Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΑΡ. 26

E-mail Εκτύπωση PDF

LOGOTYPO

        Πρωτ. 2789
Ἀριθμ.
        Διεκπ. 1617
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ΑΡ. 26
Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ» (Λουκᾶ β΄, 14)
Χριστιανοί μου!
 Σήμερα μιλοῦν οἱ ἄγγελοι. Αὐτοί ὑποδεικνύουν τί πρέπει νά κάνουμε. Οἱ ἄνθρωποι ἀνταποκρινόμεθα καί δοξάζουμε τόν Θεό. Καί γύρω ἀπό τόν οὐράνιο ἀγγελιοφόρο, συνάγονται πλῆθος ἄγγελοι, προφέροντας τήν χαρούμενη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καί δοξάζοντας τόν Θεό. Τόσο δυνατά, ὥστε νά ἀντηχοῦν τά οὐράνια δώματα καί τά πέρατα τῆς γῆς, νά ἑνώνεται ἡ φωνή τῶν ἀνθρώπων μέ τήν φωνή τῶν ἀγγέλων.
Τό ἀγγελικό ἰδίωμα εἶναι μέν σύντομο, ἀλλ' ὅμως πλῆρες νοήματος. Ἀναγγέλει ἕνα θαυμαστό γεγονός, πού μᾶς ὠθεῖ νά συλλογιστοῦμε καί νά μελετήσουμε. Νά ἀφυπνισθεῖ ὁ θαυμασμός μας, ὅπως ὁ Δαβίδ, πού γρηγοροῦσε ψάλλοντας τήν μεγαλοσύνη τοῦ Θεοῦ, εὕρισκε ἀπαραίτητο νά ἀφυπνίσει καμιά φορά τούς ὕμνους του: «Ἀφυπνίσου, δόξα μου!». Κι ἐμεῖς μελετώντας τήν δόξα τοῦ Θεοῦ στή γέννηση τοῦ Σωτῆρα μας, νά ἀφυπνίσουμε τήν δόξα μας ἤ τόν ζῆλο μας γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ».
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεός ἀπολάμβανε αἰώνια τήν μεγαλοπρέπεια τῆς δόξας Του. Κατά τήν ἔκφραση ἑνός μάρτυρα, πού οἱ οὐρανοί ἀνοίχτηκαν στά μάτια του, εἶναι «ὁ Θεός τῆς δόξης». Ἡ δόξα συνάπτεται μέ τό ἴδιο τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἴδια τήν οὐσία Του. Ἡ δόξα εἶναι ἡ ἀποκάλυψη, ἡ φανέρωση, ἡ ἀντανάκλαση, τό ἔνδυμα τῆς ἔσω τελειότητος. Ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται στόν Ἑαυτόν Του διαιωνίως μέ τήν ἀίδιον γέννηση τοῦ ὁμοουσίου Υἱοῦ Του καί μέ τήν ἀίδιον ἐκπόρευση τοῦ ὁμοουσίου Ἁγίου Πνεύματός Του. Ἡ ἑνότητα μέσα στήν Ἁγία Τριάδα ἀστράφτει ἀπό οὐσιαστική δόξα, ἄφθαρτη καί ἀκίνητη. Ὁ Θεός Πατήρ εἶναι  «ὁ πατήρ τῆς δόξης». Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι «ἀπαύγασμα τῆς δόξης αὐτοῦ» καί ὁἼδιος εἶχε τήν δόξα «πρό τοῦ τόν κόσμον εἶναι παρά σοί». Κατά τόν ἴδιο τρόπο τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι «πνεῦμα δόξης». Μέσα σέ αὐτή τήν καθαρή, ἐνυπάρχουσα δόξα, ὁ Θεός ζεῖ σέ πλήρη μακαριότητα, πάνω ἀπό κάθε δόξα, χωρίς νά ἔχει τήν ἀνάγκη κανενός μάρτυρα, χωρίς νά ἐπιδέχεται καμιά μοιρασιά. Καθώς ὅμως, μέσα στό ἔλεος καί τήν ἄπειρη ἀγάπη Του, ἐπιθυμεῖ νά μεταδώσει τήν μακαριότητά Του, νά κάνει νά ὑπάρξουν εὐδαίμονες κοινωνοί τῆς δόξας Του, διεγείρει τίς ἄπειρες τελειότητές Του καί αὐτές ἀποκαλύπτονται μέσα στά δημιουργήματά Του. Ἡ δόξα Του φανερώνεται στίς οὐράνιες δυνάμεις, ἀντανακλᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο, ντύνεται τήν λαμπρότητα τοῦ ὁρατοῦ κόσμου. Τήν προσφέρει, καί αὐτοί, πού τούς καθιστᾶ κοινωνούς, τήν δέχονται, στή συνέχεια ἐπιστρέφει σέ Αὐτόν, καί σέ αὐτή τήν ἀέναη ἀνακύκλωση τῆς θείας δόξης συνίσταται ἡ εὐδαιμονία, ἡ μακαριότητα τῶν δημιουργημάτων.
Ἔτσι τά Χερουβείμ στέκονται μπροστά στό θρόνο τοῦ Θεοῦ, περιβεβλημένα τήν πληρότητα τῆς δόξας Του, ἀναβοῶντας πρός τιμήν τῆς ὑπεραγίας Τριάδος «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ». Κατακαλύπτουν τό πρόσωπό τους μέ τίς φτεροῦγες τους, γιατί ἡ δόξα πού ἀπορρέει ἀπό τόν Θεό εἶναι «Φῶς ἀπρόσιτον», ἀκόμη καί γιά τά οὐράνια δημιουργήματα. Ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος, στήν πρωτόπλαστή του κατάσταση, ἦταν «εἰκών καί δόξα τοῦ Θεοῦ» καί ὄντας χωρίς ἐνδύματα, εἶχε ἄγνοια τῆς γυμνότητός του, διότι ἔνδυμά του εἶχε αὐτή τήν δόξα. Κατά ἀνάλογο τρόπο καί «οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ».
 Ὅμως, ἄν ἡ θεία δόξα ἐνοικεῖ στόν Θεό προαιώνια, ἐάν φανερώνεται ἀκόμη καί στά δημιουργήματά Του καί τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, ἀπό πολύ καιρό καί ἀδιάκοπα, γιά ποιό λόγο, ὅταν γεννιέται ὁ Χριστός, ὁ οὐρανός διακηρύσσει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τρόπο ἐξαιρετικό σάν κάτι πρωτοφανέρωτο; Γιατί ἐδῶ ὑπάρχει δόξα καί μυστήριο, μιά δόξα κρυμμένη μέσα στό μυστήριο, ἕνα μυστήριο πού ἀποκαλύπτεται μέσα στή δόξα.
 Ὁ ἄνθρωπος ἔσπασε μέσα του τόν αἰώνιο κύκλο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἀποφάσισε νά μή τήν ἐπιστρέφει στό Θεό, ἀλλά νά τήν σφετερίζεται μέ τήν ἐλπίδα νά καταστεῖ,  κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ πειραστῆ, ὡς Θεός. Ἀπό αὐτό προῆλθε στόν πνευματικό ἄνθρωπο κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού συμβαίνει στόν σωματικό ἄνθρωπο, ὅταν σταματᾶ ἡ κυκλοφορία τοῦ αἵματος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πνευματικά νεκρός ὡς πρός τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Καθώς ὅμως ἡ θεία δόξα διαδόθηκε σέ ὁλόκληρο τόν ἐπίγειο κόσμο, κυρίως ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀντανακλώμενη μέσα του ὅπως σέ θεία εἰκόνα, κατά συνέπεια, ἀπό τότε πού κρύφτηκε ἀπό τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, δέν ἀνταυγάζεται πιά σέ ὅλο τόν κόσμο, ὅπως στήν ἀρχή! Παρ' ὅλο πού ὁ Ψαλμωδός, ἔχοντας καθάρει τήν καρδιά καί τίς αἰσθήσεις του, ἀκούει τούς οὐρανούς νά «διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ», ἡ ἀντήχηση δέν εἶναι τόσο ἔντονη καί τόσο ὑπέροχη, ὅπως στήν ἀρχή. Αὐτό τό θλιβερό σκοτείνιασμα τῆς θείας δόξας μέσα στόν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι, τυφλωμένοι ἀπό τήν ἁμαρτία, τό ὑλοποίησαν ἔκτοτε ἀφήνοντας ὅλες τους τίς ἐπιθυμίες καί ὅλες τίς σκέψεις νά ἀπορροφηθοῦν ἀπό τήν κτίση καί «ἤλλαξαν τήν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου καί πετεινῶν καί τετραπόδων».
 Ὁ Θεός τῆς δόξας, γνωρίζοντας ὅτι χωρίς τήν δόξα Του δέν νοεῖται εὐτυχία γιά τά δημιουργήματά του, θέλησε νά τήν ἐπαναφέρει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Ἀπό τήν στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος ἀποκλείσθηκε ἀπό τήν θεία δόξα, ὁ Θεός τόν ἀνεζήτησε γιά νά τήν ἐπαναφέρει: «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;». Ἀλλά ὁ ἁμαρτήσας δέν μπόρεσε νά ἀντέξει τή θέα αὐτῆς τῆς δόξας, τράπηκε σέ φυγή καί κρύφτηκε ἀπό προσώπου γῆς. Τότε ὁ Θεός γιά νά καταστήσει προσιτή στούς ἀνθρώπους τήν δόξα Του, τήν ἔντυσε μερικές φορές μέ τήν μορφή τῶν ἀγγέλων Του. Αὐτές οἱ ἐμφανίσεις τρόμαξαν τήν ἀνθρώπινη φύση, ἡ ὁποία δέν μπόρεσε ἔτσι νά γίνει κοινωνός θείας δόξης «Καί εἶπε Γεδεών· ἆ, Κύριε μου, Κύριε, ὅτι εἶδον τόν ἄγγελον Κυρίου πρόσωπον πρός πρόσωπον!». «Καί εἶπε Μανωέ πρός τήν γυναῖκα αὐτοῦ: θανάτῳ ἀποθανούμεθα, ὅτι Θεόν εἴδομεν».
 Ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ, ὅσο κι ἄν ἦταν προετοιμασμένος, ἀπό τόν Μωϋσῆ, καθ' ὑπαγόρευσιν τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, γιά τή φανέρωση τῆς δόξας στό Σινᾶ, δέν μπόρεσε οὔτε ἀπό μακριά νά ἀντέξει αὐτή τή φανέρωση καί εἶπε στό Μωϋσῆ «λάλησον σύ ἡμῖν, καί μή λαλείτω πρός ἡμᾶς ὁ Θεός, μή ἀποθάνωμεν».
 Ἀλλ' ὅμως ὁ Θεός, ἀστείρευτος σέ μέσα εὐσπλαχνίας καί σωτηρίας, θέλοντας νά ἐπαναφέρει στόν ἄνθρωπο τήν ἐλπίδα τῆς δόξας Του, καί ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν τολμοῦσε νά πλησιάσει τόν Θεό καί νά ἔλθει σέ κοινωνία μέ τή δόξα Του, ὁ Θεός πλησίασε τόν ἄνθρωπο καί ἦλθε σέ κοινωνία μέ τήν πτώση του. Γιά νά μήν ἀποφεύγει πιά ὁ ἁμαρτωλός τή θεία παρουσία, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἦλθε σέ αὐτόν, ντυμένος «ἐν ὁμοιώματι σαρκός ἁμαρτίας». Γιά νά μή μείνει τό ἀνάπηρο δημιούργημα ἔξω ἀπό τή δόξα τοῦ παντοδύναμου Δημιουργοῦ, Αὐτός δέν «ἐνεδύθη πιά ἐξομολόγησιν καί μεγαλοπρέπειαν», ἀλλά μέ τήν μορφή παιδίου σπαργανομένου φτωχικά.
Ἡ θεότητα εἰσῆλθε στήν ἀνθρωπότητα, «πάντα ἡμῖν τῆς θείας δυνάμεως αὐτοῦ τά πρός ζωήν καί εὐσέβειαν δεδωρημένης». Γιά τό λόγο αὐτό ἡ ἀδυναμία μας πληροῦται μέ θεία δύναμη, τό ψέμα μας τό σβήνει ἡ θεία ἀλήθεια. Ἀκόμη καί ἡ ἀπώλεια τῆς θείας δόξας, μᾶς κάνει νά βρίσκουμε τήν ἐλπίδα της καί ὅταν ἡ δόξα αὐτή θά ἀποκαλυφθεῖ δέν θά μᾶς καταθαμβώσει, δέν θά μᾶς τρομάξει, δέν θά μᾶς ἐξουθενώσει. Ἀλλά καθώς θά ὑψωθεῖ ἀπό πάνω μας, θά καταυγάσει τόν κόσμο, μέσα στόν ὁποῖο ἐμεῖς τή βυθίσαμε στή σκοτεινιά. «Ὅτι Ἰησοῦς Χριστός ἐν ὑμῖν ἐστιν», κατά τή διαβεβαίωση τοῦ Ἀποστόλου.
Ἰδού τό ἔνδοξο μυστήριο τῆς δόξας αὐτῆς τῆς ἡμέρας! Οἱ οὐράνιοι διάκονοι τοῦ φωτός εἶδαν πρίν ἀπό μᾶς τήν αὐγή αὐτῆς τῆς δόξας καί ἀμέσως μᾶς εἰδοποίησαν ἀναβοῶντας «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ!» Τώρα πιά δέν πρόκειται γιά τήν αὐγή, ἀλλά γιά τό καταμεσήμερο αὐτῆς τῆς δόξας: ἡ δική μας δόξα ὑψώνεται, ἀνέρχεται μέ τή σειρά της στούς κατοίκους τῶν οὐρανῶν, ἀνεβαίνει μέσα ἀπό τίς καρδιές μας μεταφέροντας τήν ἀγαλλίασή Τους, ἕως τόν ἴδιο τό θρόνο τοῦ Ὑψίστου: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ!».
Χριστιανοί μου! Οἱ ἄγγελοι ψάλλουν στό Θεό αὐτό τόν ἐπινίκιο ὕμνο γιά νά Τόν δοξάσουν, ὄχι γιά τή σωτηρία τους, ἀλλά γιά τή δική μας. Μέ περισσότερη ζέση ὀφείλουμε νά Τόν δοξάσουμε ἐμεῖς! Ποιός θά μᾶς δώσει μιά σπίθα τῆς θεϊκῆς φωτιᾶς τῆς ἀγάπης τῶν ἀγγέλων γιά τόν Θεό, νά ἀνάψουμε τίς καρδιές μας, νά ψάλλουμε καί ἐμεῖς τόν ἀγγελικό ὕμνο, ἀδιάλειπτα καί ἀτελεύτητα; Ὁ κόσμος ἑτοιμάζεται νά καταπνίξει μέσα στή ψυχή μας τήν ἠχώ τοῦ ἀγγελικοῦ ὕμνου μέ τίς θορυβώδεις γιορτές του, μέ τίς ἐπιπόλαιες διαχύσεις του, μέ τά τραγούδια του, πού διαφθείρουν τήν καθαρότητα τοῦ πνεύματος, «μήποτε βαρηνθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καί μέθῃ».
Ἄς συνεχίζουμε νά εὐφραίνουμε τόν Θεό σωτῆρα μας μέ τίς πράξεις μας καί στίς οἰκίες μας, ὅπως Τόν δοξάσαμε μέ τά λόγια μας στήν Ἐκκλησία. «Τούς δοξάζοντάς με δοξάσω καί ὁ ἐξουθενῶν με ἀτιμασθήσεται». Ἄς Τόν δοξάζουμε. «Δότε δόξαν τῷ Θεῷ!». «Δοξάσατε τόν Θεόν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καί ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν! ». Ἀμήν.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2016
Μέ πατρικές εὐχές
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ο ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ  ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ  ΜΑΡΚΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου