμένη θεραπευτικὴ ὁδὸ ποὺ θὰ προτείνουν οἱ ἰατροί, γιατί καὶ ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στὴν ἀνθρωπότητα, καὶ ταυτόχρονα θὰ ἔχουμε τὰ μάτια μας στραμμένα στὸν Οὐρανό, γιατί ὁ Θεὸς πάντοτε κατευθύνει τὰ πάντα καὶ ἀποφασίζει τὸ καλύτερο γιὰ τὸν καθένα μας «κατὰ τὴν ἑκάστου ἰδίαν χρείαν». Τέλος, ἂς εὐχαριστοῦμε καὶ ἂς δοξολογοῦμε ἀδιαλείπτως τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ γιὰ τὸ καθετὶ ποὺ μᾶς συμβαίνει, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν ἀσθένεια, ἐπαναλαμβάνοντας τὸ λόγο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «Δόξα τῷ Θεῶ πάντων ἕνεκεν!» Ἀμήν, γένοιτο!     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 29 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigmaTheioKirigma

Ἀριθμός  47

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. ιη΄ 18 - 27)

 29 Νοεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 19 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. 20 τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. 21 ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. 22 ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 23 ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. 24 ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! 25 εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. 26 εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; 27 ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Δύο ἐπίπεδα πνευματικῆς ζωῆς προβάλλονται στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, τὸ μέτριο καὶ τὸ ἀνώτερο. Τὸ πρῶτο ἐπίπεδο περιλαμβάνει τὴν τήρηση τῶν κανόνων τοῦ κώδικα ἠθικῆς, τὸ νὰ ζεῖ κάποιος σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ποὺ περιλαμβάνονται στὸν Δεκάλογο τοῦ Μωυσῆ. Ὁ ἄρχοντας τῆς συναγωγῆς, ὁ ὁποῖος πλησίασε σήμερα τὸν Χριστό, γιὰ νὰ Τὸν ρωτήσει τί θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει γιὰ νὰ σωθεῖ καὶ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή, αὐτὲς τὶς ἐντολὲς καὶ τὶς ἐγνώριζε καὶ τὶς εἶχε τηρήσει ἀπὸ τὴν νεαρή του ἡλικία. Ἦταν ἕνας καλὸς ἄνθρωπος, μὲ κῦρος στὴν κοινωνία καὶ ἀναγνώριση, ἡ ὁποία στηριζόταν στὴν ἠθική του ἀκεραιότητα. Δὲν μοίχευε, δὲν ἔκλεβε, δὲν φόνευε, δὲν ψευδομαρτυροῦσε, τιμοῦσε τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του. Κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ τὸν κατηγορήσει γιὰ ἠθικὲς παρεκτροπὲς ἢ γιὰ ἄλλου εἴδους παρανομίες. Ἦταν, ἑπομένως, ἕνας ἄνθρωπος-πρότυπο γιὰ τὴν κοινωνία. Καὶ, ὅμως, ἡ ζωὴ τοῦ ἀνήκει στὸ μέτριο, στὸ κατώτερο ἐπίπεδο πνευματικότητας. Ἔκπληκτος ἀκούει ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι τοῦ λείπει κάτι. Μὰ πῶς εἶναι δυνατόν; Αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ τέλειος, ὁ ἄμεμπτος, ὁ ἀκατηγόρητος; Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ ἀρχισυναγώγου δέχεται καίριο πλῆγμα. Τσαλακώνεται ἡ ἀψεγάδιαστη αὐτοεικόνα του καὶ συρρικνώνεται ἡ αὐτοπεποίθησή του.

Ὁ Χριστὸς διδάσκει στὸν ἄρχοντα τὸ ἀνώτερο ἐπίπεδο πνευματικῆς ζωῆς μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «Ὅλα ὅσα ἔχεις πούλησέ τά, μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στὸν οὐρανὸ καὶ ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις!» Εἶσαι σίγουρα ἐνάρετος ἄνθρωπος, κανένας δὲν τὸ ἀμφισβητεῖ, εἶσαι ὅμως ἀκόμη προσκολλημένος στὰ γήινα. Εἶσαι πλούσιος, ὅπως φαίνεται, καὶ ὅλη σου ἡ ζωὴ περιστρέφεται γύρω ἀπὸ τὰ πλούτη σου. Αὐτὰ ἀποτελοῦν βαρίδια ποὺ σὲ κρατοῦν δέσμιο καὶ σὲ ἐμποδίζουν νὰ ἐκτιναχθεῖς καὶ νὰ ἀπολαύσεις τὴν πραγματικὴ ἐλευθερία σου. Πῶς θὰ γίνει αὐτό; Πρέπει νὰ τρελαθεῖς μὲ τὴν λυτρωτικὴ τρέλα τοῦ πραγματικοῦ ἐπαναστάτη, πρέπει νὰ μισήσεις ὅ,τι μέχρι τώρα ἀγαποῦσες, δηλαδὴ τὰ πολυπόθητά σου χρήματα καὶ κτήματα, καὶ νὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ αὐτὰ χαρίζοντάς τα στοὺς φτωχοὺς ἀδελφούς σου. Καὶ νὰ ξέρεις πὼς ὁ ὑλικὸς θησαυρός σου ποὺ θὰ διανεμηθεῖ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ μετατραπεῖ σὲ πνευματικὸ πλοῦτο στὸν οὐρανό, τὸν ὁποῖο πάλι θὰ ἰδιοποιηθεῖς στὴν ἄλλη ζωή, τὴν αἰώνια. Καμιὰ ἐλεημοσύνη δὲν χάνεται, ὅσο μικρὴ κι ἂν εἶναι, πόσο μᾶλλον ἕνα τεράστιο μέγεθος περιουσίας, τὸ ὁποῖο μοιράζεται μὲ προθυμία καὶ ἀγάπη. Σὲ καλῶ, λοιπόν, λέγει ὁ Χριστὸς στὸν πλούσιο ἄρχοντα, νὰ τὰ δώσεις ὅλα! Νομίζεις πὼς θὰ χάσεις, δὲν φαντάζεσαι ὅμως πόσο ἀφάνταστα μεγάλο πλοῦτο θὰ κερδίσεις στὴν ἄλλη ζωή. Ἀφοῦ, τέλος, ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ σὲ κρατοῦν φυλακισμένο σὲ μία ἐγωιστικὴ φυλακή, ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις! Ἔλα νὰ γίνεις μαθητής μου καὶ ἀπόστολός μου, ὅπως εἶναι καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ βλέπεις νὰ μὲ ἀκολουθοῦν. Ἔλα κοντά μου καὶ Ἐγώ, ποὺ εἶμαι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός, θὰ σὲ πλουτίσω μὲ ἄπειρα πλούτη, ποὺ κανένας γήινος νοῦς δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβει. Βλέπεις τοὺς μαθητές μου φτωχοντυμένους καὶ ταλαιπωρημένους; Νομίζεις πῶς βασανίζουν ἄσκοπα τὸν ἑαυτό τους; Ναί, ἂν βλέπεις τὰ πράγματα μὲ γήινο τρόπο. Ὅμως, αὐτοὶ ποὺ τοὺς θεωρεῖς χαμένους καὶ μηδαμινούς, εἶναι οἱ ἄρχοντες τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, εἶναι αὐτοὶ ποὺ θὰ καθίσουν σὲ θρόνους κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία μου, γιὰ νὰ κρίνουν τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ αἰώνια θὰ συμβασιλεύουν μαζί μου στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἔλα, λοιπὸν, μαζί μου καὶ θὰ γίνεις ἕνας ἀπὸ αὐτούς. «Δεῦρο ἀκολούθει μοι!»

Τὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ξεκάθαρο καὶ πέφτει ὡς κεραυνὸς ἐν αἰθρίᾳ στὰ αὐτιὰ τοῦ πλούσιου ἄρχοντα. Ἡ καρδιὰ του γεμίζει ἀπὸ λύπη, «περίλυπος ἐγένετο», λέγει τὸ ἱερὸ κείμενο. Γιατί, ὅμως, λυπᾶται; Τί τοῦ συμβαίνει; Ὁ πλούσιος, γιὰ πρώτη φορὰ στὴ ζωὴ του, αἰσθάνεται μικρὸς καὶ ἀνεπαρκής. Νιώθει πὼς τοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀνεβεῖ στὸ ἀνώτερο ἐπίπεδο πνευματικῆς ζωῆς λόγω ὑπερβολικῆς προσκόλλησης στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Συνειδητοποιεῖ πὼς ἡ μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμὴ αὐτοπεποίθησή του στηριζόταν σὲ σαθρὲς βάσεις καὶ μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο της ἀνώτερης ζωῆς, ποὺ τοῦ προβάλλει ὁ Χριστὸς, συντρίβεται ὁ ἐγωισμός του. Γι’ αὐτὸ ἀποχωρεῖ ντροπιασμένος χωρὶς νὰ πεῖ λέξη.

Καὶ ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ τοῦ σήμερα δὲν διαφέρουμε καὶ πολὺ ἀπὸ τὸν πλούσιο αὐτὸν ἄρχοντα. Καὶ ἐμεῖς εἴμαστε «καλοὶ ἄνθρωποι», δὲν σκοτώνουμε, δὲν κλέβουμε, δὲν κάνουμε τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττουν οἱ κοσμικοί. Δὲν εἴμαστε «ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων», ὅπως ἔλεγε ὁ Φαρισαῖος τῆς γνωστῆς παραβολῆς. Εἴμαστε κοινωνικὰ ἀποδεκτοί, ἔντιμοι, νομοταγεῖς, ἀξιοπρεπεῖς. Σίγουρα δὲν εἶναι κακὸ νὰ εἴμαστε «καλοὶ ἄνθρωποι». Ὡστόσο κάτι μᾶς λείπει! «Ἔτι ἕν σοι λείπει», λέγει στὸν καθένα μας προσωπικὰ ὁ Χριστός. Μᾶς λείπει ἡ ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπὸ τὰ ὑλικὰ βάρη καὶ ἡ ἕνωση μὲ τὸν Χριστό. Μπορεῖ νὰ μὴν ἔχουμε πολλὰ πλούτη, ὅπως εἶχε ὁ πλούσιος του εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἔχουμε ὅμως ἐξίσου βαριὲς καὶ πολυποίκιλες  προσκολλήσεις σὲ πρόσωπα καὶ πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου. Ἡ καρδιὰ μας ἀρνεῖται νὰ ἀπαρνηθεῖ τὶς ἀγάπες αὐτῆς τῆς κατώτερης ζωῆς καὶ μετεωρίζεται μεταξὺ Θεοῦ καὶ μαμωνᾶ. «Νὰ εἴμαστε χριστιανοί, ἄνθρωποι τῆς ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὄχι νὰ τρελαθοῦμε κιόλας!», λένε κάποιοι χριστιανοὶ καὶ ἀρκοῦνται στὰ ὀλίγα. Ἂν ὅμως δὲν τρελαθεῖς, πρόσωπο Θεοῦ δὲν θὰ δεῖς! Ἂν δὲν γίνεις «μωρὸς διὰ Χριστόν», δὲν θὰ ξεφύγεις ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο τῆς συμβιβασμένης ζωῆς.

Ἡ ἀντίχριστη ἐποχὴ μας σύντομα θὰ θέσει σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους τοῦ πλανήτη μας τὴν ὑπέρτατη πρόκληση: Ἢ θὰ εἶσαι μὲ τὸν Διάβολο καὶ θὰ καλοπερνᾶς, ἢ θὰ εἶσαι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ θὰ κακοπερνᾶς! Αὐτὸ  σημαίνει ὅτι, ἂν σκύψεις τὸ κεφάλι καὶ δεχθεῖς ὡς ἡγεμόνα σου τὸν Σατανᾶ, θὰ ἔχεις πλούσια ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ θὰ χάσεις τὴν ψυχή σου. Ἂν, ἀντιθέτως, μείνεις σταθερὰ μὲ τὸν Χριστό, θὰ περάσεις θλίψεις καὶ δοκιμασίες σὲ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ θὰ ζεῖς αἰώνια ὡς κατὰ χάριν θεὸς στὸν Παράδεισο. Μὲ τὸν Διάβολο καταστρέφεσαι,  μὲ τὸν Χριστὸ ζωοποιεῖσαι!      

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ πραγματοποιήσουμε αὐτὴν τὴν ἁγία ἐπανάσταση ἐνάντια στὰ πλούτη μας, στὶς προσκολλήσεις μας, γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε μὲ εἰλικρίνεια καὶ πόθο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, στὸν ὁποῖο ἀνήκει δόξα, τιμὴ καὶ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ἀμήν!   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 22 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  46

ΚΥΡΙΑΚΗ θ΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. ιβ΄ 16 - 37)

 22 Νοεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφό­ρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄ­­φρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμα­σας τίνι ἔσται; οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. ταῦτα λέ­­γων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἀπὸ τὶς πρῶτες λέξεις ποὺ μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος ἤδη στὴν βρεφική του ἡλικία εἶναι οἱ κτητικὲς ἀντωνυμίες: δικό μου, δικά μου, δικοί μου. Τονίζει ἔτσι τὴν ἔμφυτη τάση γιὰ ἀπόκτηση καὶ κατοχὴ πραγμάτων, ἡ ὁποία, ἂν δὲν τιθασευθεῖ μὲ τὴν κατάλληλη ἀγωγὴ ἀπὸ τοὺς γονεῖς, θὰ καταντήσει νὰ μετατραπεῖ στὸ μεγάλο ἐλάττωμα τῆς φιλοκτημοσύνης καὶ τῆς πλεονεξίας. Σὲ αὐτὸ τὸ πάθος τοῦ ὑπέρμετρου πλουτισμοῦ χωρὶς ἐνδιαφέρον γιὰ μοίρασμα τοῦ πλεονάζοντος πλούτου σὲ ἀνθρώπους πενομένους καὶ ἐνδεεῖς, ἀναφέρεται τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τὸ σχετικὸ μὲ τὸν ἄφρονα πλούσιο.

Ὑπῆρχε, λέγει ὁ Χριστός μας, κάποιος πλούσιος, τοῦ ὁποίου τὰ χωράφια ἔδωσαν πολὺ καρπό, καὶ σκεφτόταν καὶ ζαλιζόταν, ἐπειδὴ δὲν ἤξερε τί νὰ κάνει, γιὰ νὰ συγκεντρώσει τοὺς καρπούς του. Οἱ ἀποθῆκες του δὲν θὰ χωροῦσαν ὅλο αὐτὸ τὸ πλῆθος τῆς σοδειᾶς. «Νὰ τί θὰ κάνω», μονολογεῖ ὁ πλούσιος. «Θὰ γκρεμίσω τὶς ἀποθῆκες ποὺ ἔχω τώρα καὶ θὰ χτίσω μεγαλύτερες καὶ σὲ αὐτὲς μέσα θὰ συνάξω ὅλα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου καὶ θὰ πῶ στὴν ψυχή μου: Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά, ποὺ εἶναι φυλαγμένα καὶ σὲ φθάνουν γιὰ χρόνια πολλά! Τώρα, λοιπόν, ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου!» Ἔρχεται, ὅμως, ὁ Θεὸς καὶ τοῦ λέγει: «Ἀνόητε, αὐτὴν τὴ νύχτα κάποιοι ἀπαιτοῦν νὰ πάρουν τὴν ψυχή σου ἀπὸ ἐσένα. Πεθαίνεις!  Αὐτὰ πού ἑτοίμασες σὲ ποιὸν θὰ ἀνήκουν;» Ἔτσι, λοιπὸν, θὰ πάθει καὶ τέτοιο τέλος θὰ ἔχει αὐτὸς ποὺ θησαυρίζει γιὰ τὸν ἑαυτὸ του μόνο καὶ δὲν πλουτίζει γιὰ τὸν Θεό.

Κατ’ ἀρχὴν πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι ὁ πλοῦτος δὲν εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ  κάτι κακό.  Κακὴ εἶναι ἡ ἐγωιστικὴ καὶ φίλαυτη χρήση του ἀπὸ τὸν πλούσιο, ὁ ὁποῖος θησαυρίζει καὶ πολλαπλασιάζει τὰ πλούτη του μόνο γιὰ δική του ἀπόλαυση καὶ ἀδιαφορεῖ ἐντελῶς γιὰ τὸν φτωχὸ καὶ πεινασμένο συνάνθρωπό του. Ὁ πλούσιος της παραβολῆς αὐτῆς δέχεται μία ἐξαιρετικὴ εὐλογία στὴ ζωή του: ὄχι μόνο ἔχει κτήματα καὶ χρήματα πολλά, ἀλλὰ καὶ βλέπει πὼς ἐκείνη τὴ χρονιὰ τὰ γεννήματά του καὶ τὰ κέρδη του πολλαπλασιάζονται καὶ αὐξάνονται ἀκόμη περισσότερο. Ἀντὶ, ὅμως, νὰ χαρεῖ, πέφτει σὲ σκέψεις καὶ σκοτοῦρες. Προβληματίζεται ποῦ θὰ ἀποθηκεύσει τοὺς ὑπερβολικὰ πολλοὺς καρπούς του, γιατί οἱ ἀποθῆκες του πλέον δὲν τοὺς χωρᾶνε. Τί θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει; Θὰ ἔπρεπε πρῶτα νὰ εὐχαριστήσει τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πλουσιοπάροχη σοδειὰ ποὺ τοῦ χάρισε, νὰ Τὸν δοξάσει καὶ νὰ Τὸν ὑμνήσει. Εἶναι μεγάλο τὸ δῶρο τῆς οἰκονομικῆς εὐμάρειας καὶ ἀξίζει νὰ ἀπονέμει στὸν Θεὸ αὐτὸς ποὺ τὸ δέχεται τὶς θερμότερες εὐχαριστίες του. Ὕστερα, θὰ ἔπρεπε νὰ σκεφτεῖ μὲ ποιὸν τρόπο θὰ μοιράσει τὰ πλεονάζοντα ἀγαθά του σὲ αὐτοὺς ποὺ δὲν τὰ ἔχουν. Χιλιάδες, ἑκατομμύρια, εἶναι αὐτοὶ ποὺ στεροῦνται ἀκόμη καὶ τὴν στοιχειώδη, καθημερινὴ τροφὴ καὶ ὑποφέρουν ἀπὸ τὴν στέρηση καὶ τῶν πιὸ ἀναγκαίων ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἐλάχιστοι εἶναι οἱ πλούσιοι, μυριάδες οἱ φτωχοί. Ἕνας πλούσιος μὲ καλὴ καὶ φιλάνθρωπη ψυχὴ θὰ γινόταν εὐεργέτης γιὰ αὐτοὺς ποὺ θὰ εἶχαν ἀνάγκη, θὰ σκόρπιζε τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ μιμοῦνταν κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν δωρεοδότη Θεό, ὁ ὁποῖος παρέχει ἄπειρες εὐεργεσίες, καὶ ὑλικὲς καὶ πνευματικές, στὰ πλάσματά Του. Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν πλούσιος, τὰ πάντα Τοῦ ἀνήκουν, δὲν τσιγκουνεύεται, δὲν μετράει κέρδη καὶ ζημίες, δὲν  ἀποστερεῖ κανέναν ἀπὸ τὰ χαρίσματα τῆς δημιουργίας Του. Ὅπως λέγει καὶ ὁ ψαλμῳδὸς Δαυίδ, Ὁ Θεὸς «ἐσκόρπισε, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα».

Αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει ὁ πλούσιος τῆς παραβολῆς καὶ ὄχι νὰ σχεδιάζει πῶς θὰ χτίσει μεγαλύτερες ἀποθῆκες, γιὰ νὰ φυλάξει  τὰ παραπανίσια ἀγαθά του. Δὲν ὑπάρχει πιὸ θλιβερὴ καὶ μίζερη συμπεριφορὰ ἀπὸ αὐτὴν τοῦ πλούσιου, ποὺ θησαυρίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ μόνο, ποὺ ζεῖ μὲ ἐπίκεντρο τὸ γιγαντιαῖο ἐγώ του, χωρὶς ἴχνος κοινωνικῆς εὐαισθησίας καὶ συμπόνιας. Αὐτὸς δὲν εἶναι πλέον ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἕνα ἐγωιστικὸ τέρας, εἶναι ἕνα καρκίνωμα τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας. Εἶναι δὲ τόση ἡ ἀναλγησία του, ποὺ δὲν σκέφτεται ὅτι δὲν τοῦ ζητάει κανεὶς νὰ φτωχύνει δίνοντας στοὺς φτωχοὺς ὅλη τὴν περιουσία του, ἀλλὰ μόνο ἕνα μέρος της, ποὺ τοῦ εἶναι ἐντελῶς ἄχρηστο. Ποιὰ ἀξία ἔχουν χιλιάδες τόνοι ἀγαθῶν ποὺ σαπίζουν σὲ ἀποθῆκες καὶ δὲν τρέφουν τοὺς πεινασμένους πού ὑποφέρουν ἔξω ἀπὸ αὐτές; Μήπως ἂν μοιραστοῦν αὐτά, ὁ πλούσιος θὰ πεινάσει; Ὄχι βέβαια! Καὶ οἱ φτωχοὶ θὰ τραφοῦν καὶ θὰ τὸν εὐλογήσουν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους καὶ ὁ πλούσιος θὰ παραμείνει πλούσιος καὶ θὰ δοξασθεῖ ὡς εὐεργέτης! Ὅμως, ὁ πλούσιος ἔχει δάσκαλό του τὸν Διάβολο, ποὺ μόνο τὸν πόνο καὶ τὴν δυστυχία ξέρει νὰ μοιράζει στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Διάβολος ὑποδαυλίζει τὰ φιλήδονα καὶ τὰ φίλαυτα πάθη τοῦ ἄθλιου πλούσιου, τὸν τυφλώνει σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κοιτάξει μακρύτερα ἀπὸ τὸν στενὸ ὁρίζοντα τῆς παρούσης, ἐφήμερης καὶ παροδικῆς ζωῆς. Τὸν κάνει νὰ νιώθει αἰώνιος, παντοδύναμος καὶ ἀπρόσβλητος ἀπὸ κάθε ἀτυχία, μὲ τὴν ψευδαίσθηση τῆς παντοτινῆς ἀπόλαυσης τῶν ἀγαθῶν του. Μὲ λίγα λόγια τὸν κάνει νὰ νιώθει Θεός, μέσα σὲ μία τρέλα ἑωσφορικῆς ὑπερηφανείας! Ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἀφροσύνη του, γιὰ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται «ἄφρων», δηλαδὴ ἄμυαλος καὶ ἀνόητος.

Ἀργὰ ἢ γρήγορα, ὅμως, ἔρχεται καὶ γιὰ τὸν ἄφρονα πλούσιο, ὅπως καὶ γιὰ κάθε θνητό, ἡ φοβερὴ ὥρα τοῦ θανάτου καὶ ἀκούει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν φρικώδη ἀλήθεια: «Τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ!» Ποιοὶ ἀπαιτοῦν νὰ πάρουν τὴν ταλαίπωρη ψυχὴ τοῦ πλούσιου; Οἱ δαίμονες φυσικά, γιὰ νὰ τὴν ὁδηγήσουν στὴν τιμωρία τῆς αἰωνίου Κολάσεως. Ἀφοῦ τόσον καιρὸ ὁ πλούσιος ἀκολουθοῦσε τὰ προστάγματα τῶν δαιμόνων, μὲ τὸ νὰ κρατᾶ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτὸ του τὰ πλούτη του καὶ νὰ μὴν τὰ μοιράζεται μὲ τοὺς φτωχούς, ἀποδείχθηκε καλὸς μαθητής τους καὶ ἦρθε ἡ ὥρα νὰ τοὺς ἀκολουθήσει στὸν τόπο τῆς αἰωνίας βασάνου.

Ὁ Χριστός μας μὲ τὴν παραβολὴ αὐτὴ ἕνα μήνυμα θέλει νὰ μᾶς μεταδώσει: «Μὴν θησαυρίζετε ὑλικὰ ἀγαθὰ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό σας! Μιμηθεῖτε τὸν Θεὸ Πατέρα σας, ποὺ καθημερινὰ παρέχει σὲ ὅλη τὴν κτίση ἀπροσμέτρητα πλούτη ποικίλων ἀγαθῶν! Μὴν γίνεσθε πλεονέκτες καὶ ἀφιλάνθρωποι! Γκρεμίστε τὰ τείχη τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς φιλαυτίας σας!  Δίνετε ἁπλόχερα ἐλεημοσύνη στὸν φτωχὸ μὲ ὅλη σας τὴν καρδιὰ καὶ νὰ θυμάστε πὼς «ὁ ἐλεῶν πτωχὸν δανείζει Θεῷ»! Τὰ χρήματα ποὺ θὰ δώσετε στὸν ἀναγκεμένο ἀδερφό σας, ὅσο ζεῖτε ἐδῶ, στὸν μάταιο αὐτὸ κόσμο,  θὰ σᾶς ἐπιστραφοῦν μὲ πολὺ μεγάλο τόκο κατὰ τὴν Μέλλουσα Κρίση καὶ θὰ λάβετε «ἀντὶ τῶν ἐπιγείων τὰ ἐπουράνια!». Ἀμήν, γένοιτο!     

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  45

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. ι΄25 - 37)

 15 Νοεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; 27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; 30 ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. 31 κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 32 ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. 33 Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, 34 καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 35 καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. 36 τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 37 ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ τρέφει ὁ Θεὸς Πατέρας γιὰ τὰ πλάσματά Του. Καὶ εἶναι τόσο μεγάλη αὐτὴ ἡ ἀγάπη, τόσο ἀσύλληπτη, πέρα ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινο μέτρο καὶ ὅριο, ὥστε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, γιὰ νὰ τὴν περιγράψει καὶ νὰ τὴν κατανοήσουμε, ἔστω καὶ ἐλάχιστα, χρησιμοποιεῖ τὴν παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου, τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.

Ἔρχεται κοντὰ στὸν Χριστὸ ἕνας νομοδιδάσκαλος καί, γιὰ νὰ Τὸν πειράξει, τὸν ἐρωτᾶ τί θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει στὴν ζωή του, γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή. Τὸ ἐρώτημα εἶναι πάρα πολὺ σημαντικὸ καὶ ὁ Χριστός, παρὰ τὴν περιπαικτικὴ διάθεση τοῦ νομικοῦ αὐτοῦ, δὲν τὸν περιφρονεῖ. Τὸν ἐρωτᾶ ποιὰ εἶναι ἡ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο καὶ αὐτὸς σωστὰ ἀπαντᾶ ὅτι γιὰ νὰ σωθεῖ κάποιος πρέπει νὰ ἀγαπήσει τὸν Κύριο καὶ Θεό του μὲ ὅλη τὴν καρδιά του, μὲ ὅλη τὴν ψυχή του, μὲ ὅλη τὴν δύναμή του, μὲ ὅλη τὴν διάνοιά του καὶ ἐπίσης νὰ ἀγαπήσει τὸν πλησίον του σὰν τὸν ἑαυτό του. Ξεκάθαρη ἀπάντηση ποὺ δὲν ἐπιδέχεται παρερμηνεία. Πρῶτα θὰ ἀγαπήσεις τὸν Θεὸ ὁλοκληρωτικὰ καὶ ὕστερα τὸν συνάνθρωπό σου, ὅσο περισσότερο μπορεῖς. Ὁ νομικὸς, ὅμως, πού ἔχει ντροπιαστεῖ ἀπὸ τὸ εὔκολο ἐρώτημα πού ἔθεσε, ἐρωτᾶ ἐπιπλέον: «Ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου, ὁ συνάνθρωπός μου, τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀγαπῶ σὰν τὸν ἑαυτό μου;» Ἔτσι, λοιπὸν, ὁ Χριστὸς λαμβάνει ἀφορμὴ καὶ ἀναπτύσσει τὴν περίφημη αὐτὴ  παραβολή.

Κάποιος ἄνθρωπος ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἱεριχώ ἔπεσε σὲ ἐνέδρα ληστῶν, οἱ ὁποῖοι τὸν γύμνωσαν, τὸν χτύπησαν καὶ τὸν ἄφησαν μισοπεθαμένο. Κατὰ σύμπτωση, περνοῦσε ἀπὸ τὸν ἴδιο δρόμο ἕνας ἱερέας, ὁ ὁποῖος μόλις εἶδε τὸν χτυπημένο ἄνθρωπο, ἀπομακρύνθηκε ἀμέσως χωρὶς νὰ βοηθήσει. Τὸ ἴδιο δὲν βοήθησε καθόλου καὶ ἕνας Λευίτης ποὺ πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ. Ἕνας Σαμαρείτης, ὅμως, ποὺ βάδιζε στὸν δρόμο ἐκεῖνο, εἶδε τὸν πεσμένο ἄνθρωπο καὶ τὸν λυπήθηκε. Σταμάτησε, ἦρθε κοντά του, ἔδεσε τὶς πληγές του, ἀφοῦ πρῶτα ἔχυσε σὲ αὐτὲς κρασὶ καὶ λάδι, τὸν σήκωσε καὶ τὸν ἔβαλε πάνω στὸ ζῶο του,  τὸν μετέφερε σὲ ἕνα πανδοχεῖο καὶ τὸν περιποιήθηκε ὅπως ἔπρεπε. Τὴν ἄλλη μέρα βρῆκε τὸν ξενοδόχο, ἔβγαλε δύο δηνάρια, τοῦ τὰ ἔδωσε, τοῦ εἶπε νὰ τὸν φροντίσει καὶ  ὅ,τι παραπάνω θὰ ξόδευε ἐκεῖνος θὰ τὸν ἐξοφλοῦσε στὴν ἐπάνοδό του. Ἐρωτᾶ, λοιπὸν, ὁ Χριστός μας τὸν σοφὸ νομοδιδάσκαλο τοῦ Ἰσραήλ: «Ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς θεωρεῖς ὅτι ἀποδείχθηκε πλησίον καὶ ἀδελφὸς γιὰ ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο πού ἔπεσε στὰ χέρια τῶν ληστῶν;» «Αὐτὸς ποὺ τὸν  συμπόνεσε καὶ ἔκανε ἔλεος», ἀπαντᾶ ὁ νομικός. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ λέγει: «Πήγαινε καὶ ἐσὺ κᾶάνε τὸ ἴδιο!»

Ἡ ὅλη ἱστορία στρέφεται γύρω ἀπὸ ἕναν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, θῦμα ληστρικῆς κακοποίησης, καὶ τὴν ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀντιμετώπισή του ἀπὸ τρεῖς ἀνθρώπους, τοὺς δύο Ἰουδαίους ἱερωμένους καὶ τὸν Σαμαρείτη. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς χωρὶς βοήθεια θὰ πέθαινε ἐκεῖ στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου. Δὲν μποροῦσε οὔτε νὰ περπατήσει, οὔτε νὰ μιλήσει, εἶχε ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο νὰ τὸν συνδράμει μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο, ἔστω καὶ στοιχειωδῶς. Πόσο, λοιπὸν, ἀπίστευτα ἀπάνθρωπο ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔκαναν οἱ δύο Ἰουδαῖοι, καὶ μάλιστα ὄχι τυχαῖοι, ἀλλὰ κατ’ ἐπάγγελμα ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, τὸ νὰ ἐγκαταλείψουν ἐντελῶς ἀβοήθητο τὸν μισοπεθαμένο, νὰ τὸν δοῦν καὶ νὰ περάσουν ἀπὸ δίπλα του σάν νὰ μὴν τὸν εἶδαν ποτέ; Μὲ τὴν συμπεριφορὰ τους αὐτὴ ἀποδεικνύονται χειρότεροι καὶ ἀπὸ τοὺς ληστές. Γιατί οἱ κακοποιοί, ζώντας μέσα στὴν ἀμάθεια καὶ τὴν βαρβαρότητα, σὰν ἄγρια θηρία, ἀγνοοῦν τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ποὺ προστάζει «οὐ κλέψεις», ἐνῶ ὁ ἱερέας καὶ ὁ Λευϊτης εἶναι πεπαιδευμένοι, τὸν γνωρίζουν τὸν Νόμο πολὺ καλά, ἀλλὰ δὲν τὸν ἐφαρμόζουν. Σίγουρα ἔχουν ἀκούσει τὸ «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν», ὅπως καὶ τὸ «ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν». «Θέλω ἀγάπη γιὰ τὸν συνάνθρωπο», δίνει ἐντολὴ ὁ Θεός, «Δὲν θέλω ξερὲς ἱεροπραξίες, τυπικὰ ἐπαναλαμβανόμενες,  χωρὶς ἀγάπη». Οἱ ἱερωμένοι ἔδωσαν ἐξετάσεις στὸ κορυφαῖο μάθημα, ποὺ εἶναι ἡ ἀγάπη, καὶ ἀπέτυχαν παταγωδῶς. Φάνηκαν ἀνάξιοι ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ ἀπερρίφθησαν.

Ἀντίθετα, ἕνας ἀλλοεθνὴς Σαμαρείτης, περιφρονημένος ἀπὸ τοὺς ὑπερόπτες Ἰουδαίους, γίνεται πλησίον γιὰ τὸν πληγιασμένο ἄνθρωπο καὶ περνάει τὶς ἐξετάσεις τῆς ἀγάπης μὲ ἄριστα. Καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνει διαφορετικά, γιατί αὐτὸς ὁ καλὸς Σαμαρείτης εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔμμεσα μᾶς παραδίδει τὸ μεγάλο μάθημα στὸ ὁποῖο κατ’ ἐξοχὴν εἰδικεύεται, αὐτὸ τῆς τελείας ἀγάπης. Ὁ Χριστός μας, ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἂν καὶ κατατρεγμένος, ἀποδιωγμένος, ὑβρισμένος ἀπὸ τὸ θρησκευτικὸ κατεστημένο τῶν Ἰουδαίων τῆς ἐποχῆς Του, σπλαχνίζεται τὸν πεσμένο ἄνθρωπο, τὸν καταδυναστευόμενο ἀπὸ τοὺς ληστὲς-δαίμονες, τὸν προσεγγίζει, περιποιεῖται τὰ τραύματά του, ξεπλένει τὶς ἁμαρτίες του μὲ τὸ λάδι τοῦ βαπτίσματος καὶ μὲ τὸ κρασί, δηλαδὴ τὸ Τίμιο Αἷμά Του,  καὶ τὸν μεταφέρει στὸ πανδοχεῖο καὶ νοσοκομεῖο, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του. Ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος θὰ βρεῖ τὴν ὁριστικὴ καὶ διαρκῆ θεραπεία, μὲ τὴν βοήθεια τῶν πανδοχέων, τῶν ἱερέων καὶ τῶν ἄλλων ὑπηρετῶν Του, καὶ τὰ ἔξοδα τῆς νοσηλείας τὰ πληρώνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δίνει πρῶτα τὰ δύο δηνάρια, μία προκαταβολὴ τῆς Χάριτός Του στὴν παροῦσα ζωή, καὶ κατὰ τὴν ἐπάνοδό Του, δηλαδὴ κατὰ τὴν Δευτέρα καὶ Ἔνδοξη Παρουσία Του, θὰ ἀποδώσει πλήρη τὸν μισθὸ στοὺς πρόθυμους ὑπηρέτες Του.

Ὅλα τὰ παραπάνω τὰ διηγεῖται ὁ Χριστός μας, γιὰ νὰ μᾶς πεῖ τί πρέπει νὰ κάνουμε καθημερινὰ στοὺς πάσχοντες καὶ φτωχοὺς ἀδελφούς μας. Τὸ ζητούμενο εἶναι ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη, ἡ φιλανθρωπία ποὺ ξεπηγάζει ἀπὸ τὴν καρδιά μας καὶ μετουσιώνεται σὲ πράξεις. Παντοῦ γύρω μας ὑπάρχουν πονεμένοι ἄνθρωποι μὲ πολλὰ καὶ ποικίλα προβλήματα, ὄχι μόνο οἰκονομικά, ποὺ κραυγάζουν σιωπηλὰ ἀποζητώντας εὔσπλαχνα μάτια καὶ χέρια, γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσουν. Δὲν πρέπει νὰ τοὺς τὰ ἀρνηθοῦμε, οὔτε νὰ ἐπιδεικνύουμε τραγικὴ καὶ δαιμονικὴ ἀδιαφορία, ὅπως ἔκαναν ὁ Ἱερέας καὶ ὁ Λευίτης τῆς παραβολῆς. Δυστυχῶς, ἂν καὶ λεγόμαστε Χριστιανοί, πολλὰ ὡραῖα λόγια λέμε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἀγάπη Του, ἐλάχιστα ὅμως πράττουμε, γιὰ νὰ δικαιολογήσουμε τὴν χριστιανική μας ἰδιότητα. Συμβαίνει δὲ καὶ τὸ φοβερό, ἐμεῖς ποὺ πηγαίνουμε ἐκκλησία καὶ ἀκοῦμε συνέχεια κηρύγματα περὶ ἀγάπης, νὰ εἴμαστε σκληρότεροι καὶ περισσότερο ἀνάλγητοι ἀπὸ κάποιους λεγόμενους κοσμικοὺς καὶ ἐκτὸς ἐκκλησίας ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι πολλὲς φορὲς συμβαίνει νὰ ἔχουν μία ἔμφυτη φιλάνθρωπη διάθεση  καὶ καλοσύνη.    

Κάθε μέρα μποροῦμε νὰ κάνουμε ἀγάπη, νὰ προσφέρουμε ἁπλόχερα τὴν βοήθειά μας σὲ ἀνθρώπους γνωστοὺς καὶ ἄγνωστους ἀδιακρίτως, μποροῦμε νὰ γκρεμίζουμε τὰ τείχη τῆς ἐγωιστικῆς αὐτάρκειας καὶ φιλαυτίας μας, νὰ ἀνοιγόμαστε στὸν ἄλλο, τὸν πλησίον μας, μετατρέποντας τὴν κοινωνία μας σὲ παράδεισο. Γιατί ὅπου ἀνθίζει ἡ ἀγάπη, βασιλεύει ὁ Χριστὸς καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ παράδεισος. Ἂς ἔχουμε πάντοτε στὰ αὐτιά μας τὴν παραίνεση τοῦ Χριστοῦ μας: «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως». Ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ γίνουμε καὶ ἐμεῖς καλοὶ Σαμαρεῖτες σκορπώντας παντοῦ τὴν καλοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη, νὰ ποθήσουμε νὰ μιμηθοῦμε τὸν Χριστό μας, ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν, στὴν θυσιαστικὴ ἀγάπη καὶ ἔτσι θὰ γευόμαστε τὸν παράδεισο ἀπὸ αὐτὴ τὴν ζωή! Ἀμήν, γένοιτο!   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 08 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020


TheioKirigma

Ἀριθμός  44

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. η΄41 - 56)

 8 Νοεμβρίου 2020

*

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ᾧ ὄνομα ᾽Ιάειρος, (καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε), καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾽Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὐτὴ ἀπέθνῃσκεν. ᾽Εν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις εἰς ἰατροὺς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον, οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾽ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, προσελθοῦσα ὄπισθεν, ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. Καὶ εἶπεν ὁ ᾽Ιησοῦς΄ Τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ἀρνουμένων δὲ πάντων, εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ μετ’αὐτοῦ΄ ᾽Επιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσίν σε καὶ ἀποθλίβουσιν, καὶ λέγεις, Τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ὁ δὲ ᾽Ιησοῦς εἶπεν, Ἥψατό μού τις, ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾽ ἐμοῦ. Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθεν καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾽ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ, ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ΄ Θυγάτηρ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ΄ Ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου΄ μὴ σκύλλε τὸν Διδάσκαλον. Ὁ δὲ ᾽Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ, λἐγων΄ Μὴ φοβοῦ, μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα, εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾽Ιάκωβον καὶ Ἰωάννην καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. Ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπεν΄ Μὴ κλαίετε, οὐ γὰρ ἀπέθανεν ἀλλὰ καθεύδει. Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας, καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησεν λέγων΄ ῾Η παῖς, ἐγείρου. Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα΄ καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Τὸ μεγαλύτερο κακὸ ποὺ ὑφίσταται ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτὴ τὴν ζωὴ εἶναι ὁ θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι τὸ τέλος τῆς βιολογικῆς ὑπόστασής του, εἶναι ἡ ἐξαφάνισή του ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ διακοπὴ τῆς λειτουργίας τοῦ σώματος καὶ τὴν διάλυσή του εἰς τὰ ἐξ ὧν συνετέθη, ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ ἔχει σωματικὴ μορφὴ καὶ χάνεται ἀπὸ τὸν ὑλικὸ τοῦτο κόσμο. Ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς βέβαια συνεχίζεται στὸν πνευματικὸ κόσμο, ὁ ἄνθρωπος ὅμως δὲν ὑφίσταται καθ’ ὁλοκληρίαν, γιατί εἶναι ψυχοσωματικὴ ὀντότητα καὶ ὡς τέτοια θέλει νὰ παραμείνει. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε, γιὰ νὰ ζεῖ καὶ ὄχι γιὰ νὰ πεθαίνει, ἑπομένως ὁ θάνατος ἀποτελεῖ μία παρὰ φύσιν κατάσταση.

Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ὀδυνηρὴ καὶ παρὰ φύσιν κατάσταση ἔρχεται νὰ τὴν ἀνατρέψει ὁ ζωοδότης Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, πρῶτα μὲ τὶς θαυματουργικὲς ἀναστάσεις νεκρῶν ποὺ ἐπετέλεσε κατὰ τὴν διάρκεια τῶν κηρυκτικῶν περιοδειῶν Του καὶ στὸ τέλος μὲ τὴν δική Του Ἀνάσταση, μὲ τὴν ὁποία ἐπισφραγίζει τὴν ὁριστικὴ καὶ θριαμβευτικὴ νίκη Του ἐπὶ τοῦ θανάτου. Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα διηγεῖται τὴν νεκρανάσταση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου ἀπὸ τὸν Χριστό μας. Ἔρχεται ὁ Ἰάειρος, ὁ ἀρχισυνάγωγος, καὶ πέφτει στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ παρακαλώντας Τον νὰ ἔρθει στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ γιατρέψει τὴν μονάκριβη, δωδεκάχρονη κόρη του, ποὺ ἦταν ἑτοιμοθάνατη. Καθὼς πορεύονται πρὸς τὸ σπίτι, ἔρχεται ἕνας ὑπηρέτης καὶ λέγει στὸν Ἰάειρο νὰ μὴν βάζει σὲ κόπο τὸν διδάσκαλο Χριστὸ νὰ ἔρθει στὸ σπίτι, γιατί ἡ κόρη του πέθανε. Παρατηροῦμε στὸ σημεῖο αὐτὸ μία μικρόψυχη καὶ περιορισμένη ἀντίληψη τῶν Ἰουδαίων σχετικὰ μὲ τὴν δυνατότητα θαυματουργίας τοῦ Χριστοῦ. Πιστεύουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἕνας πολὺ σημαντικὸς προφήτης, ὅπως ἦταν οἱ προφῆτες τῆς παλαιᾶς ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν βέβαια θαύματα, ἀλλὰ σπανιότατα ἀνέσταιναν νεκρούς, ὅπως ἔπραξε ὁ προφήτης Ἠλίας. Οἱ Ἰουδαῖοι πιστεύουν ὅτι, ἐφόσον ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ τοῦ συμβεῖ κάποιο θαῦμα, ὅπως μία θεραπεία γιὰ τὴν ἀσθένειά του. Τὸν θάνατο, ὅμως, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸν νικήσει, ἑπομένως ἂς μὴν βάζει ὁ Ἰάειρος σὲ κόπο τὸν διδάσκαλο. Ὅ,τι ἔγινε ἔγινε καὶ δὲν ξεγίνεται, ὅπως λέει ὁ λαός. Ὁ θάνατος εἶναι θάνατος! Ὁ Χριστός μας, ὅμως, δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς προφήτης καὶ διδάσκαλος. Εἶναι «τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ὁ κυριεύων», ὁ Παντοδύναμος ἐνανθρωπήσας Θεὸς ποὺ ἐξουσιάζει τὰ πάντα, ἑπομένως καὶ τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο. Λέγει, λοιπὸν, στὸν Ἰάειρο: «Μὴ φοβοῦ, μόνον πίστευε καὶ σωθήσεται!». Μὴν φοβᾶσαι, ἔχε πίστη καὶ θὰ σωθεῖ ἡ κόρη σου! Μπαίνει στὸ σπίτι τοῦ πένθους, ὅλοι κλαίουν καὶ θρηνοῦν χτυπώντας τὰ στήθη τους, καὶ ἀκοῦνε τὸν παρηγορητικὸ λόγο: «Μὴ κλαίετε, οὐκ ἀπέθανε, ἀλλὰ καθεύδει!» Τὸ κορίτσι δὲν πέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται! Ἀκούγοντας τὸν λόγο αὐτὸ κάποιοι ἄρχισαν νὰ περιγελοῦν τὸν Χριστό. Πάει, τρελάθηκε, σκέφτονται. Τί μᾶς λές, ἄνθρωπέ μας, καὶ μᾶς ταράζεις στὴν θλίψη μας; Ποιὸς δὲν πέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται; Ἐμεῖς πρὶν ἀπὸ λίγο εἴδαμε ποὺ ξεψύχησε τὸ κορίτσι. Πῶς ἐσὺ μᾶς λὲς πῶς δὲν πέθανε; Ποιὸς εἶσαι ἐσύ, πού τὰ λὲς αὐτά; Αὐτὸ τὸ «κατεγέλων αὐτοῦ» περιλαμβάνει καὶ εἰρωνεία καὶ ἀγανάκτηση, κυρίως ὅμως ἀπιστία καὶ περιφρόνηση. Πόσο μωροὶ καὶ τυφλοὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους περιδιαβαίνει ὁ Θεάνθρωπος Χριστός! Μαῦρο σκοτάδι καλύπτει τὴν ψυχή τους, ἂν καὶ δίπλα τους βρίσκεται τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό, «τὸ φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον», αὐτοὶ ὅμως καὶ δὲν καταλαβαίνουν τίποτε. Ὁ Θεὸς μὲ μορφὴ ἀνθρώπου κυκλοφορεῖ ἀνάμεσά τους καὶ δὲν βλέπουν τίποτε βαθύτερο καὶ ἀληθινό.

Ὁ Χριστός μας δὲν προσβάλλεται, οὔτε ἀνακόπτεται ἀπὸ τέτοιου εἴδους σχόλια. Μπαίνει μέσα στὸ δωμάτιο, ὅπου βρίσκεται ἡ νεκρὴ κόρη, τοὺς βγάζει ὅλους ἔξω, τὴν πιάνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ φωνάζει δυνατά: «Ἡ παῖς ἐγείρου!» Κόρη, σήκω ἐπάνω! Ἡ θεϊκὴ φωνή, σὰν βροντή, σὰν ἐγερτήριο σάλπισμα, ἀκούγεται στὸν ᾋδη, τὸ ἀναπότρεπτο τοῦ θανάτου καταργεῖται γιὰ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου, ἡ ψυχὴ ἐπιστρέφει στὸ νεκρὸ σῶμα καὶ τὸ ζωντανεύει. Τὸ κορίτσι, λοιπὸν, ἀνασταίνεται, σηκώνεται ἀπὸ τὸ κρεβάτι καὶ ὁ Χριστὸς διατάζει νὰ τοῦ δώσουν νὰ φάει, γιὰ νὰ πάρει δυνάμεις μετὰ ἀπὸ τόσο μεγάλη καὶ θανατηφόρα ἀσθένεια. Καὶ οἱ γονεῖς τῆς κόρης «ἐξέστησαν» ἀπὸ τὸ μέγιστο θαῦμα, τρελαίνονται ἀπὸ τὴν χαρά τους, χάνουν τὸ μυαλό τους, μένουν ἔκπληκτοι καὶ ἄναυδοι μπροστὰ στὸ θεϊκὸ μεγαλεῖο ποὺ ἀποκαλύφθηκε στὸ σπίτι τους.  

Ὅλοι φοβόμαστε τὸν θάνατο, γιατί ἔχουμε συνείδηση τῆς ζωῆς καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἀποδεχθοῦμε πὼς ἡ ζωή μας κάποτε θὰ διακοπεῖ. Δὲν θέλουμε νὰ πεθάνουμε, γιατί ἐξ ἀρχῆς πλασθήκαμε ἀθάνατοι, ἡ ἁμαρτία, ὅμως, μᾶς κατέστησε φθαρτοὺς καὶ θνητούς. Ἀρρωσταίνουμε, πονᾶμε, ὑποφέρουμε, γερνᾶμε, βλέπουμε τὴν ὥρα τοῦ θανάτου νὰ πλησιάζει. Τότε εἶναι ποὺ δοκιμάζεται ἡ πίστη μας: ἂν πιστεύουμε στὸν Χριστὸ καὶ στὴν Ἀνάστασή Του, ὁ φόβος τοῦ θανάτου μετριάζεται, καὶ ὑποβαθμίζεται. Γνωρίζουμε πὼς ὁ θάνατος εἶναι μία γέφυρα ποὺ μᾶς περνᾶ ἀπὸ τὴν μία ὄχθη στὴν ἄλλη, εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπὸ τὴν παροῦσα περιορισμένη ζωὴ στὴν μέλλουσα αἰώνια ζωή. Ἂν δὲν πιστεύουμε, ὁ φόβος γίνεται τρόμος καὶ παράνοια. Δὲν ὑπάρχει πιὸ τρομαγμένο καὶ ἀξιολύπητο πλάσμα ἀπὸ ἕναν ἄπιστο, ὅταν ἀντιμετωπίζει κατὰ πρόσωπον τὴν ἀδήριτη ἀναγκαιότητα τοῦ θανάτου. Γιὰ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νὰ ξεχνοῦν τὸν θάνατό τους, ζοῦν μόνο στὸ παρὸν ἀπωθώντας τὴν σκέψη πὼς θὰ πεθάνουν κάποτε. Καὶ ὅμως, ὁ θάνατος εἶναι τόσο κοντὰ στὸν καθένα μας ἀνεξαρτήτως ἡλικίας. Ποιὸς γνωρίζει πότε καὶ πῶς θὰ πεθάνει; Ὁ πιστὸς Χριστιανός, ποὺ γνωρίζει τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, φοβᾶται μὲν τὸν θάνατο ὡς ἀσθενὴς καὶ φθαρτὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ δὲν καταποντίζεται ἀπὸ τὴν ἐνθύμησή του. Ἀντίθετα ἀπὸ ὅ,τι κάνουν οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας ἄνθρωποι,  προσπαθεῖ νὰ ἔχει διαρκῆ «μνήμη θανάτου», δηλαδὴ ἀγωνίζεται νὰ βρίσκεται σὲ ἐγρήγορση μετανοίας, γνωρίζοντας ὅτι πλησιάζει ἡ ὥρα τοῦ θανάτου του καὶ θὰ βρεθεῖ ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ λογοδοτήσει γιὰ τὰ πεπραγμένα τοῦ βίου του. Ὁ πιστὸς Χριστιανὸς δὲν φοβᾶται τὸν βιολογικὸ θάνατο τόσο, ὅσο ἀπείρως περισσότερο φοβᾶται τὸν αἰώνιο θάνατο, τὸν αἰώνιο χωρισμὸ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν του.

Ἡ πίστη μας στὴν μέλλουσα ζωὴ καὶ στὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν μᾶς δίνει φτερὰ νὰ βαδίζουμε ἀτρόμητοι στὸν δύσκολο δρόμο τῆς ζωῆς. Ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ θάνατος μᾶς χτυπήσει τὴν πόρτα, δὲν λυπούμαστε «ὥσπερ καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα». Εἴμαστε γαντζωμένοι στὸν ζωοδότη Χριστό μας, προσευχόμαστε σὲ Αὐτὸν νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν ὄντως Ζωή, κοινωνοῦμε τὸ Ἄχραντο Σῶμά Του καὶ τὸ Τίμιο Αἷμα Του  καὶ δὲν μᾶς ἐπηρεάζει κανένα θανατηρὸ φόβητρο τοῦ παρόντος κόσμου, εἴτε αὐτὸ λέγεται ἀσθένεια τοῦ κορωνοϊοῦ, εἴτε ὁποιαδήποτε ἄλλη αἰτία ἀπρόσμενου θανάτου. Καὶ ἐλπίζουμε βάσιμα πὼς μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ μας, ἂν βιώσουμε θεάρεστα στὴν παροῦσα ζωή, θὰ ἀγαλλόμαστε αἰωνίως στὸν Παράδεισο, «ἔνθα ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καὶ στεναγμός». Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου