Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2023

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΑΤΑ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (17.09.2023)


TheioKirigma

Ἀριθμός 37
17 Σεπτεμβρίου 2023
Κυριακή Μετά τήν Ὕψωσιν
(Γαλ. β΄ 16-20)

«Χριστῷ συνεσταύρωμαι̇ ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

16 εδότες δ τι ο δικαι­οται νθρωπος ξ ργων νόμου ἐὰν μ δι πίστεως ησο Χριστο, κα μες ες Χριστν η­σον πι­στεύσαμεν, να δικαι­­ωθμεν κ πίστεως Χρι­στο κα οκ ξ ργων νόμου, διότι ο δικαιωθήσε­ται ξ ργων νόμου πσα σάρξ. 17 ε δ ζητοντες δικαιω­θναι ν Χριστ ερέθημεν κα ατο μαρτωλοί, ρα Χριστς μαρτίας διάκονος; μ γένοιτο. 18 ε γρ  κατέλυσα τατα πάλιν οκοδομ, παραβάτην μαυτν συνίστημι. 19 γ γρ δι νόμου νόμ πέθανον, να Θε ζήσω. 20 Χριστ συνεσταύρωμαι· ζ δ οκέτι γώ, ζ δ ν μο Χριστός·  δ νν ζ ν σαρκί, ν πίστει ζ τ το υο το Θεο το γαπήσαντός με κα παραδόντος αυτν πρ μο.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Αὐτήν τήν ἐξομολόγηση, σχετικά μέ τή ζωή του, μᾶς ἐκμυστηρεύεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί ἀδελφοί, στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἀπευθύνεται στούς Γαλάτες, μία περιοχή ἐκεῖ ὅπου σήμερα βρίσκεται ἡ πρωτεύουσα τῆς Τουρκίας, ἡ Ἄγκυρα. Τήν Γαλατία τήν εἶχε ἐπισκεφθεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατά τή δεύτερη ἀποστολική του ὁδοιπορία καί ἡ ὅλη του προσπάθεια ἐκεῖ εἶχε στεφθεῖ ἀπό ἐπιτυχία. Δυστυχῶς, ὅμως, μετά ἀπό λίγο καιρό ἐμφανίστηκαν τά πρῶτα ζιζάνια στόν ἀγρό τῆς τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας. Κάποιοι ψευδοδιδάσκαλοι ἐδίδασκαν, ὅτι οἱ νέοι χριστιανοί, πού εἶχε βαπτίσει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, θά ἔπρεπε μαζί μέ τό Εὐαγγέλιο νά τηροῦν, συγχρόνως, καί τό Νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Μαζί μέ τή Θεία Λειτουργία νά προσφέρουν καί θυσίες, πού ὅριζε ὁ Μωσαϊκός Νόμος. Αὐτή ἡ διδασκαλία προκάλεσε σύγχιση στίς τάξεις τῶν χριστιανῶν. Αὐτός ἦταν ὁ λόγος πού ἔγραψε τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή του - ἕνα μέρος τῆς ὁποίας ἀναλύσαμε τήν προηγούμενη Κυριακή.

Στή σημερινή περικοπή ὁ θεῖος Ἀπόστολος μᾶς δίνει τήν ἐγκάρδια ἐξομολόγησή του: Μέ τό βάπτισμα ἔχω σταυρωθεῖ καί πεθάνει μαζί μέ τόν Χριστό, δέν ἔχει πλέον καμμιά ἰσχύ γιά μένα ὁ Νόμος. Δέν ζῶ πλέον ἐγώ, ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Τήν φυσική δέ ζωή πού ζῶ μέσα στό σῶμά μου, τώρα πού ἐπέστρεψα στόν Χριστό, ζῶ ἐμπνεόμενος ἀπό τήν πίστη στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μέ ἠγάπησε καί παρέδωκε τόν ἑαυτό του γιά τή σωτηρία μου (Μετάφραση Παν. Τρεμπέλα).

Ὁ οὐρανοβάμων Παῦλος εἶχε κάνει πράξη τή μεγάλη ἐντολή, πού ἴσχυε καί γιά τόν παλαιό καί γιά τό νέο Ἰσραήλ «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου» (Λουκ. 10,27), ὅλη ἡ ὕπαρξή του εἶχε δοθεῖ στό Χριστό. Μᾶλλον δέν εἶχε δική του ὕπαρξη, θά λέγαμε. Στή θέση της ἦταν αὐτός ὁ Χριστός. «Χριστῷ συνεσταύρωμαι̇ ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Τό πρῶτο καί βασικό στοιχεῖο τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ σταύρωση. Μέ ποιά ἄραγε ἔννοια; Διότι εἶναι φανερό ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν ἐννοεῖ κάποια φυσική σταύρωση, οὔτε τό συνηθισμένο βιολογικό θάνατο. Εἶναι ἡ σταύρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου (Ρωμ. 6,6) πού μυστηριακά φανερώνεται τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματός μας. Ἀπό τή στιγμή αὐτή, λοιπόν, πρέπει νά γίνουμε νεκροί καί σταυρωμένοι γιά τόν κόσμο. Ὄταν λέμε κόσμο, δέν ἐννοοῦμε βέβαια τούς ἀνθρώπους, ἐννοοῦμε ὅ,τι βρίσκεται σέ ἀντίθεση μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅ,τι κηλιδώνει τό λευκό χιτώνα πού ὅλοι λάβαμε τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματός μας. Γιά τή νέκρωση αὐτή ὡς πρός τόν κόσμο ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος λέει ὅτι εἶναι «αἱ θλίψεις, οἱ πειρασμοί, καί εἴ τι ἕτερον τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ. Ἅ ὑποφέροντες ἐν ὑπομονῇ πολλῇ μιμούμεθα τοῦ Χριστοῦ τά παθήματα», δηλαδή ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις, τίς δοκιμασίες καί τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς εἶναι μιά σταύρωση γιά τόν πιστό, γι’αὐτόν πού θέλει νά ἀκολουθήσει τό δρόμο τοῦ Θεοῦ.

Ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου, ὅμως, σήμερα, δέν μᾶς δίνει μόνο αὐτή - τήν ἀρνητική - ὄψη τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Προβάλλει, παράλληλα, καί τήν ἄλλη - τή θετική της - πλευρά. «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»(Γαλ. 2, 20). Αὐτό πού δεσπόζει στήν ὁμολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου δέν εἶναι ὁ θάνατος, δέν εἶναι ἡ νέκρωση, ἀλλά ἡ ζωή καί μάλιστα ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ μέσα του. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κάνει μιά πολύ λεπτή παρατήρηση, ὅτι ὁ Ἀπόστολος δέν ἀναφέρεται στόν ἑαυτό του σάν νά εἶναι νεκρός, ἀλλά τόν παρουσιάζει νά ζεῖ καλύτερη καί ἀνώτερη ζωή ἀπό ὅ,τι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, καθώς εἶναι μέτοχος τῆς ὄντος ζωῆς, πού δέν διακόπτει κανενός εἴδους θανάτου.

Ὁ χριστιανός σταυρώνοντας καί νεκρώνοντας τόν παλαιό ἄνθρωπο (Ρωμ. 6, 6), ὁδηγεῖται σέ μιά καινούργια ζωή. Νέκρωσε μέσα του τήν ἁμαρτία, γιά νά ζήσει τή χάρη. Πέθανε ὁ ἴδιος γιά τόν κόσμο, γιά νά μπορέσει νά ζήσει «ἐν Χριστῷ». Γιά νά ἐνοικήσει καί νά ζεῖ μέσα του ὁ Θεάνθρωπος Κύριος. Ἐνῶ ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ «ἐν σαρκί», - δηλαδή βιολογικά - , ὅμως δέν ζεῖ πλέον ὁ ἴδιος καί μόνος. Ζεῖ κάτω ἀπό τήν ἐνέργεια τῆς χάριτος. Μέσα του ζεῖ ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γιατί τελικά ὁ Σταυρός κρύβει μέσα του τό μυστήριο τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστός εἶναι τό ὑπόδειγμα τῆς ζωῆς μας (Α΄ Πέτρ. 2, 22). Δέν ἐπιτρέπεται νά βαρυγκομοῦμε καί νά λέμε πώς εἶναι ἀνεφάρμοστα τά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἕνα ὡραῖο εὔηχο κήρυγμα, ἕνα ἀνεκπλήρωτο ἰδανικό ἴσως, παραμύθι κάποιων ὀνειροπόλων ρομαντικῶν, πού θέλουν «νά φτιάξουν τόν κόσμο». Γι’αὐτό καί θεωροῦν τήν Ἐκκλησία, πού προβάλλει ὡς ἰδανικό τρόπο ζωῆς τήν «ἐν Χριστῷ ζωήν», ἀδύναμη νά δώσει ἀπάντηση στά καίρια ἐρωτήματα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου καί νά λύσει τά καυτά προβλήματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία προτείνει τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὡς ἀκλόνητο θεμέλιο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστός δέν ἦλθε γιά νά φέρει «μιά νέα τάξη πραγμάτων», οὔτε ἦλθε στόν κόσμο γιά νά διατηρήσει στή ζωή ἕναν πεπαλαιωμένο ἄνθρωπο κι ἕναν κόσμο σέ μαρασμό. Πολλοί ἄνθρωποι μέ περισσή καύχηση διαλαλοῦν τά πάθη τους καί τίς ἁμαρτίες τους καί μάλιστα ὅτι τά κάνουν μέ ἐπίγνωση καί χωρίς δυσταγμό. Σταυρώνουμε τόν ἑαυτό μας στήν ἁμαρτία χωρίς τήν ἐλπίδα τῆς Ἀνάστασης. Ἀντίθετα ἡ συσταύρωσή μας μέ τόν Χριστό μέσα ἀπό τή φαινομενική ἀδυναμία καί τόν ἀγώνα τῆς ταπείνωσης θά μᾶς χαρίσει τή νίκη, τήν πνευματική ὕψωση, καί τόν ἀληθινό πλοῦτο. Αὐτός πού ἀπώλεσε τήν ψυχή του, δηλαδή ἀπαρνήθηκε τά πάθη του, «κἄν ἀποθάνη ζήσεται» (Ἰω. 11, 25). Ὁ Χριστός ὄντας ὁ ἴδιος Ζωή εἶναι ὁ μόνος ἱκανός νά ζωοποιήσει τόν ἄνθρωπο καί νά μεταμορφώσει ὁλόκληρη τή κτίση. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ μυστηριακός χῶρος συνάντησης καί κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό, τό Μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού δίνει τή δυνατότητα, ὅταν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις, νά ἑνωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τό Θεό. Ἡ σοφία τῶν θείων Πατέρων θά μιλήσει στίς καρδιές μας.

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος εἶχε μέσα του μιά σταυρωμένη ἀγάπη καί ἔλεγε: «ὁ ἑμός ἔρως ἐσταύρωται», καί διατυπώνει τά ἑξῆς: Ὁ Ἰησοῦς ὥρισε δέ, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία Του, τιμητικά πρῶτα θά δοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό Του καί μετά Ἐκεῖνον: «καί τότε φανήσεται τό σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ματθ.24,30). Αὐτός, ὁ Ὁποῖος, ἀπό τόν ἔρωτά Του γιά ἐμᾶς, ἁγίασε τό κατηραμένο σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, ἄς εἴμαστε ἀπολύτως βέβαιοι ὅτι κι ἐμᾶς μπορεῖ νά μᾶς ἀγαπήσει, ἐάν μέ τήν αὐτεξούσια βούλησή μας δέν τόν ἐμποδίσουμε.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει γιά τόν πνευματικό ἔρωτα: Εἶναι τόσο ἐπιτακτικός, ὥστε νά ἐκμεταλεύεται τόν καιρό, καί πάντοτε ἡ ψυχή νά θέλει νά βρίσκεται μ’Αὐτόν (τόν Κύριο) πού τήν ἀγαπάει, ὥστε καμμιά θλίψη ἤ ὀδύνη νά μήν πλησιάζει καί εἰσχωρεῖ μέσα της.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος θά διατυπώσει: Ὁ θεῖος ἔρωτας γεννιέται στή καρδιά πού ἔχει καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη, διότι μέσα σ’αὐτήν εἰσέρχεται ἡ Θεία Χάρη. Ὁ ἔρωτας πρός τόν Θεό εἶναι θεῖο δῶρο καί προσφέρεται στή ψυχή πού ἀγωνίζεται νά παραμείνει ἁγνή. Ἡ ψυχή, πού ἔχει ἐλκυσθεῖ ἀπό τόν θεῖο ἔρωτα, ἔχει ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί σ’Αὐτόν ἀφήνει ὅλη της τήν ἐλπίδα. Μ’Αὐτόν διαλέγεται μέρα καί νύχτα. Εἶναι πλέον μακαρία, διότι ἔτυχε τοῦ θείου πόθου καί ἐκπλήρωσε τίς ἐπιθυμίες της. Κάθε ἐπιθυμία, κάθε λαχτάρα καί ροπή, πού εἶναι ξένη στή θεία ἀγάπη, ἀπομακρύνεται ἀπ’αὐτήν ὡς ταπεινή καί ἀνάξιά της. Ἡ ψυχή, πού ἔχει πληγωθεῖ ἀπό τόν θεῖο ἔρωτα, εἶναι πάντα χαρούμενη, ἀγάλλεται, σκιρτᾶ καί χορεύει, γιατί ἀναπαύεται στήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου. Κανένα θλιβερό γεγονός δέν μπορεῖ νά διαταράξει τήν γαλήνη καί τήν εἰρήνη της.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος: Ὅλα τά πάθη μᾶς πολεμοῦν καί τήν νύκτα καί τήν ἡμέρα, ἀλλά γιά κανένα δέν πρέπει νά ἀπελπιζώμεθα, διότι ὁ Χριστός ἀοράτως μᾶς δίδει χεῖρα βοηθείας καί ἔχει ὅλα τά κατάλληλα διά τήν σωτηρία μας. Πᾶρε μιά στιγμή ἕνα βιβλίο πάνω στήν ἀπελπισία σου νά δεῖς τί ἔπαθαν οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, νά δεῖς πόσα ὑπέφεραν οἱ Ὄσιοι Πατέρες, γιά νά παρηγορηθεῖς. Ἐάν δέν ἀγαπήσωμεν τόν Χριστόν, δέν θά Τόν εὕρωμεν̇ καί ἐάν δέν Τόν εὕρωμεν, δέν θά τόν ἀπολαύσωμεν̇ καί πάλιν ἐάν δέν κοπιάσωμεν καί δέν μοχθήσωμεν, δέν θά Τόν εὕρωμεν. Ἄνθρωποι εἴμεθα καί θά πέσωμεν καί θά πληγωθοῦμε̇ ἔχομεν, ὅμως, φάρμακον, πού δέν ἐξαλείφεται ποτέ.

Χριστιανοί μου,

ὅ,τι πιό ὄμορφο, ὅ,τι πιό ἱερό εἶναι ἡ ζωή. Ὄχι, ὅμως, μιά ζωή ψεύτικη καί ἀπατηλή. Οὔτε μιά ζωή πού περιορίζεται στήν κολακεία τῶν αἰσθήσεων μόνο, πού τρέμει μπροστά στό θάνατο, πού ἀφήνει τόν ἄνθρωπο ἀλύτρωτο καί δυστυχισμένο. Ἀξεπέραστα ὄμορφη καί, κατ’ἐξοχήν, ἱερή εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, ἡ στενή καί ἄρρηκτη ἕνωσή μας μέ τόν Λυτρωτή Κύριο. Εἶναι ἐπιτακτική ἀνάγκη νά ζήσουμε πνευματική ζωή καί ἐνταγμένοι στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί στά ἱερά Μυστήρια νά νικήσουμε τόν θάνατο καί νά συνεχίσουμε ἐλεύθεροι πρός τήν αἰωνιότητα. Πρέπει νά ἀποκτήσουμε «νοῦν Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 2,16). Νά σκεπτόμαστε καί νά φρονοῦμε ὅπως ὁ Χριστός (Φιλ. 2,5). Νά ἐνεργοῦμε καί νά πράττουμε ὅπως ἐνεργοῦσε καί ἔπραττε Ἐκεῖνος. «Περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ καθώς καί ὁ Χριστός» (Ἐφεσ. 5,2).

Ἡ γλυκόσταλτη φωνή τοῦ φλογεροῦ Βερίτη θά μᾶς παροτρύνει: «Ἐλᾶτε, ἀδέλφια, στήν ἁγνή ζωή, τή μόνη τιμημένη, τήν ἀναστάσιμη χαρά νά δώσουμε στή γῆ τήν πονεμένη. Ἐλᾶτε, ἀδέλφια, στούς τρανούς καί τρισευγενικούς ἀγῶνες. Ἀθάνατη γιά μᾶς τιμή καί τώρα καί στούς ἄπειρους αἰῶνες». ΑΜΗΝ!

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου