Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Ἀριθμὸς 44
Κυριακή Ε΄ Λουκᾶ
30 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. ιστ΄ 19-31)
Ὁ Κύριος, ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, στὴ σημερινὴ παραβολὴ πολὺ ἐκφραστικὰ παρουσιάζει τὴν μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἀνώνυμου πλουσίου καὶ τοῦ ἐπώνυμου φτωχοῦ.
Παρουσιάζονται σήμερα δυὸ εἰκόνες τόσο ἀντίθετες μεταξὺ τους μὰ καὶ τόσο συγκλονιστικές. Παρουσιάζονται οἱ μεγάλες ἀντιθέσεις τῆς ζωῆς. Πλούσιοι καὶ φτωχοί. Τὸ δρᾶμα τῶν ἐποχῶν. Κοινωνικὲς διακρίσεις μὲ μισάνθρωπα ἐπακόλουθα. Χέρια χρυσοστόλιστα ποὺ ὑψώνονται προκλητικὰ καὶ γροθιὲς σφιγμένες ποὺ σηκώνονται ἐπαναστατικά. Χορτᾶτοι καὶ πεινασμένοι. Ἀρχοντόσπιτα καὶ καλύβες. Ἄλλοι εὐφραίνονται «καθ᾿ἡμέραν λαμπρῶς» καὶ ἄλλοι ἐπιζητοῦν μερικὰ ψίχουλα. Ἄλλοι ζοῦνε σὲ μία ἐκθαμβωτικὴ πολυτέλεια καὶ ἄλλοι ἀργοπεθαίνουν ξαπλωμένοι στὶς ψάθες. Ἄλλοι πεινοῦν καὶ ἄλλοι μεθοῦν.
Ὁ πλούσιος ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἐκπροσωπεῖ τὴν τάξη ἐκείνη τῶν ἰσχυρῶν τοῦ χρήματος ποὺ δὲν ἔχει αἰσθήματα, ποὺ δὲν γνωρίζει τί θὰ πεῖ κακοπέραση καὶ φτώχεια, ποὺ δὲν μπορεῖ ἢ δὲν θέλει νὰ προσεγγίσει τὴν μάστιγα ποὺ εἶναι ἡ φτώχεια. Δεμένος καὶ συρόμενος ἀπὸ τὴν ἐγωκεντρικὴ καὶ δαιμονική του ἀτομικότητα δὲν ἔχει μάτια, γιὰ νὰ δεῖ γύρω του, δίπλα του, στὴν αὐλή του. Νὰ δεῖ συγκεκριμένα τὸ φτωχὸ Λάζαρο ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὶς στρατιὲς τῶν πεινασμένων, τὰ πληγωμένα σώματα, τὶς συντριμμένες καρδιές, τὸ ἐξουθενωμένο φιλότιμο, τὴν πληγωμένη ἀξιοπρέπεια. Αὐτὰ ἀκριβῶς ἐκφράζει ὁ φτωχός, ὁ Λάζαρος, δηλαδὴ τὸν πόνο, τὴν ἀσθένεια, τὴν γύμνια, τὴν πεῖνα ἀλλὰ καὶ τὴν καρτερία καὶ ὑπομονή. Προσπαθεῖ νὰ χορτάσει τὴν πεῖνα του ἀπὸ τὰ ψίχουλα τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου. Καὶ ὑπομένει. Καὶ ἐλπίζει. Καὶ προσδοκᾶ.
Εἶναι λάθος νὰ νομίζουμε πὼς ὁ Χριστὸς θεωρεῖ τὴ φτώχεια σὰν εἰσιτήριο στὴν Βασιλεία Του. Ὄχι. Ἀπόδειξη ὑπάρχει ἡ παραδειγματικὴ τιμωρία τοῦ φτωχοῦ ἀλλὰ ἀχάριστου δούλου, ποὺ γιὰ τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορὰ του πρὸς τὸν σύνδουλό του «παρεδόθη τοῖς βασανισταῖς». Ὁ πλοῦτος καὶ ἡ φτώχεια εἶναι καταστάσεις ξεχωριστὲς καὶ οὐδέτερες, ποὺ γίνονται ἐπαινετὲς ἢ ἀξιόμεμπτες ἀνάλογα μὲ τὴν χρησιμοποίησή τους.
Ὁ πλοῦτος εἶναι καλὸς ἢ κακὸς ἀνάλογα μὲ τὰ χέρια ποὺ τὸν κρατοῦν. Ἀλλοίμονο σὰν πέσει σὲ ἀνάξια χέρια. Γίνεται ποτάμι ποὺ πνίγει. Γίνεται ὄλεθρος καὶ ἀπώλεια. «Πολλοὺς γὰρ ἀπώλεσε τὸ χρυσίον». Ἡ δίψα τοῦ πλούτου παρασύρει καὶ παραπλανᾶ τοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς στήνει μύριες παγίδες θανάτου καὶ τοὺς ἀφαιρεῖ κάθε πνευματικὴ ἰκμάδα.
Ἂν τὰ ἀνάξια χέρια, ἀγαπητοί μου, σκορπίζουν ἀπερίσκεπτα καὶ ἀκόλαστα τὸν πλοῦτο ποὺ τοὺς χάρισε ὁ Θεός, τὰ ἄξια καὶ θεοκίνητα χέρια προσφέρουν καὶ διακονοῦν τὴν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης. Κλείνουν πληγές, θεραπεύουν τραύματα, ντύνουν γυμνούς, τρέφουν πεινασμένους, προστατεύουν χῆρες καὶ ὀρφανά, οἰκοδομοῦν ἄσυλα ἀγάπης, χτίζουν καὶ στολίζουν ναοὺς τοῦ Θεοῦ. Σὲ τέτοια χέρια ὁ πλοῦτος γίνεται ὑπηρέτης τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας ποὺ λέγεται καὶ εἶναι φλοθεΐα. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης ξέρει ὅτι «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχὸν».
Στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης ὅλοι μποροῦν νὰ προσφέρουν. Κάθε θυσία ὑλικῶν ἀγαθῶν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πολὺ μικρὴ καὶ ἀσήμαντη. Τὴν δέχεται ὅμως μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ διαβεβαιώνει: «Ἐφ᾿ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε».
Ἀδελφοί μου, ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς. Εἶναι ἡ εἴσοδος στὴν πραγματικὴ ζωή, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός. Ἐκείνη ἡ μέλλουσα ζωὴ παρουσιάζει τὶς ἴδιες ἀντιθέσεις ποὺ συμβαίνουν καὶ στὴν ἐπίγεια ζωή. Καθὼς διδάσκει τὸ εὐαγγέλιο ἄλλη θὰ εἶναι ἡ ζωὴ γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀνθρώπους τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ ἄλλη γιὰ τοὺς ἄλλους, τοὺς ἀμετανόητους γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν κακία τους. Γιὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς τοῦ Θεοῦ, τὸ αἰώνιο μέλλον ἐπιφυλάσσει εὐτυχία οὐράνια, ποὺ δὲν συγκρίνεται μὲ τὴν ἐπίγεια καὶ ὑλικὴ «δῆθεν εὐτυχία». Ἂν στὴν ἐπίγειο ζωὴ ἦταν φτωχοὶ καὶ ἄστεγοι, ἂν περιφρονήθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἂν ἀνάγκες καὶ θλίψεις καὶ ἀσθένειες τοὺς ταλαιπώρησαν, ἐκεῖ στὸν οὐρανὸ θὰ βροῦν τὴν τέλεια ἀνάπαυση καὶ εὐτυχία. Γιὰ αὐτοὺς εἶναι ἕτοιμο τὸ οὐράνιο δεῖπνο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἀγαπητοί μου, «τὴν δυστυχία» ποὺ περιμένει τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀμετανόητους ἁμαρτωλοὺς παρουσίασε σήμερα ὁ Κύριος στὸ πρόσωπο τοῦ πλουσίου τῆς παραβολῆς. Αὐτός, ἀφοῦ πέθανε καὶ ἐτάφη καὶ παρέδωσε τὴν ψυχήν του, εὑρέθη «ὑπάρχων ἐν βασάνοις». Ζεῖ πλέον μέσα στὴν ὀδύνη, τὴν φλόγα καὶ τὸ αἰώνιο σκοτάδι. Ὄχι γιατί ἦταν πλούσιος, ἀλλὰ γιατί ὑπῆρξε σκληρός, ἀνάλγητος, ἀμετανόητος, δεμένος μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ μόνον. Ἄς μὴ φοβηθοῦμε τὴν φτώχεια καὶ τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀδιαφορία. Ἄς φοβηθοῦμε μόνο τὴν ἁμαρτία. Ἀμήν.          Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου 

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ


Ἀριθμὸς 43
Κυριακή ΣΤ΄ Λουκᾶ
23 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. η΄ 27-39)
Πολλὲς φορὲς στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περιγράφονται οἱ ἐπεμβάσεις τοῦ Χριστοῦ στοὺς δαιμονιζόμενους, ὅπως στὸ σημερινὸ δαιμονιζόμενο τῶν Γαδαρηνῶν. Ὁ Χριστὸς ἐπεμβαίνοντας, ἀπαλλάσσει τοὺς δυστυχισμένους καὶ ταλαιπωρημένους ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων.
Πέραν ὅμως τῆς θεϊκῆς δυνάμεως καὶ ἐξουσίας τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ πράγματα· πέραν τῆς εὐσπλαγχνίας καὶ φιλανθρωπίας Του, ὑπάρχει καὶ τὸ πνευματικὸ μέρος. Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν παρουσίαση αὐτῶν τῶν ἐπεμβάσεων τοῦ Χριστοῦ, ἐπιθυμεῖ νὰ τονίσει ὅτι ὁ μοναδικός μας ἐχθρὸς εἶναι ὁ διάβολος.
Αὐτὸ βεβαίως δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε. Νὰ μὴν ξεχνοῦμε δηλαδὴ τὸν κίνδυνο ποὺ διατρέχουμε κάθε στιγμὴ ἀπὸ τὴν κακότητα καὶ διαστροφὴ τοῦ διαβόλου, ποὺ πάντα παραμονεύει νὰ βρεῖ τὴν κατάλληλη στιγμή.
Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «πραγματικὰ δὲν ἔχουμε νὰ παλαίψουμε πρὸς ἀντιπάλους ὅμοιους μὲ ἐμᾶς μὲ αἷμα καὶ σάρκα σὰν τὴν δική μας. Ἀλλ᾿ ἡ πάλη καὶ ὁ πόλεμος εἶναι πρὸς τὶς ἐξουσίες, πρὸς τὰ διαβολικὰ αὐτὰ πράγματα, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορες τῶν βυθισμένων στὸ ἠθικὸ σκοτάδι, τὸ ὁποῖο ἐπικρατεῖ στὸν αἰῶνα τοῦτο».
Ἐπειδὴ ἡ πάλη ἡ δική μας εἶναι ἐναντίον τῶν διαβολικῶν ἐνεργειῶν, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν σταματᾶ τὸ ἔργο της, «νὰ μορφώσει κοινωνικῶς εὐπρεπεῖς καὶ πολιτικῶς χρηστοὺς τύπους ἀνθρώπων». Πάει πιὸ πέρα καὶ ζητεῖ νὰ μορφώσει τὸν Χριστὸ στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν· νὰ κάνει ἁγίους ἀνθρώπους, ποὺ θὰ ἔχουν τὴ δυνατότητα γιὰ τὴν πάλη μὲ τὸ κακὸ καὶ συνεπῶς νὰ διασώζουν τὴν ὕπαρξή τους.
Ἔτσι, ὅπως γίνεται ἀντιληπτό, ὁ κίνδυνος ποὺ διατρέχουμε δὲν εἶναι φυσικός, δηλαδὴ κάποια καταστροφή ἢ πείνα ἢ ἀρρώστια ἢ θάνατος, μήτε ὅ,τι συνήθως λέγεται «ἠθικός», μὰ εἶναι κίνδυνος «πνευματικός». Καὶ ἀκόμη καλύτερα, κίνδυνος ὑπερφυσικός· κίνδυνος ποὺ προέρχεται ὄχι ἀπὸ τὴ γῆ, ἀλλὰ ἀπ᾿ τὸν οὐρανό. Τὸ λέγει ξεκάθαρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ὑπογραμμίζει μὲ νόημα· «ἐν τοῖς ἐπουρανίοις».
Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παλεύοντας μὲ ἕναν τέτοιο πνευματικὸ-ὑπερφυσικὸ ἐχθρό, τὸν διάβολο, δὲν εἶναι ἀρκετὴ ἡ καταπολέμηση «διὰ μόνης τῆς ἐπιβολῆς τῆς θελήσεως καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου». Αὐτὰ μόνα τους δὲν φθάνουν, χαρακτηριζόμενα ἄλλωστε ὡς ἀνεπαρκῆ καὶ ἀδύναμα.
Χρειάζεται πρωτίστως ἡ Θεία Χάρη, πού «ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Αὐτὴ «καθαίρει, φωτίζει καὶ ἐνισχύει» τοὺς ἀνθρώπους. Καθιστᾶ τὶς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις ἄτρωτες καὶ φρούρια ἀπόρθητα. Ἔτσι αἰσθάνονται ἀσφαλεῖς καὶ ἐνδυναμώνουν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό.
Πρέπει δὲ νὰ ποῦμε πὼς ἐτοῦτος ὁ πόλεμος τοῦ διαβόλου ἐνάντια στὸν ἄνθρωπο, εἶναι πολὺ παλιός, ὅσο καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος. Γνωστὴ εἶναι ἡ παρακοὴ τοῦ θεϊκοῦ θελήματος καὶ ἡ παράβαση τῆς ἐντολῆς Του.
Καὶ ἀπὸ τότε ἀρχίζουν τὰ βάσανα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὡς κληρονομιὰ τῆς παρακοῆς καὶ τῆς παράβασης τῆς θεϊκῆς ἐντολῆς. Ἡ τότε παρακοὴ καὶ παράβαση γέννησε στὸν ἄνθρωπο τὴν ἀρρώστια, τὴν ἐξαθλίωση, τὴν ἐγκατάλειψη, τὸν πόνο καὶ τέλος τὸν θάνατο. Μπροστὰ σ᾿ αὐτὰ τὰ δεινὰ ὁ ἄνθρωπος εὐτυχῶς δὲν ἔμεινε μόνος. Γιατὶ ἀπὸ τότε ἀκριβῶς ξεκινάει τὸ σωτήριο ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἐρχόμενος ὡς σωτήρας τοῦ ἀνθρώπου, ὑποσχέθηκε πὼς θὰ εἶναι μαζί του καὶ τελικὰ ἡ νίκη θὰ εἶναι δική του.
Ἐνῶ λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι, πρὶν ἔλθει ὁ Χριστός, βρισκόντουσαν στὰ χέρια τοῦ διαβόλου, τώρα μὲ τὴν ἔλευσή Του, εἶναι στὰ δικά Του χέρια. Αὐτὸ βεβαίως δὲν σημαίνει πὼς ὁ διάβολος καταργήθηκε. Ὄχι, γιατὶ δὲν ἦλθε ἀκόμη ἡ ὥρα του. Ὑπάρχει καὶ συνεχίζει νὰ πειράζει καὶ νὰ διαστρεβλώνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ὑπάρχει ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ, ἡ πρεσβεία τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων μας, μαζὶ μὲ τὴ δική μας ἀγωνιστικότητα, ποὺ μᾶς φυλάει καὶ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὴν κακότητα τοῦ διαβόλου.
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ὁ Χριστός μᾶς ἔμαθε νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ ζητοῦμε τὸ «ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ», δηλαδὴ νὰ μᾶς γλιτώνει ἀπὸ τὴν κακότητα τοῦ διαβόλου.
Καὶ ἡ Ἐκκλησία προβάλλοντας τὶς θαυματουργικὲς ἐπεμβάσεις τοῦ Χριστοῦ στοὺς δαιμονιζόμενους, μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὀφείλουμε νὰ βρισκόμαστε πάντα ἄγρυπνοι καὶ ἑτοιμοπόλεμοι γιὰ τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα. Ἐπειδὴ ὁ διάβολος ποτὲ δὲν κοιμᾶται· ποτὲ δὲν ἡσυχάζει καὶ ποτὲ δὲν παρατάει τὰ ὀδυνηρὰ βέλη του.
Ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἐπιθυμεῖ καὶ ἐργάζεται γιὰ τὴν σωτηρία, τὸ ὠφέλιμο, τὸ δίκαιο, τὸ ἅγιο. Τιμάει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν περιβάλλει μὲ τὴν ἀγάπη Του. Ἐπιθυμεῖ νὰ προσφέρει τὴ δική Του ζωὴ μὲ μιὰ μονάχα προϋπόθεση· νὰ τὸ θέλουμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ἀμήν.   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016


ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ
ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2016 – 2017
ΣΤΟ ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΕΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ







Την Κυριακή 2 Οκτωβρίου στο Κουκουνάρειο Πνευματικό Κέντρο  της  ενορίας μας, μετά το πέρας της  Θείας Λειτουργίας,  ο εφημέριος του Ιερού Ναού π. Βασίλειος Φιλιππάκης  ετέλεσε τον  αγιασμό  επί τη ενάρξει των  δωρεάν μαθημάτων 2016 – 2017.



       Πολλοί μαθηταί, καθηγηταί και γονείς  προσήλθαν στην τέλεση του αγιασμού για να συμμετάσχουν στην έναρξη  των μαθημάτων που θα διδάσκονται αφιλοκερδώς  στο Κουκουνάρειο Πνευματικό Κέντρο  Λατομιτίσσης. 

     Ο εφημέριος του Ιερού Ναού μας αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει και φέτος, έως  ότου ολοκληρωθεί το εβδομαδιαίο ωρολόγιο πρόγραμμα των μαθημάτων. Κάθε χρόνο παρατηρείται το φαινόμενο ότι ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι εγγραφές των ενδιαφερομένων, υπάρχουν πολλά άτομα που αποφασίζουν να εγγραφούν στα δωρεάν μαθήματα αρκετά καθυστερημένα. Συνεπώς οι αλλαγές στο πρόγραμμα είναι αναπόφευκτες.
Περισσότερο επικεντρώθηκε στο θέμα των 30 Εκπαιδευτικών, τους οποίους ευχαρίστησε ιδιαίτερα για την ανιδιοτελή προσφορά τους.
      
       Ο π. Βασίλειος ο οποίος  είναι ο οραματιστής,  ο εμπνευστής, ο δημιουργός, ο συντελεστής και  ο άγρυπνος φρουρός στην όλη διοργάνωση,  στην ομιλία του μετά το πέρας του Αγιασμού άρχισε με τις  ευλογίες της εκκλησίας μας και συνέχισε  απευθυνόμενος σε όλους  με  τα εξής λόγια: Σήμερα εμείς εδώ ρίξαμε ένα σποράκι και εσείς με την δική σας επιμέλεια και θέληση, θα το πολλαπλασιάσετε όσο καλύτερα μπορεί ο καθένας. Ευχαρίστησε την οικογένεια ΓΕΩΡΓΙΟΥ  ΚΑΙ  ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΗ, για άλλη μια χρονιά που δημιούργησαν τον Πνευματικό Κέντρο στην ενορία μας και προς τιμήν τους έχει δοθεί το όνομα, και που ακόμα ενισχύουν την εκκλησία  της Παναγίας Λατομιτίσσης. Ιδιαιτέρως τους μνημόνευσε διότι είναι μεγάλοι δωρηταί και πάντα είναι αρωγοί και συμπαραστάτες στο έργο της ενορίας μας. Κλείνοντας είπε: εύχομαι καλή πρόοδο και δύναμη τόσο  στους  μαθητάς όσο και στους γονείς,  ευχαρίστησε τους συνεργάτες του, ονομάζοντάς τους ανιδιοτελείς στρατιώτες που θα αφιερώσουν κάποιο χρόνο  για να διδάξουν και φέτος τα μαθήματα στο Κουκουνάρειο Πνευματικό Κέντρο της Παναγίας Λατομιτίσσης.
        Απευθυνόμενος  προς τους γονείς των παιδιών είπε ότι  πρέπει να έχετε άμεση   επικοινωνία   με τους   καθηγητές  να  μαθαίνετε  πως   πηγαίνουν οι επιδόσεις   των παιδιών σας. Επίσης   ζήτησε  να  διατηρούν τους  χώρους   καθαρούς όπως   διατηρούμε   καθαρά  τα σπίτια μας. 
Κλείνοντας απευθύνθηκε σε όλο το διδακτικό προσωπικό και το παρεκάλεσε  πριν αρχίσουν το μάθημα να γίνεται προσευχή. Ας μη λησμονούμε το «Από Θεού άρξασθαι».
Τέλος σε όλους τους εγγεγραμμένους μοίρασε  το Πρόγραμμα των μαθημάτων, το οποίο παραθέτομε κατωτέρω.
Καλή χρονιά σε όλους.



























ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Ἀριθμὸς 42

Κυριακή Δ΄ Λουκᾶ (Σπορέως)
16 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. η΄ 5-15)
Ὅλα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περνοῦν καὶ φεύγουν. Ὅλα ἔρχονται καὶ παρέρχονται· ὕστερα χάνονται καὶ σβήνουν καὶ κανένας δὲν τὰ θυμᾶται. Καὶ οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἀσχήμιες του· ἡ σοφία καὶ ἡ ἐξυπνάδα· ἡ ἐξουσία καὶ ἡ δύναμη· ὁ πλοῦτος καὶ ἡ αἴγλη... Καὶ μαζὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος περνάει καὶ φεύγει σὰν τὸν διαβάτη ποὺ χάνεται στὸ βάθος τοῦ δρόμου...
Ἕνα μονάχα ἀντιστέκεται στὴ φθορά· ἕνα μόνο μένει ἀμετακίνητο στὴ φυγὴ καὶ στὸ πέρασμα· κι αὐτὸ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ! Αὐτὸς ὁ λόγος μένει πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο μὲ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει τὴ βούληση νὰ τὸν ἀκούει καὶ νὰ τὸν φυλάει μέσα του ὡς τὸν πιὸ πολύτιμο καὶ ἀνεκτίμητο θησαυρό.
Ἔτσι, μιλώντας τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, Τὸν παρομοιάζει ὡς τὸν γεωργὸ ποὺ σπέρνει. Καὶ ἡ σπορά Του εἶναι ὁ λόγος. Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε τὸ χωράφι Του· τὸ γόνιμο καὶ τὸ ἄγονο· τὸ καλλιεργημένο καὶ τὸ ἀκαλλιέργητο. Αὐτὸ τὸ χωράφι, ποὺ δὲχεται μὲ θαλπωρὴ τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του ἢ ποὺ ἀπορρίπτει τὴ σπορὰ καὶ μένει δίχως καρπό.
Ὁ Χριστὸς μας ἦλθε «γιὰ νὰ κηρύξει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» καὶ στὴ συνέχεια «γιὰ νὰ γιατρεύσει κάθε ἀρρώστια καὶ κάθε ἀδιαθεσία ἀνάμεσα στὸ λαό». Καὶ ἀποτελεῖ τὸν μεγάλο καὶ μοναδικὸ σπορέα τοῦ θεϊκοῦ λόγου. Σπέρνει ἀδιάκοπα καὶ ἀφειδώλευτα πρὸς κάθε κατεύθυνση. Πλούσια παρέχει τὸν λόγο καὶ μὲ ἀφθονία δωρίζει τὰ οὐράνια δῶρα Του.
Ὁ λόγος Του φέρει τὸ θεϊκὸ κῦρος· ἡ δυναμικὴ καὶ βαρύτητά Του καταγράφεται ὡς μοναδικὴ ἀπὸ τὸν λαό. Γιατὶ αὐτὸς ὁ λαὸς τονίζει πὼς «οὐδέποτε μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο λάλησε ἄνθρωπος, ὅπως ἀκριβῶς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος», δηλαδὴ ὁ Χριστός.
Στὴ συνέχεια, ἦλθαν καὶ οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας μέχρι τὰ σημερινὰ χρόνια. Διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, γεωργοὶ στὸ χωράφι τοῦ Θεοῦ. Σπέρνουν δίχως διακοπὴ. Γι᾿ αὐτὸ «ἡ φωνὴ τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου... ἐβγῆκεν εἰς ὅλην τὴν γῆν καὶ οἱ λόγοι τους ἀκούσθηκαν εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Μὲ ἁπλοχεριὰ λοιπόν, πλούσια καὶ ἄφθονα παρέχουν τὸν καρποφόρο σπόρο στὸ χωράφι καὶ ὁ Θεὸς τελικὰ θὰ εὐλογήσει γιὰ τὴν καρποφορία του.
Άκριβῶς ὅπως ὁ γεωργὸς σὰν σπέρνει, δὲν μετράει τοὺς σπόρους, μήτε ὁρίζει τὸν τόπο ποὺ θὰ πέσει, ἔτσι καὶ οἱ διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, δὲν μετροῦν τὸ πόσο, μὰ τὸ πῶς θὰ σπείρουν. Γιατὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν πλούσια σπορά, ἄλλοι σπόροι θὰ πᾶνε χαμένοι καὶ ἄλλοι θὰ πιάσουν τόπο· θὰ ριζοβολήσουν καὶ θὰ καρποφορήσουν.
Τελικὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πῶς ριζώνει, πῶς αὐξάνει, πῶς καρποφορεῖ, εἶναι ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ μὲ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Πῶς κάνει δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀκούσει, νὰ τὸν φέρει σὲ κατάνυξη! Πῶς πιάνει στὴ σαγήνη του τὸν κάθε ἕνα μας καὶ παρέχει νάματα σωτήρια! Πῶς ριζοβολάει ἐντός μας καὶ ρίχνει ρίζες στέρεες καὶ βαθιές, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ξεριζώσουν τὰ διάφορα χτυπήματα. Πῶς ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ μετάνοια καὶ τὴν συγγνώμη. Πῶς; Μὲ ποιὸ τρόπο; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ πεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ ἑρμηνεύσει; Μονάχα ὁ Θεὸς γνωρίζει κι Αὐτὸς τὸν καθοδηγεῖ!
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ Εὐαγγέλιο, ἔχει μιὰ μυστηριακὴ ἐσωτερικὴ δυναμική. Γι᾿ αὐτό, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀνθρώπινος λόγος στέκεται ἀνήμπορος καὶ ἀδυνατεῖ νὰ πράξει κάθε τὶ ἢ νὰ φέρει κάποια ἀλλαγή, ὁ θεϊκὸς λόγος λειτουργεῖ μὲ ἄνεση καὶ εὐκολία περισσή.
Ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι γνωστὸ πὼς μπορεῖ νὰ μᾶς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη· γιὰ τὴν τέχνη καὶ τὶς μηχανὲς ποὺ μποροῦν ἀκόμη νὰ μᾶς πᾶνε στ᾿ ἄστρα καὶ τόσα ἄλλα. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ μᾶς πεῖ τίποτε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις μας. Πῶς μποροῦμε νὰ κατακτήσουμε τὴν σωτηρία τῆς ὑπάρξεώς μας. Γιατὶ αὐτὸ μονάχα ὁ θεϊκὸς λόγος μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ πεῖ. Ἑπομένως ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀκοῦμε. Μιλάει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός!
Καὶ ὀφείλουμε νὰ τὸν διαφυλάττουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Ὕστερα νὰ πράττουμε κατὰ πῶς αὐτὸς ὁ θεϊκὸς λόγος μᾶς καθοδηγεῖ. Ἔτσι μόνο εἴμαστε τὰ δικά Του παιδιά, ποὺ Τὸν ἀκοῦμε καὶ Τὸν ἀκολουθοῦμε, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι τὸ πνευματικὸ καὶ ὑπαρξιακό μας συμφέρον. Κι αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε ποτέ. Ἀμήν.  Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 9 ΟΚΤΩΜΒΡΙΟΥ


Ἀριθμὸς 41
Κυριακή Γ΄ Λουκᾶ
9 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. ζ΄ 11-16)
Μέσα στὰ πολλὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ ἐτέλεσε ὁ Χριστὸς στοὺς ἀνθρώπους, ἐξέχουσα θέση κατέχουν οἱ ἀναστάσεις τῶν νεκρῶν. Εἶναι ὁ υἱὸς τῆς χήρας τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἡ κόρη τοῦ Ἰαείρου, ὁ φίλος Του Λάζαρος, οἱ νεκροὶ κατὰ τὴν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ὅταν «πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς» καὶ τέλος ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἰδίου τοῦ ἑαυτοῦ Του.
Καὶ εἶναι σημαντικὲς αὐτὲς οἱ ἀναστάσεις, γιατὶ ἀκριβῶς ἐκφράζουν τὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοῦ, ἐπάνω στὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο. Αὐτὸς ἄλλωστε ἔχει στὰ χέρια Του τὴ ζωή μας καὶ Αὐτὸς ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ τὴν δίνει καὶ νὰ τὴν παίρνει.
Μιλώντας γιὰ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου, ἔτσι καθὼς τὸν ἀντικρύζουμε στὸν υἱὸ τῆς χήρας στὴν πόλη Ναΐν, κατανοοῦμε πὼς πρόκειται γιὰ ἕνα μεγάλο μυστήριο. Ὁ θάνατος εἶναι τὸ μεγάλο μυστήριο! Μονάχα ποὺ αὐτὸ μᾶς φοβίζει καὶ, ὅταν κάποιες φορὲς τὸ σκεπτόμαστε, μᾶς παγώνει τὸ αἷμα καὶ νεκρώνει τὴν ὕπαρξή μας.
Καὶ παρ᾿ ὅτι καθημερινὰ τονίζουμε στὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», ἐντούτοις μοιάζουμε μ᾿ αὐτοὺς ποὺ πέραν τοῦ θανάτου καὶ τῆς πλάκας τοῦ τάφου, «δὲν ἐλπίζουμε πιὰ σὲ τίποτε». Νομίζουμε πὼς ὅλα τελειώνουν ἐδῶ καὶ δὲν περιμένουμε τίποτε. Γι᾿ αὐτὸ «πολλοὶ κλαῖνε καὶ χάνουν τὰ λογικά τους κι ἀκόμη τὰ βάζουν μὲ τὸ Θεό». Ὅλη αὐτὴ ἡ συμπεριφορὰ ἁπλά μᾶς λέγει πὼς ἐτοῦτοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸ χριστιανισμό, καὶ ἂς λέγουν πὼς πιστεύουν.
Στὸ θάνατο ἑνὸς ἀνθρώπου βέβαια καὶ θὰ λυπηθοῦμε καὶ θὰ κλαύσουμε, γιατὶ αὐτὸ εἶναι καὶ ἀνθρώπινο καὶ φυσικό. «Μὰ δὲν ἀφήνουμε νὰ μᾶς πνίξει ὁ πόνος καὶ νὰ μᾶς θολώσει τὰ λογικά μας ἡ λύπη». Γιατὶ οἱ νεκροί μας φεύγουν μέν, ἀλλὰ δὲν χάνονται. Αὐτοὶ πηγαίνουν μπροστὰ καὶ ἐμεῖς τοὺς ἀκολουθοῦμε, γιὰ νὰ τοὺς ξαναβροῦμε.
Ὁ Χριστὸς μὲ τὶς ἀναστάσεις αὐτὲς, καὶ κυρίως μὲ τὴ δική Του ἀνάσταση, ἐπιθυμεῖ νὰ τονίσει πὼς δὲν ὑπάρχουν νεκροί. Ναί! ἀκριβῶς ἔτσι! Τὸ λέγει ἄλλωστε ὁ Ἴδιος πώς «ὁ Θεὸς δὲν εἶναι Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων». Ἔτσι, κάθε φορὰ ποὺ ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ θάνατο, μιλάει γιὰ ὕπνο καὶ βεβαιώνει πὼς ὅσοι φεύγουν ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ ζωή, δὲν πεθαίνουν, ἀλλὰ κοιμοῦνται.
Ὅλα ἐτοῦτα τὰ θαυμαστὰ γεγονότα, δύσκολα τὰ ἀκούει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καὶ λιγότερο τὰ πιστεύει. Ἀκούγοντας γιὰ τὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση ἀποφεύγει καὶ νὰ τὰ ὀνομάσει, πρῶτα, γιατὶ τὸν φοβᾶται καὶ τὸν τρέμει, καὶ ἔπειτα, γιατὶ δὲν τὴν πιστεύει.
Μὰ ἐδῶ μᾶς μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Σ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια Του δὲν καθόμαστε νὰ ρωτήσουμε ἢ νὰ ἐρευνήσουμε τὸ πῶς αὐτὰ μποροῦν νὰ πραγματωθοῦν. Μήτε τὸ γιατί πρέπει νὰ γίνουν. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Πατέρα μας, ποὺ γνωρίζει τὸ πῶς καὶ τὸ γιατί, νὰ τὸν δεχόμαστε καὶ νὰ τὸν ἐμπιστεύομαστε.
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ πιστεύουμε ὅ,τι ἡ Ἐκκλησία, ὄχι ὡς πρόσωπα ἀλλὰ ὡς σύνολο, μᾶς διδάσκει. Αὐτὴ γνωρίζει καὶ κατέχει ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ τελικὰ ἡ Ἐκκλησία εἶναι «κήρυγμα γεγονότων, ἀναποσπάστως συνδεδεμένων πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Ὁ θάνατος λοιπόν, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι μιὰ μετάβαση πρὸς τὴ ζωή, γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ τέλος γίνεται τελείωση· ἀπὸ σιωπὴ γίνεται ζωή· ἀπὸ νέκρωση γίνεται ἀνάσταση! Τὸν νικοῦμε τελικὰ καὶ ἡ νίκη αὐτὴ ἐπιτυγχάνεται μόνο διὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, τὸ νὰ φοβούμαστε καὶ νὰ λυπούμαστε, ὅταν ἀντικρύζουμε τὸ θάνατο, εἶναι καὶ ἀνθρώπινο καὶ φυσικό. Ἀπὸ τὸ σημεῖο ὅμως αὐτό, μέχρι τοῦ σημείου νὰ κυριευόμαστε ἀπὸ τὸν τρόμο καὶ τὴν ἀπελπισία, νὰ τὰ χάνουμε καὶ νὰ θολώνει ἡ ὕπαρξή μας, εἶναι τεράστια ἡ ἀπόσταση. Καὶ δὲν εἶναι σωστὴ μήτε χριστιανική. Εἰδεμὴ πορεύομαστε ὡς μὴ ἔχοντες ἐλπίδα, κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο.
Πρὸ πάντων ὅμως, ὀφείλουμε νὰ μὴν ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως συνηθίζουν μερικοὶ, ὅταν ἔχουν πένθος, νὰ σταματοῦνε νὰ πηγαίνουν στὸ Ναό. Ἂν εἶναι ἀνάγκη γιὰ ὅλους μας νὰ βρισκόμαστε στὴν Ἐκκλησία, πολὺ περισσότερο τὸ χρειαζόμαστε ὅταν ἔχουμε πένθος. Γιατὶ στὴν Ἐκκλησία ἠρεμεῖ ἡ ψυχή, γαληνεύει ἡ ὕπαρξή μας, ἀφοῦ εἶναι τὸ ὑπήνεμο λιμάνι· ἡ παρηγοριὰ καὶ τὸ στήριγμά μας· θερμαίνει μὲ τὴ ζεστασιά της καὶ μᾶς φωτίζει τὸ νοῦ. Μέσα στὸ φωτισμὸ τῆς ψυχῆς καὶ στὴ θερμότητα τῆς καρδιᾶς, κρύβεται ὁλόκληρη ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλπίδα μας· ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὰ θάνατος, παρὰ μόνο ἡ ζωὴ ἡ αἰώνιος, ἔτσι καθὼς μᾶς τὴ δώρισε ὁ Χριστός.   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 2 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

Ἀριθμὸς 40
Κυριακή Β΄ Λουκᾶ
2 Ὀκτωβρίου 2016
(Λουκ. στ΄ 31-36)
Στεκόμενοι στὶς τελευταῖες λέξεις τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀντιλαμβανόμαστε πὼς ὁ Χριστὸς μᾶς προσκαλεῖ νὰ γίνουμε εὐσπλαγχνικοὶ καὶ πονετικοί. Νὰ τί λέγει ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτό:
«Νὰ γίνετε λοιπὸν σπλαχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ στὶς ἀνάγκες του, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι εὐσπλαγχνικὸς πρὸς ὅλους».
Αὐτά τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἰπώθηκαν σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὁ οἶκτος καὶ ἡ εὐσπλαγχνία ἦσαν σὲ πολὺ μικρὴ ἐκτίμηση. Βρισκόμαστε βέβαια στὴν ἐποχὴ τῆς δουλείας, ὅπου ἡ ἀνθρώπινη ἀξία εἶναι φοβερὰ ὑποτιμημένη. Οἱ ἀρετὲς τοῦ ἐλέους καὶ τοῦ οἴκτου ἔχουν ἀσήμαντη ἀξία καὶ θὰ λέγαμε ἀκόμη πὼς θεωροῦνται ὡς ἀδυναμίες.
Διαβάζοντας τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἰδιαιτέρως στὸν 102 Ψαλμὸ τοῦ Δαυΐδ, βλέπουμε πὼς ἡ εὐσπλαγχνία καὶ τὸ ἔλεός Του εἶναι βασικὲς ἐνέργειές Του. «Εἶναι οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος» γράφει ὁ Ψαλμός, «μακρόθυμος καὶ πολυέλεος. Δὲν παρατείνεται διηνεκῶς καὶ ἀπαύστως ἡ κατὰ τῶν ἁμαρτιῶν μας ὀργή Του, οὔτε μνησικακεῖ κατὰ τῶν παρεκτοπῶν μας αἰωνίως».
Καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ συγκεκριμένα στὴν ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου καὶ ἀδελφοθέου Ἰακώβου ὑπογραμμίζονται μὲ σαφήνεια τὰ ἀκόλουθα: «ὁ Κύριος εἶναι πολυεύσπλαγχνος καὶ οἰκτίρμων καὶ μὲ συμπάθεια πολλὴ δοκιμάζει τὰ παιδιά του».
Ἡ Ἐκκλησία μας παίρνοντας τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὀφείλουμε νὰ γίνουμε εὐσπλαγχνικοὶ ὅπως ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, τὸ κάνει κανόνα ζωῆς καὶ ζητεῖ οἱ Χριστιανοὶ νὰ κατανοήσουν τὴν ἀξία του. Ἔτσι ἡ εὐσπλαγχνία καὶ τὸ ἔλεος ἀνοίγουν νέους ὁρίζοντες καὶ καταγράφουν νέες προοπτικὲς ἤθους καὶ πνεύματος.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, μιλώντας γι᾿ αὐτὸ τὸ γεγονός, ὑπογραμμίζει τὴν εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου, μὰ καὶ τὸ καθῆκον του νὰ εἶναι εὔσπλαγχνος καὶ οἰκτίρμονας· ἔτσι θὰ μοιάζει μὲ τὸ Θεό.
Δηλαδὴ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ μοιάσει στὸ Θεό ὡς πρὸς τὶς ἐνέργειές Του. Ἐτοῦτο ὅμως τὸ γεγονὸς δὲν τὸ πολυκαταλαβαίνει. Γιατὶ, μπορεῖ νὰ θαυμάζει τὸ Θεὸ γιὰ τὴν σοφία Του· μπορεῖ νὰ ἔχει δέος γιὰ τὴ δύναμή Του, μὰ δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει τὴν καλοσύνη καὶ τὴν εὐσπλαγχνία Του. «Εἶναι τόσο μεγάλη καὶ πλατειὰ ἡ θεία καλοσύνη, ποὺ φαίνεται ἀπίστευτη στὸν ἄνθρωπο».
Αὐτὴ ἡ καλοσύνη καὶ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ ἔχει ἕνα μονάχα σκοπό· νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο σὲ μετάνοια. Νὰ κατανικήσει τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν μικρότητά του καὶ νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ εἶναι στὸ χέρι του νὰ τὸ κάνει.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ὁ Θεὸς δίνει προθεσμία καὶ πίστωση χρόνου στὸν ἄνθρωπο.. Ἀναβάλλει κάθε καταδίκη, γιατὶ ὁ Ἴδιος τὸ λέει ξεκάθαρα: «δὲν θέλω νὰ πεθάνει ὁ ἁμαρτωλός. Θέλω καὶ περιμένω νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ζήσει!».
Ὁ Θεὸς περιμένει καὶ ἐμεῖς ἀργοποροῦμε. Ἐπιθυμεῖ νὰ ζήσουμε, καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν πρακτική μας ξεθεμελιώνουμε τὴ ζωή! Δίδει πίστωση χρόνου καὶ ἀναβάλλει κάθε τιμωρία, καὶ ἐμεῖς ξοδεύουμε τὸν χρόνο Του μὲ ἐπιπολαιότητα καὶ ἀβελτηρία.
Μέχρι πότε θὰ μποροῦμε νὰ περπατᾶμε μόνοι στὴν μοναξιά μας; Πότε θὰ νοιώσουμε τὴν ἀνάγκη τῆς κοινωνίας μὲ τὸ Θεό; Καὶ πότε θὰ καταλάβουμε πὼς ἡ εὐσπλαγχνία καὶ τὸ ἔλεός Του εἶναι τόσο πλούσια καὶ μεγάλα, ποὺ μποροῦν νὰ συγχωροῦνε καὶ τὴ δική μας ἀδιαφορία καὶ φυγή;
Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, τὸ ἔχουμε ἄραγε σκεφτεῖ πὼς τὸν κόσμο μας δὲν τὸν κρατάει ἡ τυχὸν ἁγιοσύνη μας, ποὺ κι αὐτὴ δὲν ὑπάρχει, μὰ ἡ εὐσπλαχνία καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ; Καὶ τὸ ἔχουμε κατανοήσει πὼς καλούμαστε νὰ μοιάσουμε μὲ τὸ Θεό, ὅπως καὶ πιὸ πάνω εἴπαμε, ὄχι στὴ σοφία, ποὺ δὲν μποροῦμε, μήτε στὴ δύναμή Του, ποὺ μᾶς εἶναι ἀπλησίαστη, μὰ καλούμαστε νὰ τοῦ μοιάσουμε στὴν εὐσπλαγχνία καὶ τὸ ἔλεος;
Ὁ Χριστὸς εἶναι εὔσπλαγχνος, γεμᾶτος ἀπὸ τὸ ἔλεος καὶ τὸν οἰκτιρμὸ γιὰ ὅλους μας. Μὲ τὸ δικό Του οἰκτιρμὸ καὶ τὸ ἔλεος στέκεται, βρίσκεται καὶ πορεύεται ὁ κόσμος.
«Καλοὶ καὶ πονετικοὶ νὰ εἴμαστε κι ἐμεῖς μεταξύ μας, γιὰ νὰ στέκεται καὶ νὰ οἰκοδομεῖται ἡ ζωή μας». Καὶ τότε ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ θά ᾿ρθει νὰ συμπληρώσει τὶς δικές μας ἀδυναμίες καὶ νὰ ἀναπληρώσει τὶς δικές μας ἐλλείψεις. Μὰ πρέπει ἐμεῖς νὰ κάνουμε τὸ πρῶτο βῆμα. Αὐτὸ τὸ δικό μας βῆμα ὁ Χριστὸς θὰ ἐνισχύει καὶ θὰ στερεώνει. Ἀμήν.   Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου