Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η' ΛΟΥΚΑ (12.11.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 45
Κυριακή ΚΓ΄ Ἐπιστολῶν
12 Νοεμβρίου 2023
(Β΄ Κορ. θ΄ 6-11)

«περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν» (Β΄ Κορ. θ΄, 8).

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἀδελφοί, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει. Ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. Δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, καθὼς γέγραπται· «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα». Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾿ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀγαπητοί ἀδελφοί, τιμώντας σήμερα τήν μνήμην τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, ἑνός μεγάλου Ἁγίου μέ πλούσιο καί φιλανθρωπικό ἔργο, μᾶς ξαναπροβάλλει καί πάλι τήν ἴδια περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν λίγες ἑβδομάδες. Σάν φιλόστοργη Μητέρα, καί μάλιστα ἐν ὄψει τῆς εἰσόδου τοῦ Ἱεροῦ Σαρανταημέρου, μᾶς παροτρύνει νά ἱεροκαθρεπτισθοῦμε στή μεγάλη ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης καί στή σωστή χρήση της.

Ἡ ἀξία τῆς ἐλεημοσύνης ἔγκειται στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐξασκεῖται. Εἶναι μιά ἀρετή πού, ἐνῶ ἀνακουφίζει πολλούς ἀπό τίς ἀνάγκες στίς ὁποῖες ἔχουν περιέλθει, ἀντίθετα, δέν καλλιεργεῖται μέ τίς ἴδιες προϋποθέσεις ἀπ’ αὐτούς πού τήν ἐξασκοῦν, οὔτε ἔχει τά ἴδια ἀπότελέσματα σέ ὅλους. Ἄλλοι κάνουν ἐλεημοσύνη ἀπό μιά παρόρμηση κενοδοξίας καί ἐπιδεικτικότητας. Ἄλλοι, γιά νά ἐπιτύχουν κάποιο ἰδιοτελῆ σκοπό καί ἄλλοι ἀπό ἀγάπη καί καλωσύνη γιά τό συνάνθρωπό τους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει: «σποράν οἶμαι τήν ἀνθρωπίνην εἶναι προαίρεσιν, θέρος δέ τήν ἐπί τῇ προαιρέσει ἀντίδοσιν». Ἡ ἀνθρώπινη προαίρεση εἶναι ἕνας σπόρος, πού, ἀνάλογα μέ τό περιεχόμενόν του, θερίζουμε τά ἀποτελέσματα. Γι’αὐτό καί σύμφωνα μέ τίς πράξεις τους θά κριθοῦν κατά τήν Δευτέρα Παρουσία οἱ ἄνθρωποι, «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου ...», ἤ «πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι...» (Ματθ. 25, 34-41). Ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀδέκαστη καί συμφωνεῖ μέ τήν ἀνθρώπινη προαίρεση. Τήν καλή λειτουργία τῆς προαιρέσεως τοῦ ἀνθρώπου ἐπεξηγεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέγει ὅτι «ὁ σπείρων φειδομένως, φειδομένως καί θερίσει...» (Β΄Κορ. 9,6). Μάλιστα χρησιμοποιεῖ τή λέξη δικαιοσύνη ̇ «αὐξήσει τά γεννήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν», πού σημαίνει τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου πρός τίς ἀνάγκες τοῦ συνανθρώπου του. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ πιό κύρια ἔκφραση τῆς δικαιοσύνης. Εἶναι ἡ ἀγαπητική διάθεση πού ἔχουμε καί ἡ ὁποία ἐκφράζεται καί μετουσιώνεται σέ ἔργα ἀγάπης καί πράξεις λατρείας καί ἀφοσιώσεως. Ὁ σοφός Ἀπόστολος τονίζει ἰδιαίτερα καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά ἐξασκεῖται, δηλαδή, «μή ἐκ λύπης ἤ ἐξ ἀνάγκης, ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός».

Ἄς δοῦμε, ὅμως, πῶς γίνεται ἡ σωστή ἐλεημοσύνη. Ὁ Σωτήριος λόγος τοῦ Θεοῦ, μέ σοφία καί ἐπιστήμη, καταστέλλει τά ἀνθρώπινα πάθη καί «πρός τό κρεῖττον μετοχεύει» (Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης). Πιό συγκεκριμένα ὁ Χριστός μᾶς προτρέπει: «προσέχετε τήν ἐλεημοσύνην ὑμῶν μή ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρός τό θεαθῆναι αὐτοῖς. Εἰ δέ μή γε, μισθόν οὐκ ἔχετε παρά τῷ πατρί ὑμῶν τῷ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ,. 6,1). Μέσα στήν ἀνθρώπινη φύση ἔχουν ἐμφυτευθεῖ, ἐξ ἀρχῆς, τά σπέρματα τῆς φιλοτιμίας γιά νά γίνουμε θερμοί ἀγωνιστές, ὥστε νά μή δουλεύουμε στά ἀνελεύθερα πάθη καί στή δοξομανία, ἀλλά νά ἐπιδιώκουμε τά καλύτερα. Ἐάν, ὅμως, τό ἔμφυτο αὐτό δῶρο τό διοχετεύουμε πρός τά ἀντίθετα, τότε καταλαμβανόμαστε ἀπό τά φοβερά πάθη. Ἔρχεται, λοιπόν, ὁ ἄριστος γεωργός τῶν ψυχῶν, πού εἶναι ὁ Κύριος καί μᾶς κόβει τά ἐκβλαστήματα τῆς δοξομανίας. Ἡ ἐλεημοσύνη πού γίνεται γιά νά δοξασθοῦμε εἶναι ὑποκριτική. Τῶν ὑποκριτῶν τό πρόσωπο εἶναι ἡ δοξομανία, ἐνῶ τό προσωπεῖο εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε πώς πραγματική ἀρετή εἶναι καί ὀνομάζεται ἐκείνη πού γίνεται χωρίς ἐπίδειξη. «Μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. 6,3). Ἐάν γίνεται ἀπό φιλοδοξία χάνει τό χαρακτήρα τῆς γνησιότητας.

Οἱ χριστιανοί, πού ὑπακούοντας στό νόμο τῆς ἀγάπης καί τῆς ἔμπρακτης φιλαδελφίας ἀσκοῦν τό χρέος τῆς γνήσιας ἐλεημοσύνης, ὀφείλουν νά πιστεύουν ὅτι ὁ παντοδύναμος Θεός, ἡ πηγή τῶν χαρίτων καί τῶν εὐλογιῶν, ὄχι μόνο δέν θά τούς ἐγκαταλείψει, ἀλλά καί θά τούς χαρίσει ἀφθόνως κάθε χάρη: τή χάρη νά προσφέρουν μέ προθυμία σέ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη καί τήν ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ἀπό τά ὁποῖα θά πρέπει νά δίνουν καί στούς ἄλλους. Αὐτό τονίζει ὁ μακάριος Παῦλος πρός τούς Κορινθίους. Ὁ λόγος του, καθώς παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι ταυτόχρονα καί συμβουλή καί εὐχή: «οὐ συμβουλεύει μόνον, ἀλλά καί ἐπεύχεται». Προϋπόθεση γιά νά ἀσκήσουμε τό χρέος τῆς ἐλεημοσύνης δέν εἶναι ἡ ὕπαρξη πλούτου ἀλλά ἡ αὐτάρκεια. Γι’ αὐτό καί ὁ Παῦλος κατά τόν Χρυσόστομο «οὔ πλοῦτον εὔχεται, οὐδέ περισσείαν, ἀλλά πᾶσαν αὐτάρκειαν». Ὅταν, λοιπόν, μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νά ἐπαρκοῦμε στίς ἀνάγκες μας (πράγμα πού σημαίνει παράλληλα ὅτι εἴμαστε καί ὁλιγαρκεῖς), τότε θά ἔχουμε τή δυνατότητα μέ τό παραπάνω - «ἵνα...περισσεύητε»- νά ἀνταποκρινόμαστε «εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν»̇ «οὐκ ἐν ἐλεημοσύνῃ μόνον, ἀλλά καί ἐν τοῖς ἄλλοις ἅπασι» (ἱερός Χρυσόστομος).
Ἡ σοφία τῶν θείων Πατέρων θά μᾶς διδάξει:

Ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἡ ἑκούσιος παρά ἀνθρώποις ἐπιφάνεια» ζημιώνει τό μισθό τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐξάσκηση τῆς φιλανθρωπίας νά μή γίνεται μέ ἐμπάθεια, οὔτε νά τήν ἀκολουθεῖ ὑπερήφανος λογισμός. Νά εἶναι ἄκομπος (χωρίς κομπασμό), δηλαδή μέ ταπεινό φρόνημα καί νά μήν ἐπιδιώκει τά χειροκροτήματα τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά νά προσδοκᾶ τούς μελλοντικούς στεφάνους. Καμμιά ὑστερόβουλη σκέψη ὅπως π.χ. ἡ τιμή τῶν ἀνθρώπων, ἡ προϋπόθεση γιά τήν ἀναρρίχηση σέ κάποια ἀξιώματα, ἤ ἡ ἐκμετάλευση τῶν ἄλλων πού ἐλεοῦμε δέν ἐπιτρέπεται νά συνοδεύει τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Τό σχολεῖο τοῦ Θεοῦ δέν γνωρίζει τήν συνήθεια τῶν ἐγκωμίων...ὅπως κατά τρόπο αὐτόματο ὁ φωτισμός ἀκολουθεῖ τή φωτιά καί ἡ εὐωδία τό μύρο, ἔτσι καί τίς ἀγαθές πράξεις ἀκολουθεῖ ἡ ὠφέλεια.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: Ἀπόδειξη τῆς διαθέσεως εἶναι τό ἔργο! Δέν εἶναι σοφός ἐκεῖνος πού εἶναι σοφός στόν λόγο καί στήν εὐφράδεια γλώσσας, ἀλλά ἐκεῖνος πού λέει λίγα μέν περί ἀρετῆς, παρουσιάζει ὅμως πολλά μέ ἐκεῖνα πού κάνει καί ἐπιβεβαιώνει μέ τήν ζωή του τήν ἀξιοπιστία τοῦ λόγου του. Τό πιό θεϊκό πράγμα πού διαθέτει ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό νά εὐεργετεῖ. Μπορεῖς νά γίνης Θεός χωρίς νά κοπιάσεις καθόλου. Μή χάσεις τήν εὐκαιρία τῆς θεώσεως.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Τά μέν θαύματα θά θεωρηθοῦν ἀπό τούς πονηρούς καί τούς ἀναίσχυντους ἀνθρώπους ὡς ὕποπτα. Ἐνῶ ὁ ἐνάρετος βίος διά τοῦ πλήθους τῶν ἀγαθῶν ἔργων του, θά μπορέσει νά φράξει καί αὐτό τό στόμα τοῦ διαβόλου. Πάντοτε ἡ κακία δείχνει μεγάλη ἐχθρότητα πρός τήν ἀρετή. Καί ὅμως, ὄχι μόνο δέν τήν βλάπτει, ἀλλά καί μέ τόν πόλεμο πού διεξάγει ἐναντίον της τήν καθιστᾶ ἰσχυρότερη. Δέν εἶναι καί τόσο φοβερό τό νά κλαῖμε, ἀγαπητοί μου, θά πεῖ ὁ χρυσός Ἐπίσκοπος, ἀλλά τό νά πράττουμε ἔργα ἄξια γιά κλάματα. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη παρακίνηση γιά τήν ἐκτέλεση ἐναρέτων ἔργων, ὅσα ἡ ἐνθύμηση τῶν ἁμαρτημάτων μας.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: Ὁ ἀνελεήμονας εἶναι ἄνθρωπος δυστυχισμένος, γιατί ἡ καρδιά του οὐδέποτε αἰσθάνθηκε τή χαρά τῆς εὐεργεσίας καί τῆς ἐλεημοσύνης. Δέν κατάλαβε ὅτι ἡ ἀληθινή ἀπόλαυση ἔγκειται στήν ἀγάπη τοῦ πλησίον. Δέν κατάλαβε ὅτι ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς του ξεκινάει ἀπό τήν καρδιά τοῦ πλησίον του, ὅτι ὅταν χαρίζει στούς ἄλλους, μαζεύει πλοῦτο αἰώνιο, πλοῦτο ἀδαπάνητο, ἀληθινό, μέ τόν ὁποῖο καί μόνο ἀγοράζουμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί θά συνεχίσει ὁ Ἅγιος: Ὁ ἐλεήμονας χαίρεται ὄχι μέ τήν καλοπέραση καί τήν ἀπόλαυση, ἀλλά μέ τήν εὐεργεσία καί τήν ἀγαθοεργία. Ὁ ἐλεήμονας σπέρνει δίχως νά λυπᾶται, ἐλπίζοντας στόν Κύριο, καί ὁ πλοῦτος πού σκορπίζεται κατ’ αὐτό τόν τρόπο, ἀποταμιεύεται στόν οὐρανό. Πρός τούς ἐλεήμονες ὁ Κύριος θά πεῖ: «δεῦτε οἰ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν» (Ματθ. 25,34).

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος: Μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀλλήλων τά βάρη βαστάζετε καί οὕτως ἀναπληρώσατε τόν νόμον τοῦ Χριστοῦ». Μέ τί τρόπον; Μέ τήν ἀγάπην πρός τόν πλησίον μας νά βοηθοῦμε τόν ἀδελφό μας. Ἐγώ ἄλλο δέν θέλω, μόνον νά μπορῶ νά κάμνω ἀκόμα κάτι καλό στόν ἄλλο̇ ὅποιος καί νά εἶναι ἕνας Τοῦρκος νά εἶναι, ἕνας Ἐβραῖος, ἕνας ἀράπης, θέλω νά τοῦ κάμνω ἕνα καλό. Ὅποιος βρεθεῖ κοντά μου, φίλος μου εἶναι, ἐχθρός μου, ὅποιος καί νά εἶναι, θέλω νά μέ ἀξιώσει ὁ Κύριός μου νά μπορέσω νά τοῦ κάμω κάτι καί νά τόν βοηθήσω, ὅπως ἔκαμνα ὅλα μου τά χρόνια.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: Γνώριζε, παιδί μου, ὅτι τό πάθος τῆς ἀμέλειας μέ τό κρυφό φαρμάκι του λίγο - λίγο σαπίζει, ὄχι μόνο τίς πρῶτες τρυφερές ρίζες πού θά εἶχαν βλαστήσει τίς ἕξεις τῶν ἀρετῶν, ἀλλά σαπίζει καί τίς ρίζες τῶν καλῶν ἕξεων (συνηθειῶν) πού ἀποκτήθηκαν. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» λέει ὁ Παῦλος. Ὅσοι ἔχουν κοσμική ἀγάπη μαλώνουν ποιός θά ἁρπάξει περισσότερη ἀγάπη γιά τόν ἑαυτό του. Ὅσοι, ὅμως, ἔχουν τήν πνευματική ἀγάπη, τήν ἀκριβῆ ἀγάπη μαλώνουν ποιός θά δώσει περισσότερη ἀγάπη στόν ἄλλο. Θέλουν ὅλο νά δίνουν καί δίνονται. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀγαπιοῦνται ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀλλά πιό πολύ ἀπό τόν Θεό, μέ τόν ὁποῖο συγγενεύουν. Γιά νά χαίρεται κανείς ἀληθινά, πνευματικά, πρέπει νά ἀγαπᾶ, καί γιά νά ἀγαπᾶ, πρέπει νά πιστεύει. Δέν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι καί γι’αὐτό δέν ἀγαποῦν, δέν θυσιάζονται καί δέν χαίρονται. Ὅταν ἀγαπᾶς χαίρεσαι. Ἡ θεϊκή χαρά ἔρχεται μέ τό δόσιμο. Ὁ Χριστός συγκινεῖται ὅταν ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας καί τό ἐκφράζουμε μέ τά ἀγαθοποιά ἔργα μας (ὑλικῶς καί ἠθικῶς) καί μᾶς γεμίζει μέ τή θεία εὐφροσύνη Του.

Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Αὐγουστῖνος Καντιώτης: Ποιά εἶναι τά καλά ἔργα; Σ’ ἕνα χωριό φτάνει ἕνας ξένος. Ἄν ἕνα σπίτι τόν δεχθεῖ καί τόν περιποιηθεῖ εἶναι ἔργο καλό. Στό κρεβάτι τοῦ πόνου εἶναι ἕνας ἡλικιωμένος ἀνήμπορος. Μιά, ὅμως, σπλαχνική γριά γυναίκα ἔρχεται καί τόν περιποιεῖται̇ αὐτό εἶναι καλό ἔργο. Νά σπείρεις τό χωράφι τῆς χήρας μέ τά ὀρφανά, εἶναι καλό ἔργο.

Αὐτό χριστιανοί μου!

Ἄν κάτι μᾶς φέρνει πλησιέστερα πρός τόν Θεό καί μᾶς κάνει νά τοῦ μοιάσουμε, αὐτό εἶναι ἡ ἀγάπη πού δείχνουμε στούς ἄλλους καί ἡ ἐλεημοσύνη πού ἀσκοῦμε χάριν τῶν «ἐλαχίστων» ἀδελφῶν μας. (Ματθ.25,40). «Ὁ Κύριος», διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, «τήν ἐλεημοσύνην ὥρισε πρός τήν ὁμοίωσιν τοῦ Πατρός, ὡς προσεγγίζουσαν αὐτῷ τούς τελειοῦντας αὐτήν». «Οἰκτίρμων καί ἐλεήμων ὁ Κύριος» (ψαλμ. 102,8). Σπλαχνικοί καί ἐλεήμονες ὀφείλουμε νά εἴμαστε κι ἐμεῖς τά παιδιά Του (Λουκ. 6,36). Ἁπλόχερα ὁ Θεός παρέχει τίς εὐλογίες Του. Μέ ἁπλοχεριά ἄς δίνουμε κι ἐμεῖς σέ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη. Τό χέρι μας, ὅταν κάνουμε ἐλεημοσύνη, δέν κινεῖται μόνο του. Τό κινεῖ ἡ καρδιά μας. «Ἕκαστος καθώς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ» διδάσκει ὁ Ἀπόστολος.

Ὡς χριστιανοί γνωρίζουμε καλά πώς ὅ,τι προσφέρουμε στούς ἀδελφούς μας πού βρίσκονται σέ ἀνάγκη μέ πράξη ἤ μέ ἕνα παρηγορητικό μας λόγο, εἶναι σάν νά τό προσφέρουμε στόν ἴδιο τό Χριστό (Ματθ. 25,40). Γιά τό λόγο αὐτό τό δίνουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά̇ «μή ἐκ λύπης ἤ ἐξ ἀνάγκης», ἀλλά μέ προθυμία καί χαρά. Ὁ Θεός περισσότερον ἀπό τή πράξη τῆς προσφορᾶς, μετρᾶ τή διάθεσή μας. Βλέπει καί κρίνει τή πρόθεση τῆς καρδιᾶς μας. Πράγματι, «οὐδέν οὕτως εὐφραίνει τόν Θεόν ὡς ἐλεημοσύνη», ὅπως διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Ἀλλά ἐλεημοσύνη πού θά πρέπει νά ἀσκοῦμε μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος θέλει καί πού θά συνιστᾶ τελικά «εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ». Καί οἱ ἄνθρωποι νά δοῦν ὄντως τά καλά μας ἔργα γιά νά δοξάζεται τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο (Ματθ. 5,16), μαζί μέ τό τραγούδι τοῦ Γ. Βερίτη: «Φλόγα νἄν’ἡ ψυχή γιά τό νόμο Σου, καί φωτιά τοῦ κακοῦ καί τοῦ σάπιου, καί ν’ ἀνθίζει λουλούδι στήν ἄνοιξη, γιά νά κάνει καρπούς τήν ἀγάπη. Τήν ἀγάπη πού μένει ἀμετάβλητη καί νεάζει καί παίρνεις δυνάμεις, γιά τά ἔργα πού γίνονται ἀθόρυβα. Δός τες, Κύριε, καί χάρη καί δύναμη κι ἀγάπη καί ζῆλο». ΑΜΗΝ!                                            Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου