Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

ΣΕΛΙΔΕΣ ΔΟΞΗΣ (ΕΚΠΟΜΠΗ ΜΓ')


 

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 31 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  43

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΘ΄ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Β΄Κορ. ια΄ 31 - ιβ΄ 9)

31 Ὀκτωβρίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι.

Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.

Καυχάσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι.

Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι.

Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ἐλεύσομαι εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου»

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι πολλὲς φορὲς αἰσθανόμαστε πὼς ἡ πίστη μας σαλεύεται, κλονίζεται, τρεμοσβήνει. Τίποτε δὲν εἶναι δεδομένο στὸν πνευματικὸ ἀγώνα καὶ ἡ πορεία μας κάποτε κάποτε θυμίζει ἀσταθὲς βάδισμα στὴν ὁμίχλη. Αὐτὸ συμβαίνει, ὅταν γιὰ διαφόρους λόγους, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, μᾶς πλήττει ὁ πειρασμὸς τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ἀπιστίας ποὺ εἶναι ἀπὸ τοὺς χειρότερους καὶ τοὺς πλέον βασανιστικούς. Τότε συνειδητοποιοῦμε ὅτι εἴμαστε ἕνα τίποτε καὶ κραυγάζουμε στὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἐπαναφέρει στὴν γαλήνη τῆς βεβαιότητας τῆς πίστης. Στὶς φοβερὲς αὐτὲς στιγμὲς μόνο ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει, σὰν τὸν Πέτρο, ὅταν ἄρχισε νὰ βυθίζεται στὰ κύματα τῆς ἀνταριασμένης θάλασσας.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο βοηθητικὸ μέσο ποὺ μπορεῖ νὰ καταπραΰνει τὸν πόνο τῆς δοκιμαζόμενης ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία καρδιᾶς. Εἶναι οἱ ὑπερφυσικὲς ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων, ἡ θέαση τοῦ Ἀκτίστου Φωτὸς ἀπὸ αὐτούς, ἡ κατὰ χάριν ἔξοδός τους ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο καὶ ἡ εἴσοδός τους στὴν Οὐράνια Βασιλεία, στὸν Παράδεισο. Οἱ ὀπτασίες καὶ οἱ ἀποκαλύψεις Κυρίου, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀξίους νὰ δεχθοῦν μία τέτοια ἐμπειρία καὶ ἀποσκοποῦν σὲ δύο στόχους: πρῶτον ἐνισχύουν τὸν ἀγωνιστὴ τοῦ Πνεύματος, τοῦ χαρίζουν μία πρώτη γεύση τοῦ ὑπεσχημένου Παραδείσου, γιὰ νὰ μὴν ἀποκάμει ἀπὸ τὸ ὑπερβολικὸ βάρος τῆς ἄσκησης. Ἕνα τέτοιο φωτεινὸ διάλειμμα, μία γλυκιὰ ἀνάπαυση ἀπὸ στὸν κόπο τῆς καθημερινῆς πάλης μὲ τὴν ἀκηδία τοῦ σώματος καὶ μὲ τοὺς πειρασμοὺς ποὺ συνεχῶς ἐξακοντίζει ὁ Διάβολος,εἶναι ἕνα πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ, μία πνευματικὴ παρακαταθήκη γιὰ τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς. Πάντοτε ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Καλὸν γὰρ χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν». Εἶναι καλὸ νὰ στηρίζεται ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιατί ἔτσι θὰ γνωρίζει ὅτι δὲν ματαιοπονεῖ καὶ θὰ βαδίζει μὲ ἐσωτερικὴ πληροφορία. Ὁ Θεὸς δὲν ἀφήνει ἀπαραμύθητο τὸν φιλότιμο ἀγωνιστή Του, ἐφόσον μέσα του διακρίνει πραγματικὴ ταπείνωση, ἡ ὁποία θὰ τὸν προφυλάξει ἀπὸ τὴν ὀλέθρια ὑπερηφάνεια λόγω τῆς ὑπερφυσικῆς ἐμπειρίας.

Κατὰ δεύτερο λόγο οἱ ὑπερκόσμιες ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων, ὅταν δημοσιεύονται, στοχεύουν στὸ νὰ στερεώσουν τὴν ἀδύναμη πίστη τῶν ἀρχαρίων ἢ νὰ συγκρατήσουν τὸν πειρασμικὸ κλονισμὸ τῆς πίστης τῶν ἐμπειροτέρων. Ὅταν διαβάζει κάποιος, παραδείγματος χάριν, τὶς θεϊκὲς ἀναβάσεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅπως τὶς περιγράφει ὁ ἴδιος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα, εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν γαληνέψει καὶ νὰ μὴν ἀναθαρρήσει πνευματικά. «Γνωρίζω», γράφει, «ἕναν ἄνθρωπο σχετιζόμενο μὲ τὸν Χριστὸ πρὶν ἀπὸ δεκατέσσερα χρόνια, εἴτε μὲ τὸ σῶμά του, εἴτε χωρὶς τὸ σῶμά του, ὁ Θεὸς γνωρίζει, ὁ ὁποῖος ἡρπάγη καὶ ἔφθασε μέχρι τὸν τρίτο οὐρανό. Γνωρίζω ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἡρπάγη στὸν Παράδεισο καὶ ἄκουσε λόγους, τοὺς ὁποίους γλώσσα ἀνθρώπινη δὲν ἔχει τὴν δύναμη νὰ τοὺς πεῖ, καὶ τοὺς ὁποίους λόγω τῆς ἱερότητάς τους δὲν ἐπιτρέπεται στὸν ἄνθρωπο νὰ τοὺς πεῖ». Ἔχουμε ἐδῶ μία ἀψευδῆ, αὐθεντικὴ μαρτυρία, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ ἐγκυρότερα χείλη, γιὰ τὸν ἄλλο κόσμο, τὸν πνευματικὸ καὶ ὑπέρλαμπρο, γιὰ τὸν τρίτο οὐρανό, στὸν ὁποῖο περιπολεύουν οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι ποὺ ὑπηρετοῦν καὶ ὑμνοῦν τὸν Θεό,γιὰ τὸν παμπόθητο Παράδεισο, στὸν ὁποῖο ἄκουσε «ἄρρητα ρήματα», τὰ ὁποῖα οὔτε μπορεῖ, οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ ἐκφέρει. Ἄλλοι Ἅγιοι, στὶς δικές τους ἐμπειρίες, περιγράφουν τὴν ἐμφάνιση τοῦ Ἀκτίστου Φωτὸς μέσα στὸ κελί τους καὶ τὴν ἀνέκφραστη γλυκύτητα ποὺ τὸ συνοδεύει ἢ τὴν ἐμφάνιση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἢ διαφόρων ἁγίων καὶ ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι μεταφέρουν κάποιο μήνυμα. Ἄλλοι πάλι περιγράφουν τὸν χωρισμὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα μὲ τὸν θάνατο, τὸν τελωνισμό της ἀπὸ τοὺς φοβεροὺς δαίμονες, τὴν παρουσίασή της ἐνώπιόν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀποπομπὴ τῆς ἁμαρτωλῆς ψυχῆς στήν Κόλαση καὶ τὰ φοβερὰ βασανιστήρια τῶν κολασμένων. Ἔχουμε, λοιπὸν, πάμπολλες μαρτυρίες γιὰ τὸν ἄλλο κόσμο, τὸν κόσμο τῶν νοερῶν καὶ πνευματικῶν δυνάμεων, μαρτυρίες γιὰ θαυμαστὲς ἐμφανίσεις καὶ ἐπεμβάσεις, γιὰ ὁράματα καὶ θαύματα, τὰ  ὁποῖα εἶναι καταγεγραμμένα καὶ μποροῦν κάλλιστα νὰ δυναμώσουν τὴν πίστη.

Ἔτσι, ἔστω καὶ ἂν ἐμεῖς εἴμαστε πνευματικὰ τυφλοὶ καὶ στερούμαστε πνευματικῶν ἐμπειριῶν ὡς ἀνάξιοι λόγῳ τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ἔχουμε ἀνὰ χείρας τὸν πολύτιμο θησαυρὸ τῶν θαυμαστῶν ἐμφανίσεων καὶ ἐπεμβάσεων, τὶς ὁποῖες ἐβίωσαν οἱ Ἅγιοι. Δρέπουμε ἀπὸ τὸν πλοῦτο αὐτὸ καὶ ἀνάλογα πρὸς τὴν προαίρεσή μας ὠφελούμαστε. Γιατί εἶναι γεγονὸς πὼς ἡ πίστη δὲν εἶναι ὑπόθεση στεγνῆς γνώσης, ἀλλὰ θετικῆς καρδιακῆς κατάστασης. Ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «οὐ πάντων ἡ πίστις», «δὲν εἶναι ἰδίωμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἡ πίστη». Οἱ σκληρόκαρδοι καὶ οἱ ὑπερήφανοι δὲν πρόκειται νὰ πιστέψουν, ἀκόμη καὶ ἂν ξαναζωντανέψει μπροστά τους κάποιος ἀπὸ τοὺς νεκρούς, γιὰ νὰ τοὺς πεῖ τὰ συμβαίνοντα στὴν ἄλλη ζωή. «Ἔχουσι Μωσέα καὶ τοὺς Προφήτας, ἀκουσάτωσαν αὐτῶν», λέγει ὁ Ἀβραὰμ στὸν βασανιζόμενο πλούσιο τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος τὸν παρακαλεῖ νὰ στείλει κάποιον ἀπὸ τοὺς νεκρούς, γιὰ νὰ πληροφορήσει τὰ ἀδέρφια του καὶ νὰ μὴν πᾶνε καὶ αὐτὰ στὸν τόπο τῆς βασάνου.

Ἂς μελετοῦμε, λοιπὸν, «τὰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου» ποὺ ἀξιώθηκαν νὰ λάβουν οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἐνισχύεται ἡ πίστη μας καὶ νὰ ἀντέχουμε στὰ χτυπήματα τῆς ἀπιστίας, ὅταν μᾶς πολεμᾶ ὁ Ἀντικείμενος καὶ ἐχθρός της σωτηρίας μας. Τέλος δὲ ἂς παρακαλοῦμε θερμὰ τὸν Χριστό μας νὰ ἀξιώσει καὶ ἐμᾶς, πρὶν πεθάνουμε, νὰ λάβουμε ἕνα ψῆγμα τῆς Χάριτός Του, γιὰ νὰ γλυκαθεῖ ἡ καρδιά μας καὶ νὰ γνωρίσουμε βιωματικὰ «ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος». Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  42

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΗ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Β΄Κορ. θ΄ 6-11)

24 Ὀκτωβρίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει. ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδία, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός.Δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα.Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾿ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει καὶ ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει. Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ,

μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης. Ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός».

Κέντρο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης εἶναι ἡ καρδιά. Ἀπὸ ἐκεῖ ἐκπηγάζει ὅλη ἡ δύναμη ποὺ κινητοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο εἴτε γιὰ τὸ καλὸ εἴτε γιὰ τὸ κακό, ἡ καρδιὰ «κρίνει» τὸν ἄνθρωπο, τὸν τοποθετεῖ ἀξιολογικὰ καὶ τὸν ὁδηγεῖ εἴτε στὸν Παράδεισο, δηλαδὴ στὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεό, εἴτε στὴν Κόλαση, δηλαδὴ στὸν βασανισμὸ ἀπὸ τὸν Διάβολο. Ἡ κατάσταση τῆς καρδίας καὶ ἡ ἀπόδοσή της, ὅσον ἀφορᾶ τὸ πνευματικὸ ἔργο, πρέπει νὰ εἶναι ἡ μέριμνα κάθε Χριστιανοῦ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στοὺς ἀνωτέρω στίχους τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος ἀπὸ τὴν Β’ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ φανερώνει τὴν σημασία ποὺ ἔχει ἡ ἀγαθὴ ἢ ἡ κακὴ προαίρεση τῆς καρδιᾶς, ἡ προθυμία ἢ ἀπροθυμία, γιὰ τὴν πορεία τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.

Αὐτὸς, λοιπὸν, ποὺ ἔχει τσιγκούνικη καρδιὰ καὶ μὲ τσιγκουνιὰ σπέρνει, μὲ δυσκολία καὶ ὑπολογισμὸ καὶ βαρυγκώμια δίνει κάτι ἐλάχιστο ἀπὸ τὸ ἔχει του, αὐτὸς μὲ τσιγκουνιὰ θὰ θερίσει, λιγοστὸ καρπὸ θὰ λάβει. Ἀντίθετα, ὅποιος ἔχει ἁπλόχερη καρδιὰ καὶ μὲ ἁπλοχεριὰ δίνει, μὲ καλὴ διάθεση καὶ χαρά, αὐτὸς θὰ εὐλογηθεῖ, θὰ καρποφορήσει καὶ θὰ θερίσει πολύ, ἢ ὅπως ὑποσχέθηκε ὁ Χριστὸς «ἑκατὸ φορὲς περισσότερα θὰ λάβει καὶ ζωὴν αἰώνια θὰ κληρονομήσει».Τὸ νοηματικὸ βάρος πέφτει στὴν ἀντίθεση «φειδομένως» καὶ «ἐπ’ εὐλογίαις».  Ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ ἔχουμε τὴν κακομοιριὰ τοῦ τσιγκούνη ποὺ μετράει ψυχαναγκαστικὰ τὴν περιουσία του, τὰ ἀγαθά του, τὰ χρήματά του, καὶ ὅταν βλέπει δίπλα του τὸν φτωχὸ ἢ θὰ τὸν περιφρονήσει καὶ θὰ ἀδιαφορήσει γιὰ αὐτόν, ἢ θὰ δώσει κάτι λίγο, ἀναλογικὰ πρὸς τὰ πλούτη του, καὶ αὐτὸ μὲ μεγάλη δυσκολία, σὰν νὰ κόβουν ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὸ σῶμά του. Τόσο πολὺ ἔχει ταυτιστεῖ μὲ τὸν πλοῦτο, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀνοίξει τὴν καρδιά του, εἶναι δέσμιος τῶν θησαυρῶν του, νομίζει πὼς γιὰ πάντα θὰ ἔχει τὰ χρυσὰ καὶ τὰ πολύτιμα ἀντικείμενά του καὶ αἰώνια θὰ «κολυμπάει» στὸν πλοῦτο. Κάποια, ὅμως, φοβερὴ στιγμὴ ὅλο αὐτὸ τὸ πανηγύρι τῆς σκληροκαρδίας θὰ λάβει τέλος καὶ θὰ ἀκούσει τὴν φρικτὴ φωνή: «Ἄφρον,τὴν ψυχήν σου ἀπαιτούσιν ἀπό σου. Ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;»

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ βλέπουμε τὸν γενναιόδωρο ἄνθρωπο, τὸν ἀνοιχτόκαρδο, τὸν εὐαίσθητο στὴν φτώχεια καὶ στὸν πόνο τοῦ συνανθρώπου του, τὸν καταδεκτικὸ καὶ πρόθυμο νὰ δώσει «ὅ,τι ἔχει καὶ δὲν ἔχει», ποὺ λέει ὁ λαός, γιὰ νὰ βοηθήσει τὸν ἀναγκεμένο. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος συνήθως δὲν εἶναι πλούσιος σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἔχει ὅμως πλούσια καρδιὰ καὶ αὐτὸ τοῦ φτάνει. Μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος φτωχός, ὅμως δίνει ἀπὸ τὸ ὑστέρημά του, καὶ αὐτὴ ἡ μικρὴ ποσοτικὰ ἐλεημοσύνη εἶναι μέγιστη ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ, ὅπως συμπεραίνουμε ἀπὸ τὸ σχόλιο τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ δίλεπτο τῆς χήρας: «Αὐτὴ ἔδωσε τὰ περισσότερα ἀπὸ ὅλους»! Γιατί ὁ Θεὸς μετράει τὴν διάθεση τῆς ψυχῆς, τὴν προαίρεση καὶ τὴν προθυμία, ὄχι τὸ ποσόν. Καὶ ὅταν βλέπει  πλούσια ψυχή, δίνει καὶ ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ἀγαθά, γιατί γνωρίζει πὼς ὁ καλόψυχος, εὐεργετημένοςανθρωπος δὲν θὰ τὰ κρατήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ θὰ τὰ μοιράσει. Ἀκριβῶς γι’ αὐτὸν τὸν λόγο γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Αὐτὸς ποὺ σπέρνει «ἐπ΄ εὐλογίαις», δηλαδὴ πλουσιοπάροχα, «ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει», ἄφθονα ἀγαθὰ θὰ λάβει. Καὶ αὐτὰ ποὺ θὰ πάρει θὰ τὰ ξαναδώσει καὶ οὕτω καθ’ ἑξῆς. Γίνεται ἔτσι ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος ἕνας ποταμὸς ἀέναης ἐλεημοσύνης καὶ ὁμοιάζει μὲ τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ὁ παντοτινός δωρεοδοτης καὶ πάροχος ὅλων τῶν ἀγαθῶν.

Μποροῦμε, ἐπίσης, νὰ ἐπεκτείνουμε τὴν ἔννοια τῆς γενναιοδωρίας σὲ ὅλη τὴν σφαίρα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Αὐτὸς ποὺ ἀγωνίζεται μὲ προθυμία καὶ ἔχει δώσει ὅλη του τὴν καρδιὰ στὸν Θεό, ἀκολουθώντας τὴν παρακίνηση τοῦ Θεοῦ Πατέρα: «Υἱέ μου, δὸς μοι σήν καρδίαν», εἶναι ὁ «ἱλαρὸς δότης» τὸν ὁποῖον ἀγαπᾶ ὁ Θεός, εἶναι ὁ φιλότιμος καὶ λεβέντης ἀγωνιστής, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παϊσιος. Νὰ μὴν εἶσαι κακομοίρης, νὰ μὴν γκρινιάζεις, νὰ μὴν ὑπολογίζεις ἐγωιστικὰ κάθε σου βῆμα, νὰ μὴν ἀμφιταλαντεύεσαι, νὰ μὴν διστάζεις, νὰ μὴν ὑπαναχωρεῖς στὸν πνευματικὸ ἀγώνα, αὐτὰ ὄντως εἶναι εὐάρεστα στὸν Θεό. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν θερμὸ Χριστιανό, ποὺ πορεύεται μὲ πλήρη παράδοση τῆς ψυχῆς του σὲ Αὐτόν. Ἀντίθετα, μισεῖ τὸν χλιαρὸ «Χριστιανὸ» καὶ πρόκειται νὰ τὸν ἐμέσει, νὰ τὸν ξεράσει κατὰ τὴν Μέλλουσα Κρίση, σύμφωνα μὲ τὴν φοβερὴ αὐτὴ φράση ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης.

Ὁ καθένας μας, λοιπὸν, ἂς προσπαθεῖ «καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης», ἂς δίνει στὸν συνάνθρωπό του ἐλεύθερα ὅ,τι θέλει, ἂς ἀκούει τὴν καρδιά του, χωρὶς λύπη ἢ καταναγκασμὸ καὶ ἂς πορεύεται μὲ χαρούμενο πρόσωπο στὸν δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἂς κινούμαστε ἐλεύθερα, νὰ λέμε «ναὶ» στὸν Χριστό, νὰ τοῦ δίνουμε τὴν καρδιά μας, ἐπειδὴ ἐμεῖς τὸ ποθοῦμε καὶ ὄχι γιατί κάποιοι μας τὸ ἐπέβαλαν. Ἂς γίνουμε γενναιόδωροι καὶ πραγματικὰ πλούσιοι σκορπίζοντας γύρω μας ἀδιάκοπα ὑλικὲς καὶ ψυχικὲς ἐλεημοσύνες, καὶ τότε θὰ βροῦμε τὴν πραγματικὴ χαρά, δηλαδὴ τὸν Χριστό! Ἀμήν, γένοιτο!

Σημείωσις: Παρακαλοῦμεν ὑμᾶς, ὅπως καλέσητε καί προτρέψητε τούς Ἐνορίτας ὑμῶν, διά τήν ὁπωσδήποτε ἀνάρτησιν τῆς ἑλληνικῆς Σημαίας εἰς τάς οἰκίας των κατά τήν  27ην καί 28ην Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ..     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  41

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

(Τίτ. γ΄, 8-15)

17 Ὀκτωβρίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος, καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις · μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο, εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος. Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν, ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾽ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν΄ἀμήν.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Πιστὸς ὁ λόγος καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι,

ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῶ».

Τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἑορτάζουμε σήμερα καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἀπὸ τὴν πρὸς Τίτον ἐπιστολή, στὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει τὸν μαθητὴ του Τίτο γιὰ διάφορα θέματα ποιμαντικῆς φύσεως, τὰ ὁποία ἀντιμετώπισαν καὶ ἀντιμετωπίζουν ὅλοι οἱ Πατέρες ὡς ἀγαθοὶ καὶ φιλότιμοι ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου. Τὰ ποιμαντικὰ ζητήματα παραμένουν πάντοτε ἐπίκαιρα, ἐφόσον ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ προσπαθεῖ νὰ ζήσει κατὰ Θεὸν ἀπαιτεῖ διαχρονικὰ κατάλληλη πνευματικὴ χειραγώγηση. Τὰ μεγαλύτερα προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουν οἱ ἀρχάριοι κυρίως μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι ὁ κλονισμὸς περὶ τὴν πίστη, οἱ λογισμοὶ τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ἀπιστίας, ἡ ἀκηδία, ἡ ἀμέλεια. Καὶ ὄχι μόνο οἱ ἀρχάριοι, ἀλλὰ καὶ προχωρημένοι αἰσθάνονται, πολλὲς φορὲς, νὰ κλονίζονται, νὰ ἀμφιβάλλουν, νὰ χάνεται τὸ πνευματικὸ ἔδαφος κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους. Εἶναι τότε ἡ στιγμὴ τοῦ μεγάλου πειρασμοῦ, ἡ ἀπόσυρση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ ὄρθιος πνευματικὰ κανένας Χριστιανός. Γιατί ἡ πίστη δὲν εἶναι ἀνθρώπινο ἐπίτευγμα, οὔτε ἑδράζεται σὲ γήινες, ἁπτὲς ἀποδείξεις. Εἶναι δῶρο Θεοῦ στοὺς καλοπροαιρέτους καὶ ἀπαιτεῖ διαρκῆ ἐπαγρύπνηση καὶ ἀνατροφοδότηση, γιὰ νὰ συνεχίσει νὰ ζεῖ.

Πρέπει, λοιπὸν, ὁ Χριστιανὸς νὰ πιστεύει καὶ νὰ ἀγωνίζεται νὰ διατηρήσει τὴν πίστη τοῦ χρησιμοποιώντας δύο τρόπους: τὴν θεωρητικὴ γνώση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν πρακτικὴ ἐφαρμογή του στὴν καθημερινὴ ζωή. Ἔτσι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἀρχὴ τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος γράφει: «Πιστὸς ὁ λόγος». «Εἶναι ἀξιόπιστος ὁ λόγος, τὸν ὁποῖο ἀνέφερα πιὸ πάνω». Ποιὸς εἶναι αὐτός; Εἶναι μία περιληπτικὴ παρουσίαση τοῦ περιεχομένου τῆς χριστιανικῆς πίστης στοὺς προηγούμενους ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα στίχους: «Φανερώθηκε στὸν κόσμο ἡ χρηστότητα καὶ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Σωτήρα μας Θεοῦ, ὄχι ἀπὸ τὰ δίκαια ἔργα ποὺ ἐπράξαμε, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεός Του. Αὐτὸς μᾶς ἔσωσε μὲ τὸ λουτρὸ τῆς παλιγγενεσίας καὶ τῆς ἀνακαίνισης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖο «ἔχυσε» ἐπάνω μας πλουσιοπάροχα μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Σωτήρα μας. Τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι νὰ γίνουμε κληρονόμοι τῆς αἰώνιας ζωῆς, ἀφοῦ θὰ ἔχουμε δικαιωθεῖ μὲ τὴν χάρη Ἐκείνου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Αὐτὸ εἶναι τὸ κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ ὅλων τῶν Ἀποστόλων, αὐτὴ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς πίστης μας, τὴν ὁποία ὀφείλει κάθε κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ἀναπτύσσει μπροστὰ στὸ ἀκροατήριό του. Γιὰ αὐτὰ τὰ μέγιστα ἀγαθὰ ποὺ ἐχάρισε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο πρέπει συνεχῶς νὰ διαβεβαιώνει ὁ Τίτος τὸ ποίμνιό του, ἔτσι ὥστε νὰ ἐργάζονται οἱ πιστοὶ τὴν σωτηρία τους ἐπάνω σὲ ἀσφαλὲς θεμέλιο, ποὺ εἶναι ἡ ὀρθὴ  πίστη, ὅπως ἀναγράφεται στὸν ἀνωτέρω «πιστόνλογον».

Τὴν ὀρθοδοξία ἀκολουθεῖ ἡ ὀρθοπραξία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀποδεχθεῖ πλήρως τὴν ὀρθὴ πίστη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ σωτηριῶδες ἔργο Του, τότε προχωρεῖ μὲ βεβαιότητα καρδιᾶς στὴν ἐπιτέλεση τῶν καλῶν ἔργων, στὴν ἐφαρμογὴ τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν. Δὲν διεκπεραιώνει ἁπλῶς τὰ ἀπαιτούμενα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς μὲ μία ὑπόκωφη τάση δυσανασχέτησης καὶ δυσφορίας, ἀλλὰ πρωτοστατεῖ σὲ αὐτά, προθυμοποιεῖται μὲ χαρά, τὰ ἀναλαμβάνει μὲ ζέση καὶ πόθο,δὲν τὰ βλέπει σὰν δυσάρεστα καθήκοντα, ποὺ πρέπει νὰ φέρει σὲ πέρας μὲ κάποιο γογγυσμό. Αὐτὴ τὴ σημασία ἔχει τὸ ρῆμα «προΐστασθαι» ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ἡ καρδιακὴ συμμετοχὴ στὰ καλὰ ἔργα, τὸ ὁλόψυχο δόσιμο στὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, ποὺ καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο πρωτεργάτη στὰ «καλὰ ἔργα».

Τὸ ἐρώτημα εἶναι ποιὸς καταπιάνεται μὲ δυναμισμὸ καὶ ἀποφασιστικότητα μὲ τὰ «καλὰ ἔργα». Ὅποιος ἀγαπᾶ πραγματικὰ τὸν Θεό. Καὶ ποιὸς ἀγαπᾶ τὸν Θεό; Ὅποιος γνωρίζει τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ γνωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ ὑπάρχει ἕνας στενὸς σύνδεσμος ἀνάμεσα στὴν πίστη, στὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἐπιτέλεση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ ἰσχύει τὸ ρητό: «Ἂν δὲν γνωρίζεις, δὲν ἀγαπᾶς, καὶ ἂν δὲν ἀγαπᾶς, δὲν πράττεις τίποτε».Ἑπομένως τὸ ἔργο τοῦ κάθε διδασκάλου τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι νὰ ἑδραιώσει τὴν πίστη, δηλαδὴ τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, μέσα στὶς καρδιὲς τῶν μαθητῶν του, πράγμα τὸ ὁποῖο θὰ ἔχει ὡς συνέπεια νὰ ἐνισχυθεῖ ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ προθυμία τους νὰ ἐφαρμόζουν τὶς ἐντολές Του. Αὐτὴν εἶναι ἡ θεμελιώδης ποιμαντικὴ ἀρχή, τὴν ὁποία προτείνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸν Τίτο, καὶ γνωρίζουμε πόσο συνέβαλλε στὴν κατὰ Θεὸν προκοπὴ τῶν πρώτων χριστιανικῶν κοινοτήτων ποὺ γεννήθηκαν, αὐξήθηκαν καὶ καρποφόρησαν πλούσια τὰ πρῶτα χρόνια τῆς διάδοσης τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Οἰκουμένη. Οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἦταν οἱ γλυκύτατοι καρποὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Οἰκουμένης.

Καὶ ἐμεῖς σήμερα, οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ζοῦμε στὰ ἔσχατα χρόνια, κινούμενοι μέσα στὴν πανάθλια ἀπὸ τὴν πολλὴν ἁμαρτία κοινωνία μας, ἀγωνιζόμαστε τὸ κατὰ δύναμιν νὰ παραμείνουμε «οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῶ» καὶ νὰ συμμετέχουμε στὸν καλὸ ἀγώνα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Δὲν εἶναι εὔκολο αὐτό, ἄλλωστε ποτὲ δὲν ἦταν εὔκολο. Ἔχουμε ὅμως τὴν ἐλπίδα μας βέβαιη ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, σύμφωνα μὲ τὴν ἀψευδῆ ὑπόσχεσή Του: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Ἂς ἐξακολουθήσουμε νὰ ἀγωνιζόμαστε λοιπόν, γιατί δὲν ματαιοπονοῦμε, ἂς συνεχίσουμε νὰ ἐπιτελοῦμε «δικαιοσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ». Ἀμήν, γένοιτο!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021

ΣΕΛΙΔΕΣ ΔΟΞΗΣ (ΕΚΠΟΜΠΗ ΙΑ΄)

 


ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 10 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021


TheioKirigma

Ἀριθμός  40

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Β΄Κορ. στ΄, 1-10)

10 Ὀκτωβρίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς — λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας — μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Λέγει γάρ: Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καί ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι. Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας».

Πρὶν μερικὰ χρόνια ἀκουγόταν πολὺ στὸν χῶρο τῆς πολιτικῆς καὶ τοῦ συνδικαλισμοῦ τὸ σύνθημα «Ἐδῶ καὶ τώρα!». Ἐδῶ καὶ τώρα νὰ ἱκανοποιηθοῦν τὰ αἰτήματά μας, νὰ λυθοῦν τὰ προβλήματά μας. Ἐδῶ καὶ τώρα, ὄχι αὔριο καὶ ἀλλοῦ! Κάτι ἀνάλογο λέγει ἐμφαντικὰ ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀλλὰ γιὰ ἕνα ἀπείρως σημαντικότερο θέμα, τὸ ζήτημα τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς μας, καὶ τὸν λόγο του χρησιμοποιεῖ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του. «Νά, τώρα εἶναι καιρὸς κατάλληλος, νά, τώρα εἶναι ἡμέρα σωτηρίας».

Στὸν ἀμέσως προηγούμενο στίχο ὁ Ἀπόστολος παρακαλεῖ τοὺς Κορινθίους νὰ δείξουν μὲ τὴν διαγωγή τους ὅτι δὲν ἐδέχθηκαν μάταια καὶ ἀνώφελα τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ κόπος του ὡς διδασκάλου τοῦ Εὐαγγελίου δὲν πῆγε χαμένος. Καὶ ἀληθινὰ αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη λύπη τοῦ Ἀποστόλου, τὸ νὰ βλέπει νὰ μὴν καρποφορεῖ τὸ ἔργο του ἐξαιτίας τῆς ἀδιαφορίας καὶ τῆς ἀμέλειας τῶν μαθητῶν του. Γι’ αὐτὸ καὶ προειδοποιεῖ τοὺς ράθυμους καὶ ἀμελεῖς ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ στέλνει πάντοτε τοὺς ἀντιπροσώπους Του, γιὰ νὰ τοὺς διδάσκουν, νὰ τοὺς νουθετοῦν καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύουν. Οἱ εὐκαιρίες εἶναι ἐλάχιστες, ἂν ὄχι καὶ μοναδικές: «Λέγει ἡ Γραφή, (ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα): Σὲ καιρὸ κατάλληλο, στὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς φανερώνει τὰ ἐλέη Του καὶ τὶς εὔνοιές Του, σὲ ἄκουσα καὶ σὲ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία δίδεται ἡ σωτηρία, σὲ ἐβοήθησα».Ἂς φανταστοῦμε ὅτι ἕνας βασιλιὰς δέχεται σὲ ἀκρόαση τοὺς ὑπηκόους του κάποια συγκεκριμένη ἡμέρα καὶ γιὰ περιορισμένο χρόνο. Ὅποιος θέλει νὰ πεῖ κάτι στὸν βασιλιὰ ἢ νὰ τοῦ ζητήσει μία χάρη, ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ πάει στὸ παλάτι, ὄχι ὅποτε ἄλλοτε θὰ θελήσει. Τὸ πρόγραμμα τῶν ἀκροάσεων δὲν τὸ καθορίζει ὁ ὑπήκοος, ἀλλὰ ὁ βασιλιάς. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ἔχει ὁρίσει ἕναν καιρὸ «δεκτό», κατάλληλο γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, κατὰ τὸν ὁποῖο βρίσκεται σὲ ἀνοικτὴ ἐπικοινωνία μὲ αὐτὸν καὶ στέλνει τὶς εὐλογίες Του, τὴν βοήθειά Του, τὴν Θεία Χάρη. Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ἔχει «πάντ’ ἀνοιχτά, πάντ’ ἄγρυπνα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του», ὅπως λέγει ὁ ποιητής, καὶ νὰ ἀδράχνει τὴν εὐκαιρία. Πάντοτε πρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ ἀντιλαμβάνεται τὴ θεϊκὴ βοήθεια, ὡς κάτι μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο.

Ἡ ὥρα τῆς χάριτος εἶναι διαφορετικὴ γιὰ τόν καθένα μας. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ συνάντηση μὲ ἕναν χαριτωμένο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν λόγο του θὰ μᾶς συμβουλεύσει, θὰ μᾶς παρηγορήσει, θὰ μᾶς ἀποκαλύψει κάποια κρυφὴ σκέψη ἢ πράξη μας, θὰ μᾶς ὠθήσει στὸ νὰ ἀλλάξουμε ἢ νὰ καλυτερεύσουμε τὴ ζωή μας. Πολλοὶ ἄθεοι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἀλλοιώθηκαν, ἦρθαν σὲ συναίσθηση τῆς ἀθλιότητάς τους καὶ μετανόησαν, ἀφοῦ γνώρισαν ἕναν ἅγιο γέροντα σὲ μοναστήρι. Ἀλλὰ καὶ ἕνας καλὸς λόγος ποὺ θὰ πεῖ ἕνας Χριστιανὸς σὲ ὁποιονδήποτε χῶρο, στὴ δουλειά, στὸ σπίτι, στὸ δρόμο, στὸ λεωφορεῖο, μπορεῖ νὰ ἀνοίξει θύρα σωτηρίας γιὰ κάποιον ποὺ τὸν ἄκουσε. Γιὰ ἄλλους ὁ «δεκτὸς καιρὸς» μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀνάγνωση ἑνὸς πνευματικοῦ βιβλίου ἢ ἡ ἀκρόαση μίας ὁμιλίας ἀπὸ φωτισμένο ἱεροκήρυκα. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἐπίσκεψη σὲ ἕναν ἱερὸ χῶρο, ὅπως στὸ Ἅγιο Ὅρος ἢ σὲ ὁποιοδήποτε μοναστήρι, ὅπου καὶ μόνη ἡ θέαση τῶν μοναχῶν, ἡ ὑποβλητικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ναοῦ, οἱ εἰκόνες, τὰ ἅγια λείψανα, οἱ κατανυκτικὲς ἀκολουθίες μὲ τὴν ταπεινὴ ψαλμωδία, ὅλα αὐτὰ ἐκπέμπουν τέτοια πνευματικὴ ἀκτινοβολία, ποὺ λυγίζει καὶ τὸ πιὸ ἐπηρμένο καὶ ἄκαμπτο φρόνημα. Εἶναι ἀνεξάντλητοι καὶ ἀπίθανοι οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς κρούει τὴν θύρα τῆς καρδιᾶς, γιὰ νὰ ἀνοίξει καὶ νὰ Τὸν δεχθεῖ. Καὶ μόνο ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ ποιμένα ποὺ ἀφήνει τὰ ἐνενήντα ἐννέα πρόβατα στὴ στάνη καὶ τρέχει στὰ βουνὰ καὶ στὰ λαγκάδια, γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ἕνα, τὸ ἀπολωλός, ἀρκεῖ, γιὰ νὰ μᾶς δείξει τὴν ἀνυπέρβλητη φροντίδα τοῦ Πλάστη γιὰ τὸ πλάσμα Του.

Ἐμεῖς δὲν χρειάζεται παρὰ νὰ βρισκόμαστε σὲ διαρκῆ κατάσταση ἐγρήγορσης, γιὰ νὰ διακρίνουμε τὶς ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας καὶ νὰ μετανοοῦμε συνεχῶς. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». Σήμερα ἂς βάλουμε ἀρχὴ μετανοίας, ὄχι αὔριο. Ἐδῶ καὶ τώρα! Μόνο τὸ σήμερα ἔχουμε, τὸ χθὲς ἐξαφανίσθηκε, τὸ αὔριο δὲν ὑπάρχει ἀκόμη καὶ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ὑπάρξει ποτὲ γιὰ ἐμᾶς. Μπορεῖ νὰ μᾶς βρεῖ ὁ θάνατος τὴν ἀμέσως ἑπόμενη στιγμή, τίποτε δὲν εἶναι δεδομένο! Ἂς ἔχουμε μνήμη θανάτου καὶ ἂς ἐπαναλαμβάνουμε μὲ φόβο καὶ τρόμο τὰ λόγια του τροπαρίου: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι!» Ἂς ἐκμεταλλευόμαστε μὲ ἁγία ἀγωνία ἀλλὰ καὶ ἐλπίδα τὴν κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, γιατί εἶναι πολύτιμη: ἡ ἀξιοποίησή της «καθ’ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται». Ἂς γινόμαστε σοφοὶ ἔμποροι τοῦ χρόνου τῆς μικρῆς καὶ προσωρινῆς ζωῆς μας, σύμφωνα μὲ τὴ συμβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν». Καὶ ἂς παρακαλοῦμε ἀδιαλείπτως τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ μᾶς ἐλεήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει κατὰ τὸ μέγα Αὑτοῦ ἔλεος! Ἀμήν, γένοιτο!    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2021

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 03 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021

 

TheioKirigma

Ἀριθμός  39

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

(Β΄Κορ. δ΄ 6-15)

3 Ὀκτωβρίου 2021

*

ΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Εχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ ᾿Ιησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ ᾿Ιησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. τὰ γὰρ πάντα δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

«Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν,

ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν».

Στὴν μέγιστη πνευματικὴ δύναμη τῶν Ἀποστόλων κατὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, στὸν θησαυρὸ τῆς γνώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀναφέρεται ὁ ἀνωτέρω στίχος ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ὅπως καὶ στὴν προέλευση αὐτῆς τῆς δυνάμεως ἀπὸ τὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὄχι ἀπὸ τὶς προσωπικὲς ἱκανότητες τῶν Ἀποστόλων.

«Ἔχουμε τὸν θησαυρὸ αὐτὸν μέσα σὲ εὔθραυστα, χωματένια σκεύη», γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζοντας τὴν ἀντίθεση ἀνάμεσα στὸ ἄπειρο μεγαλεῖο του Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου. Ποιὸς εἶναι ὁ θησαυρὸς αὐτός; Εἶναι, ὅπως γράφει στὸν ἀμέσως προηγούμενο στίχο, «ὁ φωτισμὸς τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ», εἶναι, σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Παναγιώτη Τρεμπέλα, «ὁ φωτισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γνῶσιν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δόξα ἐφανερώθη διὰ μέσου τοῦ προσώπου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ». Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος, ἀναλλοίωτος καὶ ἀναπαλλοτρίωτος θησαυρός, τὸν ὁποῖο μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, μετὰ ἀπὸ ἐπίπονο καὶ μακροχρόνιο πνευματικὸ ἀγώνα, ἕνας θησαυρὸς, τὸν ὁποῖο «οὔτε σής, οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν, οὐδὲ κλέπτουσιν», γιατί εἶναι κατατεθειμένος στὸν Οὐρανό, δὲν ἀνήκει στὰ ἐπίγεια θησαυροφυλάκια τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι, οἱ κατέχοντες αὐτὸν τὸν θησαυρό, εἶναι κατὰ κόσμον οἱ πτωχότεροι, οἱ ἀσημότεροι, οἱ ἀφανέστεροι. Καὶ μάλιστα ἐπιδιώκουν τὴν πτωχεία, γιατί φοβοῦνται πὼς καὶ ἡ ἐλάχιστη προσβολὴ τοῦ ἐπίγειου πλουτισμοῦ ἂν πληγώσει τὴν καρδιά τους, θὰ ἀποβεῖ ἐπιζήμια στὴν διατήρηση τοῦ οὐρανίου θησαυροῦ τους. Δὲν θέλουν μὲ τίποτε νὰ χάσουν τὸ ἀτίμητο ἀπόκτημά τους, «τὴν γνῶσιν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ». Εἶναι πραγματικὰ ἀσύλληπτο γιὰ τὸν παχύ, ὑλικὸ ἄνθρωπο, ποὺ συμφύρεται καθημερινὰ μὲ τὰ γήινα καὶ τὰ χοϊκὰ πράγματα καὶ παλεύει συνεχῶς μὲ τὴν λάσπη τοῦ παρόντος αἰῶνος, νὰ συλλογισθεῖ ὅτι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ δυνατότητα, ποὺ μᾶς ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, νὰ γνωρίσουμε τὴν λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὁμοιάσουμε πρὸς τὸν Θεὸ κατὰ χάριν.

Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ δὲν προϋποθέτει σωματικὴ εὐρωστία, ὑγεία καὶ καλὴ φυσικὴ κατάσταση. Προϋποθέτει τὴν ἰσχυρὴ θέληση τοῦ ἀνθρώπου, ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ καὶ ἐγκατάλειψη στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς θέλει μία καρδιὰ ποὺ νὰ φλέγεται ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ Οὐρανοῦ μὲ ταπείνωση κυρίως. «Καρδία συντετριμμενην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει». Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δὲν ἦταν κατὰ κόσμον ἰσχυροί, οὔτε σωματικὰ τέλειοι. Ἦταν καὶ εἶναι τὶς περισσότερες φορὲς ἀσθενεῖς, πραγματικὰ ὀστράκινα σκεύη, εὔθραυστα δοχεῖα, ραγισμένα, ἕτοιμα νὰ διαλυθοῦν. Κάπως ἔτσι ἦταν καὶ οἱ σύγχρονοι ἅγιοι ποὺ γνωρίσαμε στὰ τέλη τοῦ 20οῦ αἰώνα, ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος. Ὅπως λέει ὁ λαός, «ἦταν μισὸ μερτικό», λιπόσαρκοι καὶ ἀσκητικοί. Καὶ, ὅμως, ὅλος ὁ κόσμος ἔτρεχε νὰ πάρει τὴν εὐλογία τους, νὰ ἀκούσει τὴν συμβουλή τους, νὰ λάβει παρηγοριὰ καὶ θεραπεία γιὰ τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικὰ νοσήματα. Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανικὸς λαὸς ἔβλεπε ὅτι οἱ γέροντες αὐτοὶ κατεῖχαν τὸν αἰώνιο θησαυρὸ «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν», οἱ προσκυνητὲς ἔτρεχαν νὰ ἀποκομίσουν ὀφέλη ἀπὸ τὸν πνευματικὸ πλοῦτο τῶν ἁγίων αὐτῶν. Γιατί ὁ πλοῦτος τῶν ἁγίων δὲν εἶναι ἀτομιστικός, εἶναι κοινωνικὸς καὶ φιλάνθρωπος. Μοιράζεται καὶ πολλαπλασιάζεται ταυτόχρονα, χύνεται σὰν «πηγὴ ὕδατος ἀλλομένου» πρὸς τοὺς διψασμένους τοῦ κόσμου αὐτοῦ χωρὶς νὰ στερεύει ποτέ. Ὁ θησαυρὸς αὐτὸς εἶναι ἄπειρος, γιατί ἄπειρος εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ τὸν χαρίζει. Ὁ θησαυρὸς εἶναι ὁ Χριστός, «ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλὰ τοὺς μετέχοντας ἁγιάζων».

Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν ἀσθενικός, ὑπέφερε ἀπὸ κάποια πολὺ ἐπώδυνη σωματικὴ νόσο, εἶχε ἕναν «σκόλoπα τῇ σαρκί», γιὰ τὸν ὁποῖο τρεῖς φορὲς παρακάλεσε τὸν Κύριο «ἵνα ἀποστῇ ἀπ’ αὐτοῦ» καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: «Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου. Ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Αὐτὴ ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ μᾶς φανερώνει μιά σημαντικὴ πλευρὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς: ἡ πνευματικὴ καρποφορία πάντοτε συνοδεύεται ἀπὸ κάποιον πειρασμό, κυρίως σωματικό, γιὰ νὰ ἀποφευχθεῖ ὁ κίνδυνος τῆς ὑπερηφανείας ποὺ ἐλλοχεύει στὴν ἐπίτευξη τῶν πνευματικῶν κατορθωμάτων. Ὁ πόνος τοῦ σώματος ταπεινώνει τὴν ψυχή, ἐξουδετερώνει τοὺς λογισμοὺς τῆς ὑψηλοφροσύνης καὶ φέρνει τὸν ἄνθρωπο σὲ συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας του καὶ τῆς ἀσημαντότητάς του. Ὁ Χριστὸς βλέπει μὲ χαρὰ τὴν πρόοδο τῶν μαθητῶν Του καὶ τοὺς θωρακίζει ἀπὸ τὴν καταστροφική, δαιμονικὴ ἔπαρση ἐπιτρέποντας νὰ τοὺς συμβοῦν διάφορες ἀσθένειες ἢ ἀτυχήματα. Αὐτὰ τὰ ἀσθενήματα, ἐπίσης, ἔρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς ἐπιπλέον δοκιμασίες ποὺ θὰ καθαρίσουν τοὺς ἀνθρώπους Του ἀκόμη περισσότερο. Ὅπως λέγει ἡ Σοφία Σολομῶντος: «Ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτούς».

Ἐν τέλει, ἡ ἐπιτυχία κάθε πνευματικοῦ ἔργου καὶ ἡ αὔξηση τοῦ ἀνθρώπου κατὰ Θεὸν  πρέπει νὰ ἀποδίδεται στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ποτὲ στὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις. Πάντοτε πρέπει νὰ ἔχουμε κατὰ νοῦ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Κανένα ἀπολύτως καλὸ ἔργο δὲν μπορεῖ νὰ πράξει ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὴν εὐεργετικὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον βέβαια καὶ ὁ ἴδιος τὸ θέλει. Ὁ ἄνθρωπος δίνει στὸν Θεὸ τὸ «θέλειν» καὶ ὁ Θεὸς χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ «δύνασθαι». Ἂς προσευχόμαστε, λοιπὸν, καθημερινὰ στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ μᾶς χαρίζει τὶς ἀπαραίτητες δυνάμεις, ψυχικὲς καὶ σωματικές, γιὰ νὰ ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ ἀποκτήσουμε τὸν θησαυρὸ «τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», πάντοτε μὲ πνεῦμα  ταπείνωσης. Ἂς προσευχόμαστε νὰ ὑπερνικοῦμε κάθε κληρονομικὴ ἢ ἐπίκτητη ἀδυναμία μας, ἔτσι ὥστε νὰ φανερώνεται συνεχῶς στὴ ζωή μας ὅτι «ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως» εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι δική μας. Ἀμήν, γένοιτο!   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου