Κυριακή 30 Ιουλίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚYΡΙΑΚΗΣ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (30.07.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 30
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

30 Ἰουλίου 2023 

«ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Α΄ Κορ. 1, 10)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. Ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι.
Λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. Μεμέρισται ὁ Χριστός; Μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; Ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;
Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα. Ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. Οὐ γὰρ ἀπέστειλέ με Χριστὸς βαπτίζειν, ἀλλ᾿ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἕνα θλιβερὸ περιστατικό, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου μᾶς ξαναθύμισε σήμερα τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ ἔχει σχέση μὲ τὴν διαίρεση τῶν Χριστιανῶν τῆς Κορίνθου σὲ ὁμάδες, σὲ φατρίες, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ τοπικὴ αὐτὴ Ἐκκλησία νὰ κινδυνεύει νὰ χάσει τὴν ἑνότητά της.

Τὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου τὴν εἶχε ἱδρύσει μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Γιὰ νὰ ἀποσπάσει τοὺς Κορινθίους ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία καὶ νὰ τοὺς ἐντάξει στὴν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ, κοπίασε πολύ. Ἐπὶ δεκαοκτὼ μῆνες ἐκήρυττε ἀδιάκοπα. Στὴν ἀρχὴ μάλιστα τόσο ἀπογοητεύθηκε ἀπὸ τὴν ἀπροθυμία τῶν Κορινθίων νὰ γίνουν Χριστιανοί, ὥστε τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος καὶ τὸν ἐνθάρρυνε νὰ παραμείνει καὶ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο του: «μὴ φοβοῦ», τοῦ εἶπε, «ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς, διότι ἐγώ εἰμι μετὰ σοῦ… λαὸς ἐστί μοι πολὺς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ» (Πράξ. 18, 9 καὶ 10). Μὲ τὴν βοήθεια δὲ «τοῦ ἐνδυναμοῦντος αὐτὸν Χριστοῦ», κατάφερε νὰ συμπήξει ἀξιόλογη χριστιανικὴ κοινότητα στὴν Κόρινθο.

Δὲν πέρασε, ὅμως, πολὺς καιρὸς καὶ ἐμφανίσθηκε ἕνας μεγάλος κίνδυνος. Οἱ Κορίνθιοι ἄρχισαν νὰ μαλώνουν, νὰ διαιροῦνται, νὰ σχηματίζουν φατρίες. «ἕκαστος ἡμῶν λέγει‧ ἐγώ εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ». Ὁ κίνδυνος ἦταν φανερός. Ἡ διαίρεση καὶ ὁ φατριασμὸς ἀπειλοῦσαν νὰ διαλύσουν τὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Γι’ αὐτὸ ὁ θεῖος Ἀπόστολος ἔγραψε ἀμέσως τὴν πρώτη ἐπιστολή του πρὸς Κορινθίους, ὅπου τοὺς ἐπιπλήττει αὐστηρὰ καὶ τοὺς προτρέπει νὰ διαλύσουν ἀμέσως τὶς ὁμάδες αὐτές, μοναδικὸ δὲ ἀρχηγὸ καὶ διδάσκαλο νὰ ἔχουν τὸν Κύριο. Νὰ παύσουν τὶς ἀντιγνωμίες. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γι’ αὐτούς. Ὅλοι νὰ ἔχουν ἕνα νοῦ (Χριστοῦ) καὶ μία γνώμη (τοῦ Εὐαγγελίου).

Ἕνας σύγχρονος Ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος γράφει σὲ μιὰ μελέτη του,πὼς γιὰ νὰ εἶναι κάποιος πιστὸς Χριστιανός, πρέπει νὰ παραδέχεται καὶ νὰ ζεῖ τρεῖς μεγάλες ἀλήθειες, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία, τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Θεία Εὐχαριστία.

Ἡ Ἐ κ κ λ η σ ί α! Πρῶτα - πρῶτα, νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ γνωρίζει ποιὰ εἶναι τὰ ἀληθινά της γνωρίσματα. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο, σαρκώθηκε καὶ ἔγινε ὅμοιος μὲ ἐμᾶς. Τὸ μεγάλο αὐτὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ φανερώνει τὴν ἕνωση τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἕνωση αὐτὴ μεταδόθηκε καὶ στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Κύριος ἔκανε μετόχους τῆς χάρης Του τοὺς μαθητὲς καὶ ἀδελφούς Του. Ἔλαβαν «χάριν ἀντὶ χάριτος» (Ἰω. 1, 16). Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μεταδόθηκε στοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς στοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ μετὰ σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Μιὰ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ εἶναι γνήσια, ὀφείλει νὰ ἀποδείξει τὴν ἀποστολική της διαδοχή καί τήν αὐθεντικότητα τῆς διδασκαλίας της. Οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες συνδέονται μεταξύ τους μὲ τὴν διαδοχὴ αὐτήν. Ὅπου εὑρίσκεται ἡ Ἐκκλησία, ἐκεῖ καὶ ἡ ἀλήθεια, ἡ πίστη, ἡ χάρη, τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι «συναγωγὴ πονηρευομένων».

Ἡ Ὀ ρ θ ο δ ο ξ ί α! Τὸ δεύτερο γνώρισμα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Δὲν ἀρκεῖ μιὰ Ἐκκλησία νὰ ἔχει ἀποστολικὴ διαδοχή. Ὀφείλει νὰ ἔχει καὶ ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων, τὸ κήρυγμά τους, ἡ παράδοση ἀπὸ τὸν Χριστὸ μέχρι καὶ σήμερα, ἡ ζωντανὴ πίστη. Δὲν πιστεύουμε ἁπλῶς στὴν Ἁγία Τριάδα, ἀλλὰ πιστεύουμε ὀρθά. Τὸ ἴδιο γιὰ τὴν ἐνσάρκωση, τὴν σωτηρία καὶ ὅλα τὰ δόγματα. Παραδεχόμαστε ὅσα ἡ Ἐκκλησία κηρύσσει καὶ διδάσκει.

Ἡ Θ ε ί α Ε ὐ χ α ρ ι σ τ ί α! Ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος γράφει στὴν ἐπιστολή του πὼς τὰ δαιμόνια πιστεύουν καὶ φρίττουν (2, 19). Δηλαδὴ ὁ διάβολος πιστεύει τὰ ὀρθόδοξα δόγματα καὶ τὶς διδασκαλίες καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν ὠφελεῖται. Πάντα μένει κακοπροαίρετος. Πιστεύει, ἀλλὰ δὲν ζεῖ οὔτε καὶ βιώνει προσωπικὰ τὸν Θεό. Ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ἀποδεικνύει τὴν πίστη του μὲ τὴν συμμετοχή του στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. «Ἡμῶν δὲ σύμφωνος ἡ γνώμη τῇ Εὐχαριστίᾳ καὶ ἡ Εὐχαριστία βεβαιοῖ τὴν γνώμην», γράφει ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος. Ὅλη ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία ἐκφράζεται μέσα στὴν Θεία Εὐχαριστία. Ἐδῶ ἀπαγγέλλουμε τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἐδῶ βλέπουμε τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ, ἐδῶ ἡ ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἐδῶ φανερώνεται ὁ σύνδεσμος τῶν Χριστιανῶν. Ἐφ’ ὅσον κοινωνοῦν τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γίνονται μέλη Του.

Ἡ σοφία τῶν Ἁγίων Πατέρων θὰ μᾶς διαφωτίσει:

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Στὴν Ἐκκλησία συντελεῖται ἡ χαρὰ ὅσων χαίρονται. Στὴν Ἐκκλησία βρίσκεται ἡ εὐθυμία τῶν πικραμένων, ἡ εὐφροσύνη τῶν λυπημένων. Γιατὶ ὁ Χριστὸς λέει: Ἐλᾶτε σὲ μένα ὅλοι ὅσοι εἶστε κουρασμένοι καὶ Ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω (Ματθ. 11. 28). Τὶ πιὸ ποθητὴ ἀπὸ αὐτὴν τὴν φωνή; Τὶ πιὸ γλυκὸ ἀπὸ τούτη τὴν πρόσκληση;» Καὶ συνεχίζει τὴν διδαχή του ὁ χρυσοῦς Ἐπίσκοπος: «Σὲ συμπόσιο σὲ προσκαλεῖ ὁ Κύριος, ὅταν σὲ προσκαλεῖ στὴν Ἐκκλησία. Ἀπατᾶς τὸν ἑαυτό σου, ὦ ἄνθρωπε, ὅταν πεῖς ὅτι μπορῶ νὰ προσευχηθῶ στὸ σπίτι μου. Βεβαίως καὶ μπορεῖς νὰ προσευχηθεῖς καὶ στὸ σπίτι σου. Εἶναι ἀδυνατον, ὅμως, νὰ προσευχηθεῖς ἔτσι ὅπως προσεύχεσαι στὴν Ἐκκλησία, ὅπου τὸ πλῆθος τῶν Πατέρων καὶ ὅπου ὁμόφωνα ἡ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀναπέμπεται στὸν Θεό. Δὲν σὲ ἀκούει τόσο πολὺ ὁ Κύριος ὅταν τὸν παρακαλεῖς ἑνωμένος μὲ τοὺς ἀδελφούς σου; Γιατὶ στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν περισσότερες πνευματικὲς προϋποθέσεις ἀπ’ ὅ,τι στὸ σπίτι. Ὑπάρχουν ἡ ὁμόνοια, ἡ συμφωνία τῶν πιστῶν, ὁ σύνδεσμος τῆς ἀγάπης, οἱ εὐχὲς τῶν ἱερέων. Γι’ αὐτό, ἄλλωστε, οἱ ἱερεῖς προΐστανται τῶν ἀκολουθιῶν, γιὰ νὰ ἐνισχύονται μὲ τὶς δυνατότερες εὐχές τους οἱ ἀσθενέστερες εὐχὲς τοῦ λαοῦ καὶ ἔτσι ὅλες μαζὶ νὰ ἀνεβαίνουν στὸν οὐρανό».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὑπογραμμίζει: «Τὰ ἀσθενῆ μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν παύουν νὰ θεωροῦνται μέλη τοῦ σώματός Της, ἐπειδὴ ἔχουν ἀναγεννηθεῖ μὲ τὰ μυστήρια καὶ ἔχουν γίνει παιδιὰ τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ‧ εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀποσπασθοῦν ἀπὸ αὐτὴν, ἀκόμα κι ἂν εἶναι τιμωρημένα μὲ ἐκκλησιαστικὴ πειθαρχικὴ τιμωρία, ὅπως π. χ. νὰ στεροῦνται τὸν ἐκκλησιασμό».

Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς σημειώνει: «Οἱ Ἅγιοι χριστοφόροι Ἀπόστολοι ἔδωσαν ἅπαξ διὰ παντὸς τὸν ὁρισμὸ τῆς θεανθρωπίνης ἐκκλησιαστικότητος: «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν» (Πράξ. 15, 28). Πρῶτον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ κατόπιν ἡμεῖς‧ ἡμεῖς τόσον, ὅσον δίδομεν χῶρον εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα διὰ νὰ ἐνεργῆ δι’ ἡμᾶς. Αὐτὸ παρεδέχθησαν καὶ συνέχισαν οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες καὶ οἱ Ὁμολογηταί, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι. Ἐάν τις ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ αὐτό, ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρας‧ ἐκπίπτει τῆς ἑνότητος καὶ ἀποκόπτεται τῆς θεανθρωπίνης πίστεως τοῦ Χριστοῦ».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος, ἀπευθυνόμενος πρὸς τὶς Μοναχὲς διδάσκει: «Ἐὰν θέλετε νὰ εὐαρεστεῖτε τὸν Θεόν, πρέπει πάντοτε νὰ εἶσθε ἑνωμένες ὅλες μαζί‧ μία γνώμη, μία ψυχή, μία καρδιά, διὰ νὰ μὴ μπορέση νὰ σᾶς διασείση ὁ Σατανᾶς. Διότι αὐτὸς θὰ πολεμήσει. Αὐτὸ μᾶς εἶπαν, αὐτὸ μᾶς ἔκαμαν, νὰ μὴν ὑπάρχη‧ διότι αὐτὸ φέρει ἔριδες καὶ λόγια.

Διὰ τοῦτο τὸ πρῶτον θεμέλιον ποὺ θὰ βάλετε εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη‧ αὐτοῦ ἐπάνω θὰ ἀρχίσετε νὰ κτίζετε τὸν πύργον σας, καὶ ἠ εὐχή μου, ἡ ταπεινή μου εὐχή, θὰ εἶναι μαζί σας».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης ὑπογραμμίζει: «Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος κατόρθωσε τὴν ὑψίστη «ἑνότητα» Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος διὰ μέσου τῆς Παναγίας μας, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ πάλι ἡ «εἰκόνα» μὲ τὸ Πρότυπό της. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε διὰ μέσου τῆς Θεοτόκου υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς ζητεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο νὰ Τοῦ ὁμοιάσει ἀπόλυτα, ὅπως ἡ εἰκόνα μοιάζει στὸ πρότυπό της».

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος συμπληρώνει: «Γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν ἑνότητά μας, θὰ πρέπει νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία, στοὺς Ἐπισκόπους της. Ὑπακούοντας στὴν Ἐκκλησία, ὑπακοῦμε στὸν Ἴδιο τὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς θέλει νὰ γίνουμε μία ποίμνη μὲ ἕνα ποιμένα. Νὰ πονᾶμε γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Νὰ τὴν ἀγαπᾶμε πολύ. Νὰ μὴ δεχόμαστε νὰ κατακρίνουν τοὺς ἀντιπροσώπους της. Νὰ μὴ πιστεύουμε τοὺς ἱεροκατηγόρους. Καὶ μὲ τὰ μάτια μας νὰ δοῦμε κάτι ἀρνητικὸ νὰ γίνεται ἀπὸ κάποιον ἱερωμένο, νὰ μὴ τὸ πιστεύουμε οὔτε νὰ τὸ σκεφτόμαστε οὔτε νὰ τὸ μεταφέρουμε. Ὅσοι κατηγοροῦν τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὰ λάθη τῶν ἐκπροσώπων της, μὲ σκοπὸ, δῆθεν, νὰ βοηθήσουν γιὰ τὴν διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αὐτοὶ δὲν ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία οὔτε βέβαια τὸν Χριστό. Τότε ἀγαπᾶμε τὴν Ἐκκλησία, ὅταν μὲ τὴν προσευχή μας ἀγκαλιάζουμε κάθε μέλος της. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο συντελοῦμε στὴν ἑνότητά της, θυσιαζόμαστε, ἀγρυπνοῦμε, κάνουμε τὸ πᾶν, ὅπως Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλη» (Α΄ Πέτρ. 2, 23). Νὰ ζοῦμε τὰ μυστήρια, ἰδιαίτερα τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἐκεῖ βρίσκεται ἡ Ὀρθοδοξία».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα,

Ὑπάρχουν πολλοὶ ἄνθρωποι ποὺ ὁμολογοῦν πὼς εἶναι Ὀρθόδοξοι, ἀλλὰ δὲν θέλουν νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία. Δὲν παραδέχονται τὴν Ἐκκλησία ὡς θεοΐδρυτο θεσμό. Ὁ Ἅγιος Κυπριανός, ὅμως, τονίζει, πὼς γιὰ νὰ ἔχει κάποιος τὸν Θεὸ Πατέρα, πρέπει νὰ ἀναγνωρίζει τὴν Ἐκκλησία ὡς Μητέρα του. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος ἀποφαίνεται πὼς ὅποιος «ἐργάζεται» ἐρήμην τοῦ ἐπισκόπου του, τὸν διάβολο ὑπηρετεῖ.

Πολλοὶ ἐπιλέγουν ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁρισμένα δόγματα, ἐνῶ ἄλλα τὰ ἀπορρίπτουν. Ὅποιος, ὅμως, ἀρνεῖται μιὰ ἐντολή, «γέγονεν πάντων ἔνοχος» (Ἰάκ. 2, 10). Τέλος, μία μερίδα πιστῶν δὲν κοινωνοῦν τῶν ἀχράντων μυστηρίων καὶ ἔτσι δὲν ἐπιβεβαιώνουν ἐμπειρικὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη τους.

Ἀδελφοί μου,

Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ σήμερα μᾶς ἔβαλε τὴν καλὴ ἀνησυχία, ὅτι πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἡ ἑνότητα, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τὸ παράδειγμα τῶν πρώτων Χριστιανῶν. Ἑνότητα μυστηριακή, ὀργανική. «Ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν» (Α΄ Κορ. 10, 17). Ἑνότητα ψυχικὴ μέσα στὸν Ναὸ καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό. Ἑνότητα καὶ ὁμοψυχία μέσα στὴν οἰκογένεια. Ἑνωμένοι οἱ Χριστιανοὶ σύζυγοι ὄχι μόνον «εἰς σάρκα μίαν» (Ἐφ. 5, 31), ἀλλὰ καὶ σὲ μία ψυχή. Ἑνωμένοι ἀκόμη οἰ γονεῖς μὲ τὰ παιδιά τους, μὲ τὴν ἀγάπη τῶν μὲν καὶ τὴν ὑπακοὴ τῶν δέ. Ἑνότητα καὶ ὁμοψυχία καὶ μέσα στὴν χριστιανικὴ κοινωνία. Παρὰ τὴν ἀπειρία ἀπόψεων, γνωμῶν, ἰδεῶν κ.λ.π., πολλὰ καὶ σπουδαῖα τὰ κοινὰ ἀνάμεσα στοὺς Χριστιανούς, ἱκανὰ νὰ φέρουν τὴν πολυπόθητη ὁμοψυχία καὶ ἑνότητα. Καὶ αὐτὰ εἶναι «ὁ εἷς Κύριος, ἡ μία πίστις, τὸ ἓν βάπτισμα, ὁ εἷς Θεὸς ὁ ἐπὶ πάντων καὶ διὰ πάντων καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν» (Ἐφ. 4. 5).

Ὁ Γ. Βερίτης ἐπιλέγει:

«Ἄχ, ποιός, λοιπόν, θὰ γίνει
ρύστης μου στὴν θλίψη μου καὶ τὴν ὀδύνη;
Ποιὸς Λυτρωτής μου καὶ Παράκλητος
καὶ ποιὸς Σωτήρας μου θὰ γίνει;
Ἐσὺ μονάχα, Ἐσταυρωμένε μου,
Ἐσὺ ποὺ ἁπλώνοντας τὰ χέρια,
μᾶς σφίγγεις ὅλους στὴν ἀγκάλη Σου
καὶ μᾶς ὑψώνεις ὥς τ’ ἀστέρια». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 22 Ιουλίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗ Z' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (23/07/2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 29
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

23 Ἰουλίου 2023

«ὀφείλομεν ἡμεῖς οἰ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν» (Ρωμ. 15, 1)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Αδελφοί, ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. Ἕκαστος γὰρ ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν· καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν, ἀλλὰ καθὼς γέγραπται· «Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ’ ἐμέ». Ὅσα γὰρ προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν.

Ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ἡμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἀφορμὴ γιὰ τὴν σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἔδωσε ἡ διάκριση μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, οἱ ὁποῖοι διακρίνονταν σὲ δυνατοὺς καὶ ἀδυνάτους. Δυνατοὶ ἦσαν οἱ ὑγιέστεροι καὶ τελειότεροι στὴν χριστιανικὴ γνώση καὶ πράξη. Ἀδύνατοι ἐθεωροῦντο ὅσοι ὑπολείπονταν σὲ μερικὰ σημεῖα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐν γένει χριστιανικῆς πολιτείας. Αὐτοὶ οἱ «ἀδύνατοι» ἐπέμεναν νὰ ἀκολουθοῦν ὁρισμένες διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, οἱ ὁποῖες εἶχαν ἀναπληρωθεῖ μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεως καὶ ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμά Του. Οἱ Χριστιανοὶ εἴμαστε μέλη Χριστοῦ καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ κεφαλαιώδης αὐτὴ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας δὲν ἀποτελεῖ ἕνα θεωρητικὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ μιὰ ζωντανὴ πραγματικότητα ποὺ ὑπόκειται στὴν πνευματική μας ἐμπειρία καὶ συνεπάγεται συγκεκριμένες πνευματικὲς προεκτάσεις στὴν ζωή μας ὡς μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ μελῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὶς ἐπιστολές του ἀναφέρεται συχνὰ στὸ θέμα αὐτό, γιὰ νὰ τονίσει ὅτι οἱ Χριστιανοὶ εἴμαστε «ἀλλήλων μέλη» (Ἐφ. 4, 25) καὶ ὡς μέλη ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ σώματος ὀφείλουμε νὰ δείχνουμε φροντίδα ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον. Γι’ αὐτὸ «καὶ ὅταν ὑποφέρει ἕνα μέλος, συμπάσχουν ὅλα τὰ μέλη καὶ ὅταν τιμᾶται ἕνα μέλος, χαίρονται μαζί του καὶ ὅλα τὰ ἄλλα» (Α΄ Κορ. 12, 25).

Στὴν παροῦσα ἀποστολικὴ περικοπὴ ὁ Παῦλος, ἐπανερχόμενος στὸ θέμα, ἀναφέρεται σὲ μία πολὺ συγκεκριμένη πλευρά: τὴν στάση ποὺ οἱ δυνατοὶ καὶ σταθεροὶ στὴν πίστη Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ κρατοῦν ἀπέναντι στοὺς ἀδυνάτους καὶ ἀσταθεῖς ἀδελφούς τους. Ὁ Ἀπόστολος δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείσει μὲ λογικὰ ἐπιχειρήματα, ἀλλὰ νὰ προσανατολίσει τὶς καρδιὲς καὶ τὰ βλέμματα τῶν Χριστιανῶν τῆς Ρώμης, πρὸς τοὺς ὁποίους γράφει, στὸ ὑπερούσιο θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. «Ἀδελφοί, ὀφείλομεν ἡμεῖς οἰ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν». Ὡς Χριστιανοὶ καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε ὑποχρεώσεις πρὸς τὶς ὁποῖες «ὀφείλομεν» νὰ ἀνταποκρινόμαστε. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἐντασσόμαστε στὴν μεγάλη χριστιανικὴ οἰκογένεια, ἐπωμιζόμαστε εὐθύνες καὶ ἀναλαμβάνουμε ὑποχρεώσεις. Ὅ,τι «ὀφείλομεν» νὰ πράττουμε ἀποτελεῖ χρέος. «Οὐ χαριζόμεθα», παρατηρεῖ ὁ ἱ. Χρυσόστομος, «ἀλλ’ ὡς χρέος ἀπαιτοῦμεν», συμπληρώνει ὁ Ζιγαβηνός, Οἱ «δυνατοί» ἐδῶ δὲν εἶναι αὐτοὶ ποὺ διαθέτουν φυσικὲς σωματικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ πνευματικές‧ οἱ δυνατοὶ στὴν πίστη καὶ σταθεροὶ στὴν ἐν Χριστῷ ζωή (Β΄ Κορ. 12, 10. 13, 9).

Οἱ Χριστιανοί, λοιπόν, ποὺ ἔχουν δυνατὴ πίστη καὶ ἔχουν προοδεύσει πνευματικὰ, ὀφείλουν «τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν». Ὡς ἀσθενήματα θὰ πρέπει νὰ ἐννοήσουμε εἴτε ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις εἴτε ἀτοπήματα ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀδύναμη καὶ ἀσταθῆ πίστη τῶν «ἀδυνάτων», τῶν Χριστιανῶν δηλαδή, οἱ ὁποῖοι ἐν ἀντιθέσει πρὸς τοὺς «δυνατούς» εὔκολα κλονίζονται στὴν πίστη ἢ ἐπηρεάζονται ἀπὸ διάφορες αἱρέσεις ἢ καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ ζωή. «Βαστάζειν τὰ ἀσθενήματα» σημαίνει νὰ ὑπομένω, νὰ ἀνέχομαι τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ λάθη τοῦ ἀδύναμου ἀδελφοῦ μου καὶ νὰ μὴν τὸν ἀπορρίπτω, ἀποξενώνοντάς τον ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν συμπάθειά μου. Ἡ ἔκφραση τοῦ Ἀποστόλου μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν πατρικὴ στοργὴ καὶ τὸ ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον του πρὸς τοὺς ἀδυνάτους καὶ ἀστηρίκτους Χριστιανούς, τῶν ὁποίων ἡ πνευματικὴ προκοπὴ συνεῖχε τὴν ἀποστολική του καρδιά.

Γνώρισμα τῶν πραγματικῶν Χριστιανῶν εἶναι τὸ νὰ θέτουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν φροντίδα γιὰ τοὺς ἀδελφούς τους πάνω ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοὺς ἀναπαύουν καὶ τοὺς εὐχαριστοῦν προσωπικά, «μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν», προσθέτει ὁ Ἀπόστολος. Ἡ ἐπιδίωξη νὰ πράττουμε αὐτὸ ποὺ μᾶς ἀρέσει ἔχει ὡς κίνητρο τὸν ἐγωισμό, Ἀντίθετα, τὸ νὰ πράττουμε αὐτὸ ποὺ ἀναπαύει καὶ ὠφελεῖ τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας ἀποδεικνύει ὅτι στὴν καρδιά μας ὑπάρχει εἰλικρινὴς ἀδελφικὴ ἀγάπη.

Ὁ Χριστὸς ἐνανθρώπισε καὶ ἔδωσε τὸ Αἷμά Του γιὰ ὅλους τοὺς ἀμαθεῖς καὶ ἁμαρτωλούς. Δὲν μπορεῖ, λοιπόν, νὰ εἶναι ἐντάξει ὁ Χριστιανὸς ὁ ὁποῖος ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀσθένεια τῆς πίστεως τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐὰν φερθεῖ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, θὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι ἂν καὶ εἶναι δυνατὸς στὶς χριστιανικὲς γνώσεις, εἶναι ἀσθενὴς στὸ ἦθος καὶ τὰ ἔργα. Πρέπει, ὅμως, νὰ ὁμοιάσουμε καθ’ ὅλα σ’ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ὑπέστη τόσες ταλαιπωρίες καὶ δοκίμασε τόσες πικρίες καὶ θλίψεις χάριν τοῦ ἀσθενοῦς ἀδελφοῦ.

Σὲ ὅλα αὐτὰ ἴσως νὰ προβάλλει κάποιος τὴν ἀντίρρηση: Μὰ ἐγὼ εἶμαι ἕνας ἁπλὸς Χριστιανός, λαϊκὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὸ τὸ ἔργο ἔχει μεγάλη δυσκολία. Ἂς τὸ ἀναλάβουν , λοιπόν , οἱ ἱερεῖς. Τὴν ἀπάντηση δίνει καὶ πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποος τὴν σημερινή του προτροπὴ ἀπευθύνει πρὸς ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. «Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε» γράφει ἀλλοῦ (Γαλ. 6, 2), ἐννοώντας ὄχι βάρη ὑλικά, ἀλλὰ πνευματικά, τὰ ὁποῖα βαστάζονται ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς φιλαδέλφως, μὲ ἀμοιβαία πραότητα, ὑπομονή, καλωσύνη. Οἱ πιστοὶ εἶναι πολυπληθεῖς καὶ οἱ ἱερεῖς δὲν ἐπσρκοῦν γιὰ ὅλους καὶ ὅλα. Καλοῦνται , λοιπὸν , νὰ γίνουν συνεργοί τους οἱ δυνατοὶ στὴν πίστη λαϊκοί. Καὶ αὐτὸ τὸ ἱερὸ ἔργο ὁ θεῖος Παῦλος δὲν τὸ ὑποδεικνύει ὡς προαιρετικό μας ἔργο, ἀλλὰ τὸ συνιστᾶ ἔντονα καὶ ἀξιώνει νὰ τὸ πράξουμε. Ἀποτελεῖ ἑπομένως ἐπιτακτικώτατο καθῆκον μας νὰ συμπαθοῦμε τὸν πλησίον μας στὶς πνευματικές του ἀτέλειες, ἀσθένειες καὶ ἀδυναμίες καὶ νὰ μεριμνᾶμε γι’ αὐτόν.

Ἡ πλήρης σοφίας καὶ πνεύματος ἱερὰ διάνοια τῶν θείων Πατέρων μᾶς διδάσκει:

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος: «Ἀγάπη σημαίνει τὴν τέχνη τοῦ νὰ δίνεις κι ὄχι νὰ παίρνεις, νὰ κερδίζεις τὴν ζωή δίνοντάς την γιὰ τοὺς ἄλλους. Νὰ πέφτεις ἄπειρες φορὲς στὴν φωτιὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων, κι ὅμως νὰ μὴ χορταίνεις ἀπὸ αὐτήν σου τὴν προσφορά!»

Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος: «Πάνω ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ καλλιεργεῖ ὁ Χριστιανὸς τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἀνδρείας, γιατὶ αὐτὲς εἶναι οἱ ἀκρογωνιαῖοι λίθοι τοῦ οἰκοδομήματος, πάνω στὶς ὁποῖες στερεώνεται ἡ οἰκοδομὴ καὶ ἑνώνονται οἱ τοῖχοι μεταξύ τους, χωρὶς νὰ γέρνουν καὶ νὰ κάνουν ἐνδιάμεσα ρωγμές. Χωρὶς αὐτὲς κανεὶς δὲν ἔχει τὴν δύναμη νὰ ὁλοκληρώσει καμμία ἀπολύτως ἀρετή».

Ὁ Ἱ. Χρυσόστομος: Ἔγινες δυνατός; Δῶσε τὴν εὐχαριστία καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη στὸν Θεό, ἀνεχόμενος καὶ ὑπομένων τὸν ἀδελφό σου, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ νὰ τὸν διορθώσεις. Θυμήσου τὸν Παῦλο ποὺ ἔλεγε: «ἐλεύθερος γὰρ ὤν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα τοὺς πλείονας κερδίσω… τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα τινας πάντως σώσω» (Α΄ Κορ, 9, 19-22) καὶ τὴν συμβουλὴ ποὺ μᾶς δίνει: «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε» (Γαλ. 6,2).

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος: «Ἡ εὐσπλαγχνία εἶναι εὐαισθησία ψυχῆς ἀγαθῆς ποὺ ἀγαπάει τὸν πλησίον της, θέλει τὸ ἀγαθὸ τοῦ ἀδελφοῦ της καὶ ἐργάζεται γι’ αὐτό. Εἶναι μεγάλη ἀρετή, γιατὶ ἐξομοιώνει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό. Ὁ εὔσπλαγχνος θέλει νὰ ἐξαλείψει τὴν δυστυχία ἀπὸ τὸν κόσμο, ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο καὶ εἶναι ἕτοιμος σὰν ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Κυρίου, νὰ θυσιάσει τὸν ἑαυτό του ὑπὲρ τῆς ἐπικρατήσεως τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς στὸν κόσμο. Δὲν ὑπολογίζει τὴν κούραση, ἀλλὰ ποθεῖ καὶ προσπαθεῖ γιὰ τὴν θεραπεία, τὴν παρηγοριὰ τῆς ψυχῆς τοῦ πλησίον του. Ὁ εὔσπλαγχνος ξανασηκώνει αὐτοὺς ποὺ ἔπεσαν καὶ φθάνει ἕως θυσίας γιὰ νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ κινδυνεύουν νὰ χαθοῦν. Μακάριος ὁ ἄνθρωπος ὁ εὔσπλαγχνος, γιατὶ ἀπ’ ἐδῶ θὰ χαρεῖ τὴν χαρὰ τῶν μακαρίων καὶ θὰ ἀκούσει ἐκείνη τὴν γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Σωτήρα τὴν ἡμέρα τῆς ἀνταποδὀσεως: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ἡμῖν βασιλείαν» (Ματθ. 25, 34).

Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Ἡ ἀγάπη διὰ τὴν ὁποίαν ὁμιλεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὅλη «καινότης» τῆς ἀγάπης αὐτῆς εὑρίσκεται εἰς τὸ ὅτι ἐπιβάλλει νὰ ἀγαπῶμεν ὅπως ἀγαπᾶ ὁ Χριστός: «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἐγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς» (Ματθ, 13, 34).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης: «Πρέπει νὰ τιμᾶμε κάθε ἄνθρωπο, ἔστω κι ἂν στὴν ψυχή του φέρει τὶς πληγὲς τῆς ἁμαρτίας. Οἱ πληγὲς εἶναι πλγὲς ποὺ προξενεῖ ὁ διάβολος καὶ ἡ ἁμαρτία. Ἡ εἰκόνα του , ὅμως , ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος: «Μόνον ὁ ἄνθρωπος εἶναι σκληρός. Μόνον ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπομένει ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν κάνει ἔτσι. Ὅλο φροντίζει πῶς νὰ βοηθήσει τὸν ἄνθρωπο. Ὅλο ζητεῖ νὰ τοῦ δίνει χεῖρα βοηθείας. Πότε ἕνα πνευματικὸ φανερώνει νὰ τὸν συμβουλεύσει, πότε κανένα ἄγγελο νὰ τὸν φωτίσει, πότε καλὸ λογισμὸ τοῦ βάζει, πότε μία ἔμπνευση θεϊκὴ τοῦ φέρνει, ἄλλοτε κανένα ἄνθρωπο καλὸ τοῦ παρουσιάζει καὶ τοῦ δίνει μιὰ παρηγοριά. Νὰ λυπηθοῦμε, νὰ συμπονέσουμε καὶ νὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ γιὰ τὸ σφάλμα τοῦ ἀδελφοῦ μας. Ἡ κατὰ Θεὸν ἀγάπη εἰς τὸν πλησίον εἶναι αὐτὸς ὁ Θεός».

Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ: «Ἐπώδυνη εἶναι ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς τῆς ἀγάπης. Δὲν εἶναι ἆραγε αὐτὸς ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο πολλοὶ ἀποχωρουν ἀπὸ τὸν Χριστιανισμό… ἀποκλίνουν ἀπὸ τὴν σταυρικὴ ὁδὸ τῆς ἀγάπης αὐτῆς σὲ ἄλλες ὁδούς; Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει ἄλλη ὁδός, ὅπως δὲν ὑπάρχει καὶ ἄλλος Θεός».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Ὅποιος κουράζεται γιὰ τὸν πλησίον του ἀπὸ καθαρὴ ἀγάπη, ξεκουράζεται μὲ τὴν κούραση! Αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὸν ἑαυτό του καὶ τεμπελιάζει, κουράζεται μὲ τὸ νὰ κάθεται!» Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Αἰμιλιανὸς Σιμωνοπετρίτης ἀνακεφαλαιώνει: «Ὁ Θεὸς θέλει νὰ εἴμαστε στὴν καθημερινή μας ζωὴ τέτοιοι, ὥστε νὰ μᾶς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ μᾶς νοιώθουν εὐχάριστους. Νὰ μποροῦν νὰ ἐπικοινωνοῦν μαζί μας, νὰ ποῦν τὴν χαρά τους, τὴν λύπη τους, τὰ προβλήματά τους. Νὰ νοιώθουν ὅτι εἴμαστε καρδιὲς ποὺ ζοῦν ἡ μιὰ κοντὰ στὴν ἄλλη καὶ μποροῦμε νὰ βοηθοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα,

Χρέος τῶν Χριστιανῶν εἶναι νὰ ἀγωνίζονται συνεχῶς σὲ αὐτὴν τὴν ζωή, γιὰ νὰ γίνουν δυνατοὶ καὶ γενναῖοι. Νὰ γίνουμε ὅλοι, ἀδελφοί μου, δυνατοί, πανίσχυροι. Ὅταν θὰ αὐξάνουν τὰ στελέχη τῆς εἰρηνικῆς στρατιᾶς τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἐνδυναμώνεται περισσότερο καὶ τὸ πολὺ πλῆθος. Καὶ τὴν δύναμη αὐτὴν καλούμαστε νὰ τὴν ἀντλήσουμε ἀπὸ τὴν μυστικὴ ἕνωσή μας μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὴν πηγὴ τῆς δυνάμεως καὶ τῆς ζωῆς. Αὐτὸς διὰ τῆς Ἐκκλησίας Του , θὰ μᾶς θωρακίση πνευματικὰ καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ ἀντιμετωπίσουμε νικηφόρα τὶς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ. Αὐτὸς θὰ μᾶς φωτίσει τὸν νοῦ, γιὰ νὰ προσφέρουμε τὴν βοήθειἀ μας μὲ ἀγάπη καὶ σύνεση πρὸς τοὺς ἀδυνάτους ἀδελφούς μας. «Ἡμεῖς οἱ δυνατοί». Ναί! Εἴμαστε Χριστιανοί, ἐμπνευσμένοι ἀπὸ τὸ θεϊκὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος ἀνέχθηκε νὰ ἁπλώσει τὶς παλάμες Του στὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ ἑνώσει «τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα» καὶ λουσμένοι στὴ θεϊκὴ χάρη μποροῦμε νὰ γίνουμε δυνατοί. Ὀφείλουμε μὲ καλωσύνη, μὲ πραότητα, μὲ ὑπομονὴ νὰ βοηθοῦμε τοὺς ἀδύνατους ἀδελφούς μας. Νὰ θέσουνε «τὸ ἡμῶν περίσσευμα εἰς τὸ ἐκείνων ὑστέρημα» (Β΄ Κορ, , 14). Ἔχουμε περίσσευμα ἠθικό, πνευματικο ; Ἕχουμε καὶ τὴν ἀνάλογη εὐθύνη νὰ τὸ μοιραζόμαστε μὲ τὸν ἀδελφό μας. Εἶναι δῶρα ποὺ μᾶς ἔδωσε Ἐκεῖνος, ἀπὸ τὸν Ὁποῖον προέρχεται «πᾶν δώρημα τέλειον» (Ἰακ. 1, 17). Μᾶς τὰ ἔδωσε «ἵνα καὶ ἐτέρων γένῃ οἰκονόμος καλός», μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ ἱ. Χρυσόστομος. Καὶ ἂν ὁ Θεὸς ἐπιτρέψει ἐξαιτίας τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς ὑπερηφανείας μας νὰ πέσουμε, νὰ δεχθοῦμε μὲ ταπείνωση καὶ εὐγνωμοσύνη τὴν ἐνίσχυση ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μας.

«Ἀδελφὸς ὑπ’ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά».

Ὁ ποιητὴς Γ. Βερίτης φιλοσοφεῖ:

«Εἴμαστε χαλαστάδες, ἄκου!
κι εἴμαστε κτίστες ἐμεῖς‧ ξεριζωτὲς καὶ φυτευτές.
Πόνος καὶ πόθος καὶ παλμὸς κι ἀγώνας μας
τ’ αὔριο νὰ πλάσουμε καλύτερο ἀπ’ τὸ χτές.
Οἱ γιοὶ τῆς νύχτας νὰ μᾶς νιώσουν δὲν μποροῦν.
Εἴμαστε μεῖς παιδιὰ τῆς μέρας φωτεινὰ
κι ὅλους καλοῦμε πρὸς τὸ φῶς νὰ τὸ χαροῦν».

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 15 Ιουλίου 2023

Ο ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (16.07.2023) (2)


TheioKirigma

Ἀριθμός 28
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
16 Ἰουλίου 2023

«μωρὰς δὲ ζητήσεις… εἰσί γάρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι» (Τίτ. 3, 9)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἕνα ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας εἶναι καὶ ἡ ἀργολογία. «Πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοί δῷς», προσεύχεται ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος. Καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος λέγει πὼς ἡ ἀργολογία ταυτίζεται μὲ τὴν μυθομανία, τὴν ψευδολογία, τὴν συκοφαντία καὶ τὴν ματαιολογία, δηλαδὴ μὲ τὰ λόγια ἐκεῖνα ποὺ γεννοῦν τὸν ἄτακτο γέλωτα ἢ τὶς αἰσχρὲς καὶ ἀναίσχυντες συζητήσεις. Ἀπὸ ποῦ προέρχεται ἡ ματαιολογία; Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μας περιγράφει αὐτὸ τὸ πάθος: «… ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά» (Ματθ. 12, 35). Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς γράφει πιὸ συγκεκριμένα: «ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ» (6, 35). Πολλὲς φορὲς ἀκοῦμε ἀνθρώπους νὰ ἐκστομίζουν χίλια δυὸ πράγματα. Ἡ ἀκαθαρσία, ὅμως, ἡ φαυλότητα καὶ ἡ πονηρία εἶναι περισσότερο μέσα στὴν καρδιά τους παρὰ στὰ λόγια τους. Ἡ καρδιὰ γεννᾶ τὶς πονηρίες καὶ τὸ στόμα τὶς δημοσιεύει πρὸς τὰ ἔξω.

Τὶ παθαίνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ λέγει ἄχρηστα λόγια; Στὰ μὲν πνευματικά, ὅπως εἶναι ἡ θεία λατρεία, ἡ προσευχή, δείχνει ραθυμία καὶ ἀκηδία. Ὅλα αὐτὰ τὸν κουράζουν καὶ τὰ θεωρεῖ περιττὰ καὶ ἀνώφελα. Ἀντίθετα, οἱ ἄκαιρες συζητήσεις, πολυλογίες, αἰσχροὶ διάλογοι, κουτσομπολιὰ καὶ ἄλλα, τοῦ φαίνονται εὐχάριστα καὶ τὰ ἐπιδιώκει. Ἐξάλλου, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὸ πάθος τῆς πολυλογίας δὲν μπορεῖ νὰ καλλιεργήσει τὶς ἀρετές. Τὸ πάθος αὐτὸ εἶναι φοβερὸ καὶ διαλύει τὶς ρίζες τῶν ἀρετῶν. Ἕνας ποὺ εἶναι εὐτράπελος δὲν σκέφτεται τὴν πνευματική του προκοπή. Ἡ νηστεία, ἡ ἀνάγνωση, ἡ περισυλλογὴ μποροῦν νὰ ἀναπτυχθοῦν μόνο μακρὰν τῆς πολυλογίας. «Ἡ ἀσυγκράτητη γλῶσσα», λέγει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, «εἶναι δυνατὸς λιχνιστής», δηλαδὴ διασκορπιστής. Ὅλα τὰ καταστρέφει.

Ὅταν πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι στοὺς παλαιοὺς Πατέρες καὶ Γεροντάδες, ἔλεγαν: «ἀββᾶ, εἰπὲ λόγον ἵνα σωθῶ» . Πές μας λόγια γιὰ νὰ σωθοῦμε. Τὰ λόγια τῶν Ἁγίων ἦταν λόγια σωτηρίας. Ἀντίθετα, σήμερα οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἀργόλογοι, -καὶ δυστυχῶς οἱ περισσότεροι εἴμαστε-, ὅταν βρεθοῦμε μεταξύ μας, λέμε: «πές μου κανένα νέο, κάνα καινούργιο, κάνα κουτσομπολιό, τὶ μαθαίνεις, τὶ ἀκοῦς». Τὰ ἀποτελέσματα ἀπὸ τὶς ἀργολογίες αὐτὲς εἶναι πολλὰ καὶ κακά. Συκοφαντίες, μικρολογίες, εὐτραπελίες, αἰσχρὲς συζητήσεις ποὺ σπιλώνουν ἀνθρώπους καὶ τοὺς κάνουν νὰ στενοχωριοῦνται. Ἀλλὰ καὶ στὴν ζωή μας παθαίνουμε πολλὰ ἐξαιτίας τῶν ἀκαίρων λόγων μας. Ὅποιος δὲν συγκρατεῖ τὴν γλῶσσα του, λέγει πολλὰ καὶ ἔχει κακὲς συνέπειες στὴν ζωή του. Ὁ λαός μας λέει: «Ἡ γλῶσσα κόκκαλα δὲν ἔχει καὶ κόκκαλα τσακίζει». Καταστράφηκαν πολλοὶ ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ ἀνώφελα λόγια τους, τὶς ἀργολογίες, τὶς αἰσχρὲς καὶ μάταιες συζητήσεις.

Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀναφέρει: «ἀπὸ τὴν πολυλογία δὲν θὰ ἀποφύγεις τὴν ἁμαρτία» (Παρ. 10, 19). «Ὁ πλεονάζων λόγων βδελυχθήσεται» (Σοφ. Σειρ. 7). Καί «ὁ σιωπηλὸς ἄνθρωπος εἶναι θρόνος τῆς ἐπιγνώσεως» (Παρ. 12, 23), Ἔχοντας αὐτὰ ὑπ’ ὄψιν του, ὁ σοφὸς Δαβίδ παρακαλεῖ: «Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόματί μου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη μου» (Ψαλμ. 140, 141) καὶ «ῥῦσαι τὴν ψυχήν μου ἀπὸ χειλέων ἀδίκων» (Ψαλμ. 120, 2). Ἂς θυμηθοῦμε τὴν σιωπὴ τοῦ Κυρίου: «ὁ δὲ Ἰησοῦς οὐδὲν ἀπεκρίνατο» (Μάρκ. 14, 61). Δὲν ἀπαντᾶ στοὺς δικαστές του. Θεωρεῖ ὅτι δὲν βγαίνει τίποτε μὲ τὰ λόγια, ἐπιβεβαιώνοντας τὸν προφήτη Ἡσαΐα (53, 7): «Δὲν ἄνοιξε τὸ στόμα του καθόλου καὶ ἔμεινε ἄφωνος μπροστὰ στοὺς διῶκτες του». Ἀκόμα καὶ ὁ βίος τῆς Θεοτόκου χαρακτηρίζεται ἀπὸ μιὰ ἀπέραντη σιωπή. Ἠθελημένα σιωποῦσε, ἀπὸ ταπείνωση. Ἄφηνε νὰ μιλᾶ ὁ Υἱός Της, μένοντας στὴν σκιά Του. Ἡ «ἠχηρὴ» σιωπὴ τῆς Θεοτόκου εἶναι ἕνα αὐστηρὸ κήρυγμα ἐλέγχου κάθε μορφῆς φλυαρίας.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου ὅτι «ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κορ. 12, 4). Ἀδυνατοῦσε, λέει, νὰ ἐκφράσει τὴν ἐμπειρία του μὲ λόγια.
Ὁ ἱ. Χρυσόστομος διδάσκει: «Ἄνθρωπος εἶσαι, μὴ γίνεσαι θηρίο. Γι’ αὐτὸ σοῦ δόθηκε τὸ στόμα ἀπὸ τὸν Θεό, ὄχι γιὰ νὰ δαγκώνεις, ἀλλὰ γιὰ νὰ παρηγορεῖς μὲ τὰ λόγια σου. Ἕνας λόγος ποὺ θὰ εἰπωθεῖ μὲ ἀπροσεξία, ὁλόκληρες οἰκογένειες μπορεῖ νὰ κάνει ἄνω κάτω καὶ νὰ καταστρέψει καὶ νὰ βυθίσει στὸν ὄλεθρο ἀνθρώπινες ζωές. Ὁ γνήσιος Χριστιανὸς μελετᾶ συνεχῶς μέσα στὴν καρδιά του τὴν ἀλήθεια καὶ οὐδέποτε μολύνει τὴν γλῶσσα του μὲ τὸ ψέμα καὶ οὐδέποτε κάνει κακὸ στὸν πλησίον του, ὅπως διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γράφει: «Ἀργολογία εἶναι ὁ ἀργός, δηλαδὴ ὁ ἀνωφελὴς λόγος. Ὁ ἀργολόγος εἶναι ἄνθρωπος ἀπαίδευτος, ἀτελὴς στὴν μόρφωση, ἀσήμαντος στὸν χαρακτήρα, ἀσχολεῖται μὲ μικρὰ καὶ εὐτελῆ, τὰ λόγια του στεροῦνται σύνεσης. Μιλάει ἄτοπα καὶ πέφτει σὲ ἁμαρτήματα, διηγεῖται λόγια τοῦ ἀέρα καὶ δὲν σκέφτεται τὸν χρόνο τοῦ πλησίον του, ὅταν πιάνει τὴν κουβέντα. Εἶναι ἀπερίσκεπτος καὶ φλύαρος. Προτρέχει ἡ γλῶσσα ἀπὸ τὸ μυαλό του. Ὁ ἀργολόγος ἑτοιμάζει πολλὲς λύπες γιὰ τὸν ἑαυτό του». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Τὸ νὰ σιωπᾶ κανεὶς εἶναι πραγματικὰ ἀποτέλεσμα καὶ καρπὸς βασιλικῆς καὶ εὐγενικῆς παιδείας. Αὐτὸς ποὺ ἔμαθε νὰ σιωπᾶ, ἔμαθε καὶ νὰ μιλάει. Εἶναι ἀγαθὸ τὸ νὰ σιωπᾶς παρὰ νὰ μιλᾶς καὶ μακάριος αὐτὸς ποὺ ἔχει βρεῖ καὶ κρατήσει αὐτὸ τὸ κλειδί. Ὅταν ἡ γυναίκα σιωπᾶ φοράει τὸ καλύτερο στολίδι. Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μίλησαν πάρα πολλοὶ τὸ μετάνιωσαν. Τὸ νὰ συγκρατεῖ κανεὶς τὴν γλῶσσα του εἶναι τιμητικὸ καὶ γιὰ τὸν γέρο καὶ γιὰ τὸν νέο. Εἶναι πολὺ καλὴ ἡ σιωπὴ ποὺ τηρεῖται ὅταν πρέπει. Τίποτα ἄλλο δὲν εἶναι παρὰ μητέρα σοφωτάτων λογισμῶν».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Κακὸν θηρίον εἶναι ἡ γλῶσσα‧ καὶ σπαθὶ δίστομο. Καὶ ἂν δὲν τὴν συμμαζέψη ὁ ἄνθρωπος, φέρει μεγάλας καταστροφάς. Νὰ μὴν ἀφήνετε τὴν γλῶσσαν σας νὰ λέγη ὅ,τι θέλει. Νὰ ἀποφεύγετε τὴν κατάκρισιν, τὴν πολυλογίαν. Νὰ φυλάγετε σιωπήν. Ἡ σιωπὴ εἶναι ἡ παρηγορία σας‧ σιωπὴ εἶναι ἡ χαρά σας. Νὰ ἀσπάζεσθε τὴν σιωπὴν ποὺ εἶναι πρᾶγμα ἀκίνδυνον. Ἐκεῖνος ποὺ σιωπᾶ εἶναι πάντα εἰρηνικός. Ἡ σιωπὴ εἶναι ἕνα κέντρον, ὅπου μαζεύονται γύρω του ὅλαι αἱ ἀρεταί. Ὅποιος σιωπᾶ, φιλοσοφεῖ, ἔχει ἐγκάτοικον μέσα του τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Ἡ ἡσυχία καὶ ἡ σιωπὴ εἶναι ὑγεία εἰς τὸν ἄνθρωπον, διότι τὸ σιωπηλὸν στόμα ἔχει ἥσυχο τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἥσυχο πνεῦμα κάμνει ὑγιὲς τὸ σῶμα». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Δὲν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν τὰ πονηρά, οἱ κατηγορίες, τὰ φθονερὰ διὰ νὰ μολύνουν τὴν ψυχήν σου. Ὁ Σατανᾶς σὲ συμβουλεύει γιὰ τὸ κακό σου. Ἐσὺ δὲν καταλαβαίνεις ποιὸ εἶναι τὸ καλό σου. Ἡ σιωπὴ, ὅταν ἔχει μαζί της τὴν προσευχή, ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο στὰ οὐράνια. Ἀρετὴ ἄνευ τῆς σιωπῆς δὲν κατορθώνεται. Σιώπησε γιὰ νὰ ἀποφύγις καὶ τὶς ταραχὲς καὶ τὰ σκάνδαλα καὶ πάντα τὰ κακά. Σιώπησε γιὰ νὰ ἀποκαλύψη ὁ Θεὸς τὰ μυστήριά του».

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἐπισημαίνει: «Ἐξέταζε καλὰ ἐκεῖνα ποὺ ἔρχονται στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ πεῖς, πρὶν περάσουν στὴν γλῶσσα σου καὶ θὰ βρεῖς πολλὰ ποὺ εἶναι καλύτερα νὰ μὴ βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου. Ἀκόμη γνώριζε ὅτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι καλὰ νὰ πεῖς, εἶναι πολὺ καλύτερο νὰ τὰ θάψεις στὴν σιωπή. Ἡ πολυλογία εἶναι μητέρα τῆς ἀδιαφορίας, ὑπόθεση ἀγνωσίας καὶ μωρία, πόρτα τῆς κατάκρισης, ὑπηρέτης τῶν ψεμάτων. Ἡ σιωπὴ εἶναι πολὺ ἀγαπημένη ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸν Θεό. Ὁ σοφὸς εἶναι πάντα κυρίαρχος τῆς γλώσσας του».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὑπογραμμίζει: «Ἀκόμη καὶ στὶς συζητήσεις πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς προσεκτικός. Καὶ δὲν φθάνει ποὺ χάνει τὴν ὥρα του, ἀλλὰ χάνει καὶ τὴν ψυχή του μὲ τὴν κατάκριση. Οὔτε καὶ πεθαμένους δὲν πρέπει νὰ καταδικάζουμε, γιατὶ οἱ ψυχὲς ὅλων εἶναι εὐτυχῶς στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Τὴν τάση γιὰ φλυαρία ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν ἁγιάσει καλλιεργώντας τὴν εὐχή. Δὲν εἶναι καλύτερα νὰ μιλάει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀγιάζεται, παρὰ νὰ φλυαρεῖ καὶ νὰ ἁμαρτάνει; Τότε ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται. Ἡ σιωπή, ἡ συστολὴ ποὺ ἔχει, στάζουν μέλι στὴν καρδιά του. Ὅταν δῶ ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο, θὰ τοῦ φιλησω καὶ τὰ πόδια. Ὅποιος μιλάει μὲ τὸν Χριστὸ ποτὲ δὲν μετανιώνει. Ὁ Θεὸς εἶναι στοργικὸς Πατέρας καὶ μᾶς ἀγαπάει. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ λαχταρᾶμε πότε θὰ ἔρθει ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ νὰ μὴ χορταίνουμε νὰ μιλᾶμε μαζί Του. Μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν σιωπὴ δίνουμε τόπο στὴν ὀργή. Γιατὶ λέμε ὅτι τὸ φίδι εἶναι φρόνιμο; Παρόλο ποὺ ἔχει ὅπλο δυνατό, τὸ δηλητήριο, καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς κάνει κακό, λίγο θόρυβο ἂν ἀκούσει, ἀμέσως φεύγει. Δὲν πάει κόντρα, δίνει τόπο στὴν ὀργή».

Ὁ μακαριστὸς Γέροντας π. Μωυσῆς ὁ Ἁγιορείτης ἀνακεφαλαιώνει: «Ἡ σιωπὴ καλύπτει τὴν ἔρευνα, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ἀνακάλυψη τοῦ σοφοῦ ἐπιστήμονα. Ἡ σιωπὴ καλύπτει τὸ μαρτύριο τοῦ πονεμένου, τοῦ ἀναγκεμένου, τοῦ δυστυχισμένου. Τὶς ὧρες τῆς σιωπῆς τελεσιουργοῦνται τὰ μεγάλα θαύματα, οἱ ἀδιαφήμιστες ἡρωικὲς πράξεις, οἱ μυστικὲς ἡρωικὲς ἐπαναστάσεις, ἡ γνωριμία μὲ τὸν ἄγνωστο ἑαυτό μας. Κουραστήκαμε ἀπὸ τὴν ἄσχετη πολυλογία. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ἀνάπαυση, τὴν χρυσῆ σιωπή, τὴν πολύτιμη ἀκοή, τὴν βιωματικότητα τῶν ἀπαραίτητων λόγων. Ἀξίζει νὰ καταλαγιάσουμε, νὰ ἡσυχάσουμε, νὰ ξαποστάσουμε, νὰ ἀκούσουμε μέσα στὴν ἡσυχία τὴν χαμηλὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐναγώνια φωνὴ τῆς συνειδήσεώς μας, τὴν διδακτικὴ φωνὴ τοῦ ἱεροῦ παρελθόντος, γιὰ νὰ μετανοήσουμε εἰλικρινά. Ἡ σιωπὴ φαίνεται νὰ ἔχει μιὰ ἄγνωστη ἰσχυρὴ δύναμη, εἶναι ἐλεύθερη, ἄνετη, ἀσυμβίβαστη, μακαρία ἡ σιωπή».

Χριστιανοί μου!

Ἂς φροντίσουμε νὰ ἀποβάλουμε τὸ πάθος τῆς ἀργολογίας καὶ τὰ γεννήματά της, γιατὶ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι γιὰ κάθε ἀργὸ λόγο οἱ ἄνθρωποι «ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως» (Ματθ. 12, 36). Θὰ δώσουν λόγο στὸν Θεό. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσε τὸ ἐργαλεῖο τῆς γλώσσας ὡς εὐλογία γιὰ νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε γιὰ τὴν πνευματικὴ τελείωση καὶ προκοπή μας. Μόνο σ’ αὐτὴν τὴν ἁγιασμένη πορεία καταξιώνεται ὁ ἄνθρωπος καὶ στὴν ζωή του γεύεται ὅλες τὶς εὐλογίες. Αὐτὸ ἔπραξαν καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι, μὲ τὸν λόγο τους, κατατρόπωσαν τὴν πλάνη τῶν αἱρέσεωνκαὶ ἀνέδειξαν τὴν ἀλήθεια τῆς Ἑκκλησίας ὡς τὴν ζωοδόχο ἐκείνη δύναμη ποὺ ἀνυψώνει τὸν ἄνθρωπο ὡς αἰώνια ὕπαρξη. Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς τιμᾶμε σήμερα. Τιμᾶμε καὶ τὴν Ἁγία Μεγαλομάρτυρα Εὐφημία, ἡ ὁποία μὲ τὸ μέγιστο θαῦμα της ἐπικύρωσε περίτρανα τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου σχετικὰ μὲ τὴν Θεότητα τοῦ ἐνανθρωπίσαντος Κυρίου μας. Καλούμαστε νὰ ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς στὴν ζωή μας τὸ δικό τους παράδειγμα. Εἶναι ἡ μόνη ὁδὸς ἀσφαλείας, ἀλλὰ καὶ σωτηρίας ποὺ μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε.

Ὁ γλυκύπνοος παιάνας τοῦ φλογεροῦ ποιητῆ ψάλλει:

«Μονάδα τρισυπόστατη δοξάζω
καὶ τ’ ὄνομά της πάνω ἀπ’ ὅλα βάζω.
Δὲν εἶμ’ ἐγὼ τὸ λούλουδο τοῦ κάμπου
κι οὔτε σὰν τ’ ἄστρα ποὺ στὸν αἰθέρα λάμπουν.
Τοῦ Πλάστη ἐγώ ’μαι εἰκόνα καὶ τοῦ μοιάζω!
Ὡραῖος κάλλει Ἐσὺ καὶ διαλεχτός μου.
Ὠχρὲς μπροστά Σου οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 8 Ιουλίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (09/07/2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 27
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
9 Ἰουλίου 2023

«ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν ἀλλ’ οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» (Ρωμ. 10, 2)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Αδελφοί, ἡ μὲν εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ τοῦ Ἰσραήλ ἐστιν εἰς σωτηρίαν· 2 μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ᾿ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν. 3 ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην, καὶ τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν. 4 τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι. 5 Μωϋσῆς γὰρ γράφει τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τοῦ νόμου, ὅτι ὁ ποιήσας αὐ­τὰ ἄν­θρωπος ζήσεται ἐν αὐ­τοῖς· 6 ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτω λέγει· μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου, τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν· 7 ἢ τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν. 8 ἀλλὰ τί λέγει; ἐγγύς σου τὸ ρῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου· τοῦτ᾿ ἔστι τὸ ρῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν. 9 ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον Ἰησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, σωθήσῃ· 10 καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Μιὰ τραγικὴ διαπίστωση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιὰ τοὺς συμπατριῶτες του Ἰουδαίους κάνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του. Λέγει γι’ αὐτοὺς ὅτι ἔχουν μὲν ζῆλο στὰ θέματα τῆς θρησκευτικῆς πίστεως, ὁ ὁποῖος ὅμως δὲν εἶναι σωστός, ἀφοῦ δὲν ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν ὀρθὴ γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ξεπέφτει σ’ ἕνα σκοτεινὸ καὶ μισαλλόδοξο φανατισμὸ καὶ μιὰ στεῖρα ἐμμονὴ στὸ γράμμα τοῦ Νόμου. Αὐτὴ ἡ στάση δημιουργεῖ πλάνες, παρεξηγήσεις καὶ συγκρούσεις. Ἡ διαπίστωση αὐτὴ μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸν ζῆλο εἰδικὰ καὶ γενικώτερα γιά τήν σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὴν πορεία τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

Ἡ λέξη «ζῆλος» παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ζέω», ποὺ σημαίνει βράζω, κοχλάζω. Τὸ ρῆμα αὐτὸ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀπόστολος καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς ἐπιστολῆς του, ὅταν συνιστᾶ στοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἶναι «τῷ πνεύματι ζέοντες», δηλαδὴ ἐνεργητικοὶ καὶ δραστήριοι καὶ ὄχι ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι. Ὁ ζῆλος στὴν ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι ἀναγκαῖος γιὰ τὴν πνευματική του πρόοδο, τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία του. Εἶναι, θὰ λέγαμε ἁπλά, ὅ,τι ἡ βενζίνη γιὰ τὸ αὐτοκίνητο, ὅ,τι ἡ ἠλεκτρικὴ ἐνέργεια γιὰ τὸ ἐργοστάσιο, ἡ κινητήρια δηλαδὴ δύναμη στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ζῆλος καθορίζει τὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἐνδυναμώνει τὴν πίστη ἑκατομμυρίων Μαρτύρων, ἐμπνέει τὸν ἀγῶνα Ὁσίων Ἀσκητῶν καὶ καθοδηγεῖ τοὺς Ἁγίους Πατέρες σὲ ἀγῶνες σκληροὺς καὶ μακροχρόνιους, γιὰ νὰ διαφυλαχθεῖ ἀνόθευτη ἡ πίστη στὴν ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψη. Ὅλα τὰ θαυμαστὰ καὶ ἐξαίσια στὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν εἶναι παρὰ ἀποτελέσματα ἐνθέου ζήλου ποὺ πυρπολοῦσε ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή τους‧ ἑνὸς ζήλου ποὺ κατευθυνόταν ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ὁ «κατ’ ἐπίγνωσιν» αὐτός ζῆλος δὲν γνώριζε δυσκολίες καὶ ἀντιξοότητες, ζωντάνευε ἀκόμα περισσότερο μπροστὰ στὰ ἐμπόδια καὶ τοὺς διωγμούς. Ἐνισχυόταν ἀπὸ τὴν βεβαιότητα πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πνευματικὸ θεμέλιο τοῦ Χριστιανισμοῦ, βεβαιότητα ποὺ τοὺς ὑπαγόρευε τὴν ταπείνωση τοῦ ἑαυτοῦ τους, τὴν ἐκμηδένιση τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ τὴν ἐπιδίωξη τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

Ἂς φέρουμε στὴν μνήμη μας τὴν μεταστροφὴ τοῦ διώκτη Σαύλου σὲ μεγάλο Ἀπόστολο. Ὁ ζῆλός του ἦταν πλέον ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ, ζῆλος θεϊκός. Αὐτὸς ὁ οὐρανοβάμων Παῦλος, μετὰ τὸ θεῖο ἐκεῖνο ὅραμα, ἐμφορούμενος ἀπὸ τὴν θεία χάρη, ἐκήρυττε μὲ περίσσεια δύναμη τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, προσείλκυε πλήθη ἀνθρώπων καὶ ὁ Χριστιανισμὸς ἐξαπλωνόταν σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη.

Δυστυχῶς, σήμερα ἐπικρατεῖ ὁ ζῆλος γιὰ τὸ κακό. Ὁ ζῆλος αὐτὸς ἀναπτύχθηκε περισσότερο κατὰ τὸν 21οαἰ. Αἱρετικοὶ καὶ ἄθεοι παντὸς εἴδους ἐμφανίζονται, ποὺ ἄλλοι μὲν θέλουν νὰ ἀναστήσουν ἀνθρώπινες θρησκευτικὲς παραδόσεις, ὅπως π.χ. οἱ δωδεκαθεϊστές, οἱ χιλιαστὲς καὶ ἄλλοι, ἄλλοι δὲ προσπαθοῦν νὰ ἀναδείξουν πολιτικὲς καὶ κοινωνικὲς θεωρίες, ὅπως εἶναι γιὰ παράδειγμα οἱ ἄθεοι ὑλιστές. Ὅλοι αὐτοὶ ἐμφανίστηκαν τὶς τελευταῖες δεκαετίες.

Στὸν ζῆλο αὐτὸν ποὺ ἐμπνέει ὁ σατανᾶς, τὶ ἔχουμε νὰ ἀντιτάξουμε ἐμεῖς; Ἀλίμονο! Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες μένουν θρησκευτικὰ ἀδιάφοροι… Ἐνδιαφέρονται γιὰ χίλια δυὸ ἄλλα ζητήματα, μικρὰ καὶ ἐπουσιώδη: τὴν πολιτική, τὸν ἀθλητισμό, τὰ κέρδη καὶ τὶς ἀπολαύσεις. Ὅμως, ἂς εἴμαστε αἰσιόδοξοι! Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχουν οἱ καλοὶ κληρικοί, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν μὲ ἔνθεο ζῆλο τὰ ποιμαντικά τους καθήκοντα, οἱ καλοὶ οἰκογενειάρχες καὶ πλεῖστοι ἄλλοι ἄνθρωποι ποὺ ἀγωνίζονται μὲ ἀπαράμιλλο ζῆλο γιὰ τὸ καλό, τὸ εὐγενὲς καὶ τὸ ὡραῖο. Ὅπως τονίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, πέρα ἀπὸ τὴν ὕπαρξη τοῦ χριστιανικοῦ ζήλου, ἰδιαίτερη σημασία ἔχει ἡ χρήση καὶ τὰ κίνητρά του. Γιὰ νὰ εἶναι ὑγιὴς ὁ ζῆλος τοῦ Χριστιανοῦ, πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ διάκριση καὶ σύνεση. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἄκριτος οὔτε ἐπιτιμητικὸς πρὸς τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα. Τὸ βαθύτερο κίνητρό του, ὅπως ἐδίδαξε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ νὰ ἐκδηλώνεται μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ἀγάπη καὶ ἐλευθερία, στὶς ὁποῖες ἀφορᾶ καὶ στὶς ὁποῖες στοχεύε.

Ὁ χριστιανικὸς ζῆλος δὲν πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ φανατισμὸ καὶ μισαλλοδοξία ἢ καὶ μῖσος, ἀκόμα καὶ ὑποκρισία. Δείγματα τέτοιου ζήλου ἔχουμε ἄπειρα καὶ στὴν παλαιότερη ἀλλὰ καὶ στὴν πρόσφατη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. Ὡστόσο, κατὰ καιροὺς ὁ νοσηρὸς ζῆλος τραυμάτισε καὶ ταλάνισε τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Αυτὸς εἶναι ὁ ὀνομαζόμενος «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλος», ὁ ὁποῖος ὁδήγησε σὲ παρανοήσεις καὶ ἔριδες τοὺς Χριστιανούς.

Σὲ αὐτὸ τὸ τόσο σημαντικὸ θέμα θὰ μᾶς διαφωτίσει ἡ πατερικὴ σοφία.

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἐγκωμιάζοντας τὸν ἅγιο ζῆλο λέγει: «Ἂν μέσα σ’ ἕναν ἄνθρωπο ἀνάψει γιὰ καλὰ τὸ πῦρ τοῦ θείου ζήλου, μπορεῖ αὐτὸς καὶ μόνος του πλῆθος λαοῦ νὰ ἐπαναφέρει στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος διδάσκει: «Ζῆλος εἶναι ἡ θέρμη τῆς ψυχῆς ποὺ ἐκδηλώνεται σὰν ὁρμή, σὰν πάθος καὶ ἐπιθυμία. Ζῆλο λίγο-πολὺ διακρίνουμε καὶ στοὺς καλοὺς καὶ στοὺς κακοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ζῆλος εἶναι ἀγαθός, ὅταν ἡ ὁρμή του κινεῖται καὶ ἐργάζεται πρὸς τὸ καλό. Ὅταν ὅμως ἐκδηλώνεται πρὸς τὰ χυδαῖα καὶ τὰ τιποτένια εἶναι πονηρός. Ὁ μὴ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτής, πάνω στὴν θέρμη τοῦ ζήλου του, πράττει τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ θεῖος νόμος καὶ τὸ θεῖο θέλημα. Ὁ ζῆλος τοῦ μὴ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτῆ εἶναι φωτιὰ ποὺ καταστρέφει, «πῦρ καταναλίσκον». Ὁ μὴ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτὴς εὔχεται στὸν Θεὸ νὰ ρίξει φωτιὰ καὶ νὰ κατακάψει ὅλους ὅσοι δὲν δέχονται τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς πεποιθήσεις του. Τέτοιου εἴδους ἀνθρώπους τοὺς χαρακτηρίζει μῖσος πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους ἢ ζήλια καὶ ὁ ἐπίμονος θυμός, ἡ παράνομη ἐπιμονὴ προκειμένου νὰ ὑπερασπισθεῖ τὰ δικά του φρονήματα, ὁ παράφορος ζῆλος νὰ ντροπιάσει τοὺς πάντες, ἡ φιλοδοξία, ἡ φιλονικία, ἡ ἔριδα, τὸ φιλοτάραχο. Ὁ μὴ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτὴς εἶναι ἄνθρωπος ὀλέθριος». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Ὁ χαρακτήρας τοῦ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτῆ εἶναι αὐτὸς ποὺ λατρεύει, γεμάτος ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν πίστη του, τὸν Θεό. Εἶναι ἐραστὴς τῶν ἔργων ποὺ ἀξίζουν τὸν ἔπαινο καὶ γεμάτος πόθο βιάζεται νὰ μιμηθεῖ τὰ καλά. Βαδίζει μὲ πολλὴ προθυμία τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ὁ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτής, ὁρμώμενος ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, ὅ,τι κάνει τὸ κάνει μὲ ἀγάπη καὶ αὐταπάρνηση. Δὲν κάνει τίποτα ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἐπιφέρει θλίψη στὸν πλησίον του. Διέπεται ἀπὸ πραότητα, ἀνεξικακία, διάθεση γιὰ εὐεργεσία καὶ εὐγένεια τῶν τρόπων. Ὁ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτὴς εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τονίζει: «Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ εἰς τὸν ἐνάρετον, τὸν θερμαίνει, καὶ εἶναι τόσο δυνατὰ τὰ βέλη του ποὺ ὅλα τὰ πάθη του δύναται νὰ τὰ κάψει. Δὲν χωρεῖ μέσα του οὔτε προσβολὴ λογισμοῦ οὔτε φθόνος οὔτε μῖσος οὔτε ἔχθρα οὔτε ὑπερηφάνεια…διότι ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὰ ἀποδιώκει ὅλα. Ἐὰν βαδίζης τὸν δρόμο τῆς κακίας καὶ γιὰ μιὰ στιγμὴ φύγης καὶ πᾶς εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ἀρετῆς, ἐδικαιώθηκες‧ θὰ σὲ σώση ὁ Θεός. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς βοηθήση, διότι ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον τῶν ἀρετῶν, μάτην κοπιῶμεν».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συμπληρώνει: «Νὰ ἀγωνισθοῦμε μὲ θεῖο ζῆλο νὰ ἀποκτήσουμε ἀρετές. Ἡ Παναγία εἶχε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ καὶ τὴν ἐσωτερικὴ ὀμορφιά‧ ὅποιος τὴν ἔβλεπε ἀλλοιωνόταν. Ἐκείνη ἡ πνευματικὴ ἁπαλάδα ποὺ σκορποῦσε θεράπευε ψυχές. Ὅποιος ἔχει τὴν πνευματικὴ ὀμορφιὰ ποὺ δίνει ἡ ἀρετή, λάμπει ἀπὸ τὴν θεία χάρη». – «Τὶ μᾶς λείπει, Γέροντα, καὶ δὲν ἀναζητοῦμε μὲ τέτοιο ζῆλο τὸν Χριστό;» - «Τίποτα δὲν μᾶς λείπει. Μυαλὸ ἔχουμε, ἡλικία ἔχουμε. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι τὸ ἐμπόδιο. Ἐὰν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ φύγει ὁ κακὸς ἐνοικιαστής, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, θὰ κατοικήσει στὸ κενὸ τῆς καρδιᾶς ὁ καινούργιος ἄνθρωπος τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ θὰ γεμίσει ὁ νοῦς μας, ὅλη ἡ ὕπαρξή μας, ἀπὸ ἀγάπη, γιατὶ φιλοξενεῖται μέσα μας ἡ Ἀγάπη, ὁ Χριστός. Εἶπα σὲ κάποιον μιὰ φορά, θὰ πεῖ ὁ Ἅγιος Γέροντας: -Τὶ εἶσαι σύ; Μαχητὴς τοῦ Χριστοῦ ἢ μαχητὴς τοῦ πειρασμοῦ; Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ εἶναι φανατικός, ἀλλὰ νὰ ἔχει ἀγάπη γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους».

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος τονίζει: «Ὁ Χριστιανὸς ὅταν βρεῖ τὸν Χριστό, ὅταν ὁ Χριστὸς ἐγκύψει μέσα στὴν ψυχούλα του καὶ τὸ αἰσθανθεῖ, θέλει νὰ λέγει γιὰ τὸν Χριστό: Ἀγαπήσατε τὸν Χριστὸν καὶ μηδὲν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν, εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Ὅλα στὸν Χριστὸ ὑπάρχουν τὰ ὡραῖα. Ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός. Δὲν ἔχει κατήφεια οὔτε μελαγχολία οὔτε ἐνδοστρέφεια, ποὺ ὁ ἄνθρωπος σκέπτεται καὶ βασανίζεται ἀπὸ διάφορους λογισμοὺς καὶ διάφορες πιέσεις ποὺ κατὰ καιροὺς τραυμάτισαν τὴν ζωή του».

Ἀγαπητοί μου!

Αὐτὸς ὁ ἱερὸς καὶ ἔνθεος ζῆλος, γιὰ τὸν ὁποῖο ὅπως εἴδαμε καυχῶνται οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, αὐτὸν τὸν ζῆλο ἂς ἔχουμε στὶς καρδιές μας, στὶς πονηρὲς ἐποχὲς ποὺ ζοῦμε. Ζῆλο γιὰ τὰ ὡραῖα καὶ ὑψηλὰ ἰδανικὰ τῆς ζωῆς.

Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι, παρὰ τὴν προπαγάνδα τῶν ἀντιχρίστων, παρὰ τὴν ψυχρότητα καὶ ἀδιαφορία τῆς πλειοψηφίας τῶν σημερινῶν Χριστιανῶν, τελικῶς ὁ Χριστὸς θὰ νικήσει καὶ ἡ ἀλήθεια θὰ θριαμβεύσει. Γιὰ νὰ ἔχουμε, ὅμως, κι ἐμεῖς μέρος στὸν τελικὸ ἐκεῖνο θρίαμβο τοῦ Χριστοῦ, χρειάζεται νὰ ἐπιδείξουμε ζῆλο‧ ζῆλο σὰν τοῦ προφήτη Ἠλία‧ ζῆλο σὰν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου‧ ζῆλο σὰν τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, σὰν τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ.

Ναί! Ζῆλος χρειάζεται! Ζῆλος ὄχι γιὰ τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἱερὰ παρακαταθήκη τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλὰ ζῆλος θεοκίνητος, ζῆλος θεάρεστος. Διότι, δυστυχῶς, -ἂς τὸ σημειώσουμε καὶ αὐτό - ὁρισμένοι, σὰν ἄλλοι Φαρισαῖοι, δείχνουν μερικὲς φορὲς ζῆλο, ἀλλὰ ζῆλο ἄκριτο, σὰν τὸν ζῆλο ποὺ ἔδειχνε ὁ Σαῦλος πρὶν γνωρίσει τὸν Χριστό.

Ὁ κατὰ Θεὸν ζῆλος εἶναι ἡ χαριέστατη προθυμία γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς γιὰ ἑκούσια ὑποταγὴ στὸ θέλημα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἕνωσή μας μαζί Του. Καὶ θὰ καταστεῖ γιὰ ἐμᾶς ἡ ζωοποιὸς δύναμη, ἀφοῦ καλὰ γνωρίζουμε πὼς ἡ ἔλλειψή του δηλώνει ἀκινησία πνευματική, νέκρωση ψυχικὴ καὶ πνευματικὸ θάνατο. Εἴθε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ ἐμπνέει ὅλους μας, ὥστε νὰ ἀποκτήσουμε ζῆλο «κατ’ ἐπίγνωσιν» (Ρωμ. 10, 2)΄ «Ὁ ζῆλος του οἴκου σου κατέφαγέ με», ἀναφωνεῖ ὁ Προφητάναξ Δαβίδ, ἐνῶ ὁ ποιητικὸς λόγος τοῦ Γ. Βερίτη διατρανώνει:

«Μές στοῦ Χριστοῦ μας τὸ βασίλειο
θὰ βρεῖτε λύτρωση τρανή,
ἡ γῆ θὰ λάμψει σὰν τὸν ἥλιο
καὶ θ’ ἀνοιχτοῦν οἱ οὐρανοί!
Ὅσοι ποθεῖτε τὴν ἀλήθεια
ποὺ δίνει φλόγα στὴν ψυχή,
ὑψώστε λάβαρο τὸν νόμο
τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς τιμῆς!» ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ Δ' ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (02.07.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 26
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
2 Ἰουλίου 2023

«στάμνος χρυσῆ ἡ ἔχουσα τὸ μάννα» (Ἑβρ. 9, 4)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΟΣΜΑ

Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν. 2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. 3 μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ράβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χε­ρουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵμα­τος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνο­η­μάτων,

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Γιὰ κανένα ἄλλο πρόσωπο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δὲν ἔχουν γραφεῖ καὶ μελοποιηθεῖ τόσοι ὕμνοι καὶ δὲν ἔχουν κτιστεῖ τόσοι ναοί, ὅσοι γιὰ τὴν Παναγία μας. Μετὰ τὸν Υἱό της ἔχει τὴν μεγαλύτερη δόξα στὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ. Κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ Παναγία μας ἔχει ἀγγελιαφόρους τοὺς Ἀγγέλους, γραμματεῖς τοὺς Εὐαγγελιστές, ἀκολούθους τοὺς Ἀποστόλους καὶ ὑμνητὲς ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους.

Ἀπὸ αἰῶνες προφητεύονται τὰ γεγονότα ποὺ ἀφοροῦν στὴν ζωὴ τῆς Παναγίας μας. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἡ σ κ η ν ὴ τ ο ῦ Μ α ρ τ υ ρ ί ο υ, ὅπως ἀναφέρει σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι π ρ ο τ ύ π ω σ η τῆς σκηνῆς τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καὶ περιγράφει ὁ Ἀπόστολος λεπτομερῶς αὐτὴν τὴν σκηνὴ γιὰ νὰ μᾶς ἐξηγήσει τὸν σκοπὸ ποὺ αὐτὴ ἐπιτελοῦσε ὡς πρὸς τὴν προετοιμασία τοῦ λαοῦ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀποτελοῦν τὴν σκηνὴ εἶναι «ἀντίτυπα τῶν ἀληθινῶν» (Ἑβρ. 9, 24), «σκιὰ τῶν μελλόντων ἀγαθῶν» (Ἑβρ. 10, 1), μέσα στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. Τὶ ἦταν ἡ σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου; Ἦταν γιὰ τοὺς Ἑβραίους ὁ τόπος μέσα στὸν ὁποῖο φυλάσσονταν τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια τῆς ἀληθινῆς πίστης. Ἦταν ὁ χῶρος μέσα στὸν ὁποῖον μιλοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὅταν στὸ ὄρος Σινᾶ παραδόθηκε στὸν Μωυσῆ ἡ Διαθήκη μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Δεκαλόγου, συνοδευόταν ἀπὸ λεπτομερεῖς περιγραφὲς ἐκείνων τῶν μερῶν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συνθέσουν τὴν σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου.

Βασικὰ, ἡ σκηνὴ περιεῖχε τὴν κιβωτὸ τῆς Διαθήκης, μέσα στὴν ὁποία εἶχαν τοποθετηθεῖ ἡ χρυσῆ στάμνα ποὺ ἐφύλασσε τὸ μάννα, ἡ ράβδος τοῦ Ἁαρὼν ποὺ ἐβλάστησε καὶ οἱ δύο πλάκες τοῦ Δεκαλόγου (Ἐξ. 16, 33). Μέσα ἀκόμη στὴν σκηνή, πρὶν ἀπὸ τὸ καταπέτασμα, ὑπῆρχε τὸ χρυσὸ θυμιατήριο, ἡ χρυσῆ τράπεζα τῆς προθέσεως μὲ τοὺς δώδεκα συμβολικοὺς ἄρτους καὶ ἡ ἑπτάφωτος λυχνία. Τόσο δὲ τὴν ἐσέβετο ὁ λαός, ποὺ ἔκανε μεγάλους ἀγῶνες καὶ θυσίες γιὰ νὰ τὴν διασώσει ἀπὸ ἐπιδρομὲς ἀλλοφύλων, μέσα στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου. Ἀποτελοῦσε γι’ αὐτοὺς τὸ ἱερώτερο κειμήλιο τοῦ ἔθνους τους.

Ἡ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου μὲ ὅλα τὰ ἱερὰ σκεύη της, κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ προτύπωση τῆς Παναγίας μας. «Κιβωτὸς» ὑπῆρξε ἡ Παναγία, διότι ἔφερε στὰ σπλάχνα Της ὄχι τὶς δύο πλάκες τοῦ Νόμου, ἀλλὰ τὸν Ἴδιο τὸν Νομοθέτη Χριστό. «Εἶναι ἡ Κιβωτός», ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὁ Μ. Ἀθανάσιος, «ποὺ ἔσωσε ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος».

Εἶναι ἡ Θεοτόκος ἡ «χρυσῆ στάμνα», διότι ἔφερε μέσα της ὄχι τὸ μάννα, τὴν οὐρανόσταλτη γλυκιὰ τροφὴ μὲ τὴν ὁποία ἔτρεφε ὁ Θεὸς τὸν Ἰσραὴλ στὴν ἔρημο, ἀλλὰ τὸ μάννα τῆς ἀθανασίας, τὸν «ἄρτον τῆς ζωῆς» (Ἰω. 6, 35), τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Ἡ ράβδος Ἀαρὼν ἡ «βλαστήσασα» προεικονίζει τὴν Παναγία ποὺ φύτρωσε ἀπὸ τὴν γέρικη ρίζα τοῦ γενεαλογικοῦ δένδρου τοῦ Ἰεσσαὶ καὶ ἀνθοφόρησε τὰ ἀμάραντο ἄνθος, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος τὴν ὀνομάζει «ράβδο» ποὺ ἐβλάστησε τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας.

Οἱ πλάκες τοῦ Δεκαλόγου προτυπώνουν καὶ αὐτὲς τὴν Θεοτόκο. Αὐτὴ εἶναι ἡ «σαρκικὴ πλάκα» (Β΄ Κορ. 3, 3), πάνω στὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἔγραψε τὸν ζωντανὸ καὶ αἰώνιο λόγο Του. Οἱ πλάκες τοῦ Μωυσῆ περιεῖχαν τὶς δέκα ἐντολὲς. Ἡ Παναγία ἔγινε ὁ τόμος ποὺ περιελάμβανε τὸν Ἴδιο τὸν Νομοθέτη Χριστό.

Τὸ χρυσὸ θυμιατήριο, στὸ ὁποῖο κατὰ τὴν ὥρα τῆς λατρείας ἔβαζαν ἀναμμένα κάρβουνα καὶ θυμίαμα, συμβολίζει, ἐπίσης, τὴν Θεοτόκο ποὺ ἐβάστασε ἀφλέκτως τὸ πῦρ τῆς Θεότητος. Ἡ ὕπαρξή της ἀποτέλεσε ἕνα ἁγνὸ θυμιατήριο, τὸ ὁποῖο συνεχῶς ἀνέπεμπε τὸ θυμίαμα τῆς προσευχῆς πρὸς τὸν Θεό.

Ἡ χρυσῆ τράπεζα μὲ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως εἰκονίζει τὴν Παναγία ποὺ εἶναι ἡ πραγματικὴ Ἁγία Τράπεζα, πάνω στὴν ὁποία ἐναπέθεσε ὁ Θεὸς «τὸν οὐράνιον ἄρτον τὸν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάντα» (Ἰω. 6 ,41).

Τἐλος, ἡ ἑπτάφωτη λυχνία προτυπώνει τὴν σχέση τῆς Παναγίας μὲ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ἐκείνη ἐβάστασε τὸ «φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8, 12). Στὴν λυχνία αὐτὴ κατέβηκε ἡ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὲ αὐτὸ τὸ φῶς ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀληθινὴ ζωή. Εἶναι ἡ Θεοτόκος Μαρία ἡ «λαμπὰς ἡ ἄσβεστος» καὶ ἡ «Μητέρα τοῦ φωτός». Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας ἀναφωνεῖ: «Νὰ, λοιπὸν, ἡ Παρθένος θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει Υἱὸ καὶ θὰ τοῦ δώσει τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ» (Ἡσ. 7, 14).

Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ θὰ μεταφέρει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα πρὸς τὴν Παρθένο Μαρία: «Χαῖρε Κεχαριτωμένη! Θὰ συλλάβεις καὶ θὰ γεννήσεις Υἱὸν ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς, ὁ Ὁποῖος θὰ σώσει τὸν λαὸ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του» (Ματθ. 1, 21). Ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος γράφει ἐπεξηγώντας: «Ἀπὸ τὸν Πατέρα πρωτότοκος, ὄχι κτίσμα ὅπως τὰ ἄλλα, ἀλλὰ ἀπόλυτα ἴδιος». Ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διακηρύττει τὴν αἰώνια παρθενία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου σ’ αὐτὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως σχετικὰ μὲ τὴν σάρκωση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν θεία ἐνανθρώπηση ὅτι ἔγιναν «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου». Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος μὲ προφητικὸ πνεῦμα ἀναγγέλλει: «Νὰ, λοιπόν, ἀπὸ ἐδῶ καὶ στὸ ἑξῆς θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενεές» (Λουκ. 1, 48).

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος στὸν λόγο του στὴν Ἁγία Παρθένο λέγει: «Γιατὶ δὲν ὑπάρχει στὴν ζωή μας τίποτα τέτοιο ὅπως ἡ Θεοτόκος Μαρία. Ἄνθρωπε, γύρισε καὶ ἐξέτασε ὁλόκληρη τὴν κτίση μὲ τὴν σκέψη σου καὶ δὲς ἂν ὑπάρχει ἴσο ἢ μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν Ἁγία Θεοτόκο Παρθένο. Ταξίδεψε στὴν γῆ, γύρισε τὴν θάλασσα, ἐξέτασε τὸν ἀέρα καὶ τοὺς οὐρανοὺς μὲ τὴν σκέψη σου, θυμήσου ὅλες τὶς ἀόρατες δυνάμεις, καὶ δὲς ἂν ὑπάρχει ἄλλο τέτοιο θαῦμα στὴν κτίση. Ὁ Θεός, λοιπόν, ὄχι μόνον ἔβλεπε τὴν εὐσέβεια τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν τὴν εὐσέβεια ἔβλεπε. Προέβλεψε ὅτι ἀπὸ τὴν Ἰουδαία θὰ προερχόταν ἡ Ἁγία Θεοτόκος, προέβλεψε τὸν χορὸ τῶν Ἀποστόλων, τὰ τάγματα τῶν ὁμολογητῶν, τὶς μυριάδες τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἔμελλε νὰ πιστέψουν.

Ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Εἰρηναίου, ἀπευθυνόμενος στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο λέγει: «Πές μου, ὦ μακαρία Μαρία, τὶ ἦταν ἐκεῖνο ποὺ μεγάλωσε στὴν κοιλία σου καὶ κρατήθηκε στὴν παρθενική σου μήτρα; Ἦταν Λόγος Θεοῦ πρωτότοκος, ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σὲ σένα καὶ ἄνθρωπος πρωτότοκος ποὺ πλάσθηκε στὴν κοιλία σου». Περιγράφοντας ἔξοχα τὴν αἰώνια παρθενία της λέγει ὁ Ἅγιος: «Ὁ Δημιουργὸς τῶν ὅλων προῆλθε ἀπὸ τὴν ἄχραντη σύλληψη τῆς Παναγίας Ἀειπαρθένου Μαρίας, χωρὶς μετατροπή, ἕνωση ψυχῆς νοερῆς μὲ σῶμα ἀνθρώπινο, ἔγινε ἄνθρωπος, ἐνῶ ἀπὸ τὴν φύση του ἦταν ἐντελῶς διαφορετικὸς ἀπὸ τὴν κακία, γιατὶ ἦταν Θεός…».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος δοξολογεῖ τὴν Παναγία μας μὲ τοὺς ἐξαίσιους ὕμνους του: «Χαῖρε θεοτόκε Παρθένε! Σὺ εἶσαι Νύμφη χωρὶς λοχεία, ὁ ἔμψυχος ναὸς τοῦ Θεοῦ. Σὺ εἶσαι ὁδηγὸς τῆς σωφροσύνης τῶν πιστῶν. Σὺ εἶσαι τὸ κλειδὶ τῆς Οὐράνιας Βασιλείας. Σὺ εἶσαι τὸ ταμεῖο τῆς θεϊκῆς προνοίας. Σὺ εἶσαι τὸ δοχεῖο τῆς θεϊκῆς σοφίας. Σὺ εἶσαι ἀρετῆς ἑστία. Σὺ εἶσαι θησαυρὸς σοφίας. Σὺ εἶσαι τὸ στεφάνι τῆς ἐγκρατείας. Σὺ εἶσαι τῶν μητέρων τὸ κόσμημα. Σὺ εἶσαι ἡ πύλη τῆς σωτηρίας».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἀτενίζοντας τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὑψώσας τὰς ἱεράς του χεῖρας καὶ ἐν μέσῳ βαθείας συγκινήσεως ὅλων τῶν ἀδελφῶν, ἤρχισε νὰ τῆς λέγει: «Ἐσύ, Κυρία Θεοτόκε, ποὺ εἶσαι ἡ βοήθεια τῶν ἀπηλπισμένων, τῶν πειραζομένων, τῶν θλιβομένων, ἐσὺ καὶ τὰς ἰδικάς μας θλίψεις καὶ στενοχωρίας πρόφθασον. Πρόφθασον καὶ λύτρωσε ἡμᾶς ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν καὶ ἐπιβούλων δαιμόνων. Σκέπασον ἡμᾶς ὑπὸ τὴν σκέπην σου‧ ἄνοιξον τὰς παναχράντους σου χεῖρας καὶ σκέπασον τὴν ποίμνην σου ἀπὸ τοὺς ἀοράτους ἐχθροὺς καὶ τοὺς δαίμονας. Δὲν θέλω νὰ βγάλης τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ νὰ μᾶς δίδης δύναμιν νὰ πολεμῶμεν καὶ νὰ νικῶμεν αὐτούς. Νὰ μᾶς φωτίσης, νὰ μᾶς στερεώσης καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσης νὰ γίνωμεν ἀγαπητοὶ κοντὰ εἰς τὸν Υἱόν σου. Ὁ Θεὸς νὰ δίδη καὶ εἰς ἐμένα, διὰ πρεσβειῶν σου, ὑπομονὴν καὶ σκέψεις μεγάλας καὶ καλάς, διὰ νὰ ἀποτελειώσω τοῦτο τὸ ἔργον μου».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συμπληρώνει: «Ἀπὸ πολὺ σεβασμὸ στὸν Χριστὸ νοιώθω περισσότερη ἄνεση στὴν Παναγία, ὅπως καὶ τὰ παιδιὰ πηγαίνουν στὴν μάνα μὲ περισσότερο θάρρος ἀπ’ ὅ,τι στὸν πατέρα, ἀπὸ σεβασμὸ πρὸς τὸν πατέρα. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν πραγματικὴ εὐλάβεια καὶ σεβασμὸ στὸν Χριστό, συστέλλονται μπροστὰ στὸν Χριστό, ἐνῶ στὴν Παναγία ἔχουν περισσότερο θάρρος καὶ τὴν πλησιάζουν ἄνετα, γιατὶ ἡ Παναγία ἀνήκει στὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ ἡ Παναγία στὸν Χριστὸ τὰ πηγαίνει ὅλα καὶ μὲ τὴν στοργὴ καὶ τὴν τρυφερότητά της γεμίζει τὴν ψυχή μας ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἔρωτα στὸν Χριστό. Οἱ Χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας ἔχουν πολλὴ χάρη. Νὰ τοὺς μάθουμε ἀπ’ ἔξω καὶ νὰ τοὺς λέμε μέσα στὴν ἡμέρα». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Ἐγὼ αἰσθάνομαι σὰν παιδάκι κοντά της. Τὴν νοιώθω μάνα μου. Σὰν μωρὸ ποὺ θηλάζει στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας του ξένοιαστο, ἀμέριμνο καὶ νοιώθει τὴν μεγάλη της ἀγάπη καὶ τὴν ἀνέκφραστη στοργή της καὶ τρέφομαι μὲ χάρη».

Χριστιανοί μου!

Καθημερινά, κυρίως ὅμως σὲ κάθε ἑορτὴ τῆς Θεοτόκου - σήμερα τιμᾶμε τὴν κατάθεση τῆς τιμίας ἐσθῆτος της- ὁ νοῦς μας πηγαίνει σ’ Ἐκείνην ποὺ εἶναι ἡ νέα Κιβωτός, ἡ χρυσῆ στάμνα ἡ ἔχουσα τὸ μάννα, ποὺ μαρτυρεῖ τὴν συνεχῆ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὸν παρόντα κόσμο. Ἡ Παναγία γιὰ τοὺς πιστοὺς εἶναι ἡ μεγάλη ἐλπίδα. Ἡ παρουσία της ἐγγυᾶται τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἔλεός Του τὸ ἄπειρο γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἄν, λοιπόν, ἡ Κιβωτὸς τοῦ Μαρτυρίου γιὰ τοὺς Ἰσραηλίτες ἦταν ἡ μεγαλύτερη μαρτυρία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γιὰ μᾶς ἡ Παναγία εἶναι ἡ ἰσχυρότερη ἀπόδειξη τῆς παντοτινῆς ἀγάπης τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ. Ὅσο πρεσβεύει ἡ Παναγία, ὁ κόσμος θὰ στέκει. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ φωτιζόμαστε μὲ τὸ φῶς της, νὰ ἀναπνέουμε τὴν εὐωδία τῶν χαρίτων της, νὰ τρεφόμαστε μὲ τὸ δικό Της «μάννα», νὰ ἐμπνεόμαστε ἀπὸ τὴν δική της ἀγάπη καὶ νὰ γινόμαστε ἕνα μὲ Αὐτὴν διὰ τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ ποιητὴς Γ. Βερίτης στὸ ἔργο του «Ἑλλήνων ὕμνος», τὸ ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς ἡρωικοὺς πολεμιστὲς, ἀναφωνεῖ:

«Ὦ χαῖρε, χαῖρε ἀθάνατε Παρθένε καὶ Μητέρα!
Μές στοῦ πολέμου τὴν ὀργὴ καὶ μές στὴν καταιγίδα,
σὲ Σένα ὑψώνεται ἡ ψυχὴ κι ὁ νοῦς μας νύχτα-μέρα.
Ὦ θεία τοῦ Γένους γλυκιὰ παρηγοριὰ κι ἐλπίδα,
γιὰ τὴν ἀναπάντεχη χαρά, γιὰ τὴν τιμὴ τὴν τόση,
γιὰ τὴν οὐράνια δύναμη ποὺ Ἐσὺ μᾶς ἔχεις δώσει,
ὅσο θὰ ζεῖ ἡ Ἑλλάδα μας, Μητέρα τρισμεγάλη,
τὴν δόξα Σου θὰ ψάλλει.
Σ’ εὐχαριστοῦμε ὁλόψυχα!» ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου