Κυριακή 28 Αυγούστου 2022

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (ΙΑ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ) 28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2022


TheioKirigma L

Ἀριθμός 36
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
«οὐκ ἔδει σε ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγὼ σὲ ἠλέησα;» (Ματθ. 18, 33)
28 Αὐγούστου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν ταύτην· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ ὃς ἠθέλησεν συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. Ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα ἔχει, καὶ ἀποδοθῆναι. Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων, Μακροθύμησον ἐπ᾽ ἐμοί, καὶ πάντα ἀποδώσω σοι. Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτόν, καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. Ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγεν λέγων, Ἀπόδος εἴ τι ὀφείλεις. Πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων, Μακροθύμησον ἐπ᾽ ἐμοί, καὶ ἀποδώσω σοι. Ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. Ἰδόντες οὖν οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ, Δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς κἀγὼ σὲ ἠλέησα; καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον. Οὕτως καὶ ὁ πατήρ μου ὁ οὐράνιος ποιήσει ὑμῖν ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες χριστιανικὲς ἀρετὲς μᾶς προβάλλει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, τὴν ἀνεξικακία. Τὶ σημαίνει ἀνεξικακία; Μακροθυμία καὶ ἀνοχὴ τῶν κακῶν ποὺ μᾶς προξενοῦν οἱ συνάνθρωποί μας. Ἀκόμη διάθεση εἰλικρινὴς καὶ πηγαία, ὄχι μόνο νὰ μὴ θυμόμαστε τὰ κακὰ ποὺ μᾶς προξένησαν καὶ νὰ μὴ θέλουμε νὰ ἀντεκδικηθοῦμε, ἀλλὰ καὶ νὰ συγχωροῦμε ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔβλαψαν καὶ νὰ ἀνταποδίδουμε καλὸ ἀντὶ τοῦ κακοῦ ποὺ μᾶς ἔκαναν.

Στὸ πρόσωπο τοῦ βασιλιᾶ τῆς παραβολῆς ποὺ εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, βλέπουμε τὴν εὐσπλαγχνία καὶ τὴν συγγνώμη. Στὸ πρόσωπο τοῦ δούλου τὴν ἀσπλαγχνία καὶ τὴν κακότητα. Ἐνῶ ὁ δοῦλος συγχωρεῖται, ἐνῶ παραγράφεται τὸ τεράστιο χρέος του, ἐκεῖνος ἀρνεῖται νὰ συγχωρήσει τὸν σύνδουλό του καὶ νὰ μακροθυμήσει γιὰ λίγο, ὥστε νὰ μπορέσει ὁ δυστυχὴς συνάδελφός του νὰ ἐξοφλήσει τὸ μικρὸ χρέος. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ θὰ τοῦ θέσει ὁ βασιλιάς, μετὰ τὴν καταγγελία τῶν ἄλλων δούλων εἶναι ἀμείλικτο: «Πονηρὲ δοῦλε, ἐπειδὴ μὲ παρεκάλεσες σοῦ ἄφησα ὅλο ἐκεῖνο τὸ τεράστιο χρέος. Δὲν ἔπρεπε, λοιπόν, ὅπως ἐγὼ σὲ λυπήθηκα, νὰ λυπηθεῖς καὶ ἐσὺ τὸν σύνδουλό σου;» Καὶ ὁ Κύριος κλείνει τὴν παραβολὴ μὲ ἕνα συμπέρασμα ἰδιαίτερης σημασίας: «Ἔτσι θὰ κάνει καὶ σὲ σᾶς ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μου, πρὸς τὸν Ὁποῖο εἶστε ὀφειλέτες ἀνεξόφλητου χρέους, λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν σας, ἂν δὲν συγχωρήσετε ὁ καθένας τὸν ἀδελφό σας, ὄχι μόνο μὲ τὸ στόμα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά σας».

Ἀδελφοί μου,

Ἂς θυμηθοῦμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου. Ἐντολὴ καινούργια. Ἄγνωστη στοὺς ἀρχαίους. Μὲ αὐτὴν μᾶς ζητᾶ νὰ ἀγαπᾶμε ἐκείνους ποὺ θέλουν τὸ κακό μας καὶ μᾶς καταδιώκουν, ποὺ μᾶς μισοῦν καὶ μᾶς ἀδικοῦν. Καὶ μᾶς παραγγέλλει ὄχι μόνο νὰ τοὺς ἀγαπᾶμε, ἀλλὰ καὶ νὰ τοὺς συγχωροῦμε καὶ νὰ τοὺς εὐεργετοῦμε καὶ νὰ προσευχόμαστε γι’ αὐτούς (Ματθ. 5, 43). Στὴν καρδιὰ τοῦ Χριστιανοῦ δὲν νοεῖται νὰ ὑπάρχει ἀπέχθεια καὶ μῖσος. Τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν κακία μισοῦμε καὶ ἀποστρεφόμαστε. Νὰ ξέρουμε νὰ συγχωροῦμε. Αὐτὸ εἶναι τὸ γνήσιο χριστιανικὸ ἦθος. Νὰ ἀπαντοῦμε στὸ κακὸ μὲ τὸ καλό, στὸ μῖσος μὲ τὴν ἀγάπη, στὴν ἀχαριστία μὲ τὴν εὐεργεσία. Τὶ ἔκανε ὁ Θεὸς γιὰ ἐμᾶς; Συγχώρεσε ὅλα τὰ ἀμαρτήματά μας διὰ τῆς προσηλώσεώς Του στὸν Σταυρό. (Κολ. 2, 13). Μᾶς υἱοθέτησε, μᾶς ἔκανε παιδιά Του ἀγαπημένα. Ἂς μιμούμαστε τὸ παράδειγμά Του. «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατήρ μου οἰκτίρμων ἐστί» (Λουκ. 6, 36).

Ἀδελφοί μου,

Ὁ Κύριος καὶ Θεός μας εἶναι μακρόθυμος καὶ πολυέλεος. Ἂν μετανοοῦμε εἰλικρινὰ γιὰ τὰ σφάλματά μας καὶ προστρέχουμε σὲ Αὐτόν, εἶναι πάντα πρόθυμος νὰ μᾶς συγχωρήσει. Μὲ μιὰ ὅμως ἀπαράβατη προϋπόθεση: ὅτι καὶ ἐμεῖς συγχωροῦμε ὅσους μᾶς ἀδικοῦν καὶ μᾶς βλάπτουν. Κατὰ τὸ μέτρο τῆς δικῆς μας συγγνώμης καὶ ἀνεξικακίας ἀπέναντι στοὺς ἄλλους θὰ φανεῖ ἵλεως καὶ ἀνεξίκακος καὶ σὲ μᾶς ὁ Θεός (Ματθ. 6, 14) «Δὲν ἔπρεπε κι ἐσὺ νὰ ἐλεήσεις τὸν σύνδουλό σου ὅπως καὶ ἐγὼ σὲ ἐλέησα;», θὰ ἀντηχήσει στ’ αὐτιά μας ἡ γεμάτη στοργὴ φωνή Του. Τότε θὰ ἀκούει καὶ τὶς προσευχές μας.

Τὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν λέγει: «Μὴ πεῖς, ὅπως μοῦ φέρθηκε αὐτὸς θὰ τοῦ φερθῶ κι ἐγώ, θὰ τὸν ἐκδικηθῶ γιὰ ὅσα μὲ ἀδίκησε» (Παρ. 24, 29). Καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προσθέτει: «Μὴ ἑαυτοὺς ἐκδικοῦντες, ἀγαπητοί, ἀλλὰ δότε τόπον τῇ ὀργῇ» (Ρωμ. 12, 19).

Ἂς εἰσέλθουμε, ὅμως, στὸν εὐώδη λειμῶνα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ ἂς εὐφρανθοῦμε μὲ τὰ μυροβόλα ἄνθη τῶν θείων σκέψεών τους.

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος γράφει: «Καλὴ ἡ ἀκακία. Δεσποτικὴ μίμηση, θεϊκὴ ὁμοίωση, ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶναι ἄκακος καὶ ἅγιος. Ἡ ἀκακία εἶναι φυλακτήριο τῆς ψυχῆς, καθαρισμὸς τοῦ νοῦ, καταστολὴ τῶν κακῶν συνηθειῶν, ἡσυχία τῶν λογισμῶν, ἡμερότητα ποὺ φαίνεται στὴν ἔκφραση τοῦ προσώπου, πραότητα τῶν ὀφθαλμῶν, ὁδηγὸς τῆς φιλίας, μητέρα τῆς ἀγάπης, ὁμοδίαιτη τῆς πίστης, τελειοποίηση τῆς δικαιοσύνης καὶ ὁπωσδήποτε ρίζα κάθε ἀρετῆς καὶ θεμέλιο τῆς ἀγαθότητος. Δὲν γνωρίζει τὴν ἔννοια τῆς ἔχθρας οὔτε τὴν ἀγριότητα τῆς ὀργῆς οὔτε τὴν ἐνέργεια τῆς κακίας, ἀλλὰ στέκεται σὰν βασίλισσα, περιτριγυρισμένη ἀπὸ ὅλες τὶς ἀρετές».

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος: «Ἄκακος εἶναι ὁ ἀπονήρευτος‧ αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει κακία, ὁ εὐθύς, ὁ ἀκέραιος, ὁ δίκαιος. Ὁ ἄκακος δὲν πράττει κακὰ ἔργα. Στέκεται ἀπέναντι στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνο μὲ τὴν ἐπιφανειακὴ καλωσύνη καὶ τὴν ἀμφίεση τοῦ ἀγαθοῦ, ἀλλὰ κυρίως ἔχοντας τὴν καρδιά του ἀβεβήλωτη καὶ ἔτσι γίνεται ἀντιληπτός. Ὁ ἄκακος εὐλογεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ τὸν κατατάσσει στὸν χορὸ τῶν δικαίων. Εἶναι ἀγαπημένος ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ στέκεται κοντά Του μὲ πλήρη ἐμπιστοσύνη. Ὁ Θεὸς θὰ τὸν δοξάσει ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς του».

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης σημειώνει: «Ὁ διάβολος εἶναι κακία. Τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ἀρχίσεις νὰ νοιώθεις κακία γιὰ τὸν πλησίον σου, φωλιάζεις μέσα σου τὸν διάβολο. Τόσο πολὺ ἁπλώνεται καὶ τόσο βαρὺς εἶναι. Γι’ αὐτὸ μὴ δεχθεῖς κακία στὴν καρδιά σου οὔτε γιὰ μιὰ στιγμή. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ διάβολος. Διαφορετικὰ ἡ κακία, ἀκόμα κι ὅταν δὲν ἐξωτερικεύεται μὲ λόγια, θὰ φαίνεται στὴν ματιά σου καὶ θὰ δηλητηριάζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ σου. Νὰ λογαριάζεις τὴν κακία σὰν ἀπάτη τοῦ διαβόλου».

Ὁ Ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ: «Δὲν πρέπει νὰ διατηροῦμε στὴν καρδιά μας κακία ἢ μῖσος γιὰ τὸν ἄλλον, ἔστω κι ἂν μᾶς ἐχθρεύεται. Ἂς θελήσουμε νὰ μοιάσουμε στὰ ἀγαπημένα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἂς ζηλέψουμε τὴν ἀνεξικακία τοῦ Δαβίδ, γιὰ τὸν ὁποῖο εἶπε ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, ὅτι βρῆκε ἄνθρωπο ποὺ Τὸν εὐαρεστεῖ καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολές Του. Ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς μαρτυρεῖ γιὰ τὸν Ἰὼβ ὅτι ἦταν ἄκακος. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν ἐκδικήθηκε τοὺς ἀδελφούς του. Ὁ Ἄβελ πῆγε στὸν ἀδελφό του μὲ ἁπλότητα καὶ χωρὶς ὑπόνοια».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἐκήρυττε τὸ 1955: «Καὶ σύ, ποιὸς σοῦ ἔδωσε τὴν ἐξουσία νὰ ὑβρίζεις τὸν ἀδελφό σου; Νὰ μὴ γίνονται αὐτὰ, ἀδελφές. Διότι ἔτσι ἔρχονται οἱ ἔριδες, οἱ ταραχές, οἱ ἀνησυχίες. Ἐὰν συμβεῖ καὶ τίποτα καμιὰ φορά, διότι ἄνθρωποι εἴμαστε, εὐθὺς μὴν ἀφήνετε νὰ περάσει πολύ. Μιὰ μέρα τὸ πολύ - πολύ‧ νὰ πᾶς νὰ βρεῖς τὴν ἀδελφή, νὰ βάλεις μετάνοια. ‘‘Συγχώρεσέ μου, ἀδελφή, συγχώρεσέ μου γιὰ τὸν λόγο ποὺ σοῦ εἶπα καὶ σὲ ἐλύπησα’’. Νὰ διορθώνετε τὸ πρᾶγμα, νὰ μὴν ἐπέρχεται στενοχώρια, ἀλλὰ ἀγάπη. Πῶς θὰ πᾶμε ὕστερα στὴν προσευχὴ νὰ συνομιλήσουμε μὲ τὸν Θεό, ὅταν περιφρονοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ὅταν τὸν κατηγοροῦμε, τοῦ χαλοῦμε τὴν καρδιά του καὶ τὸν στενοχωροῦμε;» Καὶ συνεχίζει ὁ πολυσέβαστος Ἅγιος Γέροντας: «Ὅλα ὁ Θεὸς τὰ ἐτακτοποίησε πρὸς χρήση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ ἐνεργοῦν ὅλο τὸ καλὸ καὶ τὸ ἀγαθό. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως τὰ μεταχειρίστηκε ὅλα πρὸς ἐργασία τοῦ κακοῦ καὶ πρὸς ἀπώλεια τῆς ψυχῆς του. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν θυμώνει, ἔχει καὶ τὴν ὑγεία του‧ ἐταράχθηκες; Εὐθὺς πονοκέφαλος, σύγχυση. Κόβεται ἡ διάθεση, χάνεται ἡ χαρά σου καὶ μόνο λύπη καὶ στενοχώρια».

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Νὰ ἔχουμε μέσα στὴν ψυχή μας ἀγαθότητα καὶ ἀγάπη. Αὐτὰ νὰ μεταδίδουμε. Νὰ προσέχουμε νὰ μὴν ἀγανακτοῦμε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς βλάπτουν, μόνο νὰ προσευχόμαστε γι’ αὐτοὺς μὲ ἀγάπη. Ὅ,τι κι ἂν κάνει ὁ συνάνθρωπός μας, ποτὲ νὰ μὴν σκεφτόμαστε κακὸ γι’ αὐτόν. Πάντοτε νὰ εὐχόμαστε ἀγαπητικά. Πάντοτε νὰ σκεφτόμαστε τὸ καλό. Νὰ μὴν κρατᾶς κακία, γιὰ νὰ ἔρθει μέσα σου ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ».

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Ὅταν συκοφαντηθοῦμε ἢ ἀδικηθοῦμε εἴτε ἀπὸ ἐπιπόλαιους εἴτε ἀπὸ πονηροὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν κακότητα καὶ διαστρέφουν τὴν ἀλήθεια, ἐὰν μποροῦμε, καλὰ εἶναι νὰ μὴ θέλουμε νὰ δικαιωθοῦμε. Οὔτε καὶ νὰ ποῦμε: ‘‘Νὰ τὸ βροῦνε ἀπὸ τὸν Θεό’’, γιατὶ καταριόμαστε μὲ εὐγένεια. Καλὸ εἶναι νὰ τοὺς συγχωροῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά καὶ νὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς δυναμώσει γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ σηκώσουμε τὸ βάρος τῆς συκοφαντίας». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Ὁ ταπεινὸς ἔχει ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀρώματα: ἁπλότητα, πραότητα, ἀγάπη χωρὶς ὅρια, καλωσύνη, ἀνεξικακία, θυσία, ὑπακοὴ κ.λ.π. Ἐπειδὴ ἔχει τὴν πνευματικὴ φτώχεια, ἔχει καὶ ὅλον τὸν πνευματικὸ πλοῦτο. Εἶναι, ἐπίσης, εὐλαβὴς καὶ σιωπηλός, γι’ αὐτὸ καὶ συγγενεύει μὲ τὴν Κεχαριτωμένη Θεοτόκο Μαρία, ἡ ὁποία εἶχε μεγάλη ταπείνωση».

Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία τῆς Κρήτης παραγγέλλει: «Νὰ ἔχετε ταπείνωση καὶ ἀνεξικακία. Ὅποιος συγχωρεῖ, ὅ,τι ἁμαρτωλὸ κι ἂν ἔχει κάνει, θὰ βρεῖ τρόπους νὰ τὸν σώσει ὁ Θεός, ὅ,τι κι ἂν κάνει».

Εὐλογημένοι Χριστιανοί!

Ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ ἕνα κήρυγμα ἀνεξικακίας, καθὼς μᾶς διδάσκει ἀπέναντι σὲ κάθε στενοχώρια, ἀπέναντι στὸν πόλεμο τοῦ πλησίον καὶ τὴν διάθεσή του νὰ μᾶς βλάψει, νὰ προβάλλουμε ὄχι τὸν πολεμο οὔτε τὴν ἀντεπίθεση, ἀλλὰ τὶς μεγάλες ἀρετὲς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγχώρησης. Αὐτὰ εἶναι τὰ ἀληθινὰ ὅπλα μας. Ἂς μιμηθοῦμε τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος «οὐ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν». «Ἐταράχθην καὶ οὐκ ἐλάλησα‧ φωνῇ μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα καὶ προσέσχε μοι», ἀναφωνεῖ ὁ προφητάναξ Δαβίδ. Διπλᾶ ὠφελούμαστε ἀπὸ τὴν ἀνεξικακία. Ἀπὸ τὴν μιὰ διατηροῦμε τὴν καλὴ πνευματική μας κατάσταση, ἐφαρμόζοντας τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ ἐχθρὸς μᾶς βλέπει καὶ κατατροπώνεται.

Ἀδελφοί μου!

Εἴδαμε τὶς θεοφώτιστες σκέψεις τῶν Ἁγίων Πατέρων μας καὶ διαπιστώσαμε πόσο ἤρεμη καὶ εὐτυχισμένη εἶναι ἡ ἄκακη καρδιά. Ἂς συγκρατήσουμε τὰ νεῦρα καὶ τὴν ἀγανάκτησή μας καὶ ἂς ἀφήσουμε τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι καρδιογνώστης, ἀλάνθαστος καὶ παντοδύναμος, νὰ ἐνεργήσει Ἐκεῖνος ὅπως ξέρει. Καὶ μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία νὰ μᾶς κατηγορήσουν ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι‧ στὴν οὐσία ὅμως εἴμαστε δυνατοί, γιατὶ ξέρουμε ὅτι «ζεῖ Κύριος ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων».

Ὁ ποιητὴς Βερίτης μᾶς ἐνισχύει μὲ τὸν ποιητικό του λόγο:

Χαρίτωσέ με, τρισχαριτωμένε,
χαρᾶς ψαλμοὺς τὰ χείλη μας νὰ λένε.
Πορεῖες ἁγνὲς τὰ πόδια ν’ ἀκλουθᾶνε.
Κι ὅπου τοῦ νοῦ μου οἱ λογισμοὶ κι ἂν πᾶνε,
Σοῦ πάντα νά ’ναι Ἀγαπημένε!
Κι ἂν χίλιοι δυὸ στὸν δρόμο βρέθηκαν
ξυπνοὶ νὰ μᾶς περιγελάσουν
καὶ νὰ μᾶς ποῦν πὼς εἶσαι χίμαιρα
καὶ τρέλα τὸ κυνήγημά Σου,
μὰ ἐμεῖς, ὦ θησαυρέ, Σὲ βρήκαμε
καὶ τὴν χαρά μας διαλαλοῦμε!
Ἂς εἶσαι Θεὸς ἄυλος καὶ ἄπιαστος,
ἐμεῖς στὰ χέρια Σὲ κρατοῦμε!
Και -ἂς τ’ ἀκοῦν οἱ ἄπιστοι-
Κύριο, Σωτήρα, βασιλιά μας σὲ λέμε. ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου